Γράφτηκε στις .

Κώστα Παπαδημητρίου: «Τὸ χέρι τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου στὴν Ἀθήνα καὶ ἡ ἐξαφάνισή του»

Κώστα Παπαδημητρίου, ἐπ. Σχολικοῦ Συμβούλου

(Δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα «Ἐμπρὸς» Ναυπάκτου, 22-3-2013)

Ξάστερο, γλυκὸ ἀπόγιομα στὸ ἔβγα τοῦ Φλεβάρη, ἦταν βαθυγάλαζος ὁ οὐρανός, σπίθιζε ἡ ἥλιος, σωστὴ ζαφειρόπετρα ἔλαμπε ἡ πόλη τῆς Παλλάδας, ἡ Ἀθήνα. Ἐκεῖ σὲ μιὰ ἄκρη της, κοντὰ στὰ ριζώματα τοῦ Ὑμηττοῦ, βούϊζε ὁ τόπος. Μελισσολόϊ οἱ ἄνθρωποι στὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς καὶ τὸ τεράστιο προαύλιό της. Σημαντικὸ γεγονὸς ἐπρόκειτο νὰ συμβῇ. Ναί, ἔφτανε σὲ λίγο τὸ ἁγιασμένο Χέρι τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου, ἱερὸ κειμήλιο τοῦ μοναστηριοῦ «ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΜΠΕΛΑΚΙΩΤΙΣΣΑ - Ὁ ΑΓΙΟΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ».

Δεξιὰ χεὶρ Ἅγίου Πολυκάρπου

Ὄχι χειροκροτήματα καὶ ἰαχὲς στὴν ὑποδοχή του, μόνο γονατίσματα καὶ σταυροκοπήματα καὶ ὕστερα εὐλαβικὸ προσκύνημα μέσα στὴν ἐκκλησία. Πλήθη κόσμου ἐπὶ ὀκτὼ ἡμέρες, ψυχὲς κουρασμένες καὶ διψασμένες, παραδαρμένες ἀπὸ τὴν τύρβη τῆς τρικυμισμένης τῆς πρωτεύουσας, τῆς κοιλάδας αὐτῆς τοῦ κλαυθμῶνος, πρόστρεχαν σὰν διψασμένα ἐλάφια στὸν Ἅγιο νὰ πιοῦν τὸ ζωοδόχο νερὸ τῆς παρηγοριᾶς, νὰ βροὺν τὸ βάλσαμο τῶν παθῶν τους. Τὸ πίστευαν πῶς ὁ Ἅγιος ποῦ φιλοξενοῦσαν εἶναι τὸ ἀλεξικέραυνο τῶν κακῶν ποῦ τοὺς μαστίζουν.

Καὶ ἔβλεπες γριοῦλες, γερόντους πονεμένους, πικραμένους καὶ ἀπογοητευμένους, ποῦ μέσα τους σάλευε ἕνα παράλογο πάθος, ποῦ ὁ ἀσπασμὸς τοῦ ἱεροῦ Χεριοῦ τὸ ἔλιωνε καὶ τὰ χέρια τους ἔπεφταν ἄτονα, λύγιζαν τὰ γόνατά τους καὶ τὰ θολωμένα ἀπὸ τὰ δάκρυά τους μάτια μὲ ἐκείνη τὴν λατρεία, ἐκεῖνον τὸν θαυμασμό, ἀνακατωμένο μὲ εὐλάβεια καὶ τρόμο, μάντευαν τὸν οὐρανὸ πάνωθέ τους. Κρεμοῦσαν τὴν ὕπαρξή τους ἀπὸ τὴν σκέψη τῆς ἄλλης ζωῆς ποῦ τὴν ἔνιωθαν κοντά τους. Καὶ ἄλλοι νεώτεροι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, θαλλεροὶ νέοι καὶ ροδομάγουλες κοπέλες, συγχυσμένοι ἀπὸ τὸν σκοτασμὸ τῆς ἄγνοιας τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, ἀμίλητοι, πλησίασαν τὸ ἅγιο Χέρι, ἐνῷ ἔφταναν στὰ αὐτιά τους οἱ ψαλμοὶ καὶ οἱ προσευχὲς τῶν ἱερέων καὶ ψαλτάδων, ποῦ διέγραφαν τὴν γήϊνη παρουσία καὶ τὴν οὐράνια μέθεξη τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου καὶ ἔνιωθαν ἐλάφρυνση ἀπὸ ἀνία, μόχθο, ἀγωνία καὶ ὀλιγοπιστία.

Δίπλα μου παρακολουθοῦσα ἕναν παραπληγικὸ νέο σὲ καροτσάκι. Μὲ ἕναν παράξενο τρόπο ἀτένιζε τὸ Χέρι τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου. Ὁ ἀνθρώπινος πόνος ὁλοζώντανος, ἡ θλιβερὴ μελαγχολία βαθιὰ χαρούμενη στὰ μάτια του. Ἕνα πρόσωπο κουρασμένο, γερασμένο, μὰ καὶ φλογισμένο ἀπὸ λαχτάρα γιὰ χαμόγελο καὶ ἐλπίδα. Κάποτε ἀναλύεται σὲ ἕνα σιωπηλὸ κλάμα καὶ ὕστερα νὰ λάμπουν πάλι τὰ μάτια του, νὰ λάμπη πάλι τὸ πρόσωπό του καὶ νὰ σιγομουρμουρίζη μὲ φωνὴ σιγανὴ καὶ καυτὴ (θεραπεύει γὰρ ἀλάλους, παραλύτους συσφίγγει, τοὺς δὲ τὴν χεῖρα προσκυνοῦντας ἐκ τῶν κινδύνων ἀπαλλάττει).

Παρέκει εἶναι συγκεντρωμένοι ὅσοι κατάγονται ἀπὸ τὴν Ἀμπελακιώτισσα καὶ διαμένουν στὴν Ἀθήνα. Εὐλαβικὴ καὶ αὐτῶν ἡ προσκύνηση. Εὔκολα διέκρινε κανεὶς στὸ πρόσωπό τους κάποια ὑπερηφάνεια. Καὶ σὲ κάθε εὐκαιρία τὴν ἐκδήλωναν: «Ναί, εἴμαστε οἱ προνομιοῦχοι, ποῦ συγκατοικοῦμε μὲ τὸ Χέρι τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου καὶ τὴν θαυματουργὸ εἰκόνα «ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΜΠΕΛΑΚΙΩΤΙΣΣΑ». Εἶναι ἕνας τόπος ἰδανικὸς γιὰ ἠρεμία, περισυλλογὴ καὶ ἀνάταση ψυχῆς. Ὀχτὼ μέρες ἔμεινε τὸ Χέρι τοῦ Ἁγίου στὴν Ἁγία Φωτεινή. Χιλιάδες ἄνθρωποι τὸ προσκύνησαν. Καὶ ὅταν ἔφυγε τὸ ἀποχαιρέτησαν μὲ δάκρυα. Ἄφησε σὲ ὅλους παρήγορες ἐλπίδες. Ὑπάρχει πιὸ ἀποδοτικὸς τρόπος διδασκαλίας τῆς θρησκείας μας;

Ἀξίζουν θερμοὶ ἔπαινοι σ’ αὐτοὺς ποῦ συνετέλεσαν στὴν πετυχημένη αὐτὴ ἔξοδο τοῦ Ἁγίου Λειψάνου: Στοὺς Μητροπολῖτες Ναυπάκτου, Καισαριανὴς καὶ Βύρωνος κ.κ. Ἰερόθεο καὶ Δανιήλ, τοὺς ἱερεῖς καὶ ψάλτες τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς καὶ ἰδιαίτερα τὸν π. Πολύκαρπο, τὸν Ἡγούμενο τοῦ μοναστηριοῦ τῆς Ἀμπελακιώτισσας, ποῦ σήκωσε ὅλο τὸ βάρος αὐτῆς τῆς προσπάθειας. Δὲν πέρασαν, δυστυχῶς, πολλὲς μέρες καὶ ἡ χαρὰ καὶ ὁ ἐνθουσιασμὸς ἔδωσαν τὴν θέση τους στὴν θλίψη καὶ τὴν ἀπελπισία. Τὸ θαυματουργὸ Χέρι τοῦ προστάτη καὶ φρουροῦ τῆς Ναυπακτίας, Ἱερομάρτυρος Πολυκάρπου, ἐξαφανίσθηκε μιὰ νύχτα ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Ἀμπελακιώτισσας.

Κώστα Παπαδημητρίου: «Τὸ χέρι τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου στὴν Ἀθήνα καὶ ἡ ἐξαφάνισή του»

Ὅλη ἡ Ναυπακτία πενθεῖ. Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος εἶναι ὁ Ἅγιός μας, ὁ πατέρας μας, ὁ συμπαραστάτης μᾶς στὶς δύσκολες ὧρες μας. Ὅταν στὰ δύσκολα χειμωνιάτικα ἀγριοκαίρια, ἐδῶ στὰ κακοτράχαλα χωριά μας, χωρὶς γιατρὸ καὶ συγκοινωνία, ἀρρωσταίναμε, στὸν Ἅγιο Πολύκαρπο καταφεύγαμε. Ὅταν διάφορες συμφορὲς καὶ καταιγίδες ἔδερναν τὸν τόπο μας, τὸν Ἅγιο Πολύκαρπο προσκαλούσαμε γιὰ βοηθό μας. Κι ὅταν στὰ ξένα, κυνηγούσαμε τὸν ἐπιούσιο, μὲ δυσκολίες καὶ ἀποτυχίες, «βόηθα μας, Ἅγιε Πολύκαρπε», ἦταν ἡ ἐπίκλησή μας. Σὲ δεκάδες ἀριθμοῦνται τὰ θαύματά του. Ἑξακόσια πενῆντα χρόνια, γενιὲς καὶ γενιὲς μᾶς εἴμασταν δεμένοι μαζί του. Καὶ τώρα μιὰ ἱστορία ἐξήμισι αἰώνων σβήνει, μιὰ φωτεινὴ δόξα τσαλαπατήθηκε. Κάποιοι ἀσυνείδητοι καὶ ἀπάνθρωποι βεβήλωσαν τὸν ἱερὸ τόπο τοῦ μοναστηριοῦ τῆς Ἀμπελακιώτισσας. Ἔκλεψαν τὸ ἱερὸ κειμήλιό του.

Καὶ ἂν κέρδιζαν τοὐλάχιστον κάποιον πακτωλὸ χρημάτων, ἴσως νὰ εἶχαν κάποιο ἐλαφρυντικὸ ἀπὸ τὴν κοινωνία. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ κειμήλιο οὔτε πουλιέται οὔτε μεταβιβάζεται. Τὴν θεϊκὴ καὶ ἀνθρώπινη κατάρα κέρδισαν. Οἱ τύψεις θὰ τοὺς κυνηγοῦν σ’ ὅλη τους τὴν ζωὴ καὶ θὰ τοὺς ἀναθεματίζουν οἱ ἐπερχόμενες γενιές. Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος δὲν ἔπαθε τίποτα. Στὸν οὐρανὸ βρίσκεται κοντὰ στὸν Θεό. Οὔτε τοῦ μοναστηριοῦ μειώνεται ἡ ἁγιότητα καὶ ἡ αἴγλη. Ὁ ἱερός του χῶρος ἔχει διαποτισθῇ ἀπὸ τὴν ἁγιότητα τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου καὶ θὰ παραμείνη πάντα ἅγιος. Στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν θὰ παραμένη ὁ συγκάτοικος τῆς Παναγίας Ἀμπελακιώτισσας.

Ὑπάρχει, βέβαια, καὶ ὁ δρόμος τῆς μετάνοιας καὶ ἐπιστροφῆς τοῦ ἁγίου κειμηλίου. Ὁ Θεὸς τὰ πάντα συγχωρεῖ.