Γράφτηκε στις .

Ὁ πολιτισμός καί ἡ συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ

Ἡ ἐπιστήμη τῆς μελλοντολογίας, μεταξύ των πολλῶν ἐνδιαφερόντων σημείων, ἀναφέρεται καί στό γεγονός ὅτι στίς ἀρχές τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου (21) αἰῶνος θά παρατηρηθοῦν μετακινήσεις πληθυσμῶν, τέτοιες πού δέν γνώρισε ποτέ ἡ ἀνθρωπότητα. Ἤδη καθημερινῶς γινόμαστε μάρτυρες τέτοιων μετακινήσεων.

Τό θέμα ὅμως εἶναι ὅτι, ὅπως ἔχει σημειώσει διακεκριμένος δημοσιογράφος, “κάθε οὐσιαστική ἀλλαγή πολιτισμοῦ συνοδεύθηκε ἀπό μετακίνηση πληθυσμών”. Εἶναι μιά οὐσιαστική παρατήρηση. Ὅταν οἱ πολίτες μιᾶς χώρας χάνουν τήν πολιτιστική τους παράδοση καί ἀλλοτριώνονται, τότε, ἀργά ἤ γρήγορα, ἀφομοιώνονται, χάνονται ἤ μετακινοῦνται.

Ἑπομένως, εἶναι ἀνάγκη νά προσέξουμε ὡς χώρα τήν πολιτιστική μας παράδοση, νά τήν διατηρήσουμε καί νά τήν βιώσουμε, γιατί ἔχουμε εὐθύνη τόσο γιά τήν δική μας ἀξιοπρέπεια, ὅσο καί γιά τό μέλλον τῶν ἑπομένων γενεῶν. Αὐτό ἔχει σημασία ἰδιαίτερα γιά τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, ἀφοῦ εἶναι γνωστόν ὅτι εἶναι πολύ ἀνθρώπινη, κοινωνική καί οὐσιαστική. Διακρίνεται, δηλαδή, γιά μιά ἰσορροπία, δεδομένου ὅτι συνδέει ἁρμονικά ἀντιφατικές φαινομενικά καταστάσεις. Πράγματι, ἡ παράδοσή μας συνδέει κοινωνικότητα μέ ἐσωτερικότητα, χῶρο μέ χρόνο, παρόν μέ παρελθόν, ἐνδοκοσμικότητα μέ ὑπερβατικότητα κ.λ.π.

Βέβαια, ὑποστηρίζεται ἀπό μερικούς ὅτι, ἐπειδή εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἀνήκουμε στούς λαούς τῆς Εὐρώπης, πρέπει νά συντονισθοῦμε στήν νέα Εὐρωπαϊκή πραγματικότητα καί νά δεχθοῦμε τίς θέσεις τῆς συνθήκης τοῦ Μάαστριχτ.

Ἔχω τήν γνώμη ὅτι, δυστυχῶς, πολλοί ἀπό μᾶς πέφτουμε στόν πειρασμό τῆς γενίκευσης καί ἀπολυτοποίησης, ἰδιαίτερα μάλιστα ὅταν διακρινόμαστε ἀπό ἄγνοια. Δικαιολογοῦμε κάθε ἀστοχία μας στήν συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ, ἐνῶ τά πράγματα μπορεῖ νά εἶναι καί διαφορετικά.

Τό γεγονός εἶναι ὅτι στήν συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ γίνεται λόγος καί γιά τήν διατήρηση τῆς ἰδιαιτερότητας κάθε χώρας. Ὁπωσδήποτε, γίνεται λόγος καί γιά τήν βίωση τῆς κοινῆς Εὐρωπαϊκῆς πολιτιστικῆς παράδοσης, ἀλλά δέν ἀποκλείει καί τήν ἰδιαιτερότητα κάθε τόπου.

Γιά παράδειγμα, στό κεφάλαιο γιά τήν παιδεία λέγεται: “ἡ Κοινότητα συμβάλλει στήν ἀνάπτυξη παιδείας ὑψηλοῦ ἐπιπέδου, ἐνθαρρύνοντας τήν συνεργασία μεταξύ κρατῶν καί, ἄν αὐτό ἀπαιτεῖται, ὑποστηρίζοντας καί συμπληρώνοντας τήν δράση τους, σεβόμενη ταυτόχρονα πλήρως τήν ἁρμοδιότητα τῶν κρατῶν μελῶν γιά τό περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας καί τήν ὀργάνωση τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος, καθώς καί τήν πολιτιστική καί γλωσσική τους πολυμορφία”.

Στό κεφάλαιο γιά τόν πολιτισμό λέγεται: “Ἡ Κοινότητα συμβάλλει στήν ἀνάπτυξη τῶν πολιτισμῶν τῶν κρατῶν μελῶν καί σέβεται τήν ἐθνική καί περιφερειακή πολυμορφία τους, ἐνῶ ταυτόχρονα προβάλλει τήν κοινή πολιτιστική κληρονομιά”.

Τονίζοντας ἡ συνθήκη τήν διατήρηση καί προστασία τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς εὐρωπαϊκῆς σημασίας, συγχρόνως ἐπισημαίνει: “Ἡ Κοινότητα λαμβάνει ὑπόψη τῆς τίς πολιτιστικές πτυχές, ὅταν λαμβάνει δράση δυνάμει ἄλλων διατάξεων τῆς παρούσας συνθήκης”. Πιθανόν τά πράγματα στήν πράξη νά εἶναι διαφορετικά. Ὅμως, δέν πρέπει νά ὑποχωροῦμε σέ κάθε ἐξωτερική πίεση μέ τήν δικαιολογία ὅτι τό ἐπιτάσσει ἡ συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ, καί δέν πρέπει ἐν ὀνόματι τῆς ἔνταξής μας στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση νά ἀλλοτριωνόμαστε, νά ἀπεμπολοῦμε τήν παράδοσή μας. Δηλαδή, πρέπει νά σταματήση ὁ ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοία τελῶν πιθηκισμός, γιατί θά μᾶς στοιχίση ἀκριβά. Ἡ ἀλλοίωση τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς συνεπάγεται, ἐκτός ἀπό ἀνθρώπινες, καί ἐθνικές ἀπώλειες.

Ν.Ι.