Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: «Τό Μοναστήρι τῶν φοιτητικῶν μου χρόνων»

Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀντιφώνηση τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου κατά τήν ἐπίσημη ὑποδοχή.

Πανοσιολογιώτατε Καθηγούμενε τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μονῆς, Ἀρχιμανδρίτα π. Παρθένιε.

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: «Τό Μοναστήρι τῶν φοιτητικῶν μου χρόνων»Θά ἤθελα νά σᾶς εὐχαριστήσω θερμότατα γιά τήν πρόσκληση πού μοῦ ἀπευθύνατε νά ἔρθω στήν Ἱερά Μονή σας γιά τήν πανήγυρη τοῦ ὁσίου Παύλου τοῦ καί κτήτορος αὐτῆς. Θά ἤθελα νά σᾶς εὐχαριστήσω θερμότατα καί γιά τήν προσφώνησή σας καί γιά τήν ὑποδοχή πού μοῦ ἐπιφυλάξατε μαζί μέ τούς πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.

Θεωρῶ ἰδιαίτερη τιμή καί εὐλογία ἀπό τόν Θεό πού ἔχω ἐπικοινωνία μέ τό Ἅγιον Ὄρος καί παλαιότερα καί τώρα, καθώς ἐπίσης γιατί θά πανηγυρίσω μαζί σας τήν ἑορτή τοῦ κτήτορος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, τοῦ θαυμαστοῦ, ὅπως πολύ ὡραῖα τόν περιγράψατε, ὁσίου Πατρός ἡμῶν Παύλου.

Θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω μερικά συγκεκριμένα σημεῖα ἀπό τήν προσφώνησή σας.

Κατ’ ἀρχάς στήν προσφώνησή σας εἴπατε γιά τήν σχέση καί τήν ἐπικοινωνία πού εἶχα μέ τήν Ἱερά Μονή σας ἀπό τά φοιτητικά μου χρόνια, ἀπό τό 1966, δηλαδή πρίν πενήντα χρόνια. Ἡ Ἱερά Μονή τοῦ ἁγίου Παύλου, μαζί μέ τήν Ἱερά Μονή τοῦ ἁγίου Διονυσίου ἦταν τά δυό Μοναστήρια τῶν φοιτητικῶν μου χρόνων, θά ἔλεγα τά Μοναστήρια τῆς καρδιᾶς μου καί τῆς ἀγάπης μου. Τότε ἡ Ἱερά Μονή τοῦ ἁγίου Παύλου ἄνθιζε σέ πατέρες, ἀλλά ἐκεῖνο τό ὁποῖο μᾶς ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση ἦταν ὅτι ἐρχόμασταν ἐδῶ καί βρίσκαμε μιά ἀρχοντική ἀγάπη ἀπό τούς τότε ἡγουμένους, κατ’ ἀρχάς τόν Γέροντα Εὐσέβιο, ἀργότερα τόν Γέροντα Ἀνδρέα καί τούς Πατέρες. Ὅλοι οἱ νέοι πού ἐρχόμασταν τότε στό Ἅγιον Ὄρος βρίσκαμε ἐδῶ ἀνάπαυση στά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια τῆς φοιτητικῆς μας ζωῆς. Μᾶς ἔκανε ἐντύπωση ἡ ἀβραμιαία φιλοξενία τῶν πατέρων της, ἡ πληθωρική καί ἀρχοντική ἀγάπη τήν ὁποία μᾶς ἔδειχναν καί ἡ καθαριότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἀφοῦ τά δωμάτια ἦταν ἐπιμελημένα καί καθαρά.

Ὁ Γερο-Θεοδόσιος, ὁ βιβλιοθηκάριος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, μᾶς ἔδειχνε ἰδιαίτερη ἀγάπη καί μᾶς μιλοῦσε μέ μειλιχιότητα, μέ σοφία καί διάκριση. Ἐνθυμοῦμαι τό τί μᾶς ἔλεγε τότε γιά σᾶς, ἅγιε Καθηγούμενε, διότι τότε σᾶς γνώρισα ὡς μοναχό. Μᾶς ἔλεγε μέ πολύ ἐνθουσιασμό γιά τό πῶς οἱ πατέρες σᾶς ἐξέλεξαν ἀπό μοναχό Ἡγούμενο, καί στήν συνέχεια γίνατε Διάκονος καί Ἱερεύς. Ὁπότε ἐκφράζετε τό παλαιό ἦθος καί τήν παλαιά παράδοση τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Εἶστε σεβαστός καί ἀγαπητός σέ ὅλους τούς ἁγιορεῖτες πατέρες, παραμένετε, καίτοι εἶστε τόσα χρόνια Ἡγούμενος, ὡς ἁπλός μοναχός στήν καρδιά, στό ἦθος, στήν ἀγάπη, τήν ἀρχοντιά καί τήν διάκριση.  

Ἔπειτα ἡ Ἱερά Μονή τοῦ ἁγίου Παύλου ἦταν ἀγαπητή ἱερά Μονή, διότι ἀπό ἐδῶ ἀνοίχτηκα στήν Ἱερά Σκήτη τῆς Μονῆς σας, τήν Νέα Σκήτη, ὅπου γνώριζα ἀπό πρίν τόν Γέροντα Σπυρίδωνα καί μετά γνώρισα καί ἄλλους εὐλαβεῖς πατέρες τῆς Ἱερᾶς Σκήτης, ἔβλεπα τήν ἀγάπη καί τόν σεβασμό τόν ὁποῖον δείχνατε ἐσεῖς σέ αὐτούς, ἀλλά καί τόν σεβασμό πού καί ἐκεῖνοι ἔδειχναν σέ σᾶς. Στήν συνέχεια ἀπό τήν Νέα Σκήτη ἀνοίχτηκα στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί γνώρισα σιγά-σιγά τόν χτύπο τῆς καρδιᾶς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη ἐσωτερική καρδιακή προσευχή, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με».

Ἀλλά μᾶς συνδέει καί ἕνα ἄλλο γεγονός, τό ὁποῖο γιά μένα εἶναι πάρα πολύ σημαντικό. Ἔχουμε κοινόν πατέρα πνευματικό, ἐννοῶ τόν Γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ, ὁ ὁποῖος ἦταν πνευματικός αὐτῆς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἀδελφικός φίλος τοῦ μακαριστοῦ καθηγουμένου π. Ἀνδρέου. Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος,  ὄχι μόνον ἔδωσε τήν πνευματική πείρα του στούς πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἀλλά προσέλαβε καί τήν παράδοση τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του συνεχῶς μέσα στήν καρδιά του βρισκόταν ἡ ζωή τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τά χρόνια ἐκεῖνα πού ἔζησε στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, στά φρικτά Καρούλια, ἀλλά καί στό σπήλαιο πλησίον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς σας καί μέσα στό Μοναστήρι σας. Καί θεωρῶ ἰδιαίτερη εὐλογία καί τιμή πού τόν γνώρισα καί μέ καθοδήγησε στίς πνευματικές μου ἀναζητήσεις. Ὁπότε μᾶς συνδέει καί αὐτό τό γεγονός.

Ἡ πανήγυρη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἡ ὁλονύκτια ἀγρυπνία θά γίνη γιά τόν μεγάλο αὐτόν Πατέρα, πού τόσο ὡραῖα τόν περιγράψατε, πού τόν ἁγιογράφησε ὁ Πανσέληνος στόν Πρωτᾶτο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τόν ὅσιο Πατέρα μας Παῦλο, τόν ἱδρυτή καί κτήτορα αὐτῆς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Ὁ ὅσιος Παῦλος εἶχε ὅλα τά πνευματικά χαρίσματα πού ἀναδεικνύουν κάποιον ἅγιον στήν Ἐκκλησία. Ἐξέφραζε αὐτό τό ἦθος τό ὁποῖο περιγράφεται στά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή «νηστείαν, ἀγρυπνίαν, προσευχήν, οὐράνια χαρίσματα λαβών». Γνωρίζουμε ὅτι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή εἶναι ἡ μέθοδος τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας.  Ἔτσι ἔζησε ὁ ὅσιος Παῦλος καί ἀπόψε κατά τήν διάρκεια τῆς ἀγρυπνίας θά εἶναι μαζί μας, θά μᾶς εὐλογῆ, θά μᾶς ἐμπνέη σ’ αὐτόν τόν ἀγώνα τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Θά ἀγρυπνήσουμε σωματικά καί πνευματικά. Καί εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἔλεγε ὅτι «ἄγρυπνον ὄμμα ἥγνισεν νοῦν», δηλαδή τό ἄγρυπνο ὄμμα ἁγνίζει τόν νοῦν. Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος ἔλεγε ὅτι «μοναχόν διαμένοντα ἐν τῇ ἀγρυπνίᾳ μετά διακρίσεως νοός, τοῦτον μή ἴδῃς ὡς σαρκοφόρον». Δηλαδή, τόν μοναχό πού θά παραμείνη στήν ἀγρυπνία μαζί μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή, ἀλλά καί μέ διάκριση νοός, δέν μπορεῖ νά τόν θεωρήσης σαρκοφόρο, ἄνθρωπο πού φέρει σάρκα, γιατί καί πάλι κατά τόν ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σύρο,  «τάξεως ἀγγελικῆς ὡς ἀληθῶς τό ἔργον τοῦτο». Δηλαδή, αὐτό τό ἔργο εἶναι ἀληθινά  ἔργο ἀγγελικῆς τάξεως.

Εὐχαριστῶ, λοιπόν, καί πάλι σεβαστέ Καθηγούμενε τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς, τῆς πανσέπτου καί σεβασμίας Μονῆς γιά τήν πρόσκληση καί εὔχομαι κι ἐγώ καί παρακαλῶ εὔχεσθε κι ἐσεῖς, ἀπόψε ἡ ἀγρυπνία νά μᾶς ἐμπνεύση αὐτήν τήν παράδοση τήν ὁποίαν εἶχε ὁ ὅσιος Παῦλος. Νά ζοῦμε στήν Ἐκκλησία μέ τήν μέθοδο τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας, μέ τήν ἁπλότητα καί τήν καθαρότητα, ἡ ὁποία σᾶς διακρίνει καί τήν ταπείνωση, ὥστε ἔτσι νά ἀποκτήσουμε τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἐμπειρική γνώση καί αὐτή ἡ γνώση συνιστᾶ τήν σωτηρία μας καί τόν ἁγιασμό.

Εὐχαριστῶ πάρα πολύ καί εὔχεσθε γιά μένα καί γιά τήν ταπεινή ἀρχιερατική μου διακονία.