Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Οἱ Πραγματικοί ἐχθροί των Ὀρθοδόξων

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

“Ο ἐχθρός δέν εἶναι ὁ βάρβαρος, εἶναι ὁ γείτονας. Αὐτός εἶναι ὁ ἐπικίνδυνος. Ὁ “Ἄλλος” εἶναι αὐτός πού διαφοροποιεῖται ὄχι ἀπό πολιτικῆς ἤ θρησκευτικῆς ἄποψης ἀλλά ἀπό τήν ἄποψη τῆς γειτνίασης”. Αὐτή ἡ γενική καί ἀπόλυτη τοποθέτηση θά μποροῦσε νά ἀποτελῆ μιά μελανή περιγραφή τῆς μελλοντικῆς κατάληξης τῆς σύγχρονης κοινωνίας. Πράγματι, ἡ κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μέ τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς μας, δηλαδή τήν αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητας, τήν ἀνεργία, τά οἰκονομικά προβλήματα μεγάλης μερίδας ἐργαζομένων, τήν κυνικότητα τῶν ἰσχυρῶν κρατῶν κατά τήν διεκδίκηση τῶν συμφερόντων τους, τήν ἠθική κατάπτωση τοῦ ἀνθρώπινου εἴδους, μέσα στό πνεῦμα τοῦ ὑλιστικοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, δείχνει ὅτι ὁδεύει σέ ἕνα τέτοιο ἀπαισιόδοξο τέρμα.

Ὁ Ἀντρέ Γκιγιού, ὅμως, διευθυντής τῆς Σχολῆς Ἀνωτέρων Σπουδῶν Κοινωνικῶν Ἐπιστημῶν τῆς Γαλλίας, ἔχει διαφορετική γνώμη. Δέν βλέπει αὐτή τή ἀλλοίωση τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων στό μέλλον, οὔτε τή συνδέει μέ τήν πνευματική κατάρρευση τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν. Τήν διαπιστώνει στούς λαούς τῆς Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης, πού καθοδηγοῦνται ἀπό τήν Ὀρθοδοξία. Τό ὅτι κάποιοι βλέπουν τόν γείτονα σάν ἐχθρό δέν εἶναι - κατά τή γνώμη τοῦ - φυσική συνέπεια τοῦ μονοδιάστατου δυτικοῦ πολιτισμοῦ, πού ἀντιμετωπίζει τόν ἄνθρωπο σάν μιά φίλαυτη βιολογική μονάδα, ἡ ὁποία ἀγωνίζεται νά ἐπιβιώση μέσα σέ ἕνα ἐχθρικό κοινωνικό περιβάλλον, δέν εἶναι ἀκόμη ἀπόσταγμα τῶν ἀπόψεων τοῦ συμπατριώτη τοῦ Σάρτρ, πού θεωροῦσε ὅτι οἱ “Ἄλλοι” εἶναι ἡ κόλασή του, ἀλλά εἶναι ἄποψη πού συναντοῦμε στή Βίβλο, “τήν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει τήν τάση νά ἐνθαρρύνει”. Θά ἦταν, βέβαια, πολύ ἐνδιαφέρον νά παρουσίαζε τίς παραπομπές του στή Βίβλο, πού τεκμηριώνουν τήν τοποθέτησή του αὐτή, γιατί εἶναι πράγματι πολύ τολμηρό νά ἰσχυρίζεται κανείς, ὅτι ἡ Ὀρθοδόξια, στηριγμένη στήν Ἁγία Γραφή, ἐνθαρρύνει τούς πιστούς της νά βλέπουν τόν γείτονά τους σάν ἐχθρό.

Ὁ Ἀντρέ Γκιγιού διατύπωσε τήν ἄποψη αὐτή σε συνέντευξή του στή γαλλική ἐφημερίδα “ἄη ἀήηηη”, πού ἀναδημοσιεύθηκε στό ΒΗΜΑ τῆς 22ας Μαρτίου 1998. Ἦταν τό συμπέρασμά του ἀπό ἕνα συνέδριο, πού ὀργανώθηκε μέ τήν συμμετοχή τῆς ἐααέάᾶ καί εἶχε θέμα: “Νοτιοανατολική Εὐρώπη, σταυροδρόμι πολιτισμών”. Στό Συνέδριο συμμετεῖχαν πρεσβευτές τῶν Βαλκανικῶν χωρῶν στήν ἐααέάά. Κατέληξε, δηλαδή, σ’ αὐτό τό συμπέρασμα μελετώντας τήν σύγχρονη κατάσταση τῶν Βαλκανίων. Ἀναγνωρίζει, βέβαια, ὅτι οἱ βαλκανικοί λαοί ἔζησαν μαζί γιά αἰῶνες χωρίς προβλήματα “ὄχι μόνο ἐξαιτίας τοῦ ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ καί ἀργότερα τοῦ κομμουνιστικού”, χωρίς νά θυμίζη, ὅμως, τόν ἐνωποιητικό ρόλο τῆς Ὀρθοδοξίας. “Τα προβλήματα - παραδέχεται - δημιουργήθηκαν ἀπό διανοούμενους τῆς Δύσης. Ἀνέτρεψαν τά πάντα χωρίς νά προτείνουν λύση”. Ὡστόσο, τό ὅτι - ὅπως ὑποστηρίζει - δέν ὑπάρχει ἀλληλεγγύη “οὔτε στό πλαίσιο τῆς ἴδιας κοινότητας”, τό κύριο βάρος τό ρίχνει στήν Βίβλο, ὅπως τήν χρησιμοποιεῖ ἡ Ὀρθοδοξία. Ἄλλωστε ὁ τίτλος τῆς συνέντευξης στό ΒΗΜΑ εἶναι χαρακτηριστικός: “Οἱ ἐθνικισμοί καί ἡ Ὀρθοδοξία στά Βαλκάνια”.

Οἱ ἀπόψεις τοῦ Ἀντρέ Γκιγιοῦ δέν εἶναι ἐπιστημονικές. Ἐντάσσονται στό πλαίσιο τῆς δυτικῆς προπαγάνδας, πού θέλει νά κατασυκοφαντήση τήν Ὀρθοδοξία, ἀποδεικνύοντας τήν κινητήρια δύναμη ἐθνικιστικῶν κινήσεων, μιά διδακαλία, δηλαδή, πού δέν διαφέρει ἀπό τόν Μωαμεθανισμό ὡς πρός τό μίσος τῶν ἑτεροδόξων καί τῶν ἐτεροθρήσκων, ἡ ὁποία μάλιστα οὔτε τά μέλη τῶν δικῶν τῆς κοινοτήτων δέν μπορεῖ νά τά συνδέση μέ πνεῦμα ἀλληλεγγύης. Οἱ ἀπόψεις αὐτές δέν χρειάζονται ἀντίκρουση. Εἶναι ὀφθαλμοφανῶς κακόβουλες. Δέν μπορεῖ ὅμως κανείς νά μή θυμίση ὅτι, ὅταν τό κύμα τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ εἰσέβαλε στόν γεωγραφικό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας, αὐτή τόν καταδίκασε ὡς αἵρεση. Ὄχι, βέβαια, ὅτι δέν ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι - πολιτικοί καί μή - πού ὑποβιβάζουν τήν Ὀρθοδοξία σέ στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς τους ἰδεολογίας καί ἀξιολογοῦν τήν πίστη μέ κριτήριο τό ἐθνικό συμφέρον. Αὐτά, ὅμως, εἶναι αἱρετικές ἀπόψεις, πού δέν ἔχουν καμμιά σχέση μέ τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Εἶναι πράγματι προκλητικό, μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς Μ. Τεσσακοστής, κατά τήν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία παιδαγωγεῖ τά μέλη της νά ὑπερβαίνουν τίς ἀπαιτήσεις τοῦ σώματος, ὥστε νά φθάσουν στήν ἀγάπη πού δέν ζητεῖ τά ἐαυτῆς καί λίγο πρίν ἀπό τό Πάσχα, κατά τό ὁποῖο γιορτάζουμε τήν κατάργηση τοῦ θανάτου, ἡ ὕπαρξη τοῦ ὁποίου ἀποτελεῖ τήν βασική αἰτία τῆς φιλαυτίας, νά ἀναδημοσιεύονται ἀσχολίαστα σέ ἑλληνική ἐφημερίδα οἱ ἀπόψεις τοῦ Γκιγιοῦ, πού ἐμπιστεύθηκε στή “ Le Monde”. Πάντως ἐμεῖς ὀφείλουμε νά ποῦμε “τοῖς μισούσιν ἠμάς”, ὅτι ὁ “Χριστός ἀνέστη” καί ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μᾶς καθοδηγεῖ νά γίνουμε θεατές τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, αἴροντες τόν σταυρό τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, πού συνοψίζονται στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων, ἀδιακρίτως.

Ἐχθρός μας δέν εἶναι ὁ “γείτονας”, δέν εἶναι κανένας ἄνθρωπος. Ἐχθροί μας εἶναι ὁ θάνατος καί τό μίσος τῶν δαιμόνων. Καί μέριμνα τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι νά ζήσουν προσωπικά ἐν Χριστῷ τήν κατάργησή τους.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ