Γράφτηκε στις .

Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου

τοῦ Πρωτ. Θωμᾶ Βαμβίνη

[Εἰσήγηση στήν Συνέλευση τῶν Διοικητικῶν Συμβουλίων τῶν ἐνοριακῶν Συνδέσμων Ἀγάπης, πού πραγματοποιήθηκε στήν Ναύπακτο ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, στό Πνευματικό της Κέντρο, τήν Τρίτη, 2 Ἀπριλίου 2019.]

Ἡ σημερινή Συνέλευση τῶν Δ.Σ. τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης τῆς Μητροπόλεώς μας ἔχει σκοπό τήν ἐπικοινωνία τῶν μελῶν τους, τήν ἐνημέρωση, τήν ἀνταλλαγή ἀπόψεων καί ἰδεῶν γιά τήν καλύτερη ὀργάνωση καί δράση αὐτῶν τῶν Εἰδικῶν Ἐνοριακῶν Ἐπιτροπῶν, πού προσφυῶς ὀνομάστηκαν Σύνδεσμοι Ἀγάπης.

Τί εἶναι, ὅμως, οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης καί ποιά ἡ δράση τους; Γιά νά δώσουμε μιά ἀπάντηση σ’ αὐτό τό γενικό ἐρώτημα, ἀλλά καί γιά νά εἶναι ἀποτελεσματική ἡ δράση τους θά πρέπει νά γνωρίζουμε καλά: 1) ποιά εἶναι ἡ ποιμαντική ἀνάγκη πού ὁδήγησε στήν ἵδρυσή τους, 2) ποιά ἡ νομική ὑπόστασή τους, 3) ποιά εἶναι ἠ ὀργανωτική δομή τους καί 4) ποιοί εἶναι οἱ τομεῖς καί οἱ τρόποι δράσεώς τους.

1. Γιά νά ἀπαντήσουμε στό ποιά εἶναι ἡ ποιμαντική ἀνάγκη πού ὁδήγησε στήν ἵδρυση τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης θά ξενικήσουμε ἀπό τήν προέλευση τῶν λέξεων τοῦ ὀνόματος –Σύνδεσμοι Ἀγάπης. Πρέπει νά ποῦμε ὅτι δέν ἔχουν ληφθῆ ἀπό τήν συνήθη κοσμική πρακτική. Ἔχουν ληφθῆ ἀπό τόν ἀπ. Παῦλο, φορτισμένες μέ πνευματικό καί ἐκκλησιολογικό περιεχόμενο.

Στήν πρός Κολασσαεῖς ἐπιστολή ἡ ἀγάπη χαρακτηρίζεται σύνδεσμος τελειότητος. «Ἐνδύσασθε οὖν, ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι, σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πρᾳότητα, μακροθυμίαν... ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσμος τῆς τελειότητος». (Κολ. 3, 12-14). Στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή ἡ ἀνοχή τῶν ἄλλων μέ ἀγάπη, συνδέεται μέ τήν φροντίδα νά φυλάξουμε μέσα στόν σύνδεσμο τῆς εἰρήνης τήν ἑνότητα πού χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα: «...ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης». (Ἐφεσ. 4, 3). Αὐτόν τόν «σύνδεσμο τῆς εἰρήνης» τόν ὀνομάζει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης «σύνδεσμο ἀγάπης», πού εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά νά διατηρηθοῦμε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας στήν ἑνότητα πού μᾶς χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης, λοιπόν, δέν ἐπιδιώκουν κάποια καλῶς ἐννοούμενα συμφέροντα ἤ κάποιους φτηνούς ἐγκόσμιους στόχους, ἀλλά θέλουν νά βοηθήσουν τά μέλη τους νά γευθοῦν τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τήν ἑνότητα πού Αὐτό χαρίζει, ὅταν μέ ἀγάπη ἀνεχόμαστε τούς ἄλλους, κυρίως τούς φτωχούς, τούς μοναχικούς καί ἀρρώστους μέ ὅλες τίς πιθανές καί δικαιολογημένες ἰδιοτροπίες τους, κατανοώντας τήν ἀγάπη ὡς σύνδεσμο τελειότητος, δηλαδή ὡς αὐτήν πού συναρμολογεῖ καί συνδέει μεταξύ τους ὅλες τίς ἀρετές, οἱ ὁποῖες χωρίς τήν ἀγάπη εἶναι ἀτελεῖς.

Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης ἔχουν ἕνα καθαρά ἐκκλησιαστικό περιεχόμενο, γι’ αὐτό ἄλλωστε στίς δράσεις τους ἀνοίγονται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους πού πιέζονται ἀπό ποικίλα προβλήματα καί ἀνάγκες, χωρίς ἀποκλεισμούς λόγω καταγωγῆς, ἐθνότητας, ἀκόμη καί θρησκείας. Βλέπουν τόν ἄνθρωπο πού πάσχει καί ἐνδιαφερόνται γιά τό πῶς θά νιώση ἀνακούφιση, μέ τήν παρουσία κοντά του ἀνθρώπων πού δέν ἔχουν κανένα ἰδιοτελές συμφέρον γιά νά τόν προσεγγίσουν.

Αὐτή ἡ ἀνιδιοτελής παρουσία μπορεῖ πολλούς ἀδιάφορους ἤ καί σκληρούς στήν καρδιά νά τούς ἀνοίξη ψυχικό παράθυρο στήν πίστη. Νά τούς δείξη, ἔστω ἀμυδρά, μέ ἔργα ὅτι στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἀγάπη καί ἀλήθεια. Οἱ «ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας», ὅταν κινοῦνται μέ εἰλικρινῆ, καθαρή καί ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, μποροῦν χωρίς κηρύγματα νά ὁδηγήσουν ἀνθρώπους σέ μιά καλύτερη σχέση τους μέ τόν Θεό, ἀλλά ἀκόμη καί μέσα στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Σέ αὐτό τό σημεῖο βρίσκεται ὁ ἱεραποστολικός ρόλος τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης.

Οἱ κυρίες τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης δέν ἔχουν τήν εὐθύνη νά ὀργανώνουν κατηχητικά καί ἁγιογραφικές ἤ ἄλλες ἐνοριακές συνάξεις μέ κατηχητικό περιεχόμενο. Σ’ αὐτόν τόν τομέα ὑπεύθυνοι εἶναι οἱ Ἐφημέριοι τῶν Ἐνοριῶν καί οἱ ἐντεταλμένοι ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη κατηχητές. Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης βοηθοῦν σ’ αὐτό τό ἔργο συνεργαζόμενοι μέ τούς Ἐφημερίους καί τούς κατηχητές μέ ὑλικά στοιχεῖα, κεράσματα, γραφική ὕλη, ὥστε νά γίνεται τό κατηχητικό ἔργο ἀποδοτικότερο. Ἄν μέλη τῶν Συνδέσμων εἶναι καί κατηχήτριες, αὐτό διευκολύνει πολύ αὐτήν τήν συνεργασία. Πάντως, ἡ ἱεραποστολική δράση τῶν Συνδέσμων εἶναι ἡ πρακτική ἀνταπόκριση στό «ἐπείνασα καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με», ἡ ὁποία ἀνοίγει καί στά μέλη τῶν Συνδέσμων καί σ’ αὐτούς πού δέχονται τήν βοήθεια τους τήν ὁδό πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

2. Ποιά εἶναι ἡ νομική ὑπόσταση τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης; Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης εἶναι Εἰδικές Ἐνοριακές Ἐπιτροπές. Δέν εἶναι σύλλογοι. Οἱ σύλλογοι ἔχουν μιά αὐτονομία, μιά ἀνεξαρτησία. Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης ὡς Εἰδικές Ἐνοριακές Ἐπιτροπές εἶναι πλήρως ἐνταγμένες μέσα στήν ζωή τῆς Ἐνορίας. Οἱ δράσεις τους δέν αὐτονομοῦνται ἀπό τίς δραστηριότητες τῆς Ἐνορίας. Δέν ἀποτελοῦν μιά κλειστή ὁμάδα ἐνοριτισσῶν μέ αὐτόνομο ἔργο. Κινοῦνται μέσα στό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται ἀπό τό ἱεραρχικό καί συνοδικό πολίτευμα.

Γιά νά γίνη αὐτό κατανοητό καί γιά νά γίνη ἀκόμη πιό φανερός ὁ λόγος δημιουργίας τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης, θά ἀναφερθοῦμε ἀφ’ ἑνός μέν στήν διαδικασία ἱδρύσεώς τους, ἀφ’ ἑτέρου δέ στόν σκοπό πού θέλουν νά ἐπιτελέσουν, καθώς καί στά μέλη πού τούς συγκροτοῦν, μέ βάση τά καταστατικά τους, διότι ὅλ’ αὐτά ἀποτελοῦν στοιχεῖα πού δείχνουν καθαρά τήν διαφοροποίησή τους ἀπό κάθε ἄλλης μορφῆς συλλογική ὀργάνωση προσώπων μέ κοινούς στόχους ἤ συμφέροντα.

Οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης ἱδρύθηκαν μετά ἀπό προτάσεις τῶν ἐνοριακῶν Ἐκκλησιαστικῶν Συμβουλίων, οἱ ὁποῖες ἐγκρίθηκαν ἀπό τό Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Δηλαδή, δέν ἱδρύθηκαν μετά ἀπό αἴτηση κάποιων μελῶν τους καί ἔγκριση τῆς αἰτήσεώς τους ἀπό τό Πρωτοδικεῖο, ὅπως ἱδρύονται οἱ διάφοροι σύλλογοι. Οἱ ἐφημέριοι μαζί μέ τούς Ἐκκλησιαστικούς Συμβούλους, ὕστερα ἀπό τήν προτρεπτική ἐγκύκλιο τοῦ Μητροπολίτου μας κ. Ἱεροθέου μέ ἀριθμ. 7, πού ἐκδόθηκε στίς 21 Φεβρουαρίου τοῦ 1996, ἀποφάσισαν τήν ἵδρυσή τους. Ἡ αἴσθηση τῶν ποιμαντικῶν ἀναγκῶν τῆς κάθε Ἐνορίας, ἀλλά καί ἡ γνώση τῶν δυνατοτήτων τους, ὁδήγησαν τούς ὑπεύθυνους Ἱερεῖς στήν δημιουργία τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης.

Στήν ἐγκύκλιό του ὁ Σεβασμιώτατος σημείωνε:

«Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐκτός ἀπό τήν λατρεία, τῆς ὁποίας ὑπεύθυνος καί ἄρχων εἶναι ὁ Κληρικός, βοηθούμενος ἀπό τούς λαϊκούς, γίνεται καί κοινωνικό, φιλανθρωπικό καί διδακτικό ἔργο, ἱκανοποιοῦνται καί θεραπεύονται ὅλες οἱ ἀνάγκες τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, ἡ Ἐκκλησία εἶναι καί θεωρεῖται κοινότητα, οἰκογένεια.

Μέσα στά πλαίσια αὐτά θά θέλαμε νά ὀργανωθῆ ἡ Ἐνορία. Πρός τόν σκοπό αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά ἐνεργοποιήσουμε ὅλα τά χαρίσματα τῶν Χριστιανῶν, τήν διάθεση καί τήν δυνατότητα τῶν Χριστιανῶν γυναικῶν νά βοηθήσουν στόν φιλανθρωπικό, διδακτικό καί κοινωνικό τομέα.

Ἔχοντες αὐτά ὑπ’ ὄψη μας, ὅπως καί τήν παράγραφο 5 τοῦ ἄρθρου 17 τοῦ ὑπ’ ἀριθμ. 8/1979 κανονισμοῦ «περί Ἱερῶν Ναῶν καί Ἐνοριῶν», ἀποφασίσαμε τήν ἵδρυση σέ ὅσες Ἐνορίες εἶναι δυνατόν, κυρίως στίς Ἐνορίες τῆς Ναυπάκτου καί τοῦ Ἀντιρρίου, «Συνδέσμους Ἀγάπης» πού θά ἀποτελοῦνται ἀπό γυναῖκες, οἱ ὁποῖες θά ἔχουν τήν Πρόεδρό τους, ὑπό τήν ἐπίβλεψη τοῦ Ἐφημερίου τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ...

Πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ἡ δημιουργία αὐτῶν τῶν «Συνδέσμων Ἀγάπης» θά εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς διοργανώσεως τῆς ἐνοριακῆς ζωῆς, ἡ βίωση τῆς Ἐνορίας ὡς κοινότητος καί οἰκογενείας, ἡ ἐνεργοποίηση τῶν ποικίλων χαρισμάτων, μέ ἄμεσες συνέπειες σέ ὅλη τήν κοινωνία μας».

Τήν ἀπόφαση αὐτή υἱοθέτησαν ἀμέσως οἱ τρεῖς Ἐνορίες τῆς Ναυπάκτου (Ἁγίου Δημητρίου, Ἁγίας Παρασκευῆς καί Ἁγίου Γεωργίου) καί κατόπιν οἱ Ἐνορίες Ἁγίου Νικολάου Ἀντιρρίου, Ἁγίου Ἀθανασίου Δάφνης, Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Μακύνειας καί Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Παλαιοπαναγιᾶς, ἐνῶ σέ ὀργανωτική διαδικασία μπῆκε γιά κάποιο καιρό καί ἡ Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου Μαμουλάδας, χωρίς νά φθάση τελικά στήν ἵδρυση Συνδέσμου Ἀγάπης.

Ὅπως εἴδαμε ἡ προτρεπτική ἐγκύκλιος τοῦ Σεβασμιωτάτου στηρίζεται στήν παράγραφο 5 τοῦ ἄρθρου 17 τοῦ ὑπ’ ἀριθμ. 8/1979 κανονισμοῦ «περί Ἱερῶν Ναῶν καί Ἐνοριῶν». Ἡ παράγραφος αὐτή λέει ὅτι «δύναται νά ἱδρυθῆ παρ’ ἑκάστη Ἐνορία Εἰδική Ἐνοριακή Ἐπιτροπή, ἔργον ἔχουσα τήν ψυχοπνευματικήν καί ὑλικήν προαγωγήν τῆς Ἐνορίας καί τῶν μελῶν αὐτῆς».

Ὑπογραμμίζουμε τίς λέξεις: ψυχοπνευματική καί ὑλική προαγωγή τῆς Ἐνορίας. Μέσα σ’ αὐτές τίς λέξεις στεγάζεται νομικά τό φιλανθρωπικό, κοινωνικό, ἀλλά καί τό πολιτιστικό ἔργο τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης.

3. Ποιά εἶναι ἡ ὀργανωτική δομή τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης. Σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 3 τοῦ καταστατικοῦ «Ὁ Σύνδεσμος θεωρεῖ μέλη του ὅλες τίς γυναῖκες τῆς Ἐνορίας πού συμμετέχουν στή ζωή της». Ὅσες γυναῖκες αἰσθάνονται μέλη τῆς Ἐνορίας εἶναι αὐτεπάγγελτα μέλη τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης καί μποροῦν νά δραστηριοποιηθοῦν σ’ αὐτόν, ἀρκεῖ νά τό θέλουν. Τό μόνο πού χρειάζεται εἶναι νά γνωστοποιηθῆ ἡ διάθεσή τους γιά δράση, ὥστε νά καλοῦνται ὅταν ὑπάρχουν ἔκτατες ἀνάγκες. Οἱ Σύνδεσμοι, λοιπό,ν δέν εἶναι σύλλογοι ἐγγεγραμμένων μελῶν. Μέλη τους εἶναι ὅλες οἱ ἐνορίτισσες, χωρίς καμία διάκριση.

Ἡ διαφοροποίηση τῶν Συνδέσμων ἀπό τούς διαφόρους συλλόγους φαίνεται καί στόν τρόπο διοίκησης. Σύμφωνα μέ ἄρθρο 4 τοῦ καταστατικοῦ:

«Τήν Διοίκηση τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης ἀποτελεῖ τό Διοικητικό Συμβούλιο τό ὁποῖο ἀπαρτίζεται ἀπό :

α. Ἕναν Ἱερέα-Ἐφημέριο, ὡς Ἐπόπτη, τόν ὁποῖο διορίζει ὁ Μητροπολίτης,
β. Ἀπό δεκαπέντε (15, 9 ἤ 7) Μέλη τά ὁποῖα προτείνονται ἀπό τόν Ἐπόπτη Ἐφημέριο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καί διορίζονται ἀπό τόν Μητροπολίτη, μετά ἀπό ἔγκριση τοῦ Μητροπολιτικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου.
Ἡ θητεία τοῦ Δ.Σ. εἶναι τριετής».

Τά μέλη τοῦ Δ.Σ. δέν ἐκλέγονται, ἀλλά προτείνονται. Ἀποτελοῦν τά πρόσωπα στά ὁποῖα ἀναθέτουν οἱ Ἱερεῖς, μέ τήν ἔγκριση τοῦ Μητροπολίτου, τήν δραστηριοποίηση ὅλων τῶν γυναικῶν τῆς Ἐνορίας. Τό Δ.Σ. δέν εἶναι γιά νά παίρνη μόνο του ἀποφάσεις καί νά διαχειρίζεται χρήματα καί καταστάσεις. Εἶναι ἡ κινητήρια δύναμη γιά τήν ἐνεργοποίηση ὅλων τῶν γυναικῶν τῆς Ἐνορίας, ἀλλά καί διά τῶν γυναικῶν καί τῶν ἀνδρῶν.

Τό ἄρθρο 12 τοῦ καταστατικοῦ προβλέπει:

«Τό Δ.Σ. τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης, γιά τήν συστηματικότερη δράση του, χωρίζει τήν Ἐνορία σέ γεωγραφικούς τομεῖς, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά τροποποιοῦνται ἀνάλογα μέ τίς περιστάσεις. Σέ κάθε τομέα ὁρίζονται δύο μέλη τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης ὡς ὑπεύθυνα τοῦ τομέα. Τά μέλη αὐτά συνεργάζονται στενά μέ τό Δ.Σ.».

Τά μέλη αὐτά δέν εἶναι ὑποχρεωτικά μέλη τοῦ Δ.Σ.. Εἶναι ἁπλές ἐνορίτισσες μέ ἐνδιαφέρον γιά τίς δραστηριότητες τῆς Ἐνορίας τους, κυρίως στόν τομέα τῆς πρόνοιας.

Ὅλα τά παραπάνω δείχνουν τόν ὀργανωτικό χαρακτήρα τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης ὡς ἐνοριακῶν ἐπιτροπῶν, πού τούς διαχωρίζει ἀπό κάθε μορφή κοσμικῆς συλλογικῆς ὀργάνωσης.

Θά κάνουμε μιά εἰδικότερη ἀναφορά στήν ὀργανωτική δομή τῶν Συνδέσμων ἀναφερόμενη στό ἄρθρο 7 τοῦ καταστατικοῦ τους.

Σ’ αὐτό διαβάζουμε ὅτι:

«Οἱ θέσεις τῶν μελῶν τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου εἶναι οἱ ἑξῆς: Ἐπόπτης - Ἐφημέριος, Πρόεδρος, Ἀντιπρόεδρος, Ταμίας, Γραμματέας καί Μέλη».
Στήν συνέχεια ἀναφέρονται τά καθήκοντα τοῦ καθενός. Ἁναφέρω μερικά.

1. Ὁ Ἐπόπτης
«Ὡς κληρικός καί μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Ἐφημερίου εἶναι ὑπεύθυνος γιά τήν καλή λειτουργία τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης. Μπορεῖ νά συμμετέχη χωρίς ψῆφο στίς τακτικές καί ἔκτακτες συνεδριάσεις τοῦ Δ.Σ. καί συνεργάζεται μέ τά μέλη του. Ἐγκρίνει τίς Aποφάσεις τοῦ Δ.Σ. καί βοηθᾶ στήν ὑλοποίησή τους».

2. Ἡ Πρόεδρος
[μεταξύ ἄλλων]
«καταρτίζει τά ἐτήσια προγράμματα τῶν τομέων ἐργασίας σέ συνεργασία μέ τόν Ἐπόπτη - Ἐφημέριο, τήν ἀντιπρόεδρο, τήν Γραμματέα καί τήν Ταμία, τά ὁποῖα φέρνει στό Δ.Σ. γιά συζήτηση καί ἔγκριση».

[καί] «σέ συνεργασία μέ τήν Ἀντιπρόεδρο καί τήν Ταμία συντάσσει τόν Οἰκονομικό Ἀπολογισμό τοῦ προηγουμένου ἔτους καί τόν Προϋπολογισμό τοῦ ἑπομένου κατά τόν μήνα Ἰανουάριο καί τούς ὑποβάλλει στό Δ.Σ. γιά συζήτηση καί ἔγκριση».
Πρέπει νά σημειωθῇ ὅτι οἱ Προϋπολογισμοί καί Ἀπολογισμοί τοῦ κάθε Συνδέσμου ὑποβάλλονται στό Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο, τό ὁποῖο μέ Πράξη του ἵδρυσε τόν Σύνδεσμο Ἀγάπης.

Νά ἐπισημάνουμε ἐπίσης ὅτι οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης ὡς Εἰδικές Ἐνοριακές Ἐπιτροπές δέν ἔχουν δικό τους ΑΦΜ (Ἀριθμό Φορολογικοῦ Μητρώου)· ἔχουν τό ΑΦΜ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ. Αὐτό χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή. Γιά ὅλες τίς ἀγορές πού κάνει ὁ Σύνδεσμος πρέπει νά ἐκδίδεται τιμολόγιο στό ὁποῖο δηλώνεται τό ΑΦΜ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, τό ὄνομά του μέ τήν συπλήρωση Σύνδεσμος Ἀγάπης. Φωτοτυπία τοῦ κάθε τιμολογίου πρέπει νά δίνεται στόν ταμία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου γιά νά δηλώνεται ἠλεκτρονικά στό σύστημα taxis. (Προφορικές διευκρινίσεις)

3. Ἡ Ἀντιπρόεδρος
«Ἀναπληρώνει τήν Πρόεδρο, ὅταν αὐτή ἀπουσιάζη ἤ κωλύεται νά συμμετέχη γιά μικρό χρονικό διάστημα στίς διαδικασίες τοῦ Δ.Σ., σέ ὅλα τά καθήκοντα καί τίς ὑποχρεώσεις της»

4. Ἡ Γραμματέας
«Γράφει τά πρακτικά τοῦ Δ.Σ. στίς τακτικές καί ἔκτακτες συνεδριάσεις. Εἶναι ὑπεύθυνη γιά τά βιβλία: i) Πρακτικό Συνεδριάσεων, ii) Πρωτόκολλο Ἀλληλογραφίας, iii) Βιβλίο Μητρώου Μελῶν».

5. Ἡ Ταμίας
α. Συνεργάζεται μέ τόν Ἐφημέριο, τήν Πρόεδρο καί τήν Ἀντιπρόεδρο γιά τήν σύνταξη τοῦ Οἰκονομικοῦ Προϋπολογισμοῦ καί Ἀπολογισμοῦ τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης.
β. Διατηρεῖ τά βιβλία: i) Βιβλίο Ταμείου, ii) Διπλότυπα εἰσπράξεων, iii) Διπλότυπα πληρωμῶν.
γ. Ἐνεργεῖ εἰσπράξεις καί πληρωμές καί ἐκδίδει τίς ἀνάλογες ἀποδείξεις.
δ. Ὑποχρεοῦται νά καταθέτη στήν Τράπεζα τά χρήματα τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης. Ἡ κατάθεση γίνεται ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Συνδέσμου Ἀγάπης τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ

6. Τά Τακτικά Μέλη
Συμμετέχουν μέ ψῆφο στίς τακτικές καί ἔκτακτες συνεδριάσεις τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου.
Τέλος, ποιοί εἶναι οἱ τομεῖς καί οἱ τρόποι δράσεως τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης. Σκοπός τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης, σύμφωνα μέ τήν ἐγκύκλιο τοῦ Μητροπολίτου, ἀλλά καί τό ἄρθρο 2 τοῦ καταστατικοῦ τους εἶναι: «ἡ δραστηριοποίηση τῶν γυναικῶν στό ἔργο τῆς Ἐνορίας, στούς τομεῖς τῆς πρόνοιας, τοῦ καλλωπισμοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, τῆς διοργανώσεως ἐκδηλώσεων, ἑορτῶν καί ἐκδρομῶν καί τῆς μερίμνης τοῦ Ἐνοριακοῦ Κέντρου».

Εἶναι λοιπόν σαφές ὅτι οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης δέν ἔχουν κάποιους δικούς τους σκοπούς πού διαφοροποιοῦνται ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐνορίας. Εἶναι τρόπος ἐνεργοποίησης τῶν γυναικῶν σέ σημαντικούς τομεῖς τοῦ ἐνοριακοῦ ἔργου. Εἶναι πρόσκληση σέ ἐθελοντική ἐργασία στό Ἱερό Ναό, τό κοινό μας σπίτι ἤ σέ σπίτια ἀνήμπορων ἐνοριτῶν. Δέν καθόμαστε θεατές. Μπαίνουμε στά προβλήματα ἐργαζόμενοι πνευματικά, διανοητικά καί χειρωνακτικά. Λερωνόμαστε καμμιά φορά γιά νά μπῆ ἡ φρεσκάδα τῆς καθαριότητας σέ κάποια σπίτια μακριά ἀπό τά μάτια τοῦ κόσμου.

Στήν πνευματική καί διανοητική ἐργασία ἐντάσσεται καί ἡ διοργάνωση ἐκδηλώσεων καί ἑορτῶν, ἀπό μέλη τῶν Συνδέσμων ἤ μέ τήν πρόσκληση ἐπιλεγμένων ὁμιλητῶν.

Καί ἐπειδή τά πάντα σ’ αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή συνδέονται ἀμέσως ἤ ἐμμέσως μέ τό χρῆμα, πρέπει νά θυμίσουμε, ὅτι τό ἔργο τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης δέν ἐνισχύεται ἀπό τό Κράτος ἤ ἄλλους φορεῖς. Στά χρόνια τῆς λειτουργίας τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης τῆς Ναυπάκτου μιά φορά μόνον ὑπῆρξε κάποια κρατική ὑποστήριξη.

Γενικῶς, οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης στηρίζονται στά μέλη τους καί τούς φίλους τους. Εἶναι μιά μορφή πολύ ἐνδιαφέρουσας κοινωνικῆς αὐτοοργάνωσης μέσα στό πλαίσιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, κάτω ἀπό τό φῶς τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.

Δέν περιμένουμε οὔτε ἀπό τό «Ὅλοι Μαζί Μποροῦμε», οὔτε ἀπό ἄλλους φορεῖς, ὅπως ἦταν γιά ἕνα διάστημα ἡ Ἕνωση Ἑλλήνων Ἐφοπλιστῶν, νά μᾶς δίνουν αὐτοί τρόφιμα καί εἴδη καθαριότητος γιά νά τά μοιράζουμε σέ φτωχούς ἐνορίτες μας. Εὐαισθητοποιοῦμε τούς ἐνορίτες στήν φιλανθρωπία. Τούς κινητοποιοῦμε στήν μέριμνα τῶν φτωχῶν. Βρίσκουμε ἀκόμη φίλους τοῦ ἔργου μας πού μποροῦν νά γίνουν χορηγοί τῶν δράσεών μας. Δέν περιμένουμε νά μᾶς ἔρχονται ἕτοιμες προσφορές. Τίς ψάχνουμε ἤ τίς δημιουργοῦμε.

Ὁ τρόπος πού ὀργανώθηκαν καί λειτουργοῦν οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης εἶναι μιά διαρκής πρόσκληση νά βγαίνουμε καθ’ ἑκάστην –καί ὄχι μόνον στίς παραμονές τῶν μεγάλων ἑορτῶν– ἀπό τόν ἀτομισμό μας καί νά ἐντασσόμαστε ἐνεργά στήν ἐνοριακή ἐκκλησιαστική κοινότητα καί εὐρύτερα στήν πολύπαθη κοινωνία, βλέποντας τίς ἀνάγκες καί τά παθήματα τῶν διπλανῶν μας, μέ ἐνεργό συμπάθεια καί κατά τό δυνατόν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη.