Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Σκότος ψευδευλαβείας

τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Προφητεῖες καί θαύματα συναρπάζουν πολλούς Χριστιανούς, ἀλλά καί πολλούς κοσμικούς ἀνθρώπους, πού οὔτε πιστοί εἶναι, οὔτε ἄθεοι. Εἶναι ἁπλοί ἄνθρωποι, θρησκευτικά ἀδιάφοροι, πού δέν ἔχουν ὅμως σκληρυνθῆ ἀπό ἀθεϊστικές ἰδεολογίες καί διδασκαλίες ἀριστερῆς ἤ δεξιᾶς προελεύσεως.

Εἶναι ἄνθρωποι εὐάλωτοι σέ κοινωνικά ἤ θρησκευτικά ρεύματα πού ἐντυπωσιάζουν, πού τούς φέρνουν κοντά σέ ὑπερφυσικούς κόσμους, ἀλλά καί πού ξυπνοῦν μέσα τους ἐνοχές, τίς ὁποῖες ὅμως ταυτόχρονα παρηγοροῦν, μέ «τεχνικές λύτρωσης», μέ τίς ὁποῖες ναρκώνουν τήν συνείδηση, ἀφήνουν ἄθικτη τήν φιλαυτία, κολακεύουν τόν ναρκισσισμό καί ἐν τέλει δέν θεραπεύουν τήν ἀσθενοῦσα ψυχή.

Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί (πού ὅλοι μας ἔχουμε κάποιο ποσοστό τους μέσα μας) ἔχουν ἀνάγκη ἀπό μεταφυσικούς ψυχικούς στηριγμούς, οἱ ὁποῖοι, ὅταν περιβάλλονται ἀπό μιά σκοτεινή ἀτμόσφαιρα φαντασιακοῦ μυστηρίου, ἡ ὁποία ὑποβάλλει τήν αἴσθηση ὅτι ὑπάρχουν κάποιες ἀπόκρυφες δυνάμεις, οἱ ὁποῖες ὑπακούουν σέ ὁρισμένους «χαρισματούχους» ἤ σέ κάποιες τεχνικές, τότε αἰχμαλωτίζονται ἀπό τούς κήρυκες αὐτῶν τῶν «χαρισμάτων» καί αὐτῶν τῶν τεχνικῶν.

Αὐτά πού σημειώνουμε δέν πρέπει νά τά συγχέουμε μέ τό προφητικό καί τό θαυματουργικό χάρισμα, πού δωρίζεται ἀπό τόν Θεό στούς Ἁγίους του, τό ὁποῖο ἀποβλέπει στὸν καταρτισμὸ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, «εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ»(Ἐφεσίους 4,12).

Τά χαρίσματα πού δίνει ὁ Θεός ἀποβλέπουν στήν οἰκοδομή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους στήν ἀνάπτυξη εἰλικρινοῦς μετάνοιας, μέ τήν αἴσθηση ὅτι ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» ἤδη ἦλθε στόν κόσμο (μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τήν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Πεντηκοστή), ἀλλά καί ἔρχεται (μέσα στό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας) καί μέλλει νά ἔλθη ἑν δόξῃ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ κόσμος θά γίνη καινούργιος, σύμφωνα μέ τήν προφητική περιγραφή τοῦ ἀποστόλου Πέτρου: «καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ»(Β΄Πέτρου 3,13).

Ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ», δηλαδή ἡ καθαρτική, φωτιστική καί τελειοποιός Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅσο ἀφήνεται νά προσεγγίζη καί νά εἰσέρχεται στόν νοῦ καί τήν καρδιά μας, τόσο ἀποκαλύπτει τήν δυσμορφία τῆς ψυχῆς μας, τό «εἰδεχθές προσωπεῖο τῶν παθῶν» καί μᾶς ὁδηγεῖ στό ὑγιές μίσος τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅπως αὐτός παραμορφώθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἀνάβει ταυτόχρονα τήν ἐπιθυμία μας γιά τήν «δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ» καί τήν καινούργια γῆ στήν ὁποία ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ θά κατοικῆ· πραγματοποιεῖται δηλαδή σέ μᾶς, ἄν δέν διασπάσουμε τήν προσοχή μας, τό «ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ», τό ὁποῖο μᾶς ὁδηγεῖ στήν εἰλικρινῆ μετάνοια, πού μεταμορφώνει ὅλη τήν ζωή μας «κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος [αὐτήν]».

Τά σημειώνουμε αὐτά γιά νά ἔχουμε κάποια στοιχεῖα γιά σύγκριση, κάποια κριτήρια γιά νά καταλαβαίνουμε κάπως ὁρισμένα σύγχρονα θρησκευτικά φαινόμενα, πού ἑλκύουν, ὄχι χωρίς κίνδυνο, τό ἐνδιαφέρον πολλῶν.

Συνοπτικά πρέπει νά ποῦμε ὅτι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ποιμένων της εἶναι νά βοηθήση τά μέλη της νά φθάσουν «εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»(Ἐφεσίους 4,13). Δηλαδή, σύμφωνα μέ τόν Θεοφύλακτο Βουλγαρίας, ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά ὁδηγήση ὅλα τά μέλη της στό νά ἔχουν μία πίστη, ὥστε «μήτε κατά τά δόγματα» νά διαφέρουν, μήτε κατά τά ἔργα καί τήν ζωή «σχίσματα ἔχοντες πρός ἀλλήλους. Τότε γάρ ἡ ἀληθής ἑνότης τῆς πίστεως, τότε ἐπιγινώσκομεν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, ὅταν καί ἐν τοῖς δόγμασιν ὀρθοδοξῶμεν, καί τῆς ἀγάπης τόν σύνδεσμον συντηρῶμεν. Ἀγάπη γάρ ὁ Χριστός»(PG 124, 1088A). Μέ τήν στέρεη καί βαθιά γνώση τοῦ Χριστοῦ (αὐτό σημαίνει τό «εἰς ἄνδρα τέλειον») καί «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ» δέν εἶναι εὔκολο νά παρασυρόμαστε ἀπό κάθε ἄνεμο διδασκαλίας, ὡς «νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι» στά φρονήματά μας, «ἐν τῇ κυβείᾳ τῶν ἀνθρώπων», ἀκολουθώντας ἀνθρώπους πού παίζουν μέ τά θεῖα, ἀλλά καί μέ τούς πόνους καί τά ἀδιέξοδα τῶν συναθρώπων τους, ὅπως παίζουν τά ζάρια.

Θά σχολιάσουμε δύο τέτοια φαινόμενα «κυβείας», πού τό ἕνα μάλιστα ἔχει μεγάλη διάδοση στό διαδίκτυο.

Θά ξεκινήσουμε ἀπό κάτι πού περνᾶ ἀπαρατήρητο ἀπό τούς πολλούς καί δέν δημιουργεῖ «θόρυβο». Ἀφορᾶ τήν εὐχή τῆς φανουρόπιτας, ὅπως ὑπάρχει στό «Ἐγκόλπιον Εὐχολόγιον» τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νέας Ἰωνίας καί Φιλαδελφείας Τιμοθέου Ματθαιάκη, ἡ ὁποία διαβάζεται ἀπό τούς περισσοτέρους Ἱερεῖς κατά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Φανουρίου, ἀλλά χρησιμοποιεῖται καί στήν εὐλογία «πλακούντων» πού προσφέρονται στήν μνήμη ἄλλων ἁγίων.

Σέ ἕνα σημεῖο, ἀνάμεσα σέ ὀρθόδοξα νοήματα καί αἰτήματα ὑπέρ τῶν εὐτρεπισάντων καί προσφερόντων τούς «πλακοῦντας» (δηλαδή τίς πίτες), ἡ εὐχή αὐτή λέει: «Τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν αὐτῶν καί πᾶσαν τήν βουλήν αὐτῶν ταχέως πλήρωσον». Μέ ἁπλά λόγια ἡ εὐχή ζητᾶ ἀπό τόν Θεό νά ἐκπληρώση γρήγορα –«ταχέως»– κάθε ἐπιθυμία τους («τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν αὐτῶν») καί κάθε τι πού σκέφθηκαν, σχεδίασαν καί ἀποφάσισαν («πᾶσαν τήν βουλήν αὐτῶν»). Τό αἴτημα εἶναι πολύ τολμηρό καί, γιά νά εἴμαστε ἀκριβέστεροι, εἶναι μᾶλλον πολύ θρασύ. Ποιές εἶναι οἱ ἐπιθυμίες τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων πού ἔφεραν φανουρόπιτες καί ποιές εἶναι «οἱ βουλές τους»; Τό σημαντικότερο· πόσο αὐτές οἱ ἐπιθυμίες καί οἱ βουλές εἶναι σύμφωνες μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Εἶναι εὐσεβές νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό νά ἐκπληρώση αἰτήματα πού ἐνδέχεται νά εἶναι ριζικά ἀντίθετα μέ τό θέλημά Του;

Ἡ συνέχεια τῆς εὐχῆς καλύπτει μέ ὀρθές διατυπώσεις τά παραπάνω νοήματα. Λέει: «[...]ταχέως πλήρωσον, ὁδηγῶν αὐτοὺς πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου, ἵνα διὰ παντὸς ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει ὑμνῶσι καὶ δοξάζωσι τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομά σου». Ἡ ἀναφορά στήν «ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν» καί στήν δοξολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ δείχνει ὅτι ἰσορροπεῖ τήν ὑπερβολή τοῦ αἰτήματος πού προηγεῖται. Ὅμως τό ὁλοκληρωμένο νόημα ὅλης τῆς ἑνότητας εἶναι: «ταχέως πλήρωσον» ὅλες τίς ἐπιθυμίες καί τίς βουλές τῶν προσκομισάντων τά δῶρα, ὁδηγώντας τους στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν Σου, ὥστε μέ εὐφροσύνη καί ἀγαλλίαση νά ὑμνοῦν καί δοξάζουν τό πάντιμον ὄνομά Σου.

Πῶς εἶναι δυνατόν μέ τήν ἐκπλήρωση ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν βουλῶν τους νά ὁδηγοῦνται (οἱ προσκομίσαντες τά δῶρα) στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ; Φαίνεται ὅτι τό νόημα τῆς εὐχῆς πρέπει νά ἑρμηνεύεται ξεκινώντας ἀπό τό τέλος. Γιά νά ὑμνοῦν ἐν ἁγαλλιάσει τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ὁδηγηθοῦν σέ τέτοιας μορφῆς «ἐργασία τῶν ἐντολῶν», πού νά εὐνοεῖται ἡ ταχεία ἐκπλήρωση ὅλων τῶν αἰτημάτων τῶν καρδιῶν καί τῶν βουλῶν τους.

Μέσα ἀπό τήν εὐχή αὐτή προκύπτει ἕνας εὔκολος Χριστιανισμός, ὑποταγμένος στόν κόσμο, πού δέν ἀντιστρατεύεται στίς ἐπιθυμίες του καί στά σχέδιά του, ὅποια καί ἄν εἶναι αὐτά. Ἕνας τέτοιος Χριστιανισμός, δυστυχῶς, ἑλκύει πολύν κόσμο. Χωρίς προσωπική εὐθύνη. Χωρίς πόνο ἐπίγνωσης ἁμαρτιῶν. Χωρίς ἄρση σταυροῦ, καί ἄς χρησιμοποιεῖται, σέ κάποια περίπτωση, (ὁ σταυρός) γιά νά «ὑποδεικνύη» ἀσθένειες.

Χαρακτηριστικότερη ἔκφραση αὐτοῦ τοῦ εὔκολου μηχανοποιημένου, ἀλλά καί καταθλιπτικοῦ Χριστιανισμοῦ εἶναι ἡ δεύτερη περίπτωση πού θά ἀναφέρουμε. Ἀφορᾶ μιά εὐχή πού ὀνομάζεται «ἐννεαήμερος», λόγῳ τοῦ ὅτι πρέπει νά λέγεται ἑπτά φορές τήν ἡμέρα ἐπί ἐννέα συνεχόμενες ἡμέρες. Ἡ εὐχή αὐτή ἀπευθύνεται στόν ἀπόστολο Ἰούδα τόν Θαδδαῖο καί προτείνεται νά λέγεται ἀπό ἀπελπισμένους γιά «ἀπελπισμένες ὑποθέσεις» τους, οἱ ὁποῖες ὅλες ἀνεξαιρέτως (ὑπόσχονται οἱ προτείνοντες τήν εὐχή) τακτοποιοῦνται μόλις εἰπωθῆ καί ἡ ἕβδομη εὐχή τῆς ἐνάτης ἡμέρας!

Μέσα στήν εὐχή δέν ὑπάρχει πουθενά αὐτομεμψία γιά ἁμαρτήματα, ἐπίγνωση τοῦ χωρισμοῦ ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τήν Χάρη Του. Ὑπάρχει μόνον ἔκφραση ἀπελπισίας καί μοναξιᾶς καί αἴτημα ἱκανοποίησης ὑποθέσεων πού δέν συνδέονται ὑποχρεωτικά μέ τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί σωτηρία. Ἡ ὑπόσχεση μάλιστα πού δίνεται, ὅταν ἐκπληρωθῆ τό αἴτημα, δέν ἀναφέρεται σέ ζωή σύμφωνη μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἁπλῶς στήν ἐνθύμιση τῆς «μεγάλης χάριτος», πού ὡς τέτοια θεωρεῖται ἡ ἱκανοποίηση τῶν προβαλλομένων ἐγκοσμίων αἰτημάτων.

«Ὑπόσχομαι, ὦ εὐλογημένε Ἅγιε Ἰούδα Θαδδαῖε, νὰ ἐνθυμοῦμαι πάντοτε αὐτὴ τὴ μεγάλη Χάρη. Νὰ σὲ τιμῶ πάντοτε, ἰδιαίτερα ὡς τὸν πιὸ δυνατὸ προστάτη μου, καὶ μ’ εὐγνωμοσύνη νὰ ἐνθαρρύνω τὴν εὐλάβεια πρὸς ἐσένα».
Οἱ ἅγιοι δέν ἔχουν ἀνάγκη τήν δική μας τιμή. Μίσησαν τίς τιμές τοῦ κόσμου. Ἀγαποῦν τήν σωτηρία μας· τό νά ἀνανήψουμε καί νά δοῦμε τήν λαμπρότητα πού κρύβεται μέσα στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, μέ τίς ὁποῖες ἐπιθυμοῦν νά λαμπρύνουμε τήν ζωή μας.

Δυστυχῶς, ὑπάρχει πολύ σκότος ψευδευλαβείας, πού δέν ἀφήνει πολλούς ἁπλούς ἀνθρώπους νά ἀπολαύσουν, ἐν εὐλαβείᾳ καί ἁπλότητι, τό φῶς πού ζῆ μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ