Γράφτηκε στις .

Γεγονὸς καὶ σχόλιο: Οἱ ἰδέες καί τό ζωντανό ὄνειρο τῆς «Ἁγια-Σοφιᾶς»

Ὁ Ναός τῆς Ἁγίας Σοφίας ἦταν παλαιά τό κέντρο τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἀφοῦ ἀπό τό σημεῖο αὐτό οἱ κάτοικοι τῆς Αὐτοκρατορίας μετροῦσαν τίς ἀποστάσεις κάθε πόλεως καί κάθε περιοχῆς τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτῆς Πολιτείας. Κυρίως ἦταν ἡ «Μεγάλη Ἐκκλησία» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὅπου ἐτελεῖτο ἡ θεία Λειτουργία, οἱ ἱερές Ἀκολουθίες καί συνεγκλήθησαν Σύνοδοι, στίς ὁποῖες ἀναπτύχθηκε τό ὀρθόδοξο δόγμα.

Δυστυχῶς καί αὐτή, ὅπως καί ἡ Βασιλεύουσα Πόλη, δηλαδή ἡ Κωνσταντινούπολη, ἔπεσε στά χέρια τῶν Ὀθωμανῶν πού προέρχονταν ἀπό τά βάθη τῆς Ἀνατολῆς καί ἐσύλησαν τόσο τήν Χώρα τῶν Ρωμηῶν ὅσο καί τόν πολιτισμό τους.  Ἀπό τότε ἡ Ἁγια-Σοφιά γιά 600 χρόνια παραμένει ἀτόφια στήν καρδιακή μνήμη τῶν Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, στήν παράδοσή τους, στά τραγούδια τους, στούς χορούς τους, στά πανηγύρια τους, γενικά στήν πολιτιστική τους παράδοση καί κληρονομιά ἀπό γενιά σέ γενιά, στά ὄνειρά τους.

Τετρακόσια, πεντακόσια ἤ καί ἑξακόσια χρόνια σκλαβιᾶς ἀπό τό 1204 δέν ἔσβησε αὐτό τό ὄνειρο τῆς Πόλης καί τῆς Ἁγια-Σοφιᾶς, στόν ὕπνο καί τόν ξύπνιο τῶν ἀληθινῶν Ρωμηῶν.

Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, ὡς ἔμπειρος πολιτικός, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1828 ὑπέβαλε στόν Τσάρο σχέδιο, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο θά γινόταν ὁμοσπονδία πέντε ἡμιαυτόνομων Κρατῶν, δηλαδή τῆς Δακίας, τῆς Σερβίας, τῆς Ἠπείρου, τῆς Μακεδονίας καί τῆς Ἑλλάδος μέ κέντρο τήν Κωνσταντινούπολη.

Ὁ Ἰωάννης Κωλέττης σέ ἀγόρευσή του στήν Ἐθνοσυνέλευση τῶν Ἑλλήνων τήν 14η Ἰανουαρίου 1844 κήρυξε τήν «Μεγάλη Ἰδέα», καί παρέμεινε στήν ἱστορία «εἴτε ὡς ἡγέτης πού τάχθηκε στήν ὑπηρεσία τῆς Μεγάλης Ἰδέας εἴτε ἀντίθετα ὡς δημαγωγός της» (Ἕλλη Σκοπετέα).

Αὐτή ἡ «Μεγάλη Ἰδέα» πέρασε μέσα ἀπό διάφορα στάδια, στήν διελκυστίνδα μεταξύ Ἀθήνας καί Κωνσταντινουπόλεως, γιά νά καταλήξη στόν καταποντισμό της κατά τήν Μικρασιατική Καταστροφή, κατά τήν ὁποία ἔσβησε τό ὅραμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.

Ἔτσι, οἱ πολιτικοί μας ἀπέκτησαν ἕνα καινούριο ὅραμα, μιά νέα «Μεγάλη Ἰδέα» πού εἶναι ὁ προσανατολισμός τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους στήν Εὐρώπη καί γενικά στόν δυτικό κόσμο.

Ὅμως, ὁ λαϊκός πολιτισμός μας ἐξακολουθεῖ νά ὀνειρεύεται τήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή», ὄχι τήν γεωγραφική καί θρησκειοποιημένη Ἀνατολή, ἀλλά τήν Ἀνατολή ὅπως τήν ὁρίζουμε ἐμεῖς ὡς τήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή», πού συνδέεται μέ τήν Πονεμένη Ρωμηοσύνη. Πέρα ἀπό τίς λαϊκές παραδόσεις μας, ἡ ὅλη λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τά ἱερά συναξάριά της, τό ἐκκλησιαστικό Κέντρο, πού εἶναι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο μας ἐξακολουθεῖ νά συντηρῆ τό ὄνειρό μας πού εἶναι ἀντίθετο μέ τό ὅραμα τῶν πολιτικῶν.

Ἔτσι, ὡς λαός ζοῦμε μέ ὁράματα, ἰδέες καί ὄνειρα καί αὐτό ἀποτελεῖ τίς ἐσωτερικές μας διαφορές. Ἄν καί σήμερα οἱ ἰδέες τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καί τά ὁράματά του ἔχουν διαφοροποιηθῆ, ἐν τούτοις ὅμως ἡ Ἁγία Σοφία μέ τόν σεσαρκωμένο Λόγο τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν Θεάνθρωπο Χριστό, καί τήν Παναγιά μας, μᾶς συντροφεύει στόν ὕπνο καί τόν ξύπνιο μας, εἶναι ἡ ζωή τῶν Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, μᾶς δίνει δυνάμεις, ἔμπνευση στήν ζωή μας. Μακάρι ὡς λαός νά ζοῦμε μέ ζωντανά ὄνειρα καί ὄχι μέ ψεύτικα ὁράματα.

Ν. Ι.

ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΟ