Γράφτηκε στις .

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος ἀπό τήν Φιλαδέλφεια, 2 Ἰουνίου

Τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ὁ Νεομάρτυς Δημήτριος γεννήθηκε στήν Φιλαδέλφεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Οἱ γονεῖς του κατάγονταν ἀπό ἐπίσημο γένος, κυρίως, ὅμως, ἦταν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καί τόν ἀνέθρεψαν μέ τό ἄδολο γάλα τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας. Μετά τήν κοίμηση τοῦ ἱερέα πατέρα του παρεσύρθη ἀπό κάποιους μουσουλμάνους καί ἐξισλαμίσθηκε. Ἧταν τότε δεκατριῶν ἐτῶν. Κατόπιν ἄρχισε νά ἐργάζεται καί σέ μερικά χρόνια κατάφερε νά ἀποκτήση ἀρκετά χρήματα. Στήν ἡλικία τῶν εἰκοσιπέντε ἐτῶν δέχθηκε πρόταση γάμου, γιά νά νυμφευθῆ μουσουλμάνα. Πρίν ἀπό τόν γάμο, ὅμως, αἰσθάνθηκε τύψεις συνειδήσεως γιά ὅ,τι ἔκανε καί ἀποφάσισε νά ἐπανέλθη στήν Ἐκκλησία. Παρουσιάστηκε, λοιπόν, μπροστά στόν Τοῦρκο διοικητή καί τοῦ εἶπε μέ θάρρος ὅτι Χριστιανός γεννήθηκε καί Χριστιανός θά πεθάνη. Τότε οἱ παρόντες μουσουλμάνοι ἐξαγριώθηκαν, ὅρμησαν ἐναντίον του μέ μίσος, τόν ἔδειραν ἀνελέητα καί τόν φυλάκισαν. Μέσα στήν φυλακή τόν ἐπισκέφθηκαν μουσουλμάνοι ἱεροδιδάσκαλοι καί προσπάθησαν νά τόν μεταπείσουν, ἀλλά ὁ Δημήτριος παρέμεινε σταθερός, ἀταλάντευτος, καί ὁμολόγησε μέ ἀνδρεία τήν πίστη του. Ὁ διοικητής, ὅμως, γιά ἄγνωστο λόγο, ἄλλαξε γνώμη καί τόν ἐλευθέρωσε. Τότε φεύγοντας ἀπό τήν φυλακή πῆγε σέ ἕνα καφενεῖο καί ἤλεγξε τούς ἐκεῖ παρόντες μουσουλμάνους γιά τίς πλάνες τῆς θρησκείας τους καί τούς εἶπε ὅτι ἡ πίστη στόν Χριστό εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή. Ἐκεῖνοι τόν κτύπησαν τόσο πολύ πού ἔπεσε κάτω λιπόθυμος. Ὅταν συνῆλθε, τούς ἄκουσε νά λένε ὅτι θά τόν κάψουν, καί τότε τούς εἶπε ὅτι θά τούς δώση αὐτός τά χρήματα γιά νά ἀγοράσουν τά ξύλα γιά τήν φωτιά. Μετά ἀπό τά λόγια αὐτά τόν κτύπησαν μέ μαχαίρια μέχρι πού ξεψύχησε. Ἦταν τότε 2 Ἰουνίου 1657. Γεμάτοι θυμό οἱ Τοῦρκοι θέλησαν νά κάψουν τό μαρτυρικό σῶμα του, ἐπειδή, ὅμως, δέν τά κατάφεραν, τό διαμέλισαν κτυπώντας το μέ βαριά σίδερα.

Ὁ βίος του καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Πρῶτον. Τά παιδικά βιώματα εἶναι πολύ ἰσχυρά, καί γι’ αὐτό δέν ἐξαλείφονται εὔκολα ἀπό τήν ψυχή καί τήν συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου. Ἀκόμα δέ πιό ἰσχυρά εἶναι τά ἐκκλησιαστικά βιώματα, ἐπειδή μέσα στήν Ἐκκλησία ἐνεργεῖ ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία ἀλλοιώνει ἐσωτερικά τόν ἄνθρωπο, τόν καινοποιεῖ, μεταμορφώνει ὅλη τήν ὕπαρξή του. Γι’ αὐτό στήν περίπτωση αὐτή, ἄν κανείς ἀπομακρυνθῆ κάποια περίοδο τῆς ζωῆς του, κυρίως κατά τήν ἐφηβία, ἀπό τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, ἔχει ὅλες τίς προϋποθέσεις νά ἐπιστρέψη, ἐπειδή διαθέτει δυνατά πνευματικά ἀντισώματα, τά ὁποῖα ἀντιστέκονται στόν ἰό τῆς ἀπιστίας, καθώς καί γερά πνευματικά θεμέλια τά ὁποῖα ἀντέχουν στόν χρόνο, ἀκόμη καί στίς πιό ἀντίξοες συνθῆκες.

Κανένας δέν εἶναι ἀλάθητος, καί δέν ὑπάρχει λογικός ἄνθρωπος πού νά ἰσχυρίζεται τό ἀντίθετο. Ἀρκεῖ, βέβαια, νά ἀναγνωρίζη τά λάθη του, ὅταν αὐτά τοῦ ὑποδεικνύονται καί νά προσπαθῆ νά τά διορθώση, γιά νά μπορῆ νά προχωρᾶ μπροστά καί νά προοεδεύη. Ἐπίσης, κανείς δέν εἶναι ἀναμάρτητος, ἀλλά ὑπάρχουν ἀνθρωποι πού μετανοοῦν γιά τίς ἁμαρτίες τους καί ἄνθρωποι πού παραμένουν ἀμετανόητοι.

Βέβαια, ἡ διόρθωση τῶν λαθῶν πρέπει νά γίνεται ἐμπράκτως. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅποιος μετανοεῖ εἰλικρινά γιά τίς ἁμαρτίες του αὐτός θά πρέπει νά προχωρᾶ στήν ἐπανόρθωση τῶν λαθῶν, τῶν κακῶν καί τῶν ἀδικιῶν πού διέπραξε. Κλασσικό παράδειγμα εἰλικρινοῦς μετάνοιας καί ἔμπρακτης διόρθωσης τῶν διαπραχθέντων σφαλμάτων ἀποτελεῖ ἡ περίπτωση τοῦ Ζακχαίου, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀρχιτελώνης καί πλούσιος καί, ὅπως εἷναι γνωστόν, θέλησε νά γνωρίση τόν Χριστό. Καί ὅταν ὁ Χριστός εἰσῆλθε στήν οἰκία του, στήν πραγματικότητα ὅταν τοῦ ἄγγιξε τήν καρδιά μέ τήν ἀγάπη Του, τότε ἐκεῖνος κατάλαβε ὅτι ἡ κοινωνία μέ τόν Χριστό προϋποθέτει ἐσωτερική καθαρότητα, πού κατορθώνεται μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται μέ ἔργα. Γι’ αὐτό καί ὁμολόγησε ταπεινά τά λάθη καί τίς ἀδικίες πού διέπραξε καί προχώρησε στήν διόρθωσή τους. Ἔτσι, προόδευσε πνευματικά καί μάλιστα ἀναδείχθηκε κήρυξ καί Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ.

Ἑπομένως, τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας εἶναι ἡ ταπείνωση καί ἡ ὁμολογία, καθώς καί ἡ ἔμπρακτη διόρθωση τῶν σφαλμάτων, πού δέν γίνεται χωρίς πόνο, ἀλλά προξενεῖ στήν ψυχή εἰρήνη, γαλήνη καί χαρά ἀνεκλάτητη.

Δεύτερον. Οἱ ὀπαδοί τῶν διαφόρων θρησκειῶν καί ὁμολογιῶν ὑποστηρίζουν ὁ καθένας ὅτι ἡ δική του πίστη εἶναι ἡ ἀληθινή καί ἔτσι ἐπέρχεται σύγχυση σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δέν διαθέτουν τά ἀπαραίτητα κριτήρια, γιά νά μποροῦν νά διακρίνουν τό ψεύτικο ἀπό τό ἀληθινό. Τό δένδρο, ὅμως, γνωρίζεται ἀπό τούς καρπούς του. Ἑπομένως, ἀληθινή πίστη εἶναι αὐτή πού ἐμπνέει τήν ἀγάπη καί ὁδηγεῖ στήν ἁγιότητα. Αὐτή πού βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο νά νικήση τά πάθη του καί νά ἐλευθερωθῆ ἀπό τήν δουλεία τους, καθώς καί ἀπό τήν τυραννία τῆς ἁμαρτίας καί τόν φόβο τοῦ θανάτου, καί τοῦ μεγαγγίζει ζωή «καί περισσόν ζωῆς», ἤτοι ζωή αἰώνια μέσα στό Φῶς, ἀφοῦ τόν ἑνώνει μέ τόν Θεό, τήν πηγή τῆς ζωῆς καί τοῦ Φωτός: «Ὅτι παρα σοί πηγή ζωῆς Κύριε, ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς». Μέ ἄλλα λόγια, ἀληθινή πίστη πού ἁγιάζει καί σώζει τόν ἄνθρωπο εἶναι αὐτή πού διδάσκει ἡ Ἐκκλησία πού εἶναι τό εὐλογημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ Κεφαλή της.

Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι θρησκεία, δηλαδή δέν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύμασμα καί ἡ διδασκαλία της δέν εἶναι ἀνθρώπινη ἀνακάλυψη, ἀλλά ἀποκάλυψη τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ στούς Προφῆτες, τούς Ἀποστόλους καί τούς Ἁγίους Πατέρες. Ἐπίσης, ἡ Ἐκκλησία, ὅπως τονίζει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος, δέν εἶναι ἀνθρώπινη ὀργάνωση, ἀλλά Θεανθρώπινος Ὀργανισμός. Εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία θεώσεως. Εἶναι πνευματικό ΘεραπευτήριοΝοσοκομεῖο, τό ὁποῖο θεραπεύει ἐσωτερικά τόν ἄνθρωπο. Καί, ὅπως ἡ ἰατρική ἐπιστήμη τῶν σωμάτων ἀποδεικνύεται ἀληθινή ἀπό τά ἀποτελέσματά της, δηλαδή ἀπό τό ἄν μπορεῖ νά θεραπεύση τίς σωματικές ἀσθένειες, ἔτσι καί ἀληθινή πίστη εἶναι αὐτή πού θεραπεύει πνευματικά τόν ἄνθρωπο. Ἡ Ἐκκλησία μέ τήν θεραπευτική μέθοδο πού διαθέτει θεραπεύει τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς πληγές πού τοῦ προξενοῦν τά πάθη καί οἱ ἁμαρτίες, καί τόν βοηθᾶ νά καθαρίση τήν καρδιά του ἀπό κάθε μολυσμό «σαρκός καί πνεύματος», οὕτως ὥστε ὁ νοῦς του, πού εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, νά φωτισθῆ ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά νά βιώση τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι ὡς φωτιάΚόλαση, ἀλλά ὡς ΦῶςΠαράδεισο.

Τό ἄδολο γάλα τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό ἰσχυρότερο φάρμακο κατά τῆς ἀσθένειας τῆς ἀρνήσεως. Τῆς ἀρνήσεως τῆς πίστεως, τῆς Ἀγάπης, τῆς εἰλικρινοῦς φιλίας, τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν, τῆς λεβέντικης ρωμαίϊκης παραδόσεως.

 

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ