Γράφτηκε στις .

Γεγονὸς καὶ σχόλιο: Ἡ μεσότητα μεταξύ τῶν δύο ἄκρων

Ὁ Ἀριστοτέλης ὅρισε τήν ἀρετή ὡς μεσότητα μεταξύ ὑπερβολῆς καί ἐλλείψεως. Τόσο ἡ ὑπερβολή ὅσο καί ἡ ἔλλειψη συνιστοῦν δύο ἄκρα, ὁπότε ἡ ἀρετή εἶναι ἡ μεσότητα μεταξύ τους.

Αὐτό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ θεολόγου πού ἐκφράζει τήν πραγματική θεολογία. Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἔλεγε ὅτι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία εἶναι ἡ διάκριση τῶν πνευμάτων, ἄν κάτι προέρχεται ἀπό τόν Θεό ἤ τόν διάβολο, ἄν κάτι εἶναι κτιστό ἤ ἄκτιστο.

Αὐτό σημαίνει ὅτι, ὅταν ἕνας Κληρικός, μοναχός ἤ λαϊκός δέν μπορεῖ νά διακρίνη τήν ἀλήθεια ἀπό τό ψεῦδος ἤ τό χειρότερο περιπίπτη ἤ στήν ὑπερβολή ἤ στήν ἔλλειψη, τότε δέν ἐκφράζει τήν ἀληθινή θεολογία, ἀλλά τήν πλανεμένη θεολογία.

Αὐτό τό βλέπουμε στήν ἐποχή μας. Ὅταν ὑπάρχουν φαινομενικά καλοί Κληρικοί, μοναχοί, λαϊκοί, ἔχοντας «μόρφωσιν εὐσεβείας», ἀλλά δέν μποροῦν νά διακρίνουν τά πνεύματα «εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν» καί συγχέουν τήν θεολογία μέ τήν ἐπιστήμη, τό ἔργο τοῦ πνευματικοῦ πατέρα μέ τό ἔργο τοῦ ἐπιστήμονα, τότε δέν εἶναι ὀρθόδοξοι θεολόγοι.

Οἱ ἄνθρωποι ρέπουν στά ἄκρα εἴτε στήν ὑπερβολή εἴτε στήν ἔλλειψη, καί γι’ αὐτό καί δέν μποροῦν νά ἐκφράζουν τήν μεσότητα, πού δείχνει τήν πληρότητα.

Ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος ἔγραψε ἕνα βιβλίο γιά τά δύο ἄκρα, ἤτοι τοῦ «οἰκουμενισμοῦ» καί τοῦ «ζηλωτισμοῦ», πού τό ἀφιέρωσε στούς Μητροπολίτας Κερκύρας Πολύκαρπο, Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιο καί Ἐδέσσης Καλλίνικο, ἐπειδή διέκρινε τά χάρισματά τους, ὅπως καί τά παρουσιάζει γιά τόν καθένα.

Αὐτή ἡ μεσότητα ἐξέφραζε τόν μακαριστό π. Ἐπιφάνιο σέ ὅλες τίς ἐνέργειές του, καί αὐτό τό γνωρίζω, ἐπειδή ὡς προσωπικός γιά πολλά χρόνια φίλος τοῦ Γέροντός μου, ἁγίου Καλλινίκου Ἐπισκόπου Ἐδέσσης, γνώριζα πολύ καλά τίς σκέψεις του καί συχνά ἐπικοινωνοῦσα μαζί του, καί αὐτό συνεχίσθηκε μέχρι τήν κοίμησή του.

Ὅταν τό 1985 ἔγραψα τό βιβλίο «Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία» καί τοῦ τό ἔστειλα, τό διάβασε καί μοῦ ἔκανε εὔστοχες παρατηρήσεις. Ἡ μία ἀπό αὐτές ἦταν ὅτι τό βιβλίο εἶναι καλό, ἐπειδή στηρίζεται στήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Φιλοκαλικῶν Πατέρων, ἡ ἄλλη ὅτι μπορεῖ νά ἐκπέμψη ἕνα μήνυμα ὅτι δέν χρειάζεται ἡ νευρολογική ἐπιστήμη καί τά ἀνάλογα φάρμακα γιά τίς ἀσθένειες τοῦ νευρικοῦ συστήματος τοῦ ἀνθρώπου. Μοῦ ἀνέφερε δέ πολλά παραδείγματα γιά τήν τεκμηρίωση τῶν ἀπόψεών του.

Αὐτό μέ βοήθησε, ὥστε σέ ἑπόμενα βιβλία νά ἀναλύω τά σχετικά ἡσυχαστικά θέματα, ἀλλά νά ὑπογραμμίζω καί τήν ἀνάγκη τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης στήν ἀντιμετώπιση νευρολογικῶν παθήσεων πού ἐπηρεάζουν καί τόν ψυχικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου, καί ἀργότερα ἔγραψα τό βιβλίο «Βιοηθική καί βιοθεολογία»

Πόσο ἰσορροπημένος ἄνθρωπος ἦταν ὁ π. Ἐπιφάνιος, πού πίστευε ἀπόλυτα στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά παραθεωρῆ τήν ἐπιστήμη! Καί πόση ἀνισορροπία παρατηρῶ σήμερα μεταξύ Κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, πού καταλήγουν σέ ἀκραῖες καταστάσεις, ἀφοῦ εἴτε θεοποιοῦν τήν ἰατρική ἐπιστήμη, εἴτε τήν ἀπορρίπτουν, χωρίς νά βρίσκουν τήν εὐλογημένη μεσότητα μεταξύ ὑπερβολῆς καί ἐλλείψεως.

Ὄντως μᾶς λείπει σήμερα ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος μέ τόν νηφάλιο νοῦ καί τήν ἰσορροπημένη σκέψη του.

Τό «ἀπόδοτε τά Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. κβ΄, 21) ἁρμόζει καί στό θέμα τῆς ἀντιμετωπίσεως τῆς πανδημίας, πού ἀνέκυψε στήν ἐποχή μας, διότι, δυστυχῶς, στίς ἡμέρες μας ἐπιπολάζει πολύ ἡ πλάνη πού συνίσταται στό νά μή ξεχωρίζη κανείς τά θέματα μεταξύ ὀρθοδόξου πίστεως καί ἰατρικῆς ἐπιστήμης.

Ν. Ι.

ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΟ