Γράφτηκε στις .

Γραπτὸ Κήρυγμα: Ὁ Ἀναστάς καί οἱ Μυροφόρες 

Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου

Γραπτό θεῖο κήρυγμα τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων

 8 Μαΐου 2022

Ὁ Ἀναστάς καί οἱ Μυροφόρες 

 
«ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν» 
(Μάρκ. ιστ', 1)
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
 
Οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ὄχι μόνον ἀξιώθηκαν νά δοῦν τούς ἀγγέλους καί νά πληροφορηθοῦν πρῶτες αὐτές τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά πρῶτες ἀξιώθηκαν νά δοῦν τόν Ἀναστάντα Χριστό. Αὐτό ἀποτελεῖ γεγονός μεγάλης σημασίας καί σπουδαιότητος. 
 
Πάντως, προξενεῖ θαυμασμό ὅτι ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἔγινε στίς γυναῖκες καί ὄχι στούς Μαθητάς. Τό θέμα αὐτό ἔχει τήν ἐξήγησή του. 
 
Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀνανέωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἡ ἀναζώωση, ἡ ἀνάπλαση καί ἡ πρός τήν ζωή τήν ἀθάνατη ἐπανέλευση τοῦ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος διά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου εἶχε ἐξορισθῆ στήν γῆ. Ὅπως τόν Ἀδάμ δέν τόν εἶδε κανείς, ὅταν δημιουργήθηκε, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε τότε κανείς  ἄλλος, παρά μόνον ἡ Εὔα (πρώτη) μετά τήν δημιουργία της, ἔτσι καί τώρα τόν νέο Ἀδάμ, τόν Χριστό δέν τόν εἶδε κανείς, ὅταν ἀναστήθηκε, ἀλλά μετά τήν Ἀνάστασή Του πρῶτες τόν εἶδαν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες.
 
Ὑπάρχει καί μιά ἄλλη πατερική ἑρμηνεία, πού βρίσκει συσχετισμό μεταξύ τῆς Εὔας καί τῶν Μυροφόρων γυναικῶν. Ἡ γυναίκα (Εὔα) ἀφοῦ συνομίλησε μέ τό πονηρό πνεῦμα, ἔπεσε καί ἔφερε τό μήνυμα τῆς πτώσεως στόν Ἀδάμ. Τώρα οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ἀφοῦ συνομίλησαν μέ τόν ἄγγελο καί κατόπιν εἶδαν τόν Χριστό, ἔφεραν τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως στούς ἄνδρας (στούς Μαθητάς). Ἔτσι ἔχουμε τήν ἀποκατάσταση τῆς γυναικός, καταργεῖται ἡ διαίρεση καί ἡ ἀπόδοση τῆς εὐθύνης στήν γυναίκα γιά τήν πτώση. Βεβαίως, ἡ ἀποκατάσταση τῆς γυναικός, ἔγινε μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τήν γέννησή Του ἀπό τήν Πανάχραντο Μαρία, τήν ὁποία περίμεναν ὅλοι οἱ αἰῶνες. 
 
Ἑπομένως, γιά τήν σωτηρία δέν ὑπάρχει διαφορά ἀνδρός καί γυναικός. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ· πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστέ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». (Γαλ. γ', 28). Ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἐπαναστατικός καί στό σημεῖο αὐτό. Δημιουργεῖ μιά μεγάλη ἐπανάσταση μέσα ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀνακαίνισε τά πάντα.
 
Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστάντος στίς γυναῖκες τιμήθηκε καί ἡ ἀρετή τῆς ἀνδρείας. Οἱ Μυροφόρες δέν ὑπελόγισαν τίποτε, οὔτε τήν ἔχθρα τοῦ λαοῦ, οὔτε τήν δύναμη τῶν στρατιωτῶν, οὔτε τήν νύχτα. Ἔκαναν μιά ἡρωϊκή ἔξοδο καί ἦλθαν στό μνημεῖο γιά νά προσφέρουν ἀρώματα στόν Χριστό.
 
Οἱ ἅγιοι Πατέρες διδάσκουν ὅτι ἡ ἀνδρεία εἶναι μιά ἀπό τίς τέσσερεις μεγάλες ἀρετές (φρόνηση, σωφροσύνη, ἀνδρεία, δικαιοσύνη) καί εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν συνάντηση μέ τόν Θεό. Ἡ ἀνδρεία γεννᾶται ἀπό τήν συμπλοκή «τοῦ θυμικοῦ πρός τήν ὄσφρησιν», δηλαδή τήν συμπλοκή τῆς βουλήσεως μέ τήν ἐσωτερικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ δέ ἐναρμόνιση τῆς ἀνδρείας μέ τήν σωφροσύνη δημιουργεῖ τήν ἀρετή τῆς πραότητος πού ὀνομάζεται καί ἀπάθεια, διότι ἐναρμονίζει τίς ἐνεργητικές δυνάμεις τῆς ψυχῆς μέ τίς ἀντίστοιχες αἰσθήσεις τοῦ σώματος καί τίς ἐνέργειες τῶν αἰσθήσεων. 
 
Γενικότερα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ ἀνδρεία γεννᾶται ἀπό τήν πίστη στόν Θεό, τήν ἀγάπη σέ Αὐτόν καί τήν ἐλπίδα στό ἔλεός Του. Καί αὐτά τά διαθέτει ἐκεῖνος πού προχωρεῖ μέ τήν καρδιά καί ὄχι μέ τήν ψυχρή λογική.
 
Ἡ ἀνδρεία εἶναι ἀπαραίτητη στόν ἀγώνα ἐναντίον τῶν παθῶν μας καί μάλιστα στό νά ὑπομένουμε σέ κάθε ἔργο ἀγαθό καί στό νά νικοῦμε τά πάθη τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Ἐκεῖνος πού ἔχει ἀνδρεία δέν φοβᾶται στίς δύσκολες στιγμές τοῦ ἀγώνα.
 
Ἀντίθετα, ἡ ἔλλειψη τῆς ἀνδρείας ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα δύο μεγάλες κακίες, δηλαδή τήν θρασύτητα, πού στρέφεται ἐναντίον τοῦ πλησίον καί τήν δειλία πού ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια. Αὐτό παρατηροῦμε συχνά στούς σημερινούς Χριστιανούς. Εὔκολα χάνουν τό θάρρος τους. Ἴσως γιατί δέν ἔχουν βιώσει τήν πρακτική φιλοσοφία, ἴσως γιατί παραθεωροῦν τήν ἠθική ζωή, πού εἶναι ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
 
Ὅμως, ἡ συνάντηση μέ τόν Ἀναστάντα Χριστό δέν εἶναι ἀποκλειστικό προνόμιο μερικῶν γυναικῶν. Ὅλη ἡ ἀνθρώπινη φύση δέχτηκε τόν Χριστό. Στό Ἆσμα Ἀσμάτων γράφεται: «Μύρον ἀκένωτον ὄνομά σου» (Ἆσμ. Ἀσμ. α', 3). Πρίν τήν ἐνανθρώπηση ὁ Χριστός ἦταν τό Μύρο, μετά τήν ἐνανθρώπηση ἔγινε Χρίσμα καί ἔχρισε τήν ἀνθρώπινη φύση. Τῆς ἔδωσε τήν ἁγιότητα καί τήν Χάρη. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱερός Νικόλαος Καβάσιλας, ἡ ἀνθρώπινη φύση μετά τήν ἁμαρτία διεχώρισε τόν ἑαυτό της ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὅμως ἡ σάρξ θεώθηκε, τότε ἡ ἀνθρώπινη φύση πῆρε ὡς ὑπόσταση τόν ἴδιο τόν Θεό καί τό τεῖχος ἔγινε μύρο. 
 
Ἔτσι, μυροφόροι δέν εἶναι μόνον οἱ γυναῖκες ἐκεῖνες, πού πῆγαν στόν Τάφο τοῦ Χριστοῦ μέ μύρα, ἀλλά ὅλη ἡ ἀνθρώπινη φύση μετά τήν Ἀνάσταση καί Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ καί ἰδιαιτέρως ὅσοι ζοῦν μυστηριακά καί ἀσκητικά μέσα στήν Ἐκκλησία. Αὐτοί δέν κρατοῦν ἁπλῶς στά χέρια τους τά μῦρα, ἀλλά ἔχουν μέσα στήν καρδιά τους τό μύρο τό ἀκένωτο, τόν Χριστό. Δέν ἔχουν ἁπλῶς τίς ἀρετές τῆς καλοσύνης, τῆς ἀγάπης, τῆς ἀληθείας, ἀλλά τόν Ἴδιο τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ ἀπόλυτη Καλοσύνη, ἡ Ἀγάπη, καί ἡ Ἀλήθεια. Ἡ Χάρη τοῦ Χριστοῦ πού ὑπάρχει στήν καρδιά τους ξεχύνεται καί στό σῶμα, ὥστε οἱ ἅγιοι δέν εἶναι ἁπλά μυροδοχεῖα, ἀλλά καί αὐτά τά σώματά τους μεταμορφώνονται σέ μῦρα, γι’ αὐτό τά λείψανά τους εὐωδιάζουν καί κάνουν θαύματα. 
 
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀνανέωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, μύρωσε καί ἔχρισε ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση. Ὅλοι μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε τό προνόμιο νά γίνουμε μυροφόροι τοῦ Χριστοῦ.
 

Ὁ Μητροπολίτης

+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ