Γράφτηκε στις .

Ὁ Παγανισμὸς τοῦ φιλοσόφου Γεωργίου Γεμιστοῦ Πλήθωνα

Κοσμᾶ Λαμπρόπουλου Θεολόγου, Φιλολόγου, Δρ. Φ.

Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἔχει καταστεῖ σέ ὅλες τις ἐποχές «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» κατά τήν προφητική ἔκφραση τοῦ Θεοδόχου Συμεών. Ποικίλες αἱρέσεις και ἀντιχριστιανικά συστήµατα ἀντιμάχονται τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στήν πορεία της διά τῶν αἰώνων. 

Καὶ στήν ἐποχή µας ἐπιβιώνουν παγανιστικές, θεοσοφικές ἀντιλήψεις ἐπικίνδυνες για τό φρόνημα καί τό ἦθος τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, κοσµοθεωρίες καὶ βιοθεωρίες ἀνατολικῶν θρησκευµάτων, ὅπως ὁ Βουδισµός, ἀλλά καί ἄλλων ἀποκρυφιστικῶν, ἀντιχριστιανικῶν θρησκειῶν. π.χ. τῆς µασονίας. Πιθανόν δέ καί οἱ Ὀλυμπιακοί ἀγῶνες, ἀναμφισβήτητα μεγάλης σημασίας ἀθλητικό γεγογός, ἀνακαλοῦν, ἔμεσα ἔστω καί ὑποσυνείδητα, συνειρμούς εἰδωλολατρικῶν ἐποχῶν μέ σχετικά τελετουργικά δρώμενα, µέ ἱέρειες, πρωθιέριες, ἐπικλήσεις στόν Ἀπόλλωνα γιά ἀφή τῆς ὀλυµπιακης φλόγας, ὅσο καί ἄν οἱ τελετουργικοί αὐτοί τῦποι δέν συνδέονται στήν ἐποχή µας ἄμεσα µέ τήν εἰδωλολατρία. 

Ὁ παγανισμός τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων πρόβαλε σθεναρή ἀντίσταση ἐναντίον τοῦ Χριστιανισμοῦ µέ τό φιλοσοφικό σύστημα τοῦ νεοπλατωνισμοῦ, πού ἀναδείχθηκε µέ τούς ἐκπροσώπους του νεοπλατωνικούς φιλοσόφους ἀπό τόν τρίτο µέχρι τόν ἕκτο αἰῶνα ἡ σπουδαιότερη ἔπαλξη ἐπίθεσης καί ἄμυνας τῆς εἰδωλολατρίας ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. 

Τό 15 ο αἰῶνα μ.Χ. ἐπιχειρήθηκε ἀναβίωση τῶν παγανιστικῶν νεοπλατωνικῶν ἀντιλήψεων σέ θρησκευτικό, ἠθικό καί πολιτικό ἐπίπεδο ἀπό τό Φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό-Πλήθωνα. Ὁ πολυγραφότατος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος ἀντέκρουσε τίς κακοδοξίες του Πλήθωνα. Ἀπὸ τά κείµενα τοῦ Πατριάρχη ἀναδύεται ἡ ἀγωνία του γιά ἐπικίνδυνους ἐχθρούς, πού ἀπειλοῦσαν τό γένος τῶν Ρωμαίων. Στούς ἐχθρούς συγκαταλέγονται ἡ παπική αἵρεση, ὁ τουρκικός ἐπεκτατισμός καί ὁ νεοπαγανισµός του Πλήθωνα.  

Ὁ Γεννάδιος κρίνει µέ αὐστηρότητα τούς «Νόμους» τοῦ Γεμιστοῦ σέ ἐπιστολή του πρός τή Δέσποινα Θεοδώρα, σύζυγο τοῦ δεσπότη τοῦ Μυστρᾶ Δημητρίου. Τό βιβλίο εἶναι ἐπικίνδυνο, ὁ συγγραφεύς του εἶναι ἀφρονέστατος εἰδωλολάτρης παραδοµένος στό σατανισµό ὡς ἄλλος Ἰουλιανός παραβάτης. Ὁ Πλήθωνας μυήθηκε ἐπίσης στό ζωροαστρισµό. Κατά τόν Πατριάρχη Γεννάδιο Β’ καµµία πρωτοτυπία δέν εἶχαν οἱ «νόμοι» τοῦ Πλήθωνα. Στίς θρησκευτικές-κοσµολογικές ἀντιλήψεις του σταχυολογεῖ καί ἀντιγράφει ἀνάλογες ἀπόψεις ἀπό τίς σχετικές πραγματεῖες τοῦ νεοπλατωνικοῦ Φιλοσόφου Πρόκλου, χωρίς ὡστόσο νά τόν μνημονεύει, ἐνῶ, γιά νά καλύψη τήν ἀπάτη του, ἀναφέρεται σέ κάποιες ἀντιλήψεις τῶν νεοπλατωνικῶν Πλωτίνου, Πορφυρίου καί Ἰαμβλίχου.

Ὁ Πλήθωνας ἀποτελεῖ χαρακτηριστική περίπτωση ἀπατεῶνα καί σφετεριστῆ ξένης πνευματικῆς ἰδιοκτησίας, ἐπειδή ἀποσιωπᾶ τελείως τόν Πρόκλο, τίς πραγματεῖες τοῦ ὁποίου ἀντιγράφει στή σύνταξη τῶν νόµων του. Μέ τή συνθηµατολογία τοῦ µεταρρυθµιστῆ καί ἀνανεωτῆ ὁ Γεμιστός προσπαθεῖ νά παραπλανήσει τό γένος τῶν Ρωμαίων ὡς ἐπικίνδυνος νεωτεριστής, ἐπειδή συγκαλύπτει τόν παγανισµό του µέ τό προσωπεῖο του ὑπερμάχου τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας. Ἐνῶ προφασίζεται τόν ἔνθερμο κήρυκα τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας, ἀναδεικνύεται σφοδρός πολέμιος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Βασικά γνωρίσματα τοῦ βιβλίου τῶν νόµων τοῦ Γεμιστοῦ ἦταν ἡ ἀκαταστασία τῆς µορφῆς καί τό ἐπικίνδυνο τοῦ περιεχοµένου. Ἀπὸ τήν ἐπιστολή αὐτή τοῦ Πατριάρχη πληροφορούμεθα ὅτι τό ἕνα τρίτο τῶν νόμων κάλυπταν εἰδωλολατρικοί ὕμνοι καί τελετουργικό τυπικό εἰδωλολατρικῶν θυσιῶν, τελετουργιῶν καί προσευχῶν, στίς ὁποῖες κορυφώνεται ἡ βλασφηµία τοῦ Πλήθωνα κατά τῶν χριστιανικῶν δογμάτων. Στήν ἴδια ἐπιστολή ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος παραγγέλει στή Δέσποινα τοῦ Μυστρᾶ τήν διά πυρᾶς ἐξαφάνιση τῶν Νόμων τοῦ Γεωργίου Γεμιστοῦ, ὅπως ἁρμόζει σέ ἀρνητή τῆς Ὀρθοδοξίας. 

Στή σφοδρή ἀντιπαράθεση τοῦ Φιλοσόφου Πλήθωνα καὶ τοῦ Γεωργίου-Γενναδίου Σχολαρίου γιά ὀπισθοδρόμηση στήν εἰδωλολατρία ἤ ἐμμονή καί ἀφοσίωση στά δόγµατα τῆς ὀρθοδοξίας δικαιώθηκε πανηγυρικά ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Β’. Ἡ πρόταση θρησκευτικῆς μεταρρύθμισης τοῦ Πλήθωνα γιά ἀναβίωση τῆς εἰδωλολατρίας πέθανε μαζί μέ τόν εἰσηγητή της, ὅπως εἶχε συμβεῖ καί μέ τόν Ἰουλιανό τόν παραβάτη. Ἡ πρόταση αὐτή ἦταν ψυχρό ἐγκεφαλικό ἰδεολόγημα, ἀνεδαφικό καὶ οὐτοπικό χωρίς κανένα συναισθηματικό ἔρεισμα στή λαϊκή ψυχή. Ἀντίθετα ἡ Ὀρθοδόξία εἶναι βαθιά ριζωµένη στή συνείδηση τοῦ Γένους. Σέ αὐτό τό σταθερό καί ἀμετακίνητο βάθρο εἶχαν ἀνάγκη νά στηριχθοῦν καί στηρίχτηκαν οἱ Ἕλληνες ὄχι µόνο κατά τούς δύσκολους καιρούς τῆς τουρκοκρατίας ἀλλά καί σέ κάθε ἄλλη ἐποχή δεινῆς ἐθνικῆς δοκιµασίας.