Γράφτηκε στις .

Γεγονός καὶ Σχόλιο: Ἡ δοκιμασία καί ἡ κυοφορία τοῦ σχίσματος

Τό σχίσμα εἶναι μιά μεγάλη δοκιμασία γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό βλέπουμε στούς λόγους τῶν Ἀποστόλων, στήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων καί στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία. Πρόκειται γιά μιά δεινή καί φοβερή δοκιμασία πού ἀπειλεῖ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί ἀσεβεῖ στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γιά τήν ἀποτροπή αὐτῆς τῆς μεγάλης πληγῆς ἡ Ἐκκλησία διαρκῶς εὔχεται: “ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου εὐσταθείας τῶν ἁγίων του Θεοῦ Ἐκκλησιῶν...”.

Εἶναι ἀνάγκη ὅμως νά λεχθῆ ὅτι τό σχίσμα δέν δημιουργεῖται ἀπό τήν μιά στιγμή στήν ἄλλη, ἀλλά κυοφορεῖται πολύ καιρό προηγουμένως. Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τήν αἵρεση. Ὁ Ἄρειος δίδασκε αἱρετικές διδασκαλίες πολλά χρόνια καί στό τέλος καταδικάσθηκε καί ἀποβλήθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Πρέπει νά δώσουμε μεγάλη βαρύτητα καί σημασία στήν κυοφορία τοῦ σχίσματος. Πραγματικά το σχίσμα κυοφορεῖται μέ μερικές ἐσφαλμένες καί πεπλανημένες ἰδέες, ποῦ, ἄν δέν προσεχθοῦν καί δέν ἀποβληθοῦν, ἐγκυμονοῦν πολλούς κινδύνους, ὄχι γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά γιά τά ἄρρωστα μέλη της.

Μιά τέτοια ἰδέα πού κυοφορεῖ τό σχίσμα εἶναι ἡ ἀντίληψη ὅτι “ἐμεῖς θά σώσουμε τήν Ἐκκλησία”. Αὐτός ὁ μεσσιανισμός συνδέεται στενώτατα μέ τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωϊσμό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς προγονικῆς ἁμαρτίας. Μπορεῖ δέ κανείς ἀνεπιφύλακτα νά πῆ ὅτι συγγενεύει πολύ μέ τήν σχιζοφρένεια. Σέ μερικούς Χριστιανούς ἀναπτύσσεται ἔντονα ἡ ἀντίληψη ὅτι αὐτοί θά σώσουν τήν Ἐκκλησία. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἔχουν ἐσφαλμένη ἐκκλησιολογία. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει ἀνάγκη σωτηρίας καί σωτήρων. Κεφαλή τῆς εἶναι ὁ Χριστός, γι’ αὐτό καί εἶναι ἁγία. Ἔτσι, δέν πρέπει νά ἔχουμε τήν ἰδέα ὅτι θά σώσουμε τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ὅτι πρέπει νά παραμένουμε μέσα στήν Ἐκκλησία γιά νά σωθοῦμε. Ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη σωτηρίας.

Μιά ἄλλη ἰδέα πού συντελεῖ ἀποφασιστικά στήν κυοφορία τοῦ σχίσματος εἶναι ἡ ἀντιπαράθεση πρός τούς ἄλλους, καί κυρίως πρός τούς Ἐπισκόπους, πού συγκροτοῦν συνοδικῶς τήν ποιμαίνουσα Ἐκκλησία. Ἡ ἀντίληψη αὐτή κρύπτει καθαρά ἕνα προτεσταντικό πνεῦμα. Ἀντίθετα, ἡ ὀρθόδοξη ἀντίληψη ἐκφράζεται καθαρά ἀπό τούς λόγους τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: “Κάλλιον πλανάσθαι μετά τῆς Ἐκκλησίας ἤ ὀρθοτομεῖν ἐκτός αὐτής”.

Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἁμαρτία τῆς πτώσεως. Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὕα θέλησαν νά φθάσουν στήν θέωση ἔξω ἀπό τήν ὑπακοή. Καί ὅποιος θέλει τήν σωτηρία τοῦ χωρίς νά ὑπακούη στήν Ἐκκλησία, φθάνει στό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι φοβοῦνται τά σχίσματα.

Ἑπομένως, δέν πρέπει νά βλέπουμε τά σχίσματα μόνον κατά τήν γέννησή τους, ἀλλά καί κατά τήν κυοφορία τους. Κυρίως νά δίνουμε μεγάλη σημασία στίς αἱρετικές ἰδέες πού τά καλλιεργοῦν καί τά κυοφοροῦν. Μέσα στά πλαίσια αὐτά μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ἀπόκτηση ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, πού εἶναι ἀπαραίτητο γιά τήν ἐποχή μας.

Ν.Ι.

ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΟ