Γράφτηκε στις .

Στυλιανοῦ Γερασίμου: “Πεντηκοστιανοί καὶ εἰκόνες”

Στυλιανοῦ Γερασίμου

“ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ”

Ὁ ἐγωϊσμός εἶναι ἡ αἰτία γιά νά ἀπομακρυνθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι, προοδευτικά ὁδηγεῖται στήν πλάνη. Καί ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, τρεῖς αἰτίες ὁδηγοῦν στήν πλάνη τούς ἀνθρώπους: ἡ ὑπερηφάνεια, ὁ φθόνος τοῦ διαβόλου καί ἡ παιδαγωγική παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Αἰτία τῆς ὑπερηφάνειας εἶναι ἡ πνευματική κενότητα, τοῦ φθόνου ἡ πνευματική προκοπή καί τῆς παραχωρήσεως ἡ ἁμαρτωλή ζωή.

“ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ”

Σ’ αὐτήν τήν ἑνότητα θά θίξουμε τήν διδασκαλία τῶν Πεντηκοστιανῶν γιά τίς εἰκόνες. Σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τους, ὁ Θεός ἀπαγορεύει τήν κατασκευή εἰκόνων μέ σκοπό τήν λατρεία καί τήν προσκύνησή τους. Οἱ ἴδιοι προβάλλουν τήν δεύτερη ἀπό τίς δέκα ἐντολές τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού λέει τά πρακάτω: “Μή κάμης εἰς ἐαυτόν εἴδωλον μηδέ ὁμοίωμα τινός” (Ἐξ. κ', 4-5). Δέν ἐπιτρέπονται οὔτε ὁμοιώματα ἀνθρώπων, οὔτε ἁγίων ἀκόμη οὔτε καί τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ ἴδιοι ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Καινή Διαθήκη ἀναφέρει ὅτι δέν πρέπει νά γινόμαστε εἰδωλολάτρες, δηλαδή νά προσκυνοῦμε εἰκόνες ἤ ἄλλα ἀντικείμενα, γιατί ὁ Θεός λατρεύεται μόνο “ἐν πνεύματι καί ἐν ἀληθεία”, καί μόνον αὐτόν νά προσκυνοῦμε καί παραπέμπουν στό Ἰωάννη δ' 24: “Ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα καί οἱ προσκυνοῦντες αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθεία πρέπει νά προσκυνώσι”.

Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι οἱ “χαρισματικοί Πεντηκοστιανοί” ὑποστηρίζουν μέ σθένος ὅτι πολλοί “ὀρθοδοξοι” θεολόγοι καί Κληρικοί δέν πιστεύουν στίς εἰκόνες, ἀλλά, δυστυχῶς, ὁ λαός ἔχει συνδέσει τήν ζωή του μέ αὐτές. Αἰτία τῆς ἐπικράτησης τῶν εἰκόνων, σύμφωνα μέ τούς Πεντηκοστιανούς, εἶναι τά μοναστήρια, πού εἶχαν ὄφελος ἀπό τήν κατασκευή τους. Οἱ εἰκόνες εἶναι πλαστές. Καμμία δέν παριστάνει τόν Χριστό ἤ τήν Μητέρα Του, τούς Ἀποστόλους ἤ τούς Ἁγίους. Ὑποστηρίζουν ἀκόμη ὅτι οἱ εἰκόνες σέ καμμία περίπτωση δέ θαυματουργοῦν, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία γιά διάφορα ὀφέλη διαδίδει τήν θαυματουργία τους. Γι’ αὐτό μέ ἔντονο τρόπο κατηγοροῦν ἐκείνους πού ἀνάβουν κερί στήν εἰκόνα, ἀνάβουν καντήλι ἤ τήν ἀσπάζονται. Αὐτές οἱ ἐκδηλώσεις, ὅπως ἰσχυρίζονται, σημαίνουν λατρεία, προσκύνηση, πράγμα τό ὁποῖο ἀπαγορεύει ὁ Θεός. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ἀπό τά παραπάνω ὅτι γιά τούς Πεντηκοστιανούς ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν πρέπει νά τιμᾶ τόν Θεό καί τούς Ἁγίους μέ τήν προσκύνηση τῶν εἰκόνων. Γιατί ὁ Θεός λατρεύεται μόνο πνευματικά.

Ἀκόμη μιά φορά διαπιστώνουμε τήν πλάνη τῶν Πεντηκοστιανῶν, γιατί οἱ εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων, πού κοσμοῦν τίς ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀποτελοῦν χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, πού σάν γνώρισμα ἔχει τόν σεβασμό καί τήν τιμή στίς εἰκόνες, τῶν ὁποίων ὁ σκοπός εἶναι καθαρά σωτηριολογικός. Κι ἅς μήν ξεχνοῦμε ὅτι εἰκόνες ὑπάρχουν στήν Ἐκκλησία ἀπό τά πρῶτα χρόνια μετά τόν ἐρχομό τοῦ Θεανθρώπου στόν κόσμο. Αὐτή εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τήν Ζ' Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἀπό ὅλους τους Πατέρας, ἰδιαιτέρως τῆς εἰκονομαχικῆς περιόδου. Ἡ Ἐκκλησία δέν κάνει τίποτα ἄλλο ἀπό τά νά ἀναζωγραφίζη τήν μορφή τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τήν εἶδαν οἱ ἄνθρωποι καί τήν παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι. Ὁ Χριστός εἶναι ὁρατός καί περιγράφεται. Τήν ἴδια πίστη ἐκφράζει καί ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: “εἰκονίζουν τόν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν σωματικῶ χαρακτήρι, εἰρμῶ τῷ ἀνέκαθεν ἀπ’ αὐτῆς τῆς ἀποστολικῆς πράξεως παρηγμένω, ἐξ εἰκόνος εἰκόνα μεταγράφοντες, καθάπερ καί τοῦ ζωοποιοῦ Σταυρού”.