Γράφτηκε στις .

Γεγονός καὶ Σχόλιο: Ὁ “πιστός” καὶ ὁ “ἄθεος”

Ἡ “Ἐλευθεροτυπία” (4-2-2001) δημοσίευσε συνοπτικὰ ἕναν διάλογο, ποὺ ἔγινε μεταξὺ ἑνὸς “πιστού”, τοῦ Καρδιναλίου Γιόζεφ Ράτζιγκερ καὶ ἑνὸς “ἄθεου” φιλοσόφου του Πάολο Φλόρες ντ’ Ἀρκάις, ποὺ εἶναι διευθυντὴς τῆς περιοδικῆς ἐπιθεώρησης “ MICROMEGA”. Ἡ συζήτηση ἔγινε σὲ ἕναν θέατρο τῆς Ρώμης καὶ μεταδόθηκε ἀπὸ τὴν ἰταλικὴ τηλεόραση. Θέμα τῆς συζητήσεως ἦταν τὸ ἐρώτημα: “ὑπάρχει θεός;”.

Τρία ἦταν τὰ θέματα κατὰ τὴν παρουσίαση τῆς ἐφημερίδος: τὸ ἕνα ὁ ὁρισμὸς τῆς πίστης, τὸ δεύτερό τα κοινὰ σημεῖα ποὺ μποροῦν νὰ ὑπάρξουν μεταξύ του πιστοῦ καὶ τοῦ ἀθέου καὶ αὐτὰ εἶναι ἡ ἀντιμετώπιση τῆς μισαλλοδοξίας, τοῦ φανατισμοῦ καὶ ἡ πάλη γιὰ τὴν ἐλευθερία καὶ τὸ αἴσθημα τῆς γενναιοδωρίας καὶ τὸ τρίτον ἦταν τὸ θέμα τοῦ διαφωτισμοῦ ἐν σχέσει μὲ τὸν Χριστιανισμό.

Διαβάζοντας τὰ κύρια σημεῖα τῶν ἀπαντήσεων πρόσεξα ἰδιαιτέρως ὅτι κατὰ τὴν ἀνάγνωση ὑπογράμμιζα περισσότερό τα ὅσα ἔλεγε ὁ “ἄθεος” φιλόσοφος, παρὰ τὰ ὅσα ἔλεγε ὁ “πιστός” Καρδινάλιος. Τὰ πρῶτα μου δημιουργοῦσαν περισσότερο ἐνδιαφέρον καὶ προκαλοῦσαν τὴν ἔκπληξή μου. Κυρίως, ὁ “ἄθεος” ἀναφέρθηκε στὴν πίστη τῶν πρώτων Χριστιανῶν, ποὺ διαφέρει ἀπὸ τὴν πίστη τῶν μεταγενεστέρων, οἱ ὁποῖοι προσπάθησαν νὰ ἐπιβληθοῦν μὲ τὴν λογικὴ καὶ τὸ Κράτος, ἀναφέρθηκε στὴν διάκριση τῆς πίστης τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὶς φιλοσοφίες τοῦ Πλάτωνα καὶ τοῦ Ἐπικούρου καὶ ἡ ὁποία διάκριση συγκεκριμενοποιεῖται στὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ποὺ εἶναι μιὰ “τρέλλα”, ὁμίλησε γιὰ τὴν ἀντιφατικότητα τῆς κρίσης τοῦ Πασκάλ, ἔκανε λόγο γιὰ τὴν ἄποψη ὅτι δὲν ὑπάρχει καμμία σχέση μεταξύ του Χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ ἐξέφραζε τὴν βεβαιότητα ὅτι “κανεὶς λαϊκὸς δὲν θέλει σήμερα νὰ ἐξαφανίσει τὴν θρησκευτικὴ πίστη”. Ἀντίθετα, ἡ ἐπιχειρηματολογία τοῦ “πιστοὺ” Καρδιναλίου ἦταν στεγνή, διανοητική, συμβιβαστική, ἐνδοτική, ποὺ δὲν ἔπειθε, γιατί δὲν εἶχε καμία σχέση μὲ τὴν θεολογία στὴν ἀληθινὴ ἔκφρασή της. Παρατηρώντας, λοιπόν, τὴν προβληματικὴ καὶ τῶν δύο, τοῦ “ἀθέου” φιλοσόφου καὶ τοῦ “πιστοὺ” θεολόγου κατέληξα σὲ δύο συμπεράσματα:

Πρώτον, δὲν εἶναι τόσον σαφῆ τα ὅρια μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας, ὅταν ἐξετάζονται στὴν προοπτική της νοοτροπίας τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου. Βέβαια, ἡ σύγχυση ὑπῆρξε στὴν Δύση, ἀκριβῶς γιατί ἐκεῖ προσπάθησαν νὰ ὁριοθετήσουν τὴν πίστη, ἀλλὰ μὲ λογικὰ καὶ κοσμικὰ κριτήρια. Ὁπότε ὁ “ἄθεος” χωρὶς νὰ πιστεύη προσεγγίζει καλύτερα τὸν χῶρο τῆς πίστεως, παρὰ ὁ “πιστός”.

Δεύτερον, ἡ ὅλη προβληματικὴ κατὰ τὴν συζήτηση ἦταν δυτικὴ καὶ δὲν ὑπάρχει καμία ἀναφορὰ στὴν ὀρθὴ ἀποκαλυπτικὴ ἀλήθεια, ἡ ὁποία προσεγγίζει διαφορετικά τα πράγματα τῆς πίστεως, τοῦ κόσμου καὶ τῶν συγχρόνων ρευμάτων. Ἂν θὰ ὑπῆρχε ἕνας ὀρθόδοξος θεολόγος στὴν συζήτηση εἶμαι βέβαιος ὅτι θὰ ἀντιμετώπιζε εὐχερῶς τὰ πράγματα, γιατί θὰ ἀνέλυε ὅτι ἡ πίστη εἶναι δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μετὰ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, ὅτι ὑπάρχει πίστη ἐξ ἀκοῆς καὶ πίστη ἐκ θεωρίας, ἡ ὁποία ἐκφράζεται διὰ τοῦ λόγου, ὅτι ὑπάρχει διάκριση μεταξὺ θεολογίας καὶ φιλοσοφίας, ὅτι ὅταν ὁ Χριστιανισμὸς γίνεται Κράτος τότε ἐκκοσμικεύεται, ὅτι ὅπως ἔλεγε ὁ Ντοστογιέφσκυ ἡ τέλεια ἀπιστία δὲν εἶναι διαμετρικὰ ἀντίθετη ἀπὸ τὴν τέλεια πίστη, ἀλλὰ ἕνα μικρὸ σκαλοπάτι κάτω ἀπὸ τὴν τέλεια πίστη.

Τελικὰ ἡ δυτικὴ θεολογία ἔχει μπλοκαρισθῆ μέσα στὴν νοοτροπία τῆς θεσμοποιημένης ἐκκοσμικεύσεως καὶ δὲν μπορεῖ νὰ βοηθήση αὐτοὺς ποὺ ἀναζητοῦν τὴν ἀλήθεια. Καὶ πολλὲς φορὲς αἰσθάνομαι ὅτι ἕνας ὀρθόδοξος μπορεῖ νὰ μιλήση μὲ μεγαλύτερη ἄνεση μὲ ἕναν θεωρούμενο ἄθεο, παρὰ μὲ ἕναν θεωρούμενο πιστό, δυτικοῦ ὅμως τύπου.

Ν.Ι.

ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΟ