Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Τό ὄπιον τοῦ λαοῦ

Πρωτοπτρεσβυτέρου π. Θωμᾶ Βαμβίνη

Σ’ ἕνα ἄρθρο τοῦ περιοδικοῦ Ἄρδην (τεῦχος 36, Ἰούλιος 2002) μέ τίτλο “Γάλλοι μαρξιστές γιά τόν Χριστιανισμό” γίνεται λόγος γιά τίς ἑρμηνεῖες πού δίνουν Γάλλοι διανοητές στίς θέσεις πού διατύπωσε ὁ Μάρξ γιά τήν θρησκεία.

Τό δημοσίευμα τοῦ περιοδικοῦ, βέβαια, δέν περιορίζεται μόνο στόν Μάρξ. Ἀναφέρεται στά ἄρθρα τῆς γαλλικῆς μαρξιστικῆς ἐπιθεώρησης La Pensee, ἡ ὁποία ἀφιέρωσε τό τεῦχος 322 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2000) “στό μέγα θέμα τοῦ Χριστιανισμού”, περιλαμβάνοντας στό ἀφιέρωμά της καί ἄρθρα μή μαρξιστῶν.

Τά κείμενα τῆς γαλλικῆς ἐπιθεώρησης, ὅπως παρουσιάζονται ἀπό τό περιοδικό Ἄρδην, “ἀνεξαρτήτως τῶν στερεοτύπων θέσεων τῶν μαρξιστῶν ἔναντί του θρησκευτικοῦ φαινομένου... πείθουν ὅτι εἶναι ἀποτέλεσμα σοβαρῆς καί προσεγμένης προσεγγίσεως τῶν θεμάτων μέ συναίσθηση πνευματικῆς εὐθύνης. Μπορεῖ νά μήν χρησιμοποιοῦν ὅρους ὅπως “ὁ Κύριος” ἤ ὁ “Σωτήρας”, ἤ νά μήν θεωροῦν τόν Χριστό ὡς Θεό, δέν ἀσκοῦν ὅμως κριτική μέ φανατισμό καί εὐτελῆ συνθηματολογικά ἀποφθέγματα, οὔτε ἐκφράζουν τήν ἀπιστία τους μέ αὐτάρεσκη αὐτοπεποίθηση καί εἰρωνική κριτική”.

Εἶναι πολύ σημαντικό ὅλα αὐτά νά ἐπισημαίνονται ἀπό ἀνθρώπους πού δέν εἶναι “στρατευμένοι” στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά πού ἐνδιαφέρονται ἁπλῶς γιά τόν πολιτισμό τοῦ τόπου τους, χωρίς νά διακατέχονται ἀπό μυωπικές προκαταλήψεις. Ἐμεῖς πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι ἀπό τούς Γάλλους μαρξιστές δέν μπορεῖ νά περιμένη κανείς τόν θρησκευτικό λόγο ἑνός πιστοῦ θεολόγου ἤ τήν διεισδυτική καί ἀνακαινιστική διδαχή ἑνός θεόπτη Πατέρα. Ὁ λόγος τούς σμιλεύεται μέσα στά ὅρια τῆς ἰδεολογίας τους ἀπό τόν βασανισμό τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καί ὡριμάζει ἀπό τίς ἀπογοητεύσεις τῶν κοινωνικῶν ἀγώνων καί τίς διαψεύσεις τῶν κοινωνικῶν ὁραμάτων. Εἶναι ἕνας ἀνθρώπινος λόγος πού διδάχθηκε ἀπό τήν ἱστορική πείρα νά μήν εἶναι ἀπόλυτος, κλειστός στό διάλογο καί ἀπορριπτικός των ἀντιφρονούντων. Αὐτό εἶναι μιά πολύ θετική ἐξέλιξη τοῦ λόγου μέσα στά ἀνθρώπινα ὅρια καί γιά τά ἀνθρώπινα μέτρα. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα, βέβαια, χρειάζεται ἡ τόλμη νά ἀνοίξη ὁ νοῦς παράθυρο στό ἄκτιστο καί ἀπερινόητο πρόσωπο τοῦ Θεοῦ-Λόγου, γιά νά “εἰσοδευθή” στήν ἐμπειρική θεολογία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ χρειάζεται νά λειτουργήση ἡ ὑγιής πίστη στόν ἀποκαλυπτικό λόγο τῶν μεμυημένων, ὥστε νά ὑπερβαθοῦν τά ἀνθρώπινα ὅρια καί μέτρα.

Στή συνέχεια θά περιορισθῶ στίς ἑρμηνεῖες τῆς πιό χαρακτηριστικῆς ἄποψης πού διατύπωσε ὁ Μάρξ γιά τή θρησκεία, ἑρμηνεῖες πού περιλαμβάνονται στό δημοσίευμα τοῦ περιοδικοῦ Ἄρδην.

Ὁ Μάρξ κληρονόμησε ἀπό τούς πνευματικούς του προγόνους τήν ἄποψη ὅτι ἡ θρησκεία εἶναι “τό ὄπιον τοῦ λαού”. Μέσα στήν ἀντιθρησκευτική προπαγάνδα τῶν μετά τόν Μάρξ ἀριστερῶν διανοητῶν ἡ φράση αὐτή δέχθηκε δύο ἑρμηνεῖες. Ἡ μία μπορεῖ νά χαρακτηρισθῆ “σκληρή” καί ἡ ἄλλη “ἤπια”. Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τήν “σκληρή” ἑρμηνεία, ἡ θρησκεία λειτουργεῖ στό λαό σάν ναρκωτικό πού τόν ἀποκοιμίζει, τόν ὁδηγεῖ στήν ἀποχαύνωση, μέ σκοπό τήν εὐκολότερη δυνατή χειραγώγηση καί δούλωσή του στά ἄνομα συμφέροντα τῆς ἄρχουσας κάθε φορᾶ τάξης. Σύμφωνα μέ τή δεύτερη “ἤπια” ἑρμηνεία ἡ θρησκεία δρᾶ σάν ἕνα παυσίπονό των ποικίλων πόνων πού κατατυραννοῦν τόν λαό. Δέν θεραπεύει τίς κοινωνικές ἀσθένειες, τίς αἰτίες τῶν ἀδικιῶν καί τῶν καταπιέσεων, ἀλλά ἁπλῶς μετριάζει τόν πόνο ἀπό τίς συνέπειές τους μέ τήν μεταφυσική πίστη καί μέ τήν μετάθεση τῶν ἐλπίδων καί τῶν ἐνδιαφερόντων ὅλων των ταλαιπωρημένων πιστῶν στό ἄδηλο μέλλον, στήν μετά τόν τάφο ζωή.

Στό δημοσίευμα τοῦ Ἄρδην τεκμηριώνεται ἡ δεύτερη ἑρμηνεία. Ὅπως χατακτηριστικά σημειώνεται, ἡ φράση “ἡ θρησκεία εἶναι ὄπιο τοῦ λαού” “εἶναι προμαρξιστική καί δέν ἐκφράζει κάτι τό ἰδιαίτερα μαρξιστικό. Ἤδη τό 1840, ὁ ἀήinή... γράφει... “ευλογημένη νά εἶναι ἡ θρησκεία πού στό πικρό ποτήρι τῶν δεινῶν της ἀνθρωπότητας ρίχνει μερικές ἠρεμιστικές σταγόνες πνευματικοῦ ὀπίου, λίγες σταγόνες ἀγάπης, πίστης καί ἐλπίδας””. Παρατίθεται ἐπίσης ἡ γνωστή ἄποψη τοῦ Μάρξ γιά τήν θρησκεία ἀπό τό ἔργο τοῦ “Συμβολή στήν Κριτική τῆς Φιλοσοφίας τοῦ Χέγκελ”. Ὁ Μάρξ σ’ αὐτό τό ἔργο δέχεται ὅτι “ἡ θρησκεία εἶναι ὁ ἀναστεναγμός, ἡ ἀνάσα τῆς καταπιεσμένης ὑπάρξεως, ἡ καρδιά ἑνός κόσμου χωρίς καρδιά, εἶναι τό πνεῦμα σέ μιά κατάσταση πραγματικότητας χωρίς πνευματικότητα”. Ἀπό αὐτές τίς ἀπόψεις δέν μπορεῖ νά ἐξαχθῆ τό συμπέρασμα ὅτι γιά τόν Μάρξ ἡ θρησκεία συμβάλλει στήν ἀποχαύνωση τῶν λαῶν. Εἶναι ἕνα παυσίπονο πού πρόσκαιρα ἀνακουφίζει, ἀλλά δέν θεραπεύει τήν ἀσθένεια.

Πάνω σε ὅλα αὐτά μποροῦν νά γίνουν ὁρισμένες παρατηρήσεις.

1. Τηλεγραφικά πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι οἱ μαρξιστικές ἀπόψεις περί θρησκείας δέν ἀγγίζουν τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, γιατί ὁ Χριστός –σύμφωνα μέ τήν διατύπωση τοῦ π. Ι. Ρωμανίδη– ἦλθε στόν κόσμο γιά νά καταργήση τήν θρησκεία καί νά συστήση τήν Ἐκκλησία, μέσα στήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος, καθοδηγούμενος ἀπό τούς θεουμένους πατέρες, θεραπεύεται ἀπό τήν “νευροβιολογική ἀσθένεια τῆς θρησκείας”.

2. Αὐτά πού λέει ὁ Μάρξ καί οἱ διάδοχοί του γιά τήν θρησκεία ἰσχύουν καί γιά κάθε ἰδεολογία, γιά κάθε ἀνθρωποκεντρικό κοινωνικό σύστημα, πού δέν βλέπει τόν ἄνθρωπο σάν “ζῶον... τή πρός Θεόν νεύσει θεούμενον”, ἀλλά σάν ζῶο πού κατασκευάζει ἐργαλεῖα. Τά ἴδια ἰσχύουν δηλαδή καί γιά τόν μαρξισμό. Τό ὅραμα, γιά παράδειγμα, τῆς ἀταξικῆς κοινωνίας, πού ἐπαγγέλλεται ὁ μαρξισμός, σχηματοποιήθηκε ἀπό τήν ἐξιδανίκευση τῶν πόθων τῶν καταδυναστευομένων τάξεων. Ἡ ἀναμονή τῆς “ἐλεύσεως” αὐτῆς τῆς κοινωνίας ἤ οἱ ἀγῶνες γι’ αὐτήν μποροῦν νά περιγραφοῦν ὡς ὁ ἀναστεναγμός, ἡ ἀνάσα τῶν καταπιεσμένων ὑπάρξεων, ἡ προσπάθεια νά λειτουργήση ἡ καρδιά σ’ ἕναν κόσμο χωρίς καρδιά. Ἀπό τήν στιγμή, ὅμως, πού ὁ μαρξισμός ἀντιμετωπίζει τόν ἄνθρωπο σάν βιολογική μονάδα, χωρίς “πνευματική καρδιά”, χωρίς θεολογικό νόημα στήν ὕπαρξή του, χωρίς ψυχή πού πεινᾶ καί διψᾶ γιά ζωοποιό λόγο, δρᾶ σάν ὄπιο, τό ὁποῖο βοηθᾶ στή λήθη τῶν ἐσωτερικῶν πραγματικῶν προβλημάτων, μέ τό ὅραμα μιᾶς ἐγκόσμιας κοινωνίας μέ μεταφυσικές προδιαγραφές. Ἀφήνει τόν ἄνθρωπο ἀθεράπευτο, ἐσωτερικά κατακερματισμένο, μέ νοῦ ἀποπροσανατολισμένο ἀπό τίς ψυχικές καί πνευματικές πληγές πού θέλουν εἰδική περίθαλψη.

Ὅταν τό κακό τοποθετεῖται ἔξω ἀπό τόν ἄνθρωπο δέν καταπολεμεῖται ἀποτελεσματικά. Τό κακό δέν βρίσκεται ἔξω ἀπό τά πρόσωπα, ἔξω ἀπό τό αὐτεξούσιό του ἀνθρώπου. Ὁπότε, ὅποιο σύστημα ἤ θρησκεία δέν μπορεῖ νά θεραπεύση τόν ἄνθρωπο στόν πυρήνα τῆς ὑπάρξεώς του, δρᾶ σάν “ὄπιο τοῦ λαού” μέ τήν “σκληρή” καί μέ τήν “ἤπια” ἑρμηνεία τῆς φράσης.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ