Γράφτηκε στις .

Στυλιανοῦ Γερασίμου: Λειτουργική-Δογματική ἑρμηνεία, Ἦχος Δ' (2)

Ἀναβαθμοί:

Στυλιανοῦ Γερασίμου, δρ. Θεολογίας-Μουσικοῦ

Στόν Τριαδικό ἀναβαθμό “Ἁγίω Πνεύματι ἀναβλύζει τά τῆς χάριτος ρεῖθρα, ἀρδεύοντα ἅπασαν τήν κτίσιν πρός ζωογονίαν”, ὁ ἱερός ὑμνογράφος λέει ὅτι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα πηγάζουν τά νερά τῆς θείας χάρης, τά θεία χαρίσματα πού ἀρδεύουν καί ποτίζουν ὅλη τήν κτίση χαρίζοντας σ’ αὐτήν τήν αἰώνια ζωή. Αὐτή εἶναι ἄλλωστε καί ἡ ἔννοια τῆς θείας χάριτος. Πρόκειται γιά τήν ἀγαθοποιό θεία δύναμη, πού δίνεται στόν πιστό, τόν βαπτισμένο στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ δύναμη πού φωτίζει ὅλον τόν κόσμο.
Κι ὅπως ὁ ἀέρας εἶναι ἀπαραίτητος γιά τή ζωή τοῦ σώματος, ἔτσι εἶναι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀπαραίτητο γιά τή ζωή τῆς ψυχῆς. Τό Ἅγιο πνεῦμα ἔχει πολλούς δρόμους, γιά νά κυριεύση τήν ψυχή μας, τούς δρόμους τῆς ἀδόλου πίστεως, τῆς ἀληθινῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο.

Ὁ πρῶτος ἀναβαθμός τοῦ τρίτου ἀντιφώνου “Ἡ καρδία μου πρός Σέ Λόγε ὑψωθήτω’ καί οὐδέν θέλξει μέ τῶν τοῦ κόσμου τερπνῶν πρός χαμαιζηλίαν” βασίστηκε στόν 130ο ψαλμό τοῦ Δαβίδ, ὅπου γράφεται : “Κύριε οὔχ ὑψώθη ἡ καρδία μου, οὐδέ ἐμετεωρίσθησαν οἱ ὀφθαλμοί μου, οὐδέ ἐπορεύθην ἐν μεγάλοις, οὐδέ ἐν θαυμασίοις ὑπέρ ἐμέ”, δηλαδή δέν ὑψώθηκε, Κύριε, ἀπό ἔπαρση καί ὑπερηφάνεια ἡ καρδιά μου, οὔτε οἱ ὀφθαλμοί μου σηκώθηκαν ἀκατάδεκτοι καί μέ ἀλαζονεία πάνω ἀπό τούς ἄλλους, παρατρέχοντάς τους, οὔτε ἐπεδίωξα μεγάλα πράγματα πού νά ὑπερβαίνουν τίς δυνάμεις μου, μέ τά ὁποῖα νά προκαλέσω τήν τιμή καί τόν θαυμασμό.

Μέ παρόμοιο τρόπο κι ὁ ἱερός ὑμνογράφος συμβουλεύει τόν ἑαυτό του καί τόν ἄνθρωπο νά μήν ὑπερηφανεύεται, ἀλλά νά ἐγκολπώνεται τήν ταπεινοφροσύνη καί νά λέη : Ἅς ὑψωθῆ, Κύριε, ἐνυπόστατε Λόγε τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιά μου καί τίποτα ἀπό τά τερπνά του κόσμου δέν θά μπορέση νά μέ ἑλκύση σάν ἄλλος μαγνήτης, ὥστε νά σύρομαι σάν τό ἄλογο κάτω, ἐπιθυμώντας μέ ζῆλο τά ρευστά καί μάταια πράγματα τοῦ κόσμου καί τήν μάταιη δόξα.

Γιά νά ἀπέχουμε ἀπό τίς γήϊνες ἡδονές καί νά ἀπολαμβάνουμε τίς οὐράνιες ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἀναφέρει : “Τοιοῦτον ἔχω Δεσπότην’ τοῦτο μοί ἡδονή’ τοῦτο μοί ἀγαλλίασις”.

Ὁ δεύτερος ἀναβαθμός τοῦ τρίτου ἀντιφώνου “Ἐπί τήν μητέρα αὐτοῦ ὡς ἔχει τήν στοργήν, ἐπί τῷ Κυρίω θερμοτερον φίλτρον χρεωστούμεν” ἑρμηνεύεται ἀπό τόν ὑμνογράφο ὡς ἑξῆς : ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει στοργή, δηλαδή ἀγάπη καί σχέση μέ τήν κατά σάρκα μητέρα του, ὄχι μόνο μέ τόν ἴδιο τρόπο, ἀλλά καί πιό θερμά ὀφείλουμε νά ἔχουμε ἀγάπη στόν Κύριο καί Θεό μας. Γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεός γίνεται σέ κάθε ἄνθρωπο καί πατέρας καί μητέρα καί τροφός καί τά πάντα. Πάνω σ’ αὐτό ὁ Ἠσαΐας ἀναφέρει : “Μή ἐπιλήσεται γυνή τά ἔκγονα αὐτῆς ; ἤ τοῦ μή ἐλεῆσαι τά ἔκγονα τῆς κοιλίας αὐτῆς ; εἰ δέ καί ταῦτα ἐπιλάθοιτο γυνή, ἀλλ’ ἐγώ οὐκ ἐπιλήσομαί Σου, Κύριε” (Ἡσ. μθ` 15)

Στόν τελευταῖο Τριαδικό ἀναβαθμό “Ἁγίω Πνεύματι, θεογνωσίας πλοῦτος θεωρίας καί σοφίας’ πάντα γάρ ἐν τούτω τά πατρῶα δόγματα, ὁ Λόγος ἐκκαλύπτει”, ὁ ὑμνωδός τονίζει ὅτι μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γεμίζει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν πλοῦτο τῆς θείας θεωρίας καί θεϊκῆς σοφίας. Γι’ αὐτό καί ὅλα τα θεία δόγματα τοῦ Πατρός τά ἀποκαλύπτει στόν ἄνθρωπο ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρας μας, πάντα μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μᾶς λένε ὅτι μέ δύο τρόπους λαμβάνουμε τήν γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἐξωτερικά μέ αἰσθητά μέσα καί ἐσωτερικά μέ τήν μυστική ἐνέργεια καί ἔλλαμψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι ὑπερφυσική.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος λέει ὅτι, ἄν θέλουμε νά ἀποκτήσουμε τήν θεία θεωρία καί σοφία, πρέπει νά κατασκευάσουμε τόν ἑαυτό μᾶς κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τόν καθαρισμό τῆς καρδιᾶς μας ἀπό τά πάθη. Πρέπει νά ἐργαστοῦμε τίς θεῖες ἐντολές καί νά φτάσουμε στήν τέλεια ἀγάπη, πού ὀφείλουμε στόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό μας. Καί αὐτή ἡ ἐργασία θά γίνη μέ τήν ἐφαρμογή τῶν ἀρετῶν.

Ἐπειδή τά πρόσωπα τῆς Ὑπερουσίου Τριάδος εἶναι ἀλληλοπεριχωρούμενα, γι’ αὐτό ἡ ἐργασία τῶν ἀρετῶν μᾶς καθιστᾶ κατοικία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν τό Ἅγιο Πνεῦμα κατοικήση στήν ψυχή μας, θά μᾶς χαρίση τήν θεογνωσία καί τήν θεία θεωρία.

Μέ τό προκείμενο “Ἀνάστα, Κύριε, βοήθησον ἠμίν καί λύτρωσαι ἠμᾶς ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ ὀνόματος Σού”, ὁ ὑμνωδός ζητᾶ ἀπό τόν Κύριο νά σηκωθῆ, νά μᾶς βοηθήση καί νά μᾶς ἐλευθερώση ἀπό τά δεινά των παθῶν, ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά γιατί εἶναι ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.--