Γράφτηκε στις .

Στυλιανοῦ Γερασίμου: Λειτουργική-Δογματικὴ Ἑρμηνεία, Ἦχος βαρύς, (1)

Ἀναβαθμοί:

Στυλιανοῦ Γερασίμου, δρ. Θεολογίας-Μουσικοῦ

Ὁ πρῶτος Ἀναβαθμὸς τοῦ βαρέος ἤχου: "Τὴν αἰχμαλωσίαν Σιῶν ἐκ πλάνης ἐπιστρέψας, καμὲ Σωτὴρ ζώωσον, ἐξαίρων δουλοπαθείας", ὁμοιάζει μὲ τὸν Ἀναβαθμὸ τοῦ Γ` ἤχου στὴν ἀρχή του μόνο, "τὴν αἰχμαλωσίαν Σιῶν". Καὶ οἱ δύο βασίστηκαν στὸν 125ο Ψαλμὸ ποὺ λέγει: "Ἐν τῷ ἐπιστρέψαι Κύριον τὴν αἰχμαλωσίαν Σιῶν, ἐγεννήθημεν ὠσεὶ παρακεκλημένοι".

Μὲ τὸν παραπάνω Ἀναβαθμὸ ὁ ὑμνωδὸς ἀπευθύνεται στὸν Κύριο καὶ παρακαλεῖ Αὐτὸν λέγοντας: Ὦ Σωτῆρα τοῦ κόσμου Χριστέ! Σὺ ὁ ὁποῖος ὁδήγησες τοὺς Ἑβραίους τῆς Ἱερουσαλὴμ πίσω στὴν πατρίδα τους, λύτρωσέ μὲ καὶ μένα, ἐλευθέρωσέ μὲ ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας κατευθύνοντάς μὲ στὴν ἀρετὴ καὶ μὲ αὐτὴν ζωντάνεψε τὴν ψυχή μου ποὺ νεκρώθηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Γιατί μόνο μέσα ἀπὸ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἄσκησή της ὁ Θεός μας παρέχει τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὸ ὁποῖο στηρίζει ὁ Δαβὶδ λέγοντας: "ὁ Θεός, Σὺ ἐπιστρέψας ζωώσεις ἡμᾶς" (Ψάλμ. Πδ`,6).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει: "Ἕως μὲν γὰρ ἐν τοῖς πάθεσιν ὧμεν, τραχεῖαν καὶ δύσκολον καὶ ἀνάντην τὴν ἀρετὴν εἶναι νομίζομεν, τὴν δὲ κακίαν ποθεινὴν καὶ ἠδίστην· ἂν δὲ μικρὸν ἀποστῶμεν τούτων, τότε κακείνη φανεῖται βδελυρὰ καὶ δυσεβὴς· καὶ αὕτη ραδία καὶ εὔκολος καὶ ποθεινὴ· καὶ ταῦτα ἐκ τῶν κατορθωκότων ἐστὶ σαφῶς μαθεῖν". Κι αὐτὸς εἶναι ὁ θρῆνος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἁμαρτία· ποὺ σχετίζεται ὄχι μὲ τὴν ἀπουσία τῆς εἰκόνας, αὐτὸ ποὺ ἔδυσε δὲν εἶναι ἡ εἰκόνα, ἀλλὰ γιὰ τὴ χαμένη τῆς ὡραιότητα. Αὐτὸ τελικὰ ποὺ ἀποκαθίσταται ἐν Χριστῷ μὲ τὴν μετάνοια εἶναι τὸ κάλλος τῆς εἰκόνας. Πολὺ σωστὰ ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ὑπογραμμίζει: "Ἀλλὰ ἠφάνισεν τῆς θεοειδοῦς εἰκόνος τὸ κάλλος ἡ ἁμαρτία καὶ ρύπου μεστὸν τὸ λαμπρὸν τῆς ἀνθρωπότητος πρόσωπον ἀπέφηνεν ὁ Σατανᾶς". Ἀπαραίτητη λοιπὸν ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο παρὰ ἄσκηση τῶν ὅσων παρέδωσε ὁ Χριστὸς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο.

Ὁ Δεύτερος Ἀναβαθμός: "Ἐν τῷ Νότω ὁ σπείρων θλίψεις νηστείας μετὰ δακρύων, οὗτος χαρᾶς δρέψεται δράγματα ἀειζωοτροφίας", ὁμοιάζει στὴν ἀρχὴ μὲ τὸν ἀντίστοιχο Ἀναβαθμὸ τοῦ Γ` ἤχου ποὺ λέει: "Ἐν τῷ Νότω οἱ σπείροντες". Ἐδῶ ὑπάρχει κάποια παρομοίωση· ὅπως ὁ Νότος εἶναι ὑγρὸς γεμᾶτος ὁμίχλη, ἔτσι καὶ ἡ βιοτή μας εἶναι ὀμιχλώδης ἐξ αἰτίας τῶν κοσμικῶν ἡδονῶν καὶ φροντίδων. Ἔτσι ὁ ὑμνωδὸς τονίζει ὅτι, ὅποιος θὰ σπείρη στὴ ζωὴ αὐτὴ θλίψεις καὶ νηστεῖες μὲ δάκρυα, αὐτὸς θὰ ἀποκομίση δέματα θεϊκῆς χαρᾶς..

Στὸ θέμα αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: "Ὅ ἐὰν σπείρη ὁ ἄνθρωπος τοῦτο καὶ θερίση· ὅτι ὁ σπείρων εἰς τὴν σάρκα ἑαυτοῦ ἐκ τῆς σαρκὸς θερίσει φθορὰν· ὁ δὲ σπείρων εἰς τὸ Πνεῦμα ἐκ τοῦ Πνεύματος θερίσει ζωὴν αἰώνιον" (Γάλ. Στ` 8). Καὶ πάλι ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν λέει: "Ὁ σπείρων ἐπ' εὐλογίαις ἐπ' εὐλογίαις καὶ θερίσει" (Β` Κόρ. Θ` 6).

Μὲ τὸν Τριαδικὸ Ἀναβαθμὸ "Ἁγίῳ Πνεύματι, πηγὴ τῶν θείων θησαυρισμάτων, ἐξ οὗ σοφία, σύνεσις, φόβος· αὐτῶ αἴνεσις, δόξα, τιμὴ καὶ κράτος", ὁ ὑμνωδὸς λέει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πηγὴ θείων θησαυρισμάτων καὶ χαρισμάτων καὶ ἀπὸ Αὐτὸ ἀπορρέει σοφία, σύνεση, ἀρετὴ καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἀναφέρει: "Τὸ Πνεῦμα τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ τῶν κατ' ἐνέργειαν κακῶν ἐστιν ἀποχή". (Κέφ. λθ`) Πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ὅλα τὰ χαρίσματα τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ὅσα ἀποτελοῦν τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρὰ τοῦ πιστοῦ "ἄνωθεν ἐστι καταβαίνοντα". Εἶναι θησαυροὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὁ Παράκλητος συνέχει τὸ σύμπαν καὶ μᾶς χαρίζει τὴν εἰρήνη, τὴν ταπείνωση καὶ τὴ δίψα γιὰ τὸ ἀγαθό. Ζωοποιεῖ τὴν ψυχή, γίνεται ἕνα πνεῦμα μαζί μας. Εἶναι τὸ Πνεῦμα ποὺ "χωρεῖ διὰ πάντων πνευμάτων νοερῶν, καθαρῶν, λεπτοτάτων". (Σόφ. Σολομ. Ζ` 23). "Καὶ γὰρ πάντες εἰς ἕν Πνεῦμα ἐποτίσθημεν". (Ἂ` Κόρ. Ἰβ` 13).

Σ' αὐτὸ λοιπὸν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, καταλήγει ὁ ὑμνωδός, πρέπει αἴνεση, τιμή, ἐξουσία "Καθ' ὃ Θεὸς τέλειος", ἐπειδὴ ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Πατὴρ εἶναι καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Υἱὸς εἶναι καὶ τοῦ Πνεύματος, ἀφοῦ καὶ τὰ τρία Πρόσωπα ἔχουν "μίαν καὶ τὴν αὐτὴν οὐσίαν καὶ φῦσιν" καὶ συνεπῶς ἔχουν "μίαν καὶ τὴν αὐτὴν δόξαν καὶ τιμήν". Ἀφοῦ λοιπὸν εἶναι ὁμοούσια, ἄρα εἶναι καὶ ὁμόδοξα καὶ ὁμότιμα.

Μέσα ἀπὸ τὴν δοξολογία τοῦ Πνεύματος δοξολογοῦμε τὸν Θεό, γιατί χωρὶς τὴν δοξολογία καὶ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν μποροῦμε νὰ ὀνομάσουμε Κύριο τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ τὸν Παῦλο: "Οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰμὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ" (Ἂ` Κόρ. Ἰβ` 3).

Μὲ τὸν τέταρτο Ἀναβαθμό: "Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήση οἶκον τον τὴν ψυχῆς, μάτην κοπιῶμεν· πλὴν γὰρ αὐτοῦ οὐ πρᾶξις, οὐ λόγος τελεῖται", ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος λέει ὅτι, ἐὰν ὁ Κύριος δὲν κτίση τὸ οἰκοδόμημα τῆς ψυχῆς μας, ἂν δὲν μᾶς συνδράμη δηλαδὴ ὁ Θεὸς στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας, μάταια κοπιάζουμε, γιατί, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός: "Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν" (Ἰωάν. Ἰε` 5). Συνεπῶς χωρὶς τὴν συνδρομὴ τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ συντελεσθῇ κανένα ἀγαθό.

Πρέπει ὅμως νὰ σημειωθῇ ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία μας δὲν ἀρκεῖ μόνο ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ δική μας συγκατάβαση. Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐγγέλιο εἶπε: "Ἐντεῦθεν μανθάνομεν δόγμα μέγα, ὡς οὐκ ἀρκεῖ προθυμία ἀνθρώπου, ἂν μὴ τὶς ἄνωθεν ἀπολαύση ροπῆς προθυμίας οὐκ οὔσης καὶ ταῦτα ἀμφότερα δείκνυσιν Ἰούδας καὶ Πέτρος· ὁ μὲν γὰρ πολλάκις ἀπολαύσας βοηθείας οὐδὲν ὠφελήθη, ἐπειδὴ μὴ ἠθέλησεν καὶ τὰ παρ' ἑαυτοῦ συνεισενεγκεῖν· οὗτος δὲ καὶ προθυμηθεῖς, ἐπειδὴ μηδεμιᾶς ἀπήλαυσεν βοηθείας, κατέπεσεν. Καὶ γὰρ ἀπὸ τῶν δύο ἡ ἀρετὴ ὑφαίνεται..." (Ὀμιλ. Πβ` στὸ κατὰ Ματθαῖον).

Μὲ τὸν πέμπτο Ἀναβαθμό: "Τοῦ καρποῦ τῆς γαστρός, οἱ Ἅγιοι πνευματοινήτως, ἀναβλαστούσι πατρώα δόγματα υἱοθεσίας", ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος λέει ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι καρπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι κινούμενοι πνευμαικὰ καὶ ἀφοῦ λαμβάνουν θεῖα σπέρματα στὴν καρδιά τους, παράγουν πνευματικοὺς καρπούς, οἱ ὁποῖοι σχετίζονται μὲ τοὺς πνευματικοὺς καρποὺς τοῦ Οὐράνιου Πατέρα, ὅπου μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα οἱ ἅγιοι πνευματικὰ υἱοθετήθηκαν ἀπὸ τὸν Κύριο.

Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ δεξαμενὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες "τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν" μεταδίδεται στοὺς ἄλλους πιστούς. "Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ Γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος" (Ἰωάν. Ζ` 38). Οἱ ἅγιοι μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μας βλέπουν, γιατί ζοῦν ἐν Θεῷ καὶ ὁ Θεὸς ζῇ σ' αὐτούς. Εἶναι ὅλοι τους ἕνα Πνεῦμα μὲ τὸν Κύριο (Ἂ` Κόρ. Στ` 17) καὶ ὁ Κύριος ὅλα τὰ βλέπει καὶ τ' ἀκούει. Καὶ ἂς μὴν ξεχνοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς "ἐν ἁγίοις ἀναπαύεται". Ἡ δύναμή Τοῦ βρίσκεται στὰ ὀνόματά τους καὶ στὶς εἰκόνες τους. Οἱ ἅγιοι εἶναι τὰ πνευματικὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ, ποὺ συγκέντρωσαν ὅλες τὶς ἀρετές: πραότητα, ταπεινοφροσύνη, ἐγκράτεια, ὑπομονή, ζέουσα πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη.

Μὲ τὸν ἕκτο Ἀναβαθμό: "Ἁγίῳ Πνεύματι τὰ σύμπαντα τὸ εἶναι ἔχει· πρὸ πάντων γὰρ Θεὸς τῶν ὅλων κυριότης, φῶς ἀπρόσιτον, ζωὴ τῶν ἁπάντων", ὁ ὑμνογράφος τονίζει ὅτι ὅλα τὰ νοητὰ ὄντα ἔχουν τὴν οὐσία τους στὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ αὐτὸ γιατί τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως τονίζει ὁ ὑμνογράφος, εἶναι τέλειος Θεὸς ποὺ προϋπῆρχε ἀπὸ τὰ σύμπαντα καὶ ὡς Θεὸς ἔχει τὴν κυριότητα ὅλων τῶν δημιουργημάτων. Καταλήγει λοιπὸν· τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι φῶς ἀπρόσιτο, εἶναι ζωὴ τῶν πάντων. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος εἶπε: "Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ζωοποιεῖ μετὰ τοῦ Θεοῦ του τὰ πάντα ζωοποιοῦντος καὶ μετὰ τοῦ Υἱοῦ τοῦ διδόντος ζωὴν· ὁ γὰρ ἐγείρας Χριστὸν Ἰησοῦν ἐκ νεκρῶν ζωοποιήσει καὶ τὰ θνητὰ σώματα ἡμῶν διὰ τοῦ ἐνοικοῦντος αὐτοῦ Πνεύματος ἐν ἡμῖν· ἀλλὰ καὶ τὸ Πνεῦμα ζωοποιεῖ, τὸ δὲ Πνεῦμα ζωὴ διὰ δικαιοσύνην· καὶ ὁ Κύριος μαρτυρεῖ τὸ Πνεῦμα εἶναι τὸ ζωοποιοῦν" (Κέφ. κδ`).

Στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως κηρύττεται ἡ κυριότητα τοῦ Πνεύματος. "Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ Κύριον, τὸ Ζωοποιόν...". Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει: "Κύριος ὁ Πατήρ, Κύριος ὁ Υἱὸς· εἶπε γάρ, φησί, Κύριος τῷ Κυρίω, κάθου ἐκ δεξιῷν μου· Κύριον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· ὁ γὰρ Κύριος τὸ Πνεῦμα ἐστὶ· μὴ τὶς νομίζη ὅτι μεῖζον ἐστὶ ὄνομα τὸ Θεός, δεύτερον δὲ ὄνομα τὸ Κύριος· ἐπὶ γὰρ τῆς ἀθανάτου φύσεως καὶ Κύριος καὶ Θεός, κἂν μὴ τὴν αὐτὴν δύναμιν ἔχη ἡ λέξις, ἀλλὰ τὴν αὐτὴν ἀξίαν κηρύττει· ὅθεν καὶ Μωϋσὴς εἶπεν: "Κύριος ὁ Θεός σου Κύριος εἷς ἐστιν, ἵνα δείξη τὸ διάφορον τῶν ὀνομάτων. Κύριος εἶπε πρῶτον, εἶτα Θεὸς" (Λόγος περὶ τοῦ κατὰ Μωϋσὴν ὄφεως).

Πρέπει, λοιπόν, νὰ σημειωθῇ ὅτι τὸ Πνεῦμα ὄχι μόνον ἐνοικεῖ στὸν Χριστὸ καὶ τὸν κάνει Χριστό, ἀλλὰ ἀφοῦ στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπερβαίνεται ἡ φθορά, ὑπερβαίνεται ὁ θάνατος, ἀφοῦ συμβαίνουν ὅλα αὐτὰ στὸν Χριστό, τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καθίσταται ἕνα Σῶμα, στὸ ὁποῖο ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα γίνεται μέτοχος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄρα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει τὸν Χριστὸ Χριστό. Τὸν ἀπελευθερώνει μὲ τὴν Ἀνάσταση ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ κτιστοῦ καὶ τὸν κάνει πηγὴ δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, ὥστε ἡ ἀνθρωπότητα νὰ ἀποκτήση τὶς δυνατότητες ποὺ ἔγιναν πραγματικότητα στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Μὲ τὸν ἕβδομο Ἀναβαθμό: "Οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον, ὁδοὺς ζωῆς εὑρόντες, νῦν καὶ ἀεὶ μακαριοῦνται δόξη ἀκηράτω", ὁ ὑμνωδὸς λέει ὅτι "ἐκεῖνοι ποὺ σέβονται τὸν Θεὸ ἔχουν βρῇ τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου καὶ βαδίζουν σ' αὐτήν. Γι' αὐτὸ καὶ τώρα καὶ πάντοτε μακαρίζονται, γιατί ἀπολαμβάνουν τὴν αἰώνια δόξα βαδίζοντας στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ".

Οἱ δρόμοι τῆς ζωῆς εἶναι οἱ διάφορες ἐντολὲς τοῦ Κυρίου καὶ οἱ διάφορες ἀρετὲς γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ Σολομῶντας εἶπε: "Ἐν ὁδοῖς Δικαιοσύνης ζωή", (Παρ. ἰβ` 29) καὶ ὁ Δαβίδ: "Τὰς ὁδοὺς Σοῦ Κύριε γνώρισόν μοὶ καὶ τὰς τρίβους Σοῦ δίδαξόν μὲ" (Ψάλμ. Κδ` 42). Καὶ ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι δικαιότατο πνεῦμα, οἱ ἐντολές του εἶναι ὅπως καὶ ὁ Ἴδιος δίκαιες. Γι' αὐτὸ ὁ Κύριος λέγει: "Ἐὰν ἀγαπᾶτε με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμᾶς τηρήσατε" (Ἰωάν. Ἰδ` 15). Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει: "Τούτων ἕκαστος μία τῆς σωτηρίας ὁδός, καὶ πρὸς τινὰ τῶν μονῶν πάντως φέρουσα τῶν αἰωνίων καὶ μακαρίων. Ἐπειδὴ ὦσπερ διάφοροι βίων αἱρέσεις, οὕτω καὶ μοναὶ πολλαὶ παρὰ τῷ Θεῷ, κατὰ τὴν ἀξίαν ἑκάστῳ μεριζόμεναί τε καὶ διαιρούμεναι· καὶ ὁ μέν την δὲ κατορθούτω τὴν ἀρετήν, ὁ δέ την δέ, ὁ δὲ πλείους, ὁ δὲ πάσας, εἰ οἴόν τε" (λόγ. Φιλοπτωχ.)

Μὲ τὸν ὄγδοο Ἀναβαθμό: "Κύκλω τῆς τραπέζης σου, ὡς στελέχη βλέπων τὰ ἔκγονά σου, χαῖρε, εὐφραίνου, προσάγων ταῦτα τῷ Χρστώ, Ποιμενάρχα", ὁ ὑμνογράφος ἀπευθύνεται πρὸς κάθε Ἀρχιερέα, ποιμένα τῶν λογικῶν προβάτων, καὶ λέει πρὸς αὐτόν: Ὅπως ὁ φυσικὸς πατέρας χαίρεται, ὅταν βλέπη τὰ παιδιά του καὶ τοὺς ἀπογόνους τοῦ γύρω ἀπὸ τὸ τραπέζι, ἔτσι καὶ αὐτός, ὁ πνευματικὸς πατέρας, θὰ πρέπη νὰ χαίρεται, ὅταν βλέπη τὰ παιδιά του νὰ τρέφονται ἀπὸ τὴν πνευματικὴ τράπεζα τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ὁδηγοῦνται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Μὲ τὸν ἔνατο Ἀναβαθμὸ ὁ ὑμνωδὸς ἀναφέρει: "Ἁγίῳ Πνεύματι βυθὸς χαρισμάτων, πλοῦτος δόξης, κριμάτων βάθος μέγα· ὁμόδοξον Πατρὶ καὶ Υἱῷ λατρευτὸν γάρ", δηλαδὴ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὑπάρχει πλούσιο καὶ ἀχανὲς πέλαγος χαρισμάτων, πλοῦτος θείας δόξας καθὼς καὶ ἀνεξερεύνητο βάθος τῶν κρίσεων τοῦ Θεοῦ. Γιατί τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁμοούσιο μὲ τὰ ἄλλα δύο Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ συνεπῶς θὰ πρέπη νὰ Τὸ λατρεύουμε ὡς Θεό.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅπου φανερώνει τὰ ἀπόκρυφα βάθη τῶν θείων κριμάτων ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν Παῦλο Πνεῦμα ἀποκαλύψεως: "Οὐ παύομαι εὐχαριστῶν ὑπὲρ ὑμῶν μνείαν ὑμῶν ποιούμενος ἐπὶ τῶν προσευχῶν μου· ἵνα ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ Πατὴρ τῆς δόξης, δώη ὑμῖν Πνεῦμα σοφίας καὶ ἀποκαλύψεως ἐν ἐπιγνώσει αὐτοῦ". (Ἐφεσ. Ἂ 17). Ἀκόμη στὴν Α` Κορινθίους λέγει: "Ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾶ καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ" (Ἂ` Κοριν. Β` 10).

Μὲ τὸ Προκείμενο: "Ἀνάστηθι Κύριε ὁ Θεός μου, ὑψωθήτω ἡ χεὶρ Σου, μὴ ἐπιλάθου τῶν πενήτων εἰς τέλος", ὁ ὑμνωδὸς ζητᾶ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ σηκωθῇ πάνω καὶ νὰ κινηθῇ σὲ ἐκδίκηση, γιατί εἶναι Κύριος καὶ Θεός του. Ἂς σηκωθῇ ψηλά, λέει, τὸ χέρι Του, γιὰ νὰ καταπέση βαρὺ κατὰ τῶν ἀσεβῶν καὶ ἂς μὴ ξεχνᾶ τοὺς πτωχούς, οἱ ὁποῖοι ὡς ἐλπίδα ἔχουν τὴν προστασία Του. Ὁ στίχος "Ἐξομολογήσομαί Σοί, Κύριε, ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου" εἶναι αὐτὸς ποὺ ὁ ὑμνωδὸς ἀπευθύνεται στὸν Κύριο καὶ τοῦ λέει ὅτι θὰ Τὸν δοξάση καὶ θὰ Τὸν εὐχαριστήση μὲ ὅλη του τὴν καρδιά, διηγούμενος ὅλα τὰ θαυμαστὰ ἔργα τῆς Δημιουργίας Τοῦ καθὼς καὶ τῆς πατρικῆς προστασίας Του σ' αὐτόν.