Γράφτηκε στις .

Παναγία Κουμπελίδικη ἢ Σκουταριώτισσα - Παναγία τοῦ Πάθους "Ἀμόλυντος"

Ἕναν ἀπὸ τοὺς 80 περίπου Ναούς - μνημεῖα μὲ μεγάλη καλλιτεχνικὴ ἀξία στὸν Νομὸ Καστοριὰς ἀποτελεῖ καὶ ὁ Ναὸς τῆς Παναγίας τῆς Κουμπελίδικης ἢ Σκουταριώτισσας. Ὁ Ναὸς αὐτὸς βρίσκεται στὴν πάλαι ποτὲ βυζαντινὴ ἀκρόπολη καὶ εἶναι τὸ κόσμημα τῆς πόλης. Ἡ ἐπωνυμία Κουμπελίδικη ἀνάγεται στοὺς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας καὶ ἔχει σχέση μὲ τὸν χαρακτηριστικὸ ψηλὸ τροῦλο τοῦ Ναοῦ, ποὺ στὰ τουρκικὰ λέγεται κουμπές. Ἡ ἐπωνυμία Σκουταριώτισσα εἶναι ἡ ἀρχικὴ τῶν βυζαντινῶν χρόνων καὶ εἶναι γραμμένη στὴν βάση τοῦ τυμπάνου τοῦ τρούλου (Καστοριανὰ Μνημεῖα, Καστοριανὴ πρωτοβουλία).

Παναγία Κουμπελίδικη ή Σκουταριώτισσα-Παναγία του Πάθους “Αμόλυντος”

Ὁ Ναὸς εἶναι "τρίκογχος μετὰ τρούλου". Ὁ κεντρικὸς τετράγωνος χῶρος τοῦ Ναοῦ στεγάζεται μὲ τροῦλο, ὁ ὁποῖος στηρίζεται πάνω σὲ τέσσερα τόξα, ποὺ ὑψώνονται στὶς τέσσερεις πλευρὲς τοῦ τετραγώνου καὶ μεσολαβοῦν ἀνάμεσα στὸν κεντρικὸ τετράγωνο χῶρο καὶ στὶς ἡμικυκλικὲς κόγχες. Τὰ ὑπερυψωμένα τόξα σχηματίζουν στὴν ἀνωδομὴ σταυρό, πάνω στὸν ὁποῖο κάθεται ἡ κυκλικὴ βάση τοῦ τρούλου. Στὴν δυτικὴ πλευρὰ τοῦ κεντρικοῦ χώρου συνεχίζεται στενὸς νάρθηκας, ὁ ὁποῖος εἶναι μεταγενέστερη προσθήκη τοῦ τέλους τοῦ 15ος αἰῶνα. Ἐντύπωση προκαλεῖ ὁ κεραμοπλαστικὸς διάκοσμος τοῦ τρούλου, ὁ ὁποῖος δίνει καὶ τὴν διαφορετικὴ αἴσθηση.

Στὸν Ναὸ αὐτὸ τῆς Παναγίας τῆς Κουμπελίδικης συναντᾶμε τὸν εἰκονογραφικὸ τύπο τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους μὲ τὰ γυμνὰ πόδια τοῦ παιδιοῦ πάνω ἀπὸ τὸ ἀριστερὸ χέρι τῆς Παναγίας. Ἡ εἰκόνα ποὺ παραθέτουμε ἀνήκει στὸν σπάνιο εἰκονογραφικὸ αὐτὸ τύπο καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴν συλλογὴ τῆς ἄλλοτε βασίλισσας Φρειδερίκης. Εἶναι ἔργο τοῦ 15ου αἰῶνος καὶ ἀποκλίνει ἀρκετὰ ἀπὸ τὴν καθιερωμένη κρητικὴ ἀπόδοση τῆς παράστασης τοῦ αἰῶνα αὐτοῦ.

Ἡ Παναγία κρατεῖ ἐδῶ τὸν Χριστὸ δεξιὰ μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι της κάτω ἀπὸ τὰ γυμνὰ καὶ λυγισμένα στὰ γόνατα πόδια του καὶ φέρει προστατευτικὰ στὸν ὦμο του τὸ δεξιό της χέρι μὲ τὰ μακριὰ καὶ λεπτὰ δάκτυλά της. Ὁ Χριστὸς φωλιάζει στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας Τοῦ, μὲ τὸ πρόσωπο γυρισμένο πρὸς τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ποὺ εἰκονίζεται ἐδῶ πολὺ κοντὰ Του, προδεικνύοντας τὰ κύρια σύμβολα τοῦ Πάθους: τὸν μεγάλο Σταυρὸ τῆς μελλοντικῆς θυσίας Του καὶ τὸ στεφάνι τοῦ ἐμπαιγμοῦ του. Τὸ παιδὶ τρομαγμένο ἁπλώνει τὰ χέρια Τοῦ νὰ πιαστῇ ἀπὸ τὸ ροῦχο τῆς Μητέρας Του· κρατῶντας ἀκόμη στὸ δεξιὸ τὸ σφιχτὰ τυλιγμένο εἰλητάριό Του. Σὲ ψηλότερο ἐπίπεδο πάνω ἀπὸ τὸν ἀριστερὸ ὦμο τῆς Παναγίας εἰκονίζεται ἐπίσης ὁ Μιχαὴλ κρατῶντας μὲ τὴν σειρά του τὴν λόγχη, τὸν σπόγγο καὶ τὸ δοχεῖο μὲ τὴν χολὴ καὶ τὸ ὄξος. Δεξιὰ ἀπὸ τὸ φωτοστέφανο τῆς Παναγίας γράφεται καὶ ἡ ἐπωνυμία "Ἡ Ἀμόλυντος". Καθὼς καὶ τὸ ἐπίγραμμα ποὺ ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 15ου αἰῶνα συνοδεύει συχνὰ τὴν Κρητικὴ Παναγία τοῦ Πάθους καὶ ἀναφέρεται στὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ: "Ὁ ΤΟ ΧΑΙΡΕ ΠΡΙΝ ΤΗ Πανάγνω Μυνήσασ ΣΥΜΒΟΛΑ ΝΥΝ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ ΠΡΟΔΕΙΚΝΥΗ - ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕ ΘΝΗΤΗΝ ΣΑΡΚΑ ΕΝΔΕΔΥΜΕΝΟΣ ΠΟΤΜΟΝ ΔΕΔΟΙΚΟΣ ΔΕΙΛΙΑ ΤΑΥΤΑ ΒΛΕΠΩΝ".

Ὅπως ἀναφέρεται καὶ στὸ βιβλίο τῆς Χρυσάνθης Μπαλτογιάννη (Εἰκόνες Μήτηρ Θεοῦ), τὸ εἰκονογραφικὸ σχῆμα τοῦ Παιδιοῦ ποὺ κάθεται καὶ στὰ δύο χέρια τῆς Μητέρας Τοῦ γυρισμένο ἔντρομο πρὸς τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ ποὺ βρίσκεται πολὺ κοντά του καὶ ἁπλώνει τὰ χέρια Τοῦ νὰ πιαστῇ ἀπὸ τὸ μαφόρι τῆς Παναγίας, δὲν εἶναι τυχαῖο. Προέρχεται ἀπὸ τὴν εἰκονογραφία τῆς Ὑπαπαντῆς, ὅπως ζωγραφίζεται στὸ Πρωτάτο, στὸν Χριστὸ τῆς Βεροίας, στὴν ἐπιζωγραφισμένη παράσταση τοῦ Χιλανδαρίου καὶ στὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Ὀρφανοῦ στὴν Θεσαλλονίκη. Στὸν τύπο τῆς Ὑπαπαντῆς ὁ Χριστὸς εἶναι στὰ χέρια τῆς Παναγίας μὲ λυγισμένα τὰ γόνατα καὶ ἁπλωμένα τὰ χέρια πρὸς τὴν Μητέρα Τοῦ. Τὸ κεφάλι Τοῦ γυρίζει μὲ τὴν ἴδια ἔκφραση φόβου πρὸς τὸ γέροντα Συμεῶν. Τὰ πόδια Τοῦ, ποὺ ἐντάσονται στὴν ἴδια σημειολογία τοῦ Πάθους, εἶναι γυμνά.

Οἱ συσχετίσεις αὐτές των δύο εἰκονογραφικῶν σχημάτων τῆς παλαιολόγιας Ὑπαπαντὴς καὶ τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους ἀποδεικνύουν τὴν ἐξάρτηση τῆς δημιουργίας τοῦ ἰδιαίτερου αὐτοῦ τύπου ἀπὸ τὴν Ὑπαπαντή. Ἡ ὁποία ἐξάρτηση ὑπαγορεύει τὴν ἔνταξή της σὲ δοκιμαστικὸ ἀκόμη στάδιο διαμόρφωσης τοῦ τύπου τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους.

Ἡ ἄποψη αὐτὴ ἐνισχύεται καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἰδιαίτερος αὐτὸς τύπος, παρὰ τὸ ὁλοκληρωμένο καὶ συγκροτημένο σχῆμα του, δὲν καθιερώνεται τελικά, καθὼς ἡ παράσταση παραμένει σπάνια. Αὐτὸ ἴσως σημαίνει ὅτι εἶναι προγενέστερη ἢ τοὐλάχιστον παράλληλη χρονικὰ μὲ τὴν Παναγία τοῦ Πάθους, ποὺ καθιερώνεται ἀπὸ τὸν Κρητικὸ ζωγράφο τοῦ δευτέρου μισοῦ του 15ου αἰῶνα Ἀνδρέα Ρίντζο.

Στὴν ἔνταξη αὐτὴ συνηγοροῦν ἄλλωστε καὶ τὰ τεχνοτροπικὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖο μένει ἀκόμη κοντὰ στὰ παλαιολόγια πρότυπα μὲ τὴν μορφὴ ποὺ αὐτὰ παίρνουν στὴν πρώιμη Κρητικὴ ζωγραφικὴ τῶν εἰκόνων.