Γράφτηκε στις .

Κύριο θἐμα: Μιὰ ἐπίκαιρη διαχρονικὴ ματιὰ στὶς ἐκλογὲς τῶν Ἑλλήνων - Ἐκλογὴ ἐλευθερίας

Ἀνάμεσα στὰ ὕψιστα ἀγαθὰ ποὺ προσδοκᾶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι καὶ αὐτὸ τῆς ἐλευθερίας. Ἡ ἐλευθερία –ἀγαθὸ ἅμα καὶ ἀρετή– ἐκφράζεται σὲ πολλὰ ἐπίπεδα: ἀτόμου, κοινωνίας, πολιτείας, ἔθνους...

Ἡ Ἐκκλησία μας ἑστιάζει τὴν προσοχή μας κυρίως στὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου, ἤτοι τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸ περιβάλλον, τοὺς λογισμοὺς καὶ τὸν θάνατο, ἡ ὁποία ἐν τέλει εἶναι ἡ ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατὰ τὸ γραφικὸ "ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμὰ ἐστιν· οὐ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία" (Β' Κόρ. γ' 17).

Ὅταν δὲν ἀξιολογοῦνται καὶ δὲν ἱεραρχοῦνται οἱ ἐλευθερίες μὲ κορυφὴ τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου, ὅταν δὲν λαμβάνεται ὑπ' ὄψιν ὅτι ἡ πραγματικότητα ποὺ ἀντιλαμβανόμαστε καὶ ζοῦμε εἶναι μεταπτωτική, τότε ὁ ἄνθρωπος μᾶλλον ματαιοπονεῖ, ἀγωνιζόμενος γιὰ ἐλευθερία μέσα στὴν φυλακή του!

Ἡ ματαιοπονία αὐτὴ παράγει ἄλλοτε τραγωδίες, ἄλλοτε κωμωδίες, οἱ ὁποῖες δὲν διαφεύγουν τῆς εὐαισθησίας τῶν λογοτεχνῶν μας, ἰδιαιτέρως δέ του κυρ-Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ὁ ὁποῖος στὸ διήγημά του "Χαλασοχώρηδες" περιγράφει τὴν κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ "ἐλευθερία", τὴν ὁποία ἀπελάμβαναν οἱ Ἕλληνες χωρικοί-νησιῶτες στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος, κατὰ τὸν ὁποῖον ἡ Ἑλλάδα εἶχε ἀποκτήσει τὴν ἐθνική της ἐλευθερία. Οἱ πολῖτες τῆς ἑλληνικῆς ἐπαρχίας "διαπραγματεύονταν" μέσα στὰ συγκεκριμένα ἐθιμικὰ πλαίσια καὶ κυρίως κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῶν παθῶν τῆς τοπικῆς –μεταπτωτικῆς– τοὺς κοινωνίας τὴν πολιτική τους ἐλευθερία μὲ τοὺς ἐπιτετραμμένους "τοῦ λύειν καὶ δεσμεῖν εἰς τὰ δύο κόμματα". Μιὰ διαπραγμάτευση ποὺ περιγράφει καὶ ζωντανεύει μὲ τὸν δικό του ἀπαράμιλλο τρόπο ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος, ἀνατέμνοντας ἐναργῶς τὸν ψυχισμὸ τῶν ἡρώων του, ἀφήνοντάς μας ἄφωνους νὰ παρακολουθοῦμε τὴν "φυσικὴ" δουλεία τῶν ἀνθρώπων στὰ πάθη καὶ τὰ βάσανα, τὰ ὁποῖα περιγράφει τόσο ἀπαθῶς, μὲ κατανόηση ἐνίοτε καὶ μὲ στοργὴ πρὸς τοὺς ἥρωές του. Ὅπλα τῶν "κομματαρχῶν" οἱ ὑποσχέσεις, τὰ "τραπεζώματα", "ἡ μετ' ἐπιτηδεύσεως ἐνδυμασία", "ἡ λιγυρὰ καὶ θωπευτικὴ φωνή", "ἡ μελισταγὴς εὐπροσηγορία", τὰ τάληρα τῶν βουλευτῶν, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀφέλεια τῶν ψηφοφόρων. Ὅπλα τῶν χωρικῶν ἄλλοτε ἡ γραφικὴ εὐθύτητά τους, ἄλλοτε "ἡ ψευτική"! Πεδίο μάχης αὐτὴ ἡ κοινότητα, ὅπου οἱ προσωπικὲς σχέσεις, μὲ τὶς ὅποιες παρεκτροπές τους, κυριαρχοῦν, ἀλλοιώνοντας τοὺς θεσμούς, παρὰ ἀλλοιούμενες ἀπὸ αὐτούς.

Περίοδος ἐκλογῶν, καὶ θεωρήσαμε καλὸ νὰ δημοσιεύσουμε ἀποσπάσματα ἀπὸ τοὺς "Χαλασοχώρηδες" τοῦ Παπαδιαμάντη ποὺ μᾶς ταξιδεύουν στὶς ἐκλογὲς μιᾶς ἄλλης ἐποχῆς, ὄχι πολὺ μακρινῆς, στὶς πρῶτες δεκαετίες μετὰ τὴν ἐθνική μας ἀνεξαρτησία.

"Οἱ Χαλασοχώρηδες" (ἀποσπάσματα)

Ἀλέξανδρος ΠαπαδιαμάντηςΑφού περιῆλθον ὅλα τα μαγαζεία τῆς παραθαλασσίου ἀγορᾶς, ὅπου ἔπιον ὄχι ὀλίγον εἰς ὑγείαν καὶ τῶν δύο ἀντιπάλων μερίδων, ὁ Κωνσταντῆς ὁ Καλόβολος καὶ ὁ Γιάννης της Χρυσάφους κατήντησαν καὶ εἰς τὸ μικρὸν καπηλεῖον τοῦ Δημήτρη του Τσιτσάνη, ὅπου εἰσελθόντες ἀπήτουν ἀπὸ τὸν οἰνοπώλην νὰ τοὺς κεράση. Ἀλλ' ὁ κάπηλος ἵστατο συλλογισμένος, καὶ ἠρνεῖτο ἀποτόμως νὰ κεράση, λέγων ὅτι, κατὰ τὸ ἔτος τοῦτο, δὲν εἶχε σκοπὸν νὰ τὸ κάμη φόρα πρὸς χάριν κανενός, διότι ἄλλοτε, ὁποὺ εἶχε φανῇ φιλότιμος μὲ τὸ παραπάνω, τὴν εἶχε πάθει στὰ γερά. Διότι, ὁ Λάμπρος ὁ Βατούλας καὶ ὁ Μανώλης ὁ Πολύχρονος, αὐτοὶ ποὺ εἶχαν τὸ λύειν καὶ τὸ δεσμεῖν εἰς τὰ δύο κόμματα, τοῦ ἔταζαν "φούρνους μὲ καρβέλια", δώσαντες αὐτῶ οὐχὶ πλείοντας τῶν εἴκοσι δραχμῶν μετρητά, ἀπέναντι καθὼς τοῦ εἶπαν, καὶ παρακινήσαντες αὐτὸν νὰ ἐξοδεύση κι ἀπ' τὴ σακκούλα τοῦ ὅσα θέλει, ἄφοβα, διότι θὰ πληρωθῇ μέχρι λεπτοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν λογαριασμὸν ὃν ἤθελε παρουσιάσει. Τότε αὐτὸς πιστεύσας "ἐξανοίχθηκε" κ' ἐξώδεψε ἰδικά του λεπτά, παραπάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατοστάρικο· ἀλλὰ μετὰ τὰς ἐκλογάς, ὁ Λάμπρος ὁ Βατούλας (τὸν ὁποῖον αὐτὸς ἠρέσκετο νὰ ὀνομάζη σήμερον "ὁ Λάμπρος ὁ Φαταούλας") ἔκαμε πῶς δὲν τὸν ἐγνώριζε καὶ τοῦ ἐγύρισε τὲς πλάτες... Ἀλλ' ὅταν μίαν φορᾶ καῇ ἡ γούνα ἑνὸς ταβερνάρη, ἑνὸς καφετζῆ ἢ ἑνὸς μικρομπακάλη (δὲν σοῦ λέγω, εἶναι ἄλλοι ποὺ καίονται στὰ πολιτικὰ κι ἔχουν κρεμασμένο διὰ τὰς ἐκλογὰς τὸ ζουνάρι τούς... κ' εἶναι πάλιν ἄλλοι ποὺ ξεύρουν μὲ τρόπο καὶ τὰ καταφέρνουν, παίρνοντες λεπτὰ κι ἀπὸ τὰ δύο κόμματα, μαυρίζοντες πότε τὸ ἕν πότε τὸ ἄλλο, κ' ἐβγαίνοντες πάντοτε λάδι), τότε πολὺ βλὰξ θὰ εἶναι ἂν τοὺς ἐπιτρέψη νὰ τὸν κοροϊδέψουν καὶ δευτέραν φορᾶ.

Τοιαύτας θεωρίας ἐξέφερεν ὁ Δημήτρης ὁ Τσιτσάνης, ἀρνούμενος νὰ κεράση τοὺς δύο φίλους, οἵτινες εὐθυμότατοι εἶχον εἰσέλθει εἰς τὸ καπηλείόν του. Ἀλλὰ δὲν ἦσαν καὶ διψασμένοι. Ἦτο ἑσπέρα ἤδη καὶ ἀπὸ τῆς δείλης εἶχον περιέλθει τὸ ἥμισυ τῆς πολίχνης, παντοῦ κερνώμενοι καὶ πίνοντες. Ὁ Κωνσταντῆς ὁ Καλόβολος ἤρχισε νὰ παραδίδη μάθημα ἐκλογικῆς ὀρθοφροσύνης εἰς τὸν κάπηλον, λέγων ὅτι, αὐτὸς ὁποὺ τοῦ θέλει τὸ καλόν του, λυπεῖται νὰ τὸν βλέπη νὰ πηγαίνη πάντοτε ὡσὰν τὸν κάβουρα, καὶ τοῦτο ἕνεκα ἀδικαιολογήτου παραξενιᾶς. Τὸ νὰ μὴ θέλη "νὰ τὸ κάμη φόρα" νομίζει ὅτι εἶναι δι' αὐτὸν τὸ συμφορώτερον;

Κάθε ἄλλο· ἐξ ἐναντίας, μὲ τοῦτο ἐμπνέει δυσπιστίαν καὶ εἰς τὰ δύο κόμματα, καὶ ἕνεκα τούτου δὲν ἀποφασίζουν νὰ δώσουν χρήματα εἰς ἕναν ἄνθρωπον κρυψίνουν, "στριμμένον", ὅστις θέλει νὰ κάμνη τὸν ἀνεξάρτητον, χωρὶς νὰ ξεύρη καλά-καλὰ τί πρᾶγμα εἶναι ἀνεξαρτησία. Ἐνῷ ἂν ἀποφασίση νὰ κηρυχθῇ θερμός, ἢ καὶ χλιαρός, ὑπὲρ τοῦ ἑνὸς κόμματος, τότε, ἐνῷ τοῦ κόμματος τούτου θὰ ἐφελκύση ἀσφαλῶς τὴν ἐμπιστοσύνην, δὲν εἶναι παράξενον νὰ προκαλέση κολακείας καὶ φιλοφρονήσεις καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο κόμμα, οἱ ἄνθρωποι τοῦ ὁποίου θὰ προσπαθήσουν μὲ κάθε τρόπον νὰ τὸν κάμουν νὰ τὰ γυρίση, ἢ θὰ πασχίσουν τοὐλάχιστον νὰ τὸν μετριάσωσιν. Ἐὰν θέλη μάλιστα νὰ πάρη λεπτὰ καὶ ἀπὸ τὰ δύο κόμματα, ὁ ἀσφαλέστερος τρόπος εἶναι νὰ κηρυχθῇ φανερὰ ὑπὲρ τοῦ ἑνός. Δὲν παίρνει παράδειγμα ἀπ' αὐτόν, καὶ ἀπὸ τὸν φίλον του τὸν Γιάννη τῆς Κ'σάφους; Ἐνῷ ἄλλοι φανατίζονται, καὶ "χαλνοὺν τὴ ζαχαρένια τους" καὶ χολοσκάνουν, αὐτοὶ οἱ δύο, "ζευγαράκι ταιριαστό", παράδειγμα ὑγιοῦς ἐκλογικῆς φιλοσοφίας εἰς ὅλον τὸ χωρίον, ἀνήκοντες εἰς δύο ἀντίπαλα καὶ μέχρι καταστροφῆς πολεμοῦντα ἄλληλα κόμματα, περνοῦν μὲ γέλοια καὶ μὲ χαρές, τρώγοντες, πίνοντες, εὐωχούμενοι, εἰς ὑγείαν ὅλων τῶν ὑποψηφίων, εὐλόγως θέτοντες τὴν φιλίαν τῶν ὑπεράνω τῶν κομμάτων. Καὶ μὲ τοιοῦτον τρόπον "τὸ ἔχουν δίπορτο". Μὲ ὅποιον κόμμα νικήση, θὰ εἶναι φίλοι καὶ οἱ δύο, ἀφοῦ θὰ εἶναι ὁ εἷς. "Ὅποιος γάϊδαρος, κι αὐτοὶ σαμάρι".

Τοιαῦτα πρακτικῆς ἠθικῆς διδάγματα ἔδιδεν ὁ Κωνσταντῆς ὁ Καλόβολος εἰς τὸν Δημήτρην τον Τσιτσάνην...

Ὁ κ. Ἀβαρίδης... εἶχεν ἐκλεχθῇ ἄλλοτε καὶ διατελέσει δὶς βουλευτής. Τὴν τελευταίαν φορὰν μάλιστα, κάποιος ἐν Ἀθήναις ἰδὼν αὐτὸν μιὰ τῶν ἡμερῶν ἀναγινώσκοντα ἐν καφενείῳ τὰ πρακτικὰ τῆς συνεδριάσεως τῆς προτεραίας ἐν τῇ Νέᾳ Ἐφημερίδι, τὸν ἠρώτησεν ἂν δὲν ἦτο παρὼν εἰς τὴν συνεδρίασιν. "Ὄχι, ἤμουν, ἀπήντησεν ὁ κ. Ἀβαρίδης, ἀλλὰ καλύτερα τὰ γράφει ἐδῶ". Εἶναι ἀληθὲς ὅτι κατὰ τὴν σύνοδον ἐκείνην, ὡς καὶ καθ' ὅλην τὴν περίοδον δὲν εἶχε καλοχορτάσει τὸν ὕπνον ἐπὶ τῶν ἑδωλίων τῆς αἰθούσης τῶν συνεδριάσεων. Μόλις ἔκλειε τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ γείτων συνάδελφος, λίαν ὑποχρεωτικός, πολιτικὸς φίλος, τὸν ἐξύπνα ἀποτόμως σείων αὐτοῦ τὸν βραχίονα, καὶ τοῦ ἐσύριζεν εἰς τὸ οὕς μίαν λέξιν πάντοτε. Ναὶ ἢ Ὄχι. Σχεδὸν κάθε δέκα λεπτὰ ἐγίνετο ψηφοφορία. Κοπιωδεστάτη ὑπῆρξεν ἡ σύνοδος ἐκείνη. Τὰ νομοσχέδια ἐπέπιπτον σωρηδόν, ὡς βροχή, ὡς χάλαζα, κ' ἐτάραττον τὸν ὕπνον τοῦ ἀγαθοῦ ἐπαρχιώτου...

...Αὐτὸς (ὁ γραμματεὺς κύρ-Ἀγγελὴς ὁ Μαλλίνης) καὶ ὁ πρόεδρος τῆς ἐπιτροπῆς, ὁ γέρων ἀγωνιστὴς Νιαουστεύς, διηγοῦντο πρὸς ἀλλήλους τὰς παλαιᾶς ἀναμνήσεις τῶν ἐκλογῶν ἐπὶ Ὄθωνος, ἐξυμνοῦντες τὴν ἐπὶ τῆς πρώτης βασιλείας ἀκμὴν καὶ ζωτικότητα, ταλανίζοντες τὴν σημερινὴν νάρκην καὶ ἀηδίαν. Τὸν παλαιὸν καιρὸν αἱ ἐκλογαὶ ἐγίνοντο μὲ ὄρεξιν, μὲ πεῖσμα καὶ μὲ μυθιστορικὰς πολλάκις περιπετείας... Εἰς τὰς βουλευτικὰς ἐκλογὰς πάλιν ἂν κ' ἐφηφοφόρουν πολλοί, τὸ καλὸν ἦτο ὅτι δὲν ἐχρειάζοντο σφαιρίδια, ἴσχυον τὰ ψηφοδέλτια. Τοιαῦτα μικρὰ δελτάρια χάρτου εἷς καλὸς γραμματεὺς ἠδύνατο νὰ συντάξη πεντακόσια εἰς δύο ὥρας. Ἐπ' αὐτῶν ἔγραφε τὰ ὀνόματα τῶν ὑποψηφίων οὕς ἤθελε, χωρὶς κἂν νὰ ἐρωτήση τὸν ψηφοφόρον τίνας ἐπιθυμεῖ νὰ ἐκλέξη. Καὶ εἰς τὸν κατάλογον τῶν ψηφοφορησάντων δὲν ἦτο ἀνάγκη νὰ ἐγγράφωνται πάντοτε ὀνόματα ζώντων. Διὰ τῆς προσθήκης διακοσίων ἢ τριακοσίων ψηφοδελτίων ἐπ' ὀνόματι ἰσαρίθμων συχωρεμένων, ὁ δήμαρχος καὶ ἡ ἐπιτροπὴ ἠδύνατο νὰ κεραυνοβολήσωσι τοὺς ἀντιπάλους, πλάττοντες αὐτοὶ ἀντιπροσώπους, οὕς ἤθελον. Ἐὰν ὅμως οἱ ἀντίθετοι τοὺς διέβαλλον ἐπὶ κιβδηλεία καὶ πλαστογραφία, εὔκολον ἦτο νὰ ἐξαφανίσωσι πᾶν ἴχνος εἰσορμῶντες διὰ τοῦ παραθύρου εἰς τὸν τόπον τῆς ἐκλογῆς, κλέπτοντες διὰ νυκτὸς τὴν μοναδικὴν καὶ εὐμετακόμιστον μὲ τὸ χάρτινον φορτίον τῆς κάλπην, καὶ καταστρέφοντες αὐτὴν καὶ τὸ περιεχόμενον, συγχρόνως δὲ ὑπογράφοντες ἀναφορὰν πρὸς τὸν κύριον νομάρχην, καὶ παρακαλοῦντες αὐτὸν εὐσεβάστως νὰ διατάξη νέας ἐκλογάς, "ἐπειδὴ οἱ ἀντίθετοι, βλέποντες τὴν ἀποτυχίαν των, ἐξηφάνισαν τὴν κάλπην".

(Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, Οἱ Χαλασοχώρηδες, Ἅπαντα, τόμ. 2, κριτικὴ ἔκδ. Ν. Α. Τριανταφυλλοπούλου, ἐκδ. Δόμος).

Ἐλευθερία

Ὁ ἄνθρωπος ὡς κτιστός, ὡς δημιουργημένος ἀπὸ τὸν Θεὸ ἔχει ἀπόλυτη ἐλευθερία μέσα στὴν σχετικότητά της. Μπορεῖ μὲ τὴν ἐλευθερία του νὰ στραφῆ καὶ ἐναντίον τοῦ δημιουργοῦ του, ὅμως αὐτὴ ἡ ἐλευθερία εἶναι σχετική. Καὶ αὐτὸ γιατί ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἄκτιστος, ἀλλὰ κτιστός, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο σημαίνει ὅτι δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ γι' αὐτὸ ἔχει ἀρχή.

Ὁ Ἀρχιμ. Σωφρόνιος παρατηρεῖ: "Ἡ οὐσία τῆς ἀπόλυτης ἐλευθερίας ἔγκειται στὸ ἑξῆς: ὁρίζει ἡ ἴδια σ' ὅλα τὸν τρόπο τῆς ὑπάρξεώς της ἔξω ἀπὸ κάθε ἐξάρτηση, ἀναγκαιότητα καὶ περιορισμό. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ· ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει τέτοια ἐλευθερία, γιατί δὲν ἔχει τὴν ἐξουσία τῆς δημιουργίας "ἐκ τοῦ μηδενός". Ὁ ἔσχατος πειρασμὸς γιὰ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου (καὶ γενικὰ τῶν ἐνυπόστατων πνευμάτων) εἶναι νὰ δημιουργήση ἡ ἴδια τὴ μορφὴ τῆς ὑπάρξεώς της, νὰ τὴν καθορίση ἡ ἴδια σ' ὅλες τὶς λεπτομέρειές της, νὰ γίνη ἡ ἴδια "θεὸς" καὶ νὰ μὴν δέχεται μόνον ὅ,τι τῆς δίνεται καὶ ποὺ τῆς δημιουργεῖ τὸ αἴσθημα τῆς ἐξαρτήσεως".

Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἀπόλυτη ἐλευθερία μὲ τὴν βιολογική του γέννηση. Μπορεῖ ὅμως νὰ ἀποκτήση ἀπόλυτη ἐλευθερία μὲ τὴν ἀναγέννησή του καὶ τὴν βίωση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Τὸ Πρόσωπο στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση).

Ἐνθύμιση ἀπὸ ἐκλογὲς στὴν Ναύπακτο

"Θυμᾶμαι ἀκόμη τὴν προεκλογικὴ περίοδο, ποὺ στὴν πόλη ἄρχιζε μιὰ ἀσυνήθιστη κίνηση μὲ τοὺς πολιτευόμενους καὶ τοὺς παρατρεχάμενους. Ἀπὸ ἀρκετὲς ἡμέρες πρὶν ἄρχιζε ἡ τοιχοκόλληση τῶν φωτογραφιῶν τῶν ὑποψηφίων τοῦ Νομοῦ καὶ οἱ προεκλογικὲς συγκεντρώσεις μὲ τοὺς καθιερωμένους λόγους. Τὸ κάθε κόμμα σχημάτιζε τὴ δική του "κολόνα", ποὺ περνοῦσε μέσα στὴν πόλη γιὰ νὰ ἐντυπωσιάση τοὺς ψηφοφόρους μὲ τὴν πυκνότητα καὶ τὸ δυναμισμό της, ἐνῷ στὰ καφενεῖα καὶ στὶς ταβέρνες ἔπαιρναν τὰ στοιχήματα ὑπὲρ τῶν ὑποψηφίων.......Ανήμερα κατέφθαναν ἀπὸ τὰ γύρω χωριὰ οἱ ψηφοφόροι συνταγμένοι, μὲ τὴ σημαία ἐπί κεφαλῆς καὶ μετὰ τὴν ψηφοφορία "κόνευαν" στὰ σπίτια τῶν ὑποψηφίων, ὅπου καὶ προσέφεραν τὸ σχετικὸ γεῦμα..."

(Γιάννη Βαρδακουλᾶ Ἀπὸ τὸν παλαιότερο Ἔπαχτο).

ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ