Τήν Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ. κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ καί πλήρης ἡμερῶν ὁ Ἀρχιμανδρίτης π. Ἀθηναγόρας Καραμαντζάνης, ὁ ὁποῖος ἐργάσθηκε καί στήν Ναύπακτο ὡς Ἱεροκήρυκας κατά τό διάστημα 1960-'68.
Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία καί ὁ ἐνταφιασμός του ἔγινε τήν Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Ἀθανασίου Κολινδροῦ. Ἔλαβαν μέρος οἱ Σεβ. Μητροπολίτες Λαρίσης κ. Ἰγνάτιος, Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, Καστορίας κ. Σεραφείμ, Τριπόλεως κ. Θεοφύλακτος τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, Ἐδέσσης, κ. Ἰωήλ, Γρεβενῶν κ. Δαβίδ καί ὁ οἰκεῖος ἱεράρχης Κίτρους κ. Γεώργιος. Ἐπίσης ἔλαβαν μέρος πολλοί Ἱερομόναχοι, Μοναχοί καί Μοναχές ἀπό διάφορα Μοναστήρια. Συμμετεῖχαν οἱ Ἀδελφότητες τῶν Ἱερῶν Μονῶν Ἁγίου Διονυσίου Ὀλύμπου καί Ἁγίου Ἀθανασίου Κολινδροῦ, πνευματικός πατέρας τῶν ὁποίων ὑπῆρξε ὁ ἀοίδιμος κληρικός, ἐνῶ πλῆθος πιστῶν καί πνευματικῶν τέκνων τοῦ μεταστάντος ἀπό τήν Πιερία, τήν Πέλλα, τήν Θεσσαλονίκη καί τήν Ναύπακτο συμπροσευχήθηκαν ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς του.
Τόν ἐπικήδειο ἐκφώνησε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ὁ ὁποῖος παρέστη ὡς Μητροπολίτης τῆς Ναυπάκτου, στήν ὁποία ἐργάσθηκε ἀποτελεσματικά ὁ π. Ἀθηναγόρας ἐπί ὀκτώ ἔτη, ὡς συνεργάτης του Ἱεροκήρυκας στήν Μητρόπολη Ἐδέσσης, ἀλλά καί μεταφέροντας τίς συλλυπητήριες εὐχές τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερωνύμου. Ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφέρθηκε στούς δεσμούς του μέ τόν π. Ἀθηναγόρα, ὅταν ὁ ἴδιος ἦταν νέος λαϊκός Ἱεροκήρυκας καί ἔπειτα νέος Ἀρχιμανδρίτης καί ὁ π. Ἀθηναγόρας ἔμπειρος καί ὥριμος Ἱεροκήρυκας στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, ὑπό τήν καθοδήγηση καί εὐλογία τοῦ ἡγιασμένου Μητροπολίτου Καλλινίκου. Ἐπίσης, μίλησε γιά τόν π. Ἀθηναγόρα ὡς κατανυκτικό λειτουργό –ἄγγελο–, λαμπρό Ἱεροκήρυκα, καλό Πνευματικό, Κληρικό μέ ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ζηλωτή ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀναφέρθηκε στά χαρίσματά του καί στούς καρπούς τοῦ κόπου του, πού εἶναι τά πνευματικά του παιδιά, μεταξύ τῶν ὁποίων ἐξέχουσα θέση ἔχουν ὁ π. Μάξιμος Κυρίτσης, Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ καί ἡ μοναχή Εἰρήνη Ζορμπᾶ, Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἀθανασίου Κολινδροῦ, καί οἱ δύο Ναυπάκτιοι στήν καταγωγή.
*
Ὁ μακαριστός Ἀρχιμ. Ἀθηναγόρας κατά κόσμον Γεώργιος Καραμαντζάνης, γεννήθηκε τό ἔτος 1928 στήν Ἀθήνα ἀπό πτωχούς ἀλλά εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἦταν τό μικρότερο (6ο) παιδί τῆς οἰκογενείας του. Ἡ οἰκογένειά του ἀνέδειξε τέσσερις κληρικούς καί μοναχούς. Τόν ἴδιο, τόν ἀδελφό τοῦ Χαράλαμπο, ἱεροδιάκονο Κορνήλιο, ὁ ὁποῖος ἐκάρη μοναχός καί χειροτονήθηκε διάκονος στήν Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους, ὅπου καί ἀπεβίωσε, ἀφήνοντας μνήμη ὁσίου ἀνδρός. Ἡ μητέρα του καί ἡ ἀδελφή τοῦ Παναγιώτα, μοναχή Θεοδούλη καί μοναχή Φιλοθέη, ἐκάρησαν ἀπό τόν ἴδιο μοναχές καί ἐγκαταβίωσαν στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Ἀθανασίου Κολινδροῦ.
Τά παιδικά του χρόνια τά πέρασε στήν Ἀθήνα. Ἀπό τήν μικρή του ἡλικία ἔδειξε τήν ἀγάπη του γιά τήν Ἐκκλησία καί τήν ἀπόφασή του νά γίνη κληρικός καί μοναχός. Σέ ἡλικία 4 χρονῶν ἔζησε ἕνα θαῦμα τῆς Ἁγίας Βαρβάρας πού ἔσωσε θαυματουργικά ἀπό πυρκαϊά τό σπίτι τους καί τό κουρεῖο τοῦ πατέρα του. Τό θαῦμα αὐτό σφράγισε τήν ζωή του καί ἀπό τότε συνεχῶς εὐλαβεῖτο καί θεωροῦσε τήν Ἁγία ὡς προστάτιδά του. Τό 1946 κατόπιν ἐξετάσεων εἰσήχθη στήν Θεολογική σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τρίτος κατά σειρά ἐπιτυχίας. Μαζί μέ τόν μακαριστό Γέροντα Χερουβείμ ἦταν ἀπό τούς συνιδρυτές τῆς ἀδελφότητας τοῦ Παρακλήτου, ἀπό τήν ὁποία στήν συνέχεια ἱδρύθηκε ἡ Ἱερά Μονή Παρακλήτου.
Τήν 14η Ἰουνίου 1951 ἐκάρη μοναχός καί τήν 29η Ἰουνίου 1951 ἐχειροτονήθη διάκονος ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Σπυρίδωνα. Ὡς Διάκονος ὑπηρέτησε τά ἔτη 1951 - 1954 στόν Ἱερό Ναό Ὑπαπαντῆς τοῦ Σωτῆρος Ταμπουρίων. Τήν 11η Ἰουλίου 1954 χειροτονήθηκε Ἱερέας ἀπό τόν Μητροπολίτη Ἀργολίδος Χρυσόστομο. Στήν συνέχεια διορίσθηκε πρωτοσύγκελλος τῆς Μητροπόλεως Ἀργολίδος καί προϊστάμενος τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου καί ἀνέπτυξε ἔντονο πνευματικό ἔργο καί ἀφιερώθηκε στήν διακονία πού τοῦ εἶχε ἀνατεθῆ. Αὐτό ἔγινε αἰτία νά κλονισθῆ ἡ ὑγεία του καί νά ἀναγκασθῆ νά ἐγκαταλείψη τήν θέση του καί τήν Ἱερά Μητρόπολη τό 1959. Ἀπό τό 1959 ἕως τό 1960 διορίσθηκε προσωρινά μέχρι νά ἀποκατασταθῆ ἡ ὑγεία του, ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Βαρβάρας Ἀμφιάλης Πειραιῶς.
Ἀπό τό 1960 ἕως τό 1968 ὑπηρέτησε στήν Μητρόπολη Ναυπακτίας καί Εὐρυτανίας. Ἀναλώθηκε στήν διακονία τοῦ ποιμνίου τοῦ Θεοῦ, ἐργαζόμενος κάτω ἀπό δυσμενεῖς συνθῆκες στίς δυσπρόσιτες ὀρεινές περιοχές. Οἱ στενοί δεσμοί του μέ τά πνευματικά του τέκνα παρέμειναν γιά δεκαετίες ἀναλλοίωτοι. Ἐκεῖ γνώρισε καί τόν Κωνσταντῖνο Κυρίτση, μετέπειτα Ἀρχιμανδρίτη Μάξιμο, Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Διονυσίου Ὀλύμπου καί τήν Μοναχή Εἰρήνη Ζορμπᾶ, καθηγουμένη τῆς μοναχικῆς ἀδελφότητος τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου πού ὁ ἴδιος ἵδρυσε.
Τό 1968 κατόπιν προσκλήσεως τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Καλλινίκου μετέβη στήν Μητρόπολη αὐτή καί διορίσθηκε ἱεροκήρυκας μέ ἕδρα τά Γιαννιτσά. Παρέμεινε στήν θέση αὐτή ἐπί 18 συνεχῆ ἔτη μέχρι τήν συνταξιοδότησή του. Ἐγκαταστάθηκε στήν Μονή τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἡ ὁποία βρισκόταν στήν ἄκρη τῆς πόλεως, ἡ ὁποία καί κατέστη κέντρο τῆς πνευματικῆς του ἐργασίας. Ὅλο τό διάστημα αὐτό εἶχε δίπλα του καί τόν π. Μάξιμο, ὁ ὁποῖος τόν ἀκολούθησε ὡς λαϊκός ἀπό τήν Ναύπακτο καί παρέμεινε μαζί του μέχρι τήν τελευτή του ἐπί 55 συνεχόμενα ἔτη. Ἐργάσθηκε καί ἐδῶ μέ ζῆλο καί αὐτοθυσία μή ὑπολογίζοντας κόπους. Τό ἔργο τοῦ εἶχε πλούσιους καρπούς. Ἀκόμη καί σήμερα, δεκαετίες μετά τήν ἀναχώρησή του, διατηροῦνται οἱ σχέσεις του μέ τά πνευματικά του τέκνα καί τούς συνεργάτες του. Καρπός τοῦ πνευματικοῦ του ἔργου εἶναι οἱ μοναχοί πού ἀπετέλεσαν τούς πυρῆνες τῶν Συνοδειῶν πού ἀναφέρθηκαν, ὅπως ἐπίσης καί πολλοί κληρικοί καί ἀξιόλογοι Ἁγιορεῖτες μοναχοί.
Μετά τό 1986 ἐγκαταβίωσε στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Διονυσίου Ὀλύμπου, συνεχίζοντας τό πνευματικό του ἔργο ὡς ἐφημερεύων Ἱεροκήρυξ. Ἀσχολήθηκε ἰδιαιτέρως μέ τήν συγγραφή βιβλίων καί μέ τήν πνευματική καθοδήγηση τῆς νεοσύστατης Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἀθανασίου Κολινδροῦ, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε Γέροντας καί κτήτορας, καί τῆς ἀδελφότητας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Διονυσίου στά πρῶτα βήματά της, ἀποτελώντας ἕνα σύμβουλο καί προστάτη τῶν νεαρῶν μοναχῶν.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί πολλές Ἱερές Μητροπόλεις ἀναγνωρίζοντας τό ἔργο του, τόν τίμησαν ἀπονέμοντάς του τιμητικές διακρίσεις.
Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου στίς 28 Σεπτεμβρίου 2008 διοργάνωσε τιμητική ἐκδήλωση πρός τιμή τοῦ π. Ἀθηναγόρα, πού περιελάμβανε θεία Λειτουργία, κατά τήν ὁποία εἶχε κηρύξει ὁ π. Ἀθηναγόρας, καί ἐκδήλωση κατά τήν ὁποία ὁμίλησαν ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος, ὁ π. Μάξιμος Κυρίτσης, ἡ μοναχή Εἰρήνη (Ζορμπᾶ), καί ἄλλα πνευματικά του παιδιά ἀπό τήν Ναύπακτο, καί βεβαίως ὁ ἴδιος ὁ τιμηθείς. Ἐπίσης εἶχε μιλήσει στήν Ἱερατική Σύναξη τῆς Μητροπόλεως. Ὁ Σεβασμιώτατος τοῦ εἶχε ἀπονείμει καί τιμητική πλακέτα, στήν ὁποία ἀναγραφόταν:
«Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου.
Ὁ Μητροπολίτης, οἱ Κληρικοί καί τό πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, εἰς τόν Πανοσ. Ἀρχιμ. π. Ἀθηναγόραν Καραμαντζάνην, τιμῆς καί εὐχαριστιῶν ἕνεκεν.
"Οἱ καλῶς προεστῶτες πρεσβύτεροι διπλῆς τιμῆς ἀξιοσθωσαν, μάλιστα οἱ κοπιῶντες ἐν λόγῳ καί διδασκαλίᾳ" (Α΄ Τιμ. ε΄, 17).
Ναύπακτος, 28-9-2008».
Μετά ἀπό σύντομη ἀσθένεια ὁ π. Ἀθηναγόρας μετέβη πλήρης ἡμερῶν πρός τόν Κύριον πού τόσο ἀγάπησε καί θυσιαστικά ὑπηρέτησε, τήν 25η Σεπτεμβρίου.
(Ὁ λόγος τοῦ Σεβασμιωτάτου θά δημοσιευθῆ ἀπομαγνητοφωνημένος σέ ἐπόμενο τεῦχος)