Skip to main content

Ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος, ἕνας σύγχρονος ἅγιος Ἐπίσκοπος

Μνήμη 40 ἐτῶν ἀπό τήν κοίμηση τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, Μητροπολίτου Ἐδέσσης

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Μνήμη 40 ἐτῶν ἀπό τήν κοίμηση τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, Μητροπολίτου Ἐδέσσης

Τό διήμερο 7-8 Αὐγούστου πού διανύουμε συμπληρώνονται σαράντα χρόνια (1984-2024) ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση ἑνός ἁγίου Μητροπολίτου, τοῦ ἁγίου Καλλινίκου Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Ἐκοιμήθη ἀργά τό βράδυ τῆς 7ης Αὐγούστου πρός τήν 8η Αὐγούστου καί ἡ ἁγιοκατάταξή του ἔγινε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό 2020.

Πρίν τήν ἁγιοκατάταξή του, ἐτιμᾶτο ὡς ἅγιος ἀπό πολλούς ἀνθρώπους. Μάλιστα, τρεῖς Μητροπολῖτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, φέρουν τό ὄνομά του. Εἶναι οἱ Μητροπολῖτες Ἄρτης Καλλίνικος, Παροναξίας Καλλίνικος, Καστορίας Καλλίνικος, καί πολλοί ἄλλοι πού τόν γνώριζαν τόν ἐπικαλοῦνταν ὡς ἅγιο καί ἔβλεπαν θαύματα.

Σήμερα καί αὔριο θά ἑορτάσουν τήν μνήμη του σέ πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος καί ἐκτός αὐτῆς, διότι ἔχουν προσωπικές ἀναμνήσεις, σέ πολλούς Ναούς ὑπάρχουν τοιχογραφίες καί φορητές εἰκόνες καί ἔχουν ἀποτμήματα ἱερῶν λειψάνων του καί πολλοί διηγοῦνται θαυματουργικές ἐπεμβάσεις του μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, διότι «θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ».

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν ἕνας σπάνιος Ἱεράρχης, ὅπως τόν γνωρίσαμε προσωπικά καί βεβαιώνουμε γι’ αὐτό. Συνεδύαζε ἁγιότητα βίου μέ κοινωνική ζωή, μεγάλη ἀγάπη στόν Θεό μέ προσφορά στούς ἀνθρώπους, ἡσυχασμό μέ ἱεραποστολή, θεολογική ὁμολογία μέ μαρτυρικό φρόνημα, πατερική ζωή μέ σύγχρονο τρόπο, ἁγιότητα βίου μέ διοικητικά χαρίσματα, ἔκτακτη ἰδιοφυΐα μέ ἀγαθή καρδιά, ταπείνωση μέ ἀγωνιστικότητα καί πολλά ἄλλα.

Στήν ζωή μου γνώρισα πολλούς χαρισματούχους Ἱεράρχες, ἀλλά ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν, ὄντως, ἕνα σπάνιος Ἱεράρχης στίς ἡμέρες μας καί αὐτό τό ὁμολογῶ μετά λόγου γνώσεως.

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν ἅγιος ἀπό τά μικρά του χρόνια. Ὅσοι τόν γνώριζαν ἀπό μαθητή, φοιτητή, λαϊκό Ἱεροκήρυκα, στρατιώτη, Ἱερέα, Πρωτοσύγκελλο καί Ἐπίσκοπο, ὁμολογοῦσαν ὅτι εἶχε ἐπάνω του τά ἀποτυπώματα τῆς ἁγιότητος. Εἶχε καθαρότητα βίου, ἀποστολικό ζῆλο, προφητικό κήρυγμα, πατερικό φρόνημα, ἡσυχαστική ζωή, καί μαρτυρικό ἦθος. Συγχρόνως εἶχε καί πολλά χαρίσματα διανοητικά, διοικητικά, ποιμαντικά. Δέν ἦταν συνηθισμένος Κληρικός.

Ἄκουσα μερικούς Κληρικούς καί μοναχούς νά λένε μέ ἀπορία: «Τί εἶχε αὐτός ὁ Ἐπίσκοπος πού τό ὄνομά του εἰσῆλθε στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας;». Εἶχε αὐτό πού δέν ἐκτιμοῦν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας, δηλαδή τό γνήσιο προφητικό, ἀποστολικό, πατερικό, ἡσυχαστικό, μαρτυρικό φρόνημα. Ἦταν κατά πνεῦμα συγγενής μέ τούς νέους ἁγίους, ὅπως τόν ἅγιο Παΐσιο, τόν ἅγιο Πορφύριο, τόν ἅγιο Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη, ἀλλά ταυτόχρονα εἶχε καί τό χάρισμα τῆς Ἀρχιερωσύνης καί ὁμοίαζε μέ τόν ἅγιο Νικόλαο κ.ἄ.

Παρατηρῶ ὅτι σήμερα ἔχουν ἀλλοιωθῆ καί διαφοροποιηθῆ τά κριτήρια τῆς ἁγιότητας, καί ἐφ’ ὅσον δέν ὑπάρχουν αὐτές οἱ προϋποθέσεις δέν μποροῦν οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμη καί καλοί Κληρικοί καί μοναχοί νά ἀναγνωρίσουν τούς ὄντως ἁγίους.

Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Καλλινίκου (8 Αὐγούστου) στήν ἐπέτειο τῶν 40 ἐτῶν ἀπό τήν ὁσιακή κοίμησή του στήν ὁποία ἤμουν αὐτόπτης μάρτυρας, μοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά δημοσιεύσω μιά ὁμιλία γι’ αὐτόν πού πραγματοποίησα στόν Βόλο πρίν λίγους μῆνες, ὕστερα ἀπό πρόσκληση τοῦ Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ἰγνατίου καί τοῦ Ἀρχιμ. π. Ἐπιφανίου Οἰκονόμου.

Ἡ ὁμιλία αὐτή διαρθρώνεται σέ ὀκτώ ἑνότητες, ἤτοι ἡ ἁγία ἰσορροπία, ὁ κατανυκτικός λειτουργός, ὁ γλυκύς καί γλαφυρός Ἱεροκήρυξ, ὁ ἡσυχαστής ποιμένας, ἡ διοικητική διάνοια, ὁ γελαστός Δεσπότης, ἡ ζωντανή ἁγιογραφία, ὁ φιλόπονος ἄνθρωπος καί «σημειοφόρος», πού καταγράφουν μέ συντομία καί ἀνάγλυφα τόν ἅγιο βίο του καί τήν ἔνδοξη πολιτεία του.

Εἴθε νά ἔχουμε τίς πρεσβεῖες του.

* * *

Ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος, ἕνας σύγχρονος ἅγιος Ἐπίσκοπος

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Διαβᾶστε τὸ ἄρθρo (pdf)

 

Τό διήμερο 7-8 Αὐγούστου 2024 συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια (1984-2024) ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση ἑνός ἁγίου Μητροπολίτου, τοῦ ἁγίου Καλλινίκου Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Ἐκοιμήθη ἀργά τό βράδυ τῆς 7ης Αὐγούστου πρός τήν 8η Αὐγούστου καί ἡ ἁγιοκατάταξή του ἔγινε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό 2020. Ἡ μνήμη αὐτή μοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά δημοσιεύσω μιά ὁμιλία γι’ αὐτόν πού πραγματοποίησα στόν Βόλο πρίν λίγους μῆνες, ὕστερα ἀπό πρόσκληση τοῦ Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ἰγνατίου.

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἀποτελεῖ μιά ἰδιαιτερότητα, διότι στίς ἡμέρες μας ἐγγράφονται στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας συνήθως ἀσκητές, ἁγιορεῖτες Πατέρες πού ἔλαμψαν στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν ἄσκησή τους καί τούς ἀγῶνες τους ἐναντίον τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἐπίσης, σήμερα, συνήθως, θεωρεῖται ὅτι τό νά εἶναι κανείς Ἐπίσκοπος-Μητροπολίτης ἔχει ἐνταχθῆ στό σύστημα, συμμετέχει στήν διαπλοκή καί στό παρασκήνιο, ταυτίζεται μέ τήν ἐξουσία, συνδέεται μέ τήν φιλαργυρία καί τήν πλεονεξία καί πολλά ἄλλα.

Ὅμως τό «πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ» (Ἰω. γ΄, 8) καί παντοῦ ὑπάρχουν ἅγιοι, πράγμα πού εἶναι ἐλπίδα γιά ὅλους μας. Ἡ ταύτιση τῆς ἁγιότητος μέ τούς μοναχούς καί τούς ἁγιορεῖτες Πατέρες, ἀποκλειομένων τῶν Ἐπισκόπων καί τῶν Κληρικῶν πού ἐργάζονται στήν κοινωνία καί μεταξύ τῶν ἐγγάμων ἀνθρώπων, εἶναι ἕνας ἐκκλησιολογικός νεστοριανισμός καί μονοφυσιτισμός. Γι’ αὐτό χρωστᾶμε εὐγνωμοσύνη στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἰδιαιτέρως στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο πού ἔθεσε στό Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τόν Μητροπολίτη Ἐδέσσης Καλλίνικο, ὁ ὁποῖος στήν συνείδηση τῶν ἀνθρώπων πού τόν γνώρισαν ἦταν ἅγιος, «δαιμονοκαταλύτης» καί ἀληθής «σημειοφόρος».

Θεωρῶ εὐγνωμοσύνη στόν Θεό πού μοῦ ἔδωσε τό μεγάλο δῶρο νά γνωρίσω ἕναν ἅγιο Ἐπίσκοπο, νά γίνω πνευματικό του παιδί, νά λάβω τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης καί νά μείνω μαζί του μέχρι τήν στιγμή πού ἐξῆλθε ἡ ψυχή ἀπό τό ἐξαγιασμένο σῶμα του. Ἔγραψα γι’ αὐτόν πολλές σελίδες, καί ἔκανα ἀρκετές ὁμιλίες, ἀλλά στήν παροῦσα ὁμιλία μου θά κάνω μιά μικρή σύνοψη ὅλων αὐτῶν, προσθέτοντας κάποια νέα στοιχεῖα. Κυρίως, θά ἀναφέρω ὀκτώ χαρακτηριστικά του γνωρίσματα.

1. «Ἡ ἁγία ἰσορροπία»

Συνήθως οἱ ἄνθρωποι ρέπουν πρός τά ἄκρα καί βεβαίως οἱ ἀκρότητες εἶναι ἰσότητες. Στά ἄκρα ὁδηγεῖ ἡ ἄγνοια, ὁ φανατισμός, τό ἐμπαθές θυμικό τῆς ψυχῆς. Εἶναι μέγα ζητούμενο σήμερα ἡ ἰσορροπία, ἡ ὁποία δέν πρέπει νά εἶναι προϊόν καί ἀποτέλεσμα διπλωματικῶν ἐνεργειῶν, ἀλλά γνώσεως τῶν πραγμάτων, σεβασμοῦ τῆς κάθε ἑτερότητας καί ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ζητούμενο, λοιπόν, εἶναι ὄχι ἡ διπλωματική ἰσορροπία, ἀλλά ἡ «ἁγία ἰσορροπία». Ἕνας σύγχρονος Ἐπίσκοπος (Χαλκίδος Νικόλαος) ἔγραφε: «Θεέ μου, δός μου τήν ἁγία ἰσορροπία».

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος σέ ὅλη τήν ζωή του, παρά τό ὅτι ἔζησε σέ δύσκολες καταστάσεις, ἐξέφραζε καί ζοῦσε αὐτήν τήν «ἁγία ἰσορροπία». Γεννήθηκε τό ἔτος 1919, ὅταν εἶχαν τελειώσει οἱ Βαλκανικοί ἀγῶνες καί ἀπελευθερώθηκε ἡ Μακεδονία, ἡ Ἤπειρος καί ἡ Δυτική Θράκη, ἀλλά ὁ λαός ὑπέφερε ἀπό τίς τραγικές συνέπειες τοῦ πολέμου. Ἐπίσης, εἶχε προηγηθῆ ὁ Ἐθνικός διχασμός μεταξύ Βασιλικῶν καί Βενιζελικῶν, πού ἄρχισε τό 1915 καί ὁλοκληρώθηκε μέ τήν Μικρασιατική Καταστροφή τό 1922, τότε πού ὁ Δημήτριος Ποῦλος ἦταν τριῶν ἐτῶν.
Ἔπειτα, ὡς μαθητής ἔζησε τήν περίοδο τῆς ἀνασυντάξεως τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καί τῆς ἐντάξεως περίπου ἑνάμισυ ἑκατομμυρίων προσφύγων ἀπό τήν Μικρά Ἀσία, τήν Θράκη, τόν Πόντο, τήν Καππαδοκία.

Ὡς φοιτητής συνέπεσε νά σπουδάζη στήν Θεολογική Σχολή Ἀθηνῶν τήν περίοδο τῆς Δικτατορίας τοῦ Μεταξᾶ, τῆς ἐνάρξεως τοῦ πολέμου μέ τούς Ἰταλούς καί Γερμανούς καί στήν περίοδο τῆς Κατοχῆς μέ τήν ὑποδούλωση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ στόν Ἰταλογερμανικό ἄξονα, καί τήν πείνα πού ἔπεσε στήν Ἀθήνα. Ὡς στρατιώτης ἔζησε τήν φρίκη τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, τοῦ συμμοριτοπολέμου, ὅπως ἐπισήμως τόν χαρακτήριζαν τότε, ὡς ἱεροκήρυξ τῆς Θρησκευτικῆς Ὑπηρεσίας τοῦ Στρατοῦ στίς τάξεις τῶν Λόχων Ὀρεινῶν Καταδρομῶν, στά βουνά τοῦ Γράμμου καί τοῦ Βίτσι, νά ὁμιλῆ στούς στρατιῶτες καί στούς Χριστιανούς τῆς Λαμίας πρῶτα και ἔπειτα τῆς Καστοριᾶς.

Ὡς ἐκκλησιαστικός ὑπάλληλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας καί ὡς Πρωτοσύγκελλός της ἔζησε ἀφ’ ἑνός μέν τήν περίοδο τῆς ἀνασυγκροτήσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ἀπό τά ἀποτελέσματα τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, ἀφ’ ἑτέρου δέ τῆς περιόδου τῆς ἐκκλησιαστικῆς καταστάσεως μέ ἔντονες ἀμφισβητήσεις, ὅπως ἦταν ἡ περίοδος 1960-1967, μέ ἐκλογές Ἀρχιερέων χωρίς ἀναγνώριση ἀπό τό Κράτος, μέ ἔντονη δυσαρέσκεια τῶν λεγομένων «ἀγωνιζομένων Χριστιανῶν» γιά τίς ἐκλογές αὐτές, μέ διάσπαση τῆς Θρησκευτικῆς Ὀργάνωσης «Ζωή».

Ὡς Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας ἔζησε στήν περίοδο τῆς Δικτατορίας τῶν Συνταγματαρχῶν, τήν περίοδο τῆς Ἀριστίνδην Συνόδου καί τῆς συγκρούσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἀλλά καί τήν περίοδο τῆς μεταπολίτευσης καί τῆς «Ἀλλαγῆς» μέ ἔντονη κριτική τῆς Πολιτείας καί τῆς κοινωνίας στήν ἐκκλησιαστική διοίκηση, ἀλλά καί τίς ἔντονες ἀνακατατάξεις στήν Ἱεραρχία.

Σέ ὅλες αὐτές τίς δύσκολες περιόδους ὁ ἅγιος Καλλίνικος, διατήρησε τόν «νηφάλιο νοῦ», τήν «ἁγία ἰσορροπία», καί αὐτό ἔγινε διότι εἶχε ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ἠσχολεῖτο μέ τά ἐκκλησιαστικά καί ὄχι μέ τά πολιτικά, οὔτε μέ τά λεγόμενα «πολιτικά τῆς Ἐκκλησίας», δέν ἠσχολεῖτο μέ τίς μεθοδεύσεις καί τήν παρασκηνιακή νοοτροπία, καί κυρίως ἐξέφραζε τόν σεβασμό του σέ κάθε ἑτερότητα καί ἐλευθερία. Ὁ λόγος του πάντα ἦταν ἐκκλησιαστικός καί Χριστοκεντρικός, ἀγαποῦσε τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία καί δέν ἀναμειγνυόταν σέ ὑπονομευτικές κινήσεις σέ βάρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, καί μᾶς συμβούλευε νά μή ἀσχολούμαστε μέ τό παρασκήνιο καί τό λεγόμενο «ἐκκλησιαστικό κουτσομπολιό».

Θά καταγράψω κάποιες ἐντυπώσεις ἀνθρώπων πού τόν γνώρισαν.

«Λεπτός καί εὐαίσθητος, πρᾶος καί ἀξιοπρεπής, ἁπλός στήν ἐμφάνιση καί μεγαλοπρεπής στήν ἔκφραση στοργῆς καί ἀγάπης, παραδοσιακός καί συγχρόνως μέ λίγα λόγια "ὁ μηδενί λειπόμενος". Ἔτσι μένει στήν μνήμη μας ὁ μακαριστός Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης Καλλίνικος» .

«Ἦταν ἔξυπνος, μορφωμένος, πνευματικός, μέ Χάρη Θεοῦ καί ὀξυμένα αἰσθητήρια. Ἔτσι ἀντιλαμβανόταν εὔκολα τά λάθη τῶν ἄλλων. Σάν φύση πρέπει νά ἦταν εὐερέθιστος, εὐέξαπτος, ἀλλά δέν τόν εἶδα ποτέ νά ἐκδηλώνη θυμό. Τήν δυσαρέσκειά του καί τήν ἀγανάκτησή του τήν ἐξέφραζε μέ τό νά ἀναφωνῆ μέ ἔμφαση τό "Κύριε ἐλέησον"» .

2. «Ὁ κατανυκτικός Λειτουργός»

Ἡ θεία Λειτουργία σέ συνδυασμό μέ τήν ἀσκητική ζωή καί τήν προσευχή εἶναι τό κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, εἶναι «ἡ σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς», στήν ὁποία συγκεντρώνεται ἡ Ἐκκλησία καί ὑμνεῖ τόν Θεό, ἀλλά προσφέρεται καί ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ πρός βρώση πνευματική.

Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι μιά πανήγυρη, ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί μυστική, διότι γιά νά συμμετάσχη κανείς σέ αὐτήν ἀπαιτοῦνται ἐσωτερικές καί πνευματικές αἰσθήσεις, γι’ αὐτό συνδυάζεται ὁ θρίαμβος μέ τά μυστήρια, ἡ δοξολογία μέ τήν κατάνυξη. Ὅπως συνδέεται ἡ θεολογία τοῦ σταυροῦ μέ τό μυστήριο τῆς δόξας, ἔτσι συνδέεται ἡ κατάνυξη μέ τόν θριαμβευτικό χαρακτήρα τῆς θείας Εὐχαριστίας.

Γράφεται ἀπό μερικούς ὅτι στήν ἀρχαία Ἐκκλησία οἱ Χριστιανοί βίωναν τήν θεία Εὐχαριστία ὡς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί ἀργότερα αὐτό ἀλλοιώθηκε, διότι εἰσήχθη ἡ ἡσυχαστική θεολογία. Αὐτό εἶναι λάθος γιατί, ὅπως βλέπουμε στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ἡ δόξα τῆς θείας Λειτουργίας συνδέεται ἀναπόσπαστα μέ τήν ἀσκητική ζωή. Αὐτό φαίνεται καθαρά στό Ἅγιον Ὄρος, πού ἑνώνεται ἁρμονικά τό ταπεινό ἀπέριττο κελλί τοῦ ἁγιορείτου μοναχοῦ μέ τήν πανηγυρική τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας στό Καθολικό τῆς Μονῆς.

Αὐτό τό ζοῦσε ἔντονα ὁ ἅγιος Καλλίνικος. Ἦταν κατανυκτικός λειτουργός διότι ἦταν ἀσκητικός, ζοῦσε τήν θεία Λειτουργία ὡς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στήν γῆ, ἀλλά βίωνε καί τήν μετάνοια, τό λεγόμενο «Βασίλειο Ἱεράτευμα», πού εἶναι προϋπόθεση γιά τήν μέθεξη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Πέτρας Νεκτάριος ἔγραφε: «Τόν θυμᾶμαι χοροστατοῦντα στόν ἑσπερινό τοῦ ἁγίου Φανουρίου στό προάστιο Κατσαμπᾶ Ἡρακλείου. Τό πρόσωπό του ἔλαμπε ἀπό τό ἄκτιστο φῶς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀναστροφή μαζί του σέ γέμιζε γαλήνη καί ἀνάπαυση» .

Θά ἀναφέρω τρεῖς μαρτυρίες.

«Δέν ἔχω ξεχάσει, οὔτε πρόκειται νά ξεχάσω ποτέ τίς ἀρχιερατικές Λειτουργίες. Σέ στάση προσευχῆς ἀπό τήν κορυφή μέχρι τά νύχια, μέ ὑψωμένα τά χέρια καί τά μάτια, τόν ἄκουγα, τόν ἔβλεπα νά λέη τά "Κύριε, Κύριε ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ.."» .
«Ἡ θεία Λειτουργία ἦταν ἡ χαρά του. Λειτουργοῦσε πολύ συχνά, Κυριακές καί Καθημερινές. "Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι τό γλέντι μας" ἔλεγε» .
«Ὅταν ἦταν ἐπάνω στόν θρόνο ἦταν ἕνα κόσμημα, μιά ζωντανή εἰκόνα» .

3. «Ὁ γλυκύς καί γλαφυρός Ἱεροκήρυξ»

Ὁ θεολόγος καί ὁ ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας κηρύττει καί καθοδηγεῖ πατερικά τούς Χριστιανούς. Τό κήρυγμα ἔχει ἀποστολή νά ὁδηγήση τούς ἀνθρώπους στήν μετάνοια, πού εἶναι προϋπόθεση τῆς μεθέξεως τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, κατά τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ «μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. γ΄, 2), ἐκήρυσσε «τό εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί λέγων ὅτι πεπλήρωται ὁ καιρός καί ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· μετανοεῖτε καί πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ» (Μάρκ. α΄, 14-15).

Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καί μετά τήν ὁμιλία του, στήν ἐρώτηση τῶν ἀκροατῶν «τί ποιήσομεν» εἶπε: «Μετανοήσατε, καί βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπί τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καί λήψεσθε τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Πρ. β΄, 37-38). Αὐτό εἶναι τό περιεχόμενο τοῦ Ἀποστολικοῦ κηρύγματος, ἡ μετάνοια, τό βάπτισμα στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί ἡ δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό τό βλέπουμε στό κήρυγμα ὅλων τῶν Ἀποστόλων, ὅπως φαίνεται στίς Ἐπιστολές πού ἀπέστειλαν στίς Ἐκκλησίες, γιά νά κατευθύνουν τούς Χριστιανούς στήν κατά Χριστόν ζωή.

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ὡς θεολόγος, ὡς στρατιώτης στήν Θρησκευτική Ὑπηρεσία τοῦ Λόχου Ὀρεινῶν Καταδρομῶν, στήν συνέχεια ὡς λαϊκός Ἱεροκήρυξ, Κληρικός καί Ἐπίσκοπος καλλιέργησε σέ μεγάλο βαθμό τό ἱερό κήρυγμα στούς Ἱερούς Ναούς καί ὅπου ἀλλοῦ βρέθηκε. Πράγματι, ἦταν συναρπαστικός Ἱεροκήρυκας, γλυκύς καί γλαφυρός, ἀλλά καί προφητικός, διότι μιλοῦσε γιά τήν μετάνοια καί τήν ἐπιστροφή στόν Θεό, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μέ τό κήρυγμά του δίδασκε τό Εὐαγγέλιο τῆς ζωῆς καί ὁδηγοῦσε τούς ἀκροατές του στήν ἐκκλησιαστική ζωή.

Βασική του ἄποψη γιά τό κήρυγμα ἦταν ὅτι ἔπρεπε νά ἔχη «θεματική πρόταση» καθορισμένη, νά ἀναπτύσση μιά πτυχή τοῦ θέματος, κάθε φορά διαφορετική, ὅπως τί εἶναι ἡ ἀγάπη, ἀπό ποῦ προέρχεται, ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις της, ποιά εἶναι ἡ διαφορά τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης ἀπό τήν ἰδιοτελῆ ἀγάπη, ποιά εἶναι τά γνωρίσματά της κλπ. Ἔπειτα, τό κήρυγμα, ἔλεγε, πρέπει νά εἶναι διαρθρωμένο σέ δύο τρία σημεῖα, πού νά ἀναλύουν τήν «θεματική πρόταση», ἀνάλογα μέ τήν ὥρα πού θά διαρκέση, πάντως ὄχι πάνω ἀπό δεκαπέντε λεπτά τῆς ὥρας σέ λειτουργική σύναξη.

Φυσικά, τό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματός του διανθιζόταν ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ (τό Εὐαγγέλιο), τό κήρυγμα τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων, τά ἀποφθέγματα τῶν Γερόντων, τήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί τό Ἁγιολόγιό της. Ποτέ τό κήρυγμά του δέν κατέβαινε ἀπό τό ὕψος τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ποτέ δέν ἀναλισκόταν σέ κοινωνικά ζητήματα. Ὁ λόγος του ἦταν Χριστοκεντρικός,

Εὐαγγελικός, Ἐκκλησιαστικός, μυσταγωγικός.
Ἡ λεπτή καί γλυκειά φωνή του τόν βοηθοῦσε νά εἶναι γλυκύς καί γλαφυρός στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὁμιλοῦσε, τό ἴδιο καί ἡ ἀσκητική ἔκφραση τοῦ προσώπου του. Ἐνίοτε ὕψωνε τήν φωνή του ὡσάν νά ὑπογραμμίζη μιά φράση του καί προσήλωνε τό ἀκροατήριό του στόν λόγο του.

Ὁ Ἰβηρίτης μοναχός Θεολόγος, πού ὡς μαθητής τόν γνώρισε στήν Ἔδεσσα, γράφει γιά τό κήρυγμά του:

«Τό κήρυγμά του εἶχε κάτι ἀπό τήν χάρη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πού τόσο ἀγαποῦσε καί συνέχεια ἀνέφερε στίς ὁμιλίες του. Τό ἴδιο καί ἡ μορφή του. Μικρόσωμος, ἀσκητικός καί μειλίχιος, μιλοῦσε ἁπλά καί πατρικά, μέ πολλές παραστάσεις ἀπό τήν ζωή τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων. Δέν κούραζε κι ὅταν ὁμιλοῦσε ἐπί 20-25 λεπτά. Ἐκτός ἀπό τή θεία Λειτουργία κήρυττε καί σέ ἄλλες ἀκολουθίες, χωρίς νά σέ ἀπομακρύνη ἀπό τή μυσταγωγία τους. Τήν ἴδια ἐκκλησιαστική ἀτμόσφαιρα ἀποπνέουν καί οἱ ἐγκύκλιοί του» .

Διηγοῦνται γιά τό κήρυγμά του:

«Τό κήρυγμά του ἦταν πολύ πνευματικό καί συγχρόνως ἁπλό. Γινόταν κατανοητό ἀπό πολλούς ἀνθρώπους καί συγχρόνως ἱκανοποιοῦσε καί τούς μορφωμένους» .
«Τό κήρυγμα πού ἔκανε ἦταν συνέχεια τῆς θείας Λειτουργίας. Ποτέ δέν φαινόταν ξεκομμένο ἀπ’ αὐτήν» .
«Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου διαπότιζε τά κηρύγματά του χωρίς νά δημιουργῆ ἀπελπισία. Ἀντίθετα, ἡ ἐλπίδα του στήν εὐσπλαγχνία καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στήριζε τό ἀκροατήριο. Ἡ φωνή του ἄλλοτε ἤπια, ἄλλοτε δυνατή σ’ ἔκανε νά τόν ἀκολουθῆς στήν πορεία τοῦ λόγου του. Εἶχε μία γλυκύτητα καί παιδικότητα πού ἐκφραζόταν πολλές φορές ὑποκοριστικά. Ἡ γλώσσα του ζωντανή γινόταν κατανοητή ἀπό ὅλους. Μιλοῦσε μέ ὅλη του τήν ὕπαρξη κι’ ἀπευθυνόταν σέ ὅλους, ἀλλά καί σέ καθέναν προσωπικά. Πάντοτε ἔκλεινε τίς ὁμιλίες του μέ πολλές καί ἐγκάρδιες εὐχές» .
«Ἡ μεστότητα καί ἡ καθηλωτική ἁπλότητα, ἡ γλυκύτητα πού ἐνστάλαζε τό κήρυγμά του, πολύ συχνά κατέληγε σέ προσευχή» .

4. «Ὁ ἡσυχαστής ποιμένας»

Ὁ Κληρικός, καί ἰδίως ὁ Ἐπίσκοπος, εἶναι ποιμήν, ἀκολουθώντας τόν Μεγάλο Ποιμένα Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ποιμήν ὁ καλός, κατά τόν λόγο Του, «ἐγώ εἰμι ὁ ποιμήν ὁ καλός, ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων» (Ἰω. ι΄, 11), καί ὡς ποιμήν καλός «γινώσκω τά ἐμά καί γινώσκομαι ἀπό τῶν ἐμῶν» (Ἰω. ι΄, 14). Συγχρόνως ὁ Χριστός εἶναι καί «ἡ θύρα τῶν προβάτων» (Ἰω. ι΄, 7).

Ἔτσι, ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ κατ’ ἐξοχήν ποιμένας τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας «εἰς τύπον καί τόπον» τοῦ καλοῦ Ποιμένος, τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπᾶ θυσιαστικά τά πρόβατα, γνωρίζει τά πρόβατα καί τά ποιμαίνει «εἰς νομάς σωτηρίους». Ἡ ποιμαντική εἶναι ὁλόκληρη ἐπιστήμη καί μάλιστα θεραπευτική ἐπιστήμη, ὅπως τήν περιγράφει θαυμάσια ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης σέ ἰδιαίτερο κεφάλαιο στό βιβλίο του «Κλῖμαξ», μέ τίτλο «εἰς Ποιμένα».

Αὐτήν τήν βαθυτάτη αἴσθηση τοῦ ποιμένος τήν εἶχε ὁ ἅγιος Καλλίνικος, ἰδίως ὅταν ἐξελέγη Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Βεβαίως, ἦταν «ἡσυχαστής ποιμένας», δηλαδή ἀσκητικός, ἡσυχαστής, πού σημαίνει γνώριζε τήν μέθοδο τῆς ποιμαντικῆς θεραπευτικῆς, καί θά μποροῦσα νά πῶ εὐαίσθητος ποιμένας.

Στόν ἐνθρονιστήριο λόγο του ἄφησε τήν καρδιά του νά ἐκφρασθῆ γιά τό θέμα αὐτό:

«Ἤδη ἵσταμαι ἐπί ὄρους ὑψηλοῦ. Καλοῦμαι νά ἀγρυπνῶ, νά ἐποπτεύω, νά ἐπισκοπῶ, νά παρατηρῶ, νά παρακολουθῶ τά λογικά πρόβατα. Ἤδη μοι ἀνέθεσεν ὁ Θησαυρός τῶν ἀγαθῶν νά ἀσφαλίσω θησαυρούς ἀνυπολογίστου ἀξίας, νά διαφυλάξω ψυχάς, "ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν" (Α´ Κορ. η´, 11). ∆ύσκολον τό ἔργον, βαρεῖα ἡ ἀποστολή.

Ἀκούω τοῦ Ἀποστόλου Παύλου διδάσκοντος• "δεῖ τόν Ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν" (Α´ Τιμ. γ´, 2). Ἀκούω τοῦ Κυρίου λαλοῦντος• "ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων" (Ἰω. ι´, 11). Βλέπω τούς πρώτους Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας, τούς Ἁγίους Ἀποστόλους, νά ἔχουν παραδώσει τάς ψυχάς αὐτῶν ὑπέρ τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πράξ. ιε´, 26), νά ἐκδαπανῶνται ὑπέρ τοῦ Ποιμνίου καί νά ὑφίστανται μαρτυρικόν θάνατον. Βλέπω τούς Ἁγίους Πατέρας νά θηριομαχοῦν ὑπέρ τῆς Πίστεως καί νά δέχωνται διωγμούς πρωτοφανεῖς. Βλέπω Ἐπισκόπους νά ἀπαγχονίζωνται καί ἀποκεφαλίζωνται χάριν τοῦ Ποιμνίου των. Τί λέγω; Βλέπω Αὐτόν τοῦτον τόν Ἀρχηγόν τῆς Πίστεώς μας Ἐσταυρωμένον.

Λοιπόν, ὁ κλῆρος τοῦ Ἐπισκόπου δέν εἶναι θρόνος, ἀλλά σταυρός. Ὁ Ἐπίσκοπος ἀναβαίνει πρῶτον εἰς τόν Γολγοθᾶν. Σταυρός εἶναι τό σύμβολον παντός Χριστιανοῦ καί μάλιστα τοῦ Ἀρχιερέως. "Ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου οὐκ ἔστι μου ἄξιος" (Ματθ. ι´, 38).

Ἑπομένως, εἶμαι ὑποχρεωμένος νά λάβω ἀπόφασιν, "ὅτι οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι" (Μάρκ. ι´, 45). Ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἐκκλησία μέ ἔστειλεν ἐνταῦθα οὐχί νά ὑπηρετηθῶ, ἀλλά νά ὑπηρετήσω• οὐχί νά διευκολυνθῶ, ἀλλά νά διευκολύνω• οὐχί νά λάβω, ἀλλά νά δώσω• οὐχί νά ζητήσω, ἀλλά νά μεταδώσω. Ἡ θυσία πρέπει νά διακρίνῃ τήν Ἀρχιερατικήν μου ζωήν.

Τῇ δυνάμει Κυρίου θά καταβάλω πᾶσαν προσπάθειαν διά τήν πνευματικήν καλλιέργειαν τοῦ ἐμπεπιστευμένου μοι Ποιμνίου. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καθορίζων τά καθήκοντα τοῦ Ποιμένος λέγει: "Ἔδωκεν (ὁ Θεός) τούς Ποιμένας καί ∆ιδασκάλους πρός τόν καταρτισμόν τῶν Ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ" (Ἐφεσ. δ´, 12) .

Ὁ μακαριστός Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους Ἀρχιμ. Γεώργιος Καψάνης ἔγραψε: «Θαυμάζομεν διά τήν ἁγιότητά του, ἀλλά καί τήν πληρότητα καί εὐρύτητα τῆς ποιμαντικῆς του διακονίας. Ἐν τῇ καρδίᾳ του ἡσυχαστής, καί συγχρόνως ἀκαταπόνητος ποιμήν καί ἱεραπόστολος. Συνδυασμός δυσεύρετος. Πῶς νά λησμονήσωμεν τό πρᾶον, τό ἀνεξίκακον, τό φιλάνθρωπον, τό προσηνές, τό κατανυκτικόν, τό σοβαρόν, τό ἁπλοῦν τῆς ἁγίας προσωπικότητός του;» .

Ἔλεγε ὁ ἅγιος Καλλίνικος: «Πόσο θά ἤθελα νά παρευρισκόμουν στίς συναντήσεις τῶν μεγάλων ἀσκητῶν, τῶν ἁγίων Γερόντων τῆς ἐρήμου! Τί θεόπνευστες συζητήσεις, τί πνευματικά βιώματα θά ἀνέφεραν! Φαντασθῆτε τί θά ἔλεγαν ὅταν συναντοῦσε ὁ Μ. Ἀντώνιος τόν Μ. Ἀθανάσιο, τόν Παῦλο τόν Ἁπλοῦν! Τί ἅγιες συζητήσεις» .

Ἐπίσης, ἔλεγε: «Σκέπτομαι πόση προσπάθεια κάνουμε γιά νά μάθουμε γραμματική, ὀρθογραφία, συντακτικό, κλήση ρημάτων κλπ. καί ὅμως ἕνα μόνον ρῆμα ἔπρεπε νά ξέρη κάθε ἄνθρωπος νά κλίνη. Φεύγω, φεύγεις, φεύγει, φεύγομεν, φεύγετε, φεύγουσιν» . Ἐννοοῦσε νά ἔχη τήν μνήμη τοῦ θανάτου. Αὐτήν τήν μνήμη τοῦ θανάτου, πού εἶναι κατ’ ἐξοχήν ἔκφραση ἀσκητικῆς ζωῆς τήν εἶχε σέ ὅλη του τήν ζωή καί τήν ἀρχιερατική του διακονία.

5. «Ἡ διοικητική διάνοια»

Οἱ σύγχρονοι Ἐπίσκοποι, χωρίς νά διαφοροποιοῦνται ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους, στήν ἐποχή μας προσέθεσαν καί τό διοικητικό ἔργο στά Γραφεῖα, στά ὁποῖα πρέπει νά ἐπιλύουν διάφορες ὑποθέσεις, ὡς ὑποστηρικτικό τῆς ὅλης ποιμαντικῆς πού πρέπει νά ἀκολουθοῦν, καί στήν λειτουργία τῶν Μητροπόλεων, Ἐνοριῶν καί Ἱερῶν Μονῶν, οἱ ὁποῖες ὡς πρός τίς νομικές σχέσεις μέ τό Κράτος εἶναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.

Ἔχουμε ὑπ’ ὄψη μας τήν ὅλη διάρθρωση τῶν Νοσοκομείων-Θεραπευτηρίων. Τό κύριο ἔργο τους εἶναι ἡ θεραπεία τῶν ἀσθενῶν, καί αὐτό γίνεται μέ τήν μέθοδο θεραπείας, τήν διάγνωση καί χρησιμοποίηση τῶν καταλλήλων φαρμάκων. Ὅμως, ἡ διοργάνωση τοῦ Νοσοκομείου, προκειμένου νά ἐπιτελῆ τόν στόχο του, ἀπαιτεῖ καί γραφειακή ὑποστήριξη, δηλαδή διοικητικό προσωπικό, ὑπολογιστές, τεχνικό προσωπικό καί πρό παντός ἱκανό διοικητή. Ἔτσι, τό ἰατρικό καί νοσηλευτικό προσωπικό πρέπει νά ἐπικουρῆται καί νά συμπληρώνεται καί ἀπό τό διοικητικό προσωπικό.

Αὐτό γίνεται καί στήν Ἐκκλησία, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν. Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι ποιμένας, διδάσκαλος, θεραπευτής, διάδοχος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, πού διδάσκει καί θεραπεύει τούς ἀνθρώπους, αὐτό δηλώνει ἡ θεραπευτική ἐπιστήμη, ἀλλά συγχρόνως πρέπει νά εἶναι καί καλός διοικητής, καλός κυβερνήτης. Αὐτό φαίνεται ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Σιναΐτη πού στό κεφάλαιό του «πρός Ποιμένα» γράφει ὅτι ὁ Ἡγούμενος, ἐδῶ πρέπει νά νοηθῆ ὁ Ἐπίσκοπος, εἶναι ποιμήν, κυβερνήτης, ἰατρός, διδάσκαλος. Σέ ἕνα σημεῖο γράφει: «Ἀγαθός Κυβερνήτης, διασώζει πλοῖον∙ καί καλός ποιμήν, ζωοποιήσει, καί ἰάσεται νοσερά πρόβατα» . Ἐδῶ φαίνεται ἡ διαφορά, ὅτι ὁ ποιμήν ζωοποιεῖ καί θεραπεύει τά ἄρρωστα πρόβατα, ἀλλά ὁ κυβερνήτης διασώζει τό πλοῖον ἀπό τίς τρικυμίες, τούς ὑφάλους κλπ.

Ἔτσι, ὁ Ἐπίσκοπος πέρα ἀπό τήν Χάρη τῆς Ἱερωσύνης, τήν ἁγία ζωή, τήν θεραπευτική καί διδασκαλική γνώση πρέπει νά ἔχη καί διοικητικά χαρίσματα, πρέπει νά γνωρίζη, δηλαδή, πῶς κυβερνᾶται τό νοητό πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας, ἰδίως στίς ἡμέρες μας μέ τίς τόσες δυσκολίες. Ἡ ἁγιότητα δέν ἀντικαθιστᾶ τά διοικητικά χαρίσματα, οὔτε τά διοικητικά χαρίσματα ἀντικαθιστοῦν τήν ἁγιότητα.

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἑρμήνευε αὐτήν τήν παράλληλη ἀναγκαιότητα τῶν χαρισμάτων ἑρμηνεύοντας τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Καί οὕς μέν ἔθετο ὁ Θεός ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν» (Α΄Κορ. ιβ΄, 28). Ἔλεγε ὅτι ἡ κυβέρνηση τοῦ πλοίου τῆς Ἐκκλησίας προϋποθέτει καί τό χάρισμα τῶν «κυβερνήσεων», πού εἶναι τό διοικητικό χάρισμα.

Εἶχε σέ μεγάλο βαθμό τέτοια διοικητικά χαρίσματα, ἀφοῦ διακρινόταν ἀπό τήν «διοικητική διάνοια» καί «διοικητική εὐφυΐα». Γιά πολλά χρόνια ὑπηρέτησε στά Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὡς λαϊκός Γραμματεύς, ὡς Πρωτοσύγκελλος στήν Ἱερά Μητρόπολη Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, καί ἔπειτα ὡς Μητροπολίτης στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Γνώριζε τόν τρόπο λειτουργίας τῶν Γραφείων, ἀλλά καί χειριζόταν τούς ἀνθρώπους μέ κατάλληλο τρόπο, καί λόγῳ τῆς ἔμφυτης εὐφυΐας του καί λόγῳ τῆς μεγάλης ἐμπειρίας του.

Ὁ μακαριστός Ἀρχιμ. Πολύκαρπος Κοροβέσης, Ἱεροκήρυξ Ναυτικοῦ, πού τόν γνώρισε ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱερατικῆς του διακονίας, ἔγραψε μετά τήν κοίμησή του: «Ὁ πολυτάλαντος κληρικός, ὁ φλογερός ἱεροκήρυξ, τό "ἀνύστακτον ὄμμα", ὁ ὀργανωτικός νοῦς, ἡ διοικητική ἰδιοφυΐα ἔφυγεν ἐκ μέσου ἡμῶν. ...Λέγεται πολλάκις ὅτι τά διοικητικά ζητήματα φθείρουν τόν πνευματικόν ἄνθρωπον καί τόν ἀποπροσανατολίζουν. Τοῦτο εἶναι ἐν μέρει ἀληθές, ἀλλά δι’ ἀνθρώπους ἀσθενοῦς χαρακτῆρος καί μέ περιορισμένας ἱκανότητας.

Διά τόν ἀείμνηστον Καλλίνικον καί ὅταν ἀνεδείχθη Πρωτοσύγκελλος ἡ γραφική ὑπηρεσία ἦτο καθῆκον ἐπαχθές μέν, ἀλλ’ ἀπαραίτητον διά τήν εὔρυθμον καί κανονικήν διοίκησιν μιᾶς ἀπεράντου Μητροπόλεως. Δέν εἶναι ὑπερβολή νά εἴπωμεν ὅτι ὁ μακαριστός διέθετε ἀπέραντον μνήμην. Ἐγνώριζεν ὅλους τούς ἱερεῖς, τά προβλήματά των, θέματα συνταξιοδοτικά, μισθοδοτικά, ἀσφαλιστικά, κανονικοῦ δικαίου, Ἱερῶν Ναῶν καί Μονῶν, Ἐγκυκλίους ἐπί διαφόρων ζητημάτων κλπ. Ὁ ὑπερβολικός φόρτος γραφικῆς ἐργασίας καί ἡ μέριμνα διά τά φιλανθρωπικά Ἱδρύματα τῆς Ἱ. Μητροπόλεως δέν ἦταν ἱκανά νά τόν ἀποσπάσουν ἀπό τά πνευματικά ἔργα». Ὁ Γενικός Ἀρχιερατικός του Ἐπίτροπος Πρωτ. π. Δαμιανός Μυλωνάκης ἔγραφε: «Εἶχε διοικητικά χαρίσματα σπάνια, ὅπως π.χ. τό ἀνεπίφθονο τοῦ χαρακτῆρος καί οὐδέποτε ἔπαιρνε ἐσπευσμένες ἀποφάσεις» .

Ἡ Καθηγήτρια στήν Πατριαρχική Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία Κρήτης Ροδάνθη Ἀνδρουλιδάκη-Πετράκη πού ἀσχολεῖται καί διδάσκει γιά τήν διοίκηση τῆς Ἐνορίας, διαβάζοντας τίς Ἐγκυκλίους τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, χωρίς νά τόν γνωρίζη προσωπικά, ἔγραψε βιβλίο, πού ἀνταποκρίνεται στά διδακτικά της καθήκοντα μέ τίτλο «Διοικητική διάνοια, ὁ ἅγιος Καλλίνικος Μητροπολίτης Ἐδέσσης». Ἀφοῦ ἀναφέρει καί προσδιορίζει ποιά εἶναι τά διοικητικά χαρίσματα ἑνός ἡγέτη, στήν συνέχεια ἀναφέρεται στόν ἅγιο Καλλίνικο πού ἐμφορεῖτο ἀπό ὅλα αὐτά.

Θά καταγράψω χαρακτηριστικά τά κεφάλαια τοῦ βιβλίου αὐτοῦ: «Διοικητικά καί ἄλλα χαρίσματα»∙ «ἡ πρώιμη διοικητική του διακονία ὡς προϋπόθεση γιά τή μετέπειτα διοικητική του ἐξέλιξη»∙ «ἡ διοικητική διακονία καί μέριμνα στήν καθημερινότητά του»∙ «χωρίς τάξη δέν ὑπάρχει ὀργάνωση καί διοίκηση»∙ «λήψη ἀποφάσεων καί ἐπίλυση προβλημάτων»∙ «ὁ προγραμματισμός καί τό πρόγραμμα στή ζωή του»∙ «προετοιμασία, ἀξιοποίηση, ἀνάπτυξη πνευματικῶν ἐκκλησιαστικῶν στελεχῶν»∙ «ἡ ἀμεσότητα τῆς ἐπικοινωνίας του»∙ «ἡ διακριτική καί λεπταίσθητη χρησιμοποίηση τοῦ ἐλέγχου»∙ «τά κίνητρα στή διοικητική του πρακτική»∙ «ἀναφορά στήν οἰκονομική διαχείριση καί τή διαχείριση τοῦ χρόνου»∙ «πρόληψη καί ἀντιμετώπιση συγκρούσεων»∙ «πνευματικός ἡγέτης, ἡ αἴσθηση τῆς ἐξουσίας καί τό κοίταγμα στόν καθρέπτη».

Στά εἰσαγωγικά τοῦ βιβλίου γράφει:

«Ἅγιος Καλλίνικος, Ἄνθρωπος ἁπλός, καταδεκτικός, μέ πλούσια φυσικά καί ἐπίκτητα χαρίσματα, τά ὁποῖα καλλιέργησε μέ προσοχή καί εὐσυνειδησία, πάντα μέ γνώμονα τή βαθειά πίστη καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί τό πνευματικό ὄφελος τοῦ ἀνθρώπου.  Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, πού μέ τή βιοτή του ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα πνευματικῆς καί διοικητικῆς εὐθύνης, καθώς κατόρθωσε καί συνδύαζε ἀριστοτεχνικά τήν ἐπιτυχῆ ἄσκηση τῶν ποιμαντικῶν του καθηκόντων μέ τήν ἀποτελεσματική ἄσκηση τοῦ πολύπλευρου διοικητικοῦ του ἔργου».

Ἡ ἴδια γράφει ὅτι τό βιβλίο πού ἔγραψε ἦταν ἔκφραση τοῦ ἐνδιαφέροντός της νά δῆ μέ ποιόν τρόπο ἕνας σύγχρονος Ἅγιος, ὁ ὁποῖος στή ζωή αὐτή κατέχει ὑψηλό θεσμικό ρόλο, κατορθώνει νά διοικεῖ μέ ἐπιτυχία καί ἀποτελεσματικότητα, χωρίς νά παραμελεῖται ὁ προσωπικός ἀγώνας πρός ἁγιασμό καί ἡ πνευματική πρόοδος τοῦ ἰδίου καί τοῦ ποιμνίου του, ἀλλά ἀντίθετα ἡ ἄσκηση τῆς διοίκησης νά εἶναι ὑποβοηθητική στόν ἀγώνα αὐτό» .

6. «Ὁ γελαστός Δεσπότης»

Οἱ δύο λέξεις «γελαστός» καί «Δεσπότης» φαίνεται ὅτι εἶναι ἀντιθετικές μεταξύ τους καί ἴσως ἀντιφατικές, ὅτι ἡ μία ἀναιρεῖ τήν ἄλλη. Ἡ λέξη «γελαστός» δείχνει ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι εὐχάριστος στήν συμπεριφορά του, χωρίς νά εἶναι γελοῖος, καί ἡ λέξη «Δεσπότης» δείχνει ἕναν ἄνθρωπο πού ἔχει ἐξουσία καί στηρίζεται πάνω σέ αὐτήν, εἶναι σοβαρός, ἀγέλαστος. Συνήθως, θεωρεῖται ὅτι γιά νά εἶναι κανείς Δεσπότης-ἄρχοντας πρέπει νά ἐπιβάλλεται μέ τό ὕφος του, τήν αὐστηρότητά του, νά δείχνη τό μεγαλεῖο του, ἐνῶ ὁ γελαστός ἄνθρωπος εἶναι ἐπικοινωνιακός, χωρίς νά δημιουργῆ δέος, ἀλλά μᾶλλον ἐκφράζει μιά οἰκειότητα.

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος συνεδύαζε καί τίς δύο αὐτές ἐκφράσεις, δηλαδή ἦταν «Δεσπότης», ὑπεύθυνος μιᾶς ἰδιαίτερης ἀποστολικῆς διακονίας, νά ὁμιλῆ καί νά ἐκφράζη τόν Δεσπότη Χριστό, ἀλλά ἦταν καί χαρούμενος, ἱλαρός, εὔθυμος, καί ἐξέφραζε τήν χαρά τῆς κοινωνίας του μέ τόν Χριστό, εἶχε ἁπλότητα καί αἴσθηση τῆς πληρότητας, δέν εἶχε τίποτε νά φοβηθῆ.

Συγχρόνως ἦταν καί «γελαστός ἅγιος». Συνήθως, θεωροῦμε ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι σοβαροί, νηφάλιοι, ἀφοσιωμένοι στόν Θεό καί γι’ αὐτό ἀπροσπέλαστοι ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος ἐξέπεμπε τήν Χάρη τῆς ἁγιότητος μέ πολλούς τρόπους, καί ταυτόχρονα γελοῦσε, ὄχι βέβαια ἄπρεπα, ἀλλά εἶχε αὐτό τό παιδικό γέλιο καί χαμόγελο. Ἔτσι, τόν βλέπουμε σέ πολλές φωτογραφίες πού διασώθηκαν καί ἔτσι τόν ἐνθυμοῦνται ὅσοι τόν γνώριζαν, ἦταν ἕνας παιδαριογέρων.

Σέ συναντήσεις του μέ τούς νέους ἔλεγε ἀνέκδοτα, ἀστεῖα περιστατικά, τούς προκαλοῦσε μέ τήν εὐθυμία του, καί ὅλοι ἀναγνώριζαν ὅτι δέν ἔμοιαζε μέ κανέναν εὐσεβιστή Κληρικό πού εἶχαν γνωρίσει, πού ἦταν πάντα ἕτοιμοι νά διδάξουν, νά ποδηγετήσουν, νά κατευθύνουν ἐπιδεικτικά καί διδασκαλικά. Φυσικά, ποτέ δέν ἔφθασε σέ ἀταίριαστη οἰκειότητα καί λαϊκιστικές ἐκφράσεις καί ἐνέργειες.

Ὅταν ἐξέδωσα τό βιβλίο «Κόσμημα τῆς Ἐκκλησίας» καί ὡς εἰκόνα τοῦ ἐξωφύλλου ἔβαλα μιά προσωπογραφία του πού ἔκανε ἕνας ζωγράφος, μέ βάση μιά φωτογραφία του μετά τήν βάπτιση ἑνός κοριτσιοῦ, στήν ὁποία ὑπομειδιοῦσε, κάποιος εἶπε ὅτι δέν ἔπρεπε νά μπῆ ὡς ἐξώφυλλο αὐτή ἡ εἰκόνα διότι οἱ ἅγιοι δέν γελοῦν! Αὐτήν τήν στεβλή ἀντίληψη ἔχουν οἱ ἄνθρωποι γιά τήν ἁγιότητα.

Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν εὐχάριστος στήν ἐπικοινωνία του μέ τούς ἀνθρώπους, ἔλεγε ἀνέκδοτα, προκαλοῦσε τήν προσοχή τῶν ἀνθρώπων. Μερικά παραδείγματα ἀπό τίς ἀναμνήσεις μερικῶν θά τό κάνουν αὐτό σαφές.

Καταγράφω μιά χαρακτηριστική μαρτυρία:

«Εἶχε κάτι γαλήνιο ἡ φυσιογνωμία του, πού τόν ἔκαμνε προσιτό σέ ὅλους καί ἀγαπητό ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Πάντα ὁμιλητικός, πάντα εὐδιάθετος ἀπέναντι στούς μεγάλους πού κατεῖχαν θέσεις μέσα στήν κοινωνία, ὅσο καί στούς ἁπλούς τοῦ λαοῦ. Τοῦ ἄρεσε πολύ νά κυκλοφορεῖ ὧρες-ὧρες στήν ἀγορά καί ἄλλους δρόμους, μέ τήν συνοδεία ἑνός ἱερέα, νά στέκεται κάπου-κάπου καί νά κουβεντιάζει γιά λίγο μέ γνωστούς καί ἀγνώστους. Θά τόν θυμοῦνται οἱ Ἐδεσσαῖοι, οἱ Γιαννιτσιῶτες, οἱ Ἀριδαιῶτες καί ἄλλοι κάτοικοι τοῦ Νομοῦ σάν τόν Δεσπότη μέ τήν ξεχωριστή πνευματικότητα, τή βυζαντινή φυσιογνωμία πού ἀντανακλοῦσε τόν ὡραῖο του ψυχικό κόσμο» .

7. «Ἡ ζωντανή ἁγιογραφία»

Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα, πού εἶναι ἑνωμένα ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συλλήψεώς του, ἀλλά συγχρόνως καί διακρινόμενα. Ἡ ψυχή εἶναι ἐν Χάριτι ἀθάνατη, ὄχι κατά τήν πλατωνική ἀντίληψη, καί τό σῶμα συνδέεται μέ τήν ψυχή, ἀποχωρίζεται μέν προσωρινά ἀπό τήν ψυχή, ἀλλά θά ἀναστηθῆ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καί θά εἶναι σῶμα πνευματικό, ὅπως τό Σῶμα τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ.

Ὁ ἄνθρωπος πού ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα, ἦταν διαφορετικό πρίν τήν πτώση καί διαφορετικό μετά τήν πτώση, ἀφοῦ μετά τήν προπατορική ἁμαρτία ἀναπτύχθηκαν τά σωματικά καί ψυχικά πάθη. Τώρα τό σῶμα δέν τρέφεται ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως γινόταν πρίν τήν πτώση καί τρέφεται ἀπό τήν ὕλη, ἀπομυζᾶ πολλές φορές ὑπερβολικά τήν κτίση καί ἔτσι δημιουργοῦνται τά πάθη, πού φαίνεται ἀπό τό ὑπέρβαρον τοῦ σώματος.

Ὅταν, ὅμως, ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου φωτισθῆ ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τότε φέρει ἰσορροπία στήν ψυχή καί τό σῶμα, ἀφοῦ ὁ φωτισμένος νοῦς τά διαβλητά πάθη τά κάνει ἀδιάβλητα-φυσικά, καί τά ἀδιάβλητα-φυσικά πάθη δέν τά ἀφήνει νά γίνουν διαβλητά. Ὁ ἄνθρωπος μέ φωτισμένο νοῦ τρέφεται ἀπό τήν κτίση, χωρίς νά ἀναπτύσσεται ἡ γαστριμαργία, ἡ λαιμαργία, ἡ φιλοποσία κλπ.

Γι’ αὐτό ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία παρουσιάζει τόν ἄνθρωπο μέ σῶμα, ὅμως τό σῶμα δέν ἔχει τά στοιχεῖα τῆς φθαρτότητας τῆς ἐπιδράσεως τῶν παθῶν. Καί εὐτραφής νά ἦταν κάποιος ἅγιος στήν ζωή του, στήν ἁγιογραφία του θά φανῆ τό ἀσκητικό του σῶμα ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ὅμως, ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν ἀπό τήν βιολογική του ζωή μιά «ζωντανή ἁγιογραφία». Ἦταν μικρόσωμος, ἀσκητικότατος μέ ἐμφανῆ σημεῖα μεταμορφωμένης ζωῆς. Ὅταν τόν ἔβλεπες, νόμιζες ὅτι βλέπεις κάποια ἁγιογραφία στόν Ἱερό Ναό. Ὅταν λειτουργοῦσε στό Ἱερό Βῆμα, δέν ξεχώριζε ἀπό τούς Πατέρες πού βρίσκονται στόν λειτουργικό κύκλο τοῦ Ἱεροῦ.

Ὁ θεολόγος Ἀθανάσιος Κιρμιζῆς πού τόν γνώρισε ὡς λαϊκό στό Μεσολόγγι, ὡς Δημήτριο, μεταξύ τῶν ἄλλων, γράφει:

«Ὁ Δημήτριος Ποῦλος εἶχε μιά φυσιογνωμία πού ξάφνιαζε. Μικρόσωμος, λιανός, μέ πρόσωπο σχεδόν τριγωνικό, ἀστραφτερά μάτια πού καθρέφτιζαν καθαρότητα ψυχῆς καί ἱερότητα σκέψεων... Ἦταν στ’ ἀλήθεια μιά κάθετη λεπτή γραμμή... σεμνός καί λιτός μέχρι κεραίας. Ἡ ὅλη ἐνδυμασία του ἐδήλωνε κοσμοκαλόγερο καί πρίν φορέση τό ράσο» .

Ὁ Πρόδρομος Κουκουλάκης, γεωπόνος-ἐδαφολόγος πού τόν γνώρισε ὡς Μητροπολίτη στήν Ἔδεσσα γράφει, μεταξύ τῶν ἄλλων:

«Ὁ Καλλίνικος σάν ἄνθρωπος ὑπῆρξε ἁπλός καί ἀνεπιτήδευτος στούς τρόπους του, λιτός καί ἀσκητικός, ἀφιλοχρήματος καί ἀφιλάργυρος μέχρις ὑπερβολῆς, ἐπιεικής στούς ἄλλους καί αὐστηρός στόν ἑαυτό του, πιστός τηρητής τῶν ἱερῶν κανόνων, πρᾶος καί μειλίχιος, εὐσταθής καί καθαρός στόν βίο, εὐπρεπής καί σεμνός. Ἡ μορφή του ὑπενθυμίζουσα βυζαντινή ἁγιογραφία, ἦταν κόσμια καί τό παράστημά του εὐθυτενές, ἀκτινοβολοῦσε δέ ἁγιοπατερική μεγαλοπρέπεια» .

8. «Ὁ φιλόπονος ἄνθρωπος»

Ὁ ἄνθρωπος, καί μάλιστα ὁ Κληρικός καί ὁ μοναχός πρέπει νά εἶναι φιλόπονος, δηλαδή νά ἀγαπᾶ τόν κόπο, τόν πόνο, τήν ἄσκηση, ἀλλά νά ἔχη καί ἐνσυναίσθηση μέ αὐτούς πού πονοῦν καί ὑποφέρουν. Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ζοῦσε αὐτόν τόν πόνο στήν ζωή του. Ἀπό μικρός στήν ἡλικία καί ἀργότερα στόν Στρατό, στήν ἐκκλησιαστική διακονία, τήν ποιμαντική του προσπάθεια ἦταν φιλόπονος. Δέν ὑπολόγιζε κόπους καί πόνους γιά νά ἀνταποκριθῆ στό ἔργο του.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κολοσσαεῖς γράφει γιά τόν Ἐπαφρᾶ, ὅτι «μαρτυρῶ αὐτῷ ὅτι ἔχει ζῆλον πολύν ὑπέρ ὑμῶν», καί σέ ἄλλα χειρόγραφα ἀντί γιά «ζῆλον πολύν», γράφεται «πόνον πολύν» (Κολ. δ΄, 13). Ἀλλοῦ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Ἀδιαλείπτως μνημονεύοντες ὑμῶν τοῦ ἔργου τῆς πίστεως καί τοῦ κόπου τῆς ἀγάπης καί τῆς ὑπομονῆς τῆς ἐλπίδος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ καί πατρός ἡμῶν» (Α΄ Θεσ. α΄, 3). Ἀλλά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται στό πῶς πρέπει νά συστήνουμε τόν ἑαυτό μας ὡς διακόνους Θεοῦ καί γράφει: «Ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις» (Β΄ Κορ. στ΄, 5), καί ὁ ἴδιος ἦταν διάκονος Χριστοῦ «ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως...» (Β΄ Κορ. ια΄, 23).

Αὐτήν τήν ἀποστολική ζωή μέ τούς κόπους καί τούς πόνους ἔζησε ὁ ἅγιος Καλλίνικος, θυσιαζόταν καθημερινά γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὑπερέβαλε τόν ἑαυτό του σέ ἄσκηση, σέ θυσία, σέ προσφορά, ὥστε νά γεράση πρόωρα καί νά ἀποβιώση σέ ἡλικία 65 ἐτῶν. Συγχρόνως, ἀγαποῦσε τούς ἀνθρώπους πού πονοῦσαν, πού ὑπέφεραν, ἀπό διάφορα προβλήματα, ἀπό ἀσθένειες, ἀπό φτώχεια καί ποικίλους πειρασμούς. Καί ἔκανε τά πάντα γιά νά ἀνταποκριθῆ στίς ἀνάγκες τους. Ἰδίως, ὅταν καί αὐτός ἀσθένησε καί παρέμεινε τό ἑπτάμηνο χρονικό διάστημα πρίν τήν κοίμησή του σέ τρία Νοσοκομεῖα, αἰσθάνθηκε τόν ἀνθρώπινο πόνο ὅλων τῶν ἀνθρώπων στό σῶμα του. Ἔκανε ὑπομονή κατά τήν ἑπτάμηνη ἀσθένειά του, ἄφησε τόν ἑαυτό του στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ζοῦσε μέ ἱερά ἡσυχία, ἔχοντας ἔντονη τήν αἴσθηση ὅτι θά συναντήση τόν Χριστό καί θά δώση ἀπολογία ὅλου τοῦ ἔργου του.

Ἀκριβῶς, γι’ αὐτόν τόν λόγο ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας, ἰδιαιτέρως σέ αὐτούς πού πάσχουν ἀπό καρκίνο στόν ἐγκέφαλο, καί γι’ αὐτό γίνονται διάφορα θαύματα.

Θά μνημονεύσω ἕνα θαῦμα πού ἔκανε σέ μιά Ρουμάνα γυναίκα ἀπό τό Ἰάσιο, ἡ ὁποία δέν τόν γνώριζε, ἀλλά τόν ἐπικαλέστηκε καί τῆς ἀπάλειψε τόν ὄγκο στόν ἐγκέφαλο. Μοῦ ἔγραψε ἡ Γερόντισσα Εὐλογία, Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διακονέστι Ρουμανίας.

«Χθές τό βράδυ ἐπισκέφθηκε τό Μοναστήρι μας μία ὁμάδα Χριστιανῶν ἀπό τό Ἰάσιο, μαζί μέ τόν ἱερέα τῆς ἐνορίας τους, εἰδικά γιά νά προσκυνήσουν τά ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου Καλλινίκου. Ἄν καί στήν Ρουμανία ὁ Ἅγιος ἀκόμη δέν εἶναι γνωστός, οἱ Χριστιανοί εἶχαν ἀκούσει γι’ αὐτόν καί εἶχαν πολλή εὐλάβεια, χάρη σέ ἕνα θαῦμα πού μᾶς τό διηγήθηκε ὁ ἱερέας.

Μία γυναίκα ἀπό τό Ἰάσιο εἶχε κάνει μία χειρουργική ἐπέμβαση στόν ἐγκέφαλο γιά νά τῆς βγάλουν ἕναν ὄγκο, ἀλλά ἐξαιτίας τοῦ τόπου πού βρισκόταν ὁ ὄγκος, ὁ γιατρός κανόνισε νά μή τῆς τόν βγάλη ὁλόκληρο, ἀλλά μόνο ἕνα μέρος, γιατί ἀλλιῶς θά ἔμενε παράλυτη. Μετά τήν ἐπέμβαση, ἡ γυναίκα ἔκανε τομογραφία, γιά νά γνωρίσουν οἱ γιατροί τίς διαστάσεις τοῦ ὑπόλοιπου μέρους τοῦ ὄγκου, καί ἔπρεπε νά ἐπαναλάβη τίς ἐξετάσεις κατά ὁρισμένα διαστήματα, γιά νά δοῦν τήν ἐξέλιξή του.

Ἐπειδή ἦταν μία πιστή γυναίκα, κάποιος τῆς μίλησε γιά τόν Ἅγιο, τῆς ἔδωσε τήν Παράκλησή του καί τήν προέτρεψε νά τήν διαβάζη κάθε μέρα, πράγμα πού τό ἔκανε. Ὅταν ἦρθε ὁ καιρός νά πάη νά κάνη μιά δεύτερη τομογραφία, ὁ ὄγκος δέν ὑπῆρχε πιά! Καί ὁ γιατρός ἐξεπλάγη! Ἡ γυναίκα τό θεώρησε θαῦμα τοῦ Ἁγίου Καλλινίκου καί τό διηγήθηκε σέ ὅλους. Ὁ ἱερέας ἔχει πολλή εὐλάβεια στόν Ἅγιο καί ἤθελε νά φέρη τούς πιστούς στήν Μονή μας, γιά νά προσκυνήσουν τά ἱερά του λείψανα».

Περατώνοντας τόν λόγο, ἀφοῦ βρίσκομαι στόν Βόλο προσκεκλημένος ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιο καί τόν Ἀρχιμ. π. Ἐπιφάνιο Οἰκονόμου νά ὁμιλήσω γιά τόν ἅγιο Καλλίνικο, θά ἤθελα νά ἀναφέρω τό τί ἔγραψε μετά τήν κοίμησή του, τόν Αὔγουστο 1984, δηλαδή 36 χρόνια πρίν τήν ἁγιοκατάταξή του, ὁ τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος καί μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Χριστόδουλος γιά τόν Καλλίνικο: Ἔγραψε:

«Μειλίχιος, προσινής καί σώφρων ὁ Ἐδέσσης Καλλίνικος. Ἄνδρας ἱεραποστολικός καί ἀφοπλιστικός μέ τήν ἀγάπη καί τήν ἁπλότητά του. Ἀσκητικός καί λιτός, ἀναλώθηκε στό βωμό τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα, πού "καί τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προσβάτων". Ἄφθαστος χειριστής τοῦ λόγου, ἔμπειρος ὁδηγός ψυχῶν, ζυμώθηκε μαζί μέ τό λαό καί ἀπέβη χαρισματικός ἡγέτης, μέ τό τάλαντο τῆς ἁπλότητος, πού ἀνοίγει καί τίς πιό ἀσφαλισμένες καρδιές. Ζωηρός στή διεκδίκηση τῶν δικαίων τῆς Ἐκκλησίας καί ἀταλάντευτος στήν ἐπίτευξη τοῦ στόχου του, ἔμεινε ἀκλόνητος ἐμπρός στίς ἐπιθέσεις καί γαλήνιος στίς διαβολές. Ἡ πίστη του στερεή καί ἀκλόνητη τόν συνώδευσε μέχρι τέλους. Καί ὁ λαμπρός καί εὐγενής δεσπότης ἔδωσε καί τήν τελευταία μάχη του πάνω στό κρεββάτι τοῦ πόνου καί ἐνίκησε. Ὑπῆρξεν ἄξιος τῆς ἱστορίας του».


Εἶναι σημαντικό πῶς ὁ μακαριστός Χριστόδουλος ἀξιολόγησε αὐθεντικά τόν ἅγιο Καλλίνικο 36 χρόνια πρίν τήν ἁγιοκατάταξή του!

Νά ἔχουμε τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Καλλινίκου καί τίς εὐχές τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Χριστοδούλου.
Εὐχαριστῶ γιά τήν πρόσκληση καί τήν προσοχή σας.

ΑΓΙΟΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ

  • Προβολές: 1979