Skip to main content

Ἑπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἡ μυθολογία τῆς ἐπιστήμης

Πρωτοπρεσβυτέρου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ὁ σχολιασμὸς ποὺ ἀκολουθεῖ ἔχει τὴν ἀφορμή του σὲ μιὰ πρόσφατη ἐκπομπὴ τῆς ΕΤ3, ποὺ ἀναφερόταν στὸν ἔλεγχο τοῦ νοῦ. Συμμετεῖχαν καθηγητὲς διαφόρων εἰδικοτήτων καὶ δημοσιογράφοι. Δὲν εἶμαι σὲ θέση νὰ ἀναφερθῶ λεπτομερῶς στὸ τί εἰπώθηκε στὴν ἐκπομπὴ αὐτή, γιατί ἡ παρακολούθησή μου ἦταν ἀποσπασματική. Ὅσα θὰ ἀναφέρω στὴ συνέχεια εἶναι ἐντυπώσεις μου ἀπὸ τὴν συζήτηση ποὺ ἔγινε, οἱ ὁποῖες δίνουν ἐρείσματα στὴν ἄποψη, ὅτι στὶς μέρες μας ἀναπτύσσεται ἕνα ἰδιόμορφο εἶδος μυθολογίας, ἡ ὁποία θὰ μποροῦσε νὰ ὀνομασθῇ μυθολογία τῆς ἐπιστήμης.

Ἡ ἀνάπτυξη αὐτῆς τῆς μυθολογίας δὲν ἦταν τὸ θέμα τῆς ἐκπομπῆς. Θέμα της, ὅπως εἰπώθηκε, ἦταν ὁ ἔλεγχος τοῦ νοῦ, μὲ μεθόδους ποὺ ἐπιδροῦν στὴν χημεία τοῦ ἐγκεφάλου. Ἡ ὑλιστικὴ ψυχιατρικὴ ἀντιμετώπιση, ὅμως, τοῦ θέματος καὶ ἡ δημοσιογραφικὴ ἀναφορὰ σὲ κέντρα ποὺ θέλουν νὰ ἐλέγξουν τὴν συμπεριφορὰ καὶ τὸν νοῦ τῶν ἀνθρώπων, ἔκανε τὴν συζήτηση νὰ κινῆται, ὁρισμένες φορές, στὶς παρυφὲς τῆς ἐπιστημονικῆς μυθολογίας. Πάντως, ὅποιος θέλει νὰ πειστῇ γιὰ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ἀνάπτυξη αὐτῆς τῆς μυθολογίας, ἂς περιδιαβάση ἕνα ὁποιοδήποτε πρακτορεῖο ἐφημερίδων, ποὺ ἔχει ἀραδιασμένα στὰ ράφια του ὅλα τὰ περιοδικὰ ποὺ κυκλοφοροῦν. Ἐκεῖ θὰ δὴ σοβαρὰ περιοδικὰ μὲ δημοσιογραφικὲς ἔρευνες καὶ ἀναλύσεις, μαζὶ μὲ ἄλλα ποὺ ἀφοροῦν ἐνδιαφέροντες κλάδους τῆς ἐπιστήμης καὶ δίπλα τους σκανδαλοθηρικά, σοβαροφανῆ νεοειδωλολατρικά, ἀλλὰ καὶ περιοδικὰ μὲ μυθολογικὴ ἀντιμετώπιση τῆς ἐπιστήμης. Ὁρισμένα ἀπὸ τὸ τελευταῖο εἶδος συνδέονται στενὰ μὲ τὴν νεοειδωλολατρία.

Στὴν σκέψη τῶν περισσοτέρων ἀνθρώπων ἡ ἐπιστήμη βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τῆς μυθολογίας. Κι' αὐτὸ εἶναι ἡ πραγματικότητα. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ μυθολογία τῆς ἐπιστήμης καταργεῖ τὰ σύνορα ἐπιστημονικῆς καὶ μυθολογικῆς σκέψης. Βγάζει τὴν ἐπιστήμη ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς καὶ τὴν ὁδηγεῖ στὸν θεολογικὸ στοχασμὸ μὲ τὰ δεδομένα τῶν πειραμάτων της ἤ, ἀντίστροφα, προσπαθεῖ νὰ καταργήση κάθε θεολογία, κάθε ἀναφορὰ στὸν Θεό, δίνοντας μεταφυσικὲς ἰδιότητες στὴν ὕλη καὶ ἀναπτύσσοντας ἕναν ὑλιστικὸ ἀνθρωπισμό. Οἱ μορφὲς ποὺ παίρνει αὐτὴ ἡ μυθολογικὴ σκέψη μπορεῖ νὰ διακριθοῦν σὲ τρεῖς κατηγορίες. Στὴν πρώτη κατηγορία, χωρὶς νὰ ὑπάρχη ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ, ἀπορρίπτεται ἡ σχέση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν κόσμο. Ὑπάρχει ἄρνηση τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο. Κάποιοι θεωροῦν ὅτι ἡ πληρέστερη γνώση τῶν μηχανισμῶν τοῦ Σύμπαντος περιορίζει στὶς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Βλέπουν τὸν Θεὸ μόνο σὲ συνάρτηση μὲ τὸν ὑλικὸ κόσμο, ἐνῷ ταυτόχρονα τὸν θεωροῦν ἀμέτοχο πρὸς τὸ γίγνεσθαι τοῦ κόσμου. Δὲν μποροῦν νὰ δεχθοῦν ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ἔλθουν σὲ σχέση καὶ κοινωνία μὲ μιὰ ἀπερινόητη καὶ ἀκατάληπτη προσωπικὴ ὕπαρξη. Στὴν μυθολογία τους ὑπέρτατες δυνάμεις εἶναι οἱ ἰδιότητες τῆς ὕλης, οἱ ἀπρόσωποι νόμοι τῆς φύσεως. Στὴν δεύτερη κατηγορία ἀνήκουν αὐτοὶ ποὺ ταυτίζουν τὸν νοῦ μὲ τὸν ἐγκέφαλο καὶ θεωροῦν ὅτι τὰ πάντα στὸν ἄνθρωπο ὀφείλονται στὴν δομὴ καὶ τὴν χημεία τοῦ ἐγκεφάλου. Αὐτοὶ συνήθως διακατέχονται ἀπὸ μεγάλους φόβους καὶ ἐνθουσιασμούς. Οἱ φόβοι τους συμβολικὰ μποροῦν νὰ ὀνομασθοῦν ὀργουελικοί. Φοβοῦνται τὰ συμπτώματα ἀπὸ μιὰ ἐγκληματικὴ ἀνάπτυξη τῆς ἐπιστήμης, κάτι ποὺ ἤδη διαπιστώνουν ὅτι γίνεται. Ὁ ἐνθουσιασμός τους, ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἔχει μιὰ «ἀφελότητα». Γεννιέται ἀπὸ τὸ ἀναμενόμενο λαμπρὸ μέλλον τῆς ἐπιστήμης, ἡ ὁποία θὰ λύση ὅλα τὰ προβλήματα καὶ θὰ ἀπαλλάξη τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ μεταφυσικὸ ἄγχος. Αὐτὸ τὸ λαμπρὸ μέλλον τῆς ἐπιστήμης, κάποιοι εὐφάνταστοι, δὲν ἔχουν τὴν ὑπομονὴ νὰ τὸ περιμένουν νὰ ἔλθη. Τὸ κάνουν «ἱστορικὸ» ἀνάγνωσμα –παραμύθι– προκειμένου νὰ προσφέρουν, προφανῶς, κάποια «παραμυθία» στὰ ὑπαρξιακά τους ἀδιέξοδα. Στὴν τρίτη κατηγορία ἀνήκουν οἱ νεοπαγανιστές, οἱ ὁποῖοι συμπλέκουν τὴν μυθολογία τους μὲ προσαρμοσμένα ἐπιστημονικὰ δεδομένα, προκειμένου νὰ δείξουν ὅτι οἱ διδασκαλίες τους ἔχουν κάποια σοβαρότητα.

Ὅσα συζητήθηκαν στὴν ἐκπομπή, ποὺ προαναφέρθηκε, ἦταν ἐνδιαφέροντα καὶ σοβαρά, ἦταν πράγματα ποὺ εἶναι ἱκανὰ νὰ βάλουν σὲ ἀνησυχία ὅλον τὸν κόσμο, μὲ τὴν προϋπόθεση, βέβαια, ὅτι ἡ δημοσιογραφικὴ ἔρευνα, στὴν ὁποία στηρίζονταν, ἦταν ἔγκυρη καὶ ἀκριβής. Στὴ συζήτηση, μὲ βάση δημοσιευμένα ντοκουμέντα, ἔγινε ἀναφορὰ στὴν προσπάθεια ποὺ κάνουν εἰδικὰ κέντρα τῶν Μεγάλων Δυνάμεων (Κίνας, Η.Π.Α., πρώην Ε.Σ.Σ.Δ.) γιὰ νὰ ἐλέγξουν τὸ νοῦ καὶ τὴν συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὴν συζήτηση ὁ νοὺς ταυτιζόταν μὲ τὸν ἐγκέφαλο. Αὐτὰ τὰ εἰδικὰ κέντρα, δηλαδή, παρουσιάστηκε ὅτι ἐπιδιώκουν τὴν φαλκίδευση τῆς ἐλευθερίας τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν ἐπηρεασμὸ τῆς λειτουργίας τοῦ ἐγκεφάλου. Γι' αὐτὸ ἡ συζήτηση ἀναγκαστικὰ πέρασε στὴ φυσιολογία τοῦ ἐγκεφάλου, στὴ λειτουργία του, στὴ σημασία τῆς χημείας του γιὰ τὴν ἐκδήλωση τῶν ἐνεργειῶν τῆς ψυχῆς, χωρὶς νὰ γίνη ἐκτενὴς λόγος γιὰ τὸ τί εἶναι ἡ ψυχή. Στὸ σημεῖο αὐτὸ δὲν ὑπῆρχε συμφωνία τῶν συζητητῶν. Διάσταση ἀπόψεων ὑπῆρχε καὶ πάνω στὸ ποιό μέρος τῆς ψυχῆς (τὸ λογιστικὸ ἢ τὸ θυμικὸ) συνδέεται μὲ τὴν θρησκευτικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνάμεσα, μάλιστα, σὲ αὐτὲς τὶς διαφορετικὲς ἀνθρωπολογικὲς ἀπόψεις, ὅταν κριτικὰ (μᾶλλον ἐπικριτικὰ) ἔγινε ἀναφορὰ στὶς θρησκευτικὲς ἱεραρχίες, καίρια ἐπισημάνθηκε, ὅτι αὐτὸ παρατηρεῖται καὶ στὴν χορεία τῶν ἐπιστημόνων. Ὑπάρχουν «γκουροῦ» τῆς ἐπιστήμης, γύρω ἀπὸ τοὺς ὁποίους συγκροτεῖται ἕνα εἶδος ἱεραρχίας, ἡ ὁποία συγκεντρώνει ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ γιὰ τὰ ὁποῖα κατηγοροῦνται οἱ θρησκευτικὲς ἱεραρχίες.

Φάνηκε στὴν συγκεκριμένη συζήτηση ὅτι αὐτοὶ ποὺ εἶναι ἐπιρρεπεῖς στὴν μυθολογία τῆς ἐπιστήμης δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀκούσουν ὀρθόδοξο χριστιανικὸ λόγο. Δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀποδεχτοῦν τὴν θεολογικὴ προοπτικὴ τοῦ ἀνθρώπου ἢ τὴν διάκριση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα ἤ, ἀκόμη πιὸ πέρα, τὴν διάκριση τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴν λογική. Ὅσο γιὰ τὸ «κατ' εἰκόνα» καὶ τὸ «καθ' ὁμοίωσιν», εἶναι ἔννοιες ἀπροσπέλαστες, ἄγνωστες καί, μᾶλλον, ἐπικίνδυνες, γιὰ τὴν κοσμοαντίληψή τους. Γι' αὐτὸ πιθανῶς ἀφήνεται πεδίο ἐλεύθερο σὲ ἐπιστημονικοφανεῖς ὑλιστικὲς ἐπιχειρηματολογίες γιὰ νὰ τὶς καταπολεμοῦν. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐπιχειροῦν κάτι τέτοιο, συνθέτουν μὲ τὶς ἀπόψεις τους αὐτὸ ποὺ χαρακτηρίσαμε «μυθολογία τῆς ἐπιστήμης».

Στὶς ἀρχαῖες εἰδωλολατρικὲς θρησκεῖες, ἡ μυθολογία ἦταν ἡ θεολογία τους. Ἦταν μιὰ κίνηση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐπεδίωκε νὰ καταπραΰνη τὴν ἀγωνία του ἀπέναντι στὸ ἀπειλητικὸ ἄγνωστο, ἀπέναντι στὶς ἐσωτερικές του διασπάσεις καὶ ἀνασφάλειες, τὶς τύψεις καὶ τὶς ἐνοχές του. Γι' αὐτὸ προσωποποιοῦσε καὶ θεοποιοῦσε τὰ πάθη του, τὶς ἀπειλητικὲς φυσικὲς δυνάμεις, ἐπιφανεῖς ἀνθρώπους, ἥρωες, ἀκόμη καὶ ζῶα. Τὸ ἴδιο ὑπαρξιακὸ ἀποτέλεσμα ἐπιδιώκει καὶ ἡ σύγχρονη μυθολογία τῆς ἐπιστήμης.

Ἕνα ἐρώτημα ποὺ γεννιέται εἶναι το πῶς μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ μας εὐνοεῖται ἡ ἀνάπτυξη μιᾶς μυθολογίας. Σ' αὐτὸ ὑπάρχει μιὰ ἁπλὴ ἐξήγηση. Ὁ πολιτισμός μας ζῇ καὶ ἐξελίσεται μὲ τὴν δύναμη τῆς φαντασίας. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τεχνολογία εἶναι ἀποτελέσματα τῆς λεγόμενης διανοητικῆς φαντασίας, ἀφοῦ ἡ σύλληψη τῆς λύσης ὅλων τῶν προβλημάτων (ἐπιστημονικῶν ἢ τεχνικῶν) συντελεῖται μέσα στὸ χῶρο της. Οἱ λύσεις, δηλαδή, ὅλων τῶν προβλημάτων τῆς ἀνθρώπινης ἐπιστήμης καὶ τεχνικῆς συλλαμβάνονται μέσα στὴν μήτρα ποὺ κυοφορεῖ τὴν μυθοπλαστικὴ σκέψη. Ὅταν, λοιπόν, σ' αὐτὸν τὸν κοινὸ χῶρο τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς μυθολογίας, ἀντὶ νὰ λαμβάνονται ὑπ' ὄψη αὐστηρὰ ὅλα τὰ πραγματικὰ δεδομένα, γίνεται ἐπιλεκτικὴ λήψη τους καὶ τὰ ἐλλείποντα συμπληρώνονται μὲ ὅ,τι ἐπιβάλλουν οἱ ἐπιθυμίες μας ἢ οἱ σκοπιμότητές μας, τότε εἶναι εὔκολο νὰ περάσουμε ἀπὸ τὴν αὐστηρὴ ἐπιστήμη στὴν μυθολογία τῆς ἐπιστήμης.

Χρειάζεται ἐντιμότητα ἀπέναντι στὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ ἄγνωστο ποὺ μᾶς περιβάλλει, τὸ ὁποῖο μᾶς φωτίζει σωτήρια τὸ πρόσωπο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ.–

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 2877