Ἐπίκαιροι Σχολιασμοὶ: Τα αποσιωπούμενα από την επικαιρότητα

του Πρωτ. Θωμά Βαμβίνη

Τα θέματα της Παιδείας είναι και πάλι στην επικαιρότητα εξ αιτίας δύο κυρίως γεγονότων· αφ’ ενός μεν της μεγάλης κινητοποίησης των φοιτητών και σπουδαστών εναντίον της τροποποίησης του άρθρου 16 του Συντάγματος και της ψήφισης του νέου νόμου πλαισίου για τα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αφ’ ετέρου δε της εξαφάνισης του μικρού μαθητή Άλεξ, η οποία, μεταξύ άλλων, έδωσε την αφορμή σε ειδικούς και μη ειδικούς να διατυπώσουν αιχμηρές κριτικές για τους εκπαιδευτικούς και την εκπαίδευση, επειδή κατ’ αυτούς δεν προλαβαίνουν με κατάλληλες παιδαγωγικές δράσεις προβλήματα σαν και αυτά που πιθανώς οδήγησαν τους «φίλους» του Άλεξ στην παραβατική συμπεριφορά τους.

Και τα δύο γεγονότα έχουν πτυχές που φαίνονται και προκαλούν συζητήσεις, αλλά και πτυχές που δεν φαίνονται η, πιο σωστά, που αφήνονται με συμφωνημένη αποσιώπηση στο σκοτάδι της αδιαφορίας. Στην προκειμένη περίπτωση επιφάνεια των υλικών πραγμάτων κρύβει το πνεύμα. Αυτό λέγεται γιατί οι πτυχές που αφήνονται στην αφάνεια, χωρίς επισήμανση και χωρίς διεκδίκηση, και στην μια και στην άλλη περίπτωση, έχουν σχέση με το πνευματικό υπόβαθρο των προβλημάτων. Δεν ισχυριζόμαστε, βέβαια, ότι τα άλλα θέματα, τα συζητούμενα και διεκδικούμενα, δεν έχουν αξία. Έχουν, και μάλιστα μεγάλη. Χρειάζονται όμως συμπλήρωση, ώστε να μην αιχμαλωτιζόμαστε σε αδικαιολόγητες μονομέρειες.

Στην συνέχεια θα προσπαθήσουμε να υποδείξουμε την, κατά την γνώμη μας, εσωτερική –αποσιωπούμενη– πλευρά των γεγονότων.

Τα κυρίως προβαλλόμενα θέματα στις κινητοποιήσεις των φοιτητών είναι η αντίθεσή τους στην δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων και η διατήρηση της «δωρεάν παιδείας». Από την άλλη μεριά οι καθηγητές προβάλλουν ως πρωτεύον αίτημα την αύξηση της χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων. Υπάρχουν, βέβαια, και άλλα επιμέρους αιτήματα, αυτά όμως φέρονται ως πρωτεύοντα.

Σημειώθηκε ήδη ότι η ανησυχία των εξεγερμένων φοιτητών δεν σταματά στον νέο νόμο πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση, σχέδιο του οποίου ήδη δημοσιοποίησε η υπουργός Παιδείας, προκειμένου να συζητηθή από όλους τους ενδιαφερόμενους. Προχωρεί ως την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, η οποία μπορεί να ανατρέψη όλες τις ευνοϊκές γι’ αυτούς ρυθμίσεις, που είναι ενδεχόμενο να περιλάβη τελικά ο νέος νόμος πλαίσιο. Βέβαια, από το άρθρο 16 η προσοχή τους επικεντρώνεται επιλεκτικά στις παραγράφους 4 έως 8, στις οποίες διαλαμβάνονται οι ακόλουθες βασικές γραμμές της εθνικής παιδείας: Στην παρ. 4, ότι «Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, στα κρατικά εκπαιδευτήρια...». Στην παρ. 5, ότι «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση...». Στην παρ. 6, ότι «Οι καθηγητές των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί...». Στην παρ. 7, ότι «Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας...». Και στην παρ. 8, η οποία ορίζει τα σχετικά με την ιδιωτική εκπαίδευση, ότι «Η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».

Η επιχειρηματολογία για την μη αλλαγή όλων αυτών των αρχών είναι σημαντική, αλλά βρίσκεται έξω από τον στόχο του σχολιασμού μας. Χωρίς να μειώνουμε την σημασία τους πρέπει να πούμε ότι όλα αυτά αποτελούν την εξωτερική όψη του προβλήματος η, πιο σωστά, περιγράφουν τις τεχνικές παραμέτρους του. Η εσωτερική όψη βρίσκεται στις δύο πρώτες παραγράφους του άρθρου 16 του Συντάγματος, στις οποίες δίνεται το περιεχόμενο της Κρατικής παιδείας. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 1 θεσμοθετείται η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας, οι οποίες όμως «δεν απαλλάσουν [τους ακαδημαϊκούς δασκάλους] από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα». Η ισορροπία μεταξύ ελευθερίας και υπακοής στο Σύνταγμα φορτίζεται με ηθικό και πνευματικό περιεχόμενο από τα διαλαμβανόμενα στην δεύτερη παράγραφο. «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και την διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες». Η ανάπτυξη, λοιπόν, της «θρησκευτικής συνείδησης» είναι «βασική αποστολή του Κράτους», συνταγματικά θεσμοθετημένη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η πιθανότητα αλλαγής της παραγράφου αυτής δεν κινεί σε κανέναν καμμιά ανησυχία. Το ενδιαφέρον γι’ αυτήν πνίγεται μέσα στα άλλα αιτήματα. Η ύπαρξή της, μάλιστα, κυρίως από προοδευτικούς υπερασπιστές του άρθρου 16, αποσιωπάται και αφήνεται στην αφάνεια. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στην πεποίθησή τους ότι δεν κινδυνεύει το περιεχόμενό της, είτε πάλι στο ότι δεν τους ενοχλεί οποιαδήποτε αλλαγή της. Πάντως, έστω και έτσι, η υπεράσπιση της παρ. 2, μέσα από την συνολική υπεράσπιση του άρθρου 16, είναι κάτι σημαντικό για κάθε ευαισθητοποιημένο Έλληνα πολίτη, γιατί ακριβώς ορίζει το πνευματικό υπόβαθρο της παιδείας που παρέχει το Κράτος μέσα από την δημόσια εκπαίδευση.

Ο κίνδυνος όμως αλλαγής της παρ. 2 είναι υπαρκτός. Ήδη, πριν από λίγους μήνες, κατατέθηκε στην Βουλή νομοθετική πρωτοβουλία προερχόμενη από την «Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη», μέσα στην οποία προτεινόταν η αφαίρεση από τον εκπαιδευτικό νόμο 1566/1985 κάθε αναφοράς στα «γνήσια στοιχεία της Ορθόδοξης Χριστιανικής παράδοσης» η του «Ορθόδοξου Χριστιανικού ήθους». Στόχος αυτής της πρωτοβουλίας ήταν ο πλήρης θρησκευτικός αποχρωματισμός της διοίκησης του Κράτους. Είναι προφανές ότι οι εμπνευστές αυτής της κίνησης δεν θα χάσουν την ευκαιρία, σε ενδεχόμενη αλλαγή του άρθρου 16, να πουν τον δικό τους λόγο για την εξαφάνιση κάθε θρησκευτικής απόχρωσης –ιδίως Ορθόδοξης Χριστιανικής– από τους σκόπους της παιδείας, που υποχρεούται να παρέχη το Κράτος.

Πάντως, μια παιδεία που δεν βοηθά τα παιδιά «να συνειδητοποιούν τη βαθύτερη σημασία του ορθόδοξου Χριστιανικού ήθους», δεν μπορεί να αποτρέψη την γένεση και εξέλιξη ρατσιστικών αντιλήψεων και νοοτροπιών, σαν και αυτές που οδήγησαν –όπως φαίνεται προς το παρόν– τους πέντε συμμαθητές του Άλεξ στην έντονη αντιπαλότητα μαζί του. Ο ισχύων νόμος 1566/1985, βέβαια, προβλέπει την καλλιέργεια του ορθόδοξου Χριστιανικού ήθους με το μάθημα των Θρησκευτικών, αλλά και άλλες δραστηριότητες του σχολείου. Τέτοιες παιδαγωγικές δράσεις, όμως, όσο περνά ο καιρός αδυνατίζουν, ατονούν μέσα στο πνεύμα του πολυπολιτισμού και της μέριμνας για τις θρησκευτικές μειονότητες, που ευνοεί την απομάκρυνση του Σχολείου από την πίστη των Πατέρων μας.

Πολλοί κατηγόρησαν τα πέντε παιδιά ότι κινήθηκαν από έναν κοινωνικό ρατσισμό. Δεν άντεχαν την υπεροχή του χαρισματικού Άλεξ στα μαθήματα, τον αθλητισμό και την μουσική. Σύμπηξαν την ιδιότυπη μειονότητά τους και στάθηκαν απέναντί του. Αυτού του είδους η συμπεριφορά είναι σύμπτωμα μιας πνευματικής ασθένειας με κοινωνικές προεκτάσεις. Όμως, πως θα μπορούσε να προληφθή η να θεραπευτή αυτή η πνευματική και κοινωνική αρρώστια τους;

Οι αστυνομικού τύπου παιδαγωγικές παρεμβάσεις έχουν κατασταλτικό και όχι θεραπευτικό χαρακτήρα. Δεν δημιουργούν ώριμες και ελεύθερες προσωπικότητες. Οι ψυχολογικές τεχνικές απ’ την άλλη μεριά είναι παρομοίως αναποτελεσματικές, διότι ο κοινωνικός ρατσισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ενεργοποίηση του φοβερού πάθους του φθόνου, του πιο διαβρωτικού και αντικοινωνικού πάθους της ψυχής. Η θεραπεία του είναι αδύνατη με οποιαδήποτε ανθρωποκεντρική μέθοδο. Απαιτεί ασκητική που είναι θεμελιωμένη στην θεολογία. Χρειάζεται άνοιγμα της ψυχής σε υψηλά νοήματα, αγκίστρωση του νου έξω από τα φθονούμενα ανθρώπινα πράγματα, καλλιέργεια της πίστης στο Θεό, εκμάθηση του τρόπου της ειλικρινούς προσευχής, μαθητεία στο ήθος της αγάπης, όπως την εκφράζει ο απ. Παύλος, η οποία «ου ζητεί τα εαυτής».

Αυτά προφανώς είναι δύσκολα μαθήματα. Είναι όμως στοιχεία της παράδοσής μας. Ο εμποτισμός και πάλι της εκπαίδευσής μας με το πνεύμα τους αποτελεί ένα επίκαιρο αίτημα, γιατί δίνει πολλές δυνατότητες για θεραπευτικές παιδαγωγικές παρεμβάσεις. Αντίθετα, το διαζύγιό της από τον πλούτο αυτής της παράδοσης συνιστά, κατά την γνώμη μας, την εσωτερική όψη του προβλήματος, που μας αποκάλυψαν οι πέντε συμμαθητές του Άλεξ.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 2369