Κύριο θέμα: Τὸ μυστήριο καὶ ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου - Συνέντευξη στὸν δρ. Pavel Chirila
Τὸ μυστήριο καὶ ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου
Συνέντευξη τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
στὸν δρ. Pavel Chirila, Καθηγητὴ Ἰατρὸ (Ρουμανία)
Ἡ συνέντευξη ποὺ ἀκολουθεῖ δόθηκε στὸν Καθηγητή-Ιατρό τοῦ Νοσοκομείου τῆς Ἁγίας Εἰρήνης Βουκουρεστίου καὶ μέλος τῆς ἐκεῖ Χριστιανικῆς Κοινότητος δρ. Παῦλο Chirila, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὸν Σεβασμιώτατο ἀπὸ τὰ βιβλία του ποὺ ἔχουν μεταφρασθῇ στὰ ρουμανικὰ καὶ δείχνει ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ θέματα ποὺ θίγονται στὴν συνέντευξη ὄχι μόνον ἀκαδημαϊκά, ἀλλὰ κυρίως ποιμαντικά.
1 Ἐρώτηση: Πεῖτε μας κάτι γιὰ τὸν θάνατο, κάτι ποὺ ἔρχεται αὐθόρμητα στὴν σκέψη σας, κάτι ποὺ θεωρεῖτε ἐξαιρετικὰ σημαντικό.
Ἀπάντηση: Ἐκεῖνο ποὺ ἔρχεται αὐθόρμητα στὴν σκέψη μου εἶναι ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἕνα φοβερὸ μυστήριο, ὅπως ψάλλουμε σὲ κάθε νεκρώσιμη ἀκολουθία ποὺ εἶναι ποίημα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Καὶ αὐτὸ συνδέεται μὲ τὸ ὅτι ἡ ψυχὴ χωρίζεται βιαίως ἀπὸ τὴν ἁρμονία τῆς ἑνώσεώς της μὲ τὸ σῶμα. Εἶναι δὲ καὶ λυπηρὸ γεγονός, διότι συνδέεται μὲ τὴν φθαρτότητα καὶ θνητότητα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐκδηλώνεται σὲ ὅλη τὴν ζωή.
Ἀκόμη, ἔρχεται στὴν μνήμη μου ἡ ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουμε μὲ λαμπρότητα. Κρατᾶμε στὰ χέρια μας τὶς ἀναμμένες λαμπάδες καὶ ψάλλουμε θριαμβευτικὰ τὸν παιᾶνα τῆς νίκης: «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασιν ζωὴν χαρισάμενος». Αὐτὴ ἡ ὡραία εἰκόνα δείχνει τὴν στάση μας ἀπέναντι στὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο. Εἴμαστε φθαρτοὶ καὶ θνητοί, ἀλλὰ ἔχουμε τὸ «φάρμακο τῆς ἀθανασίας», ποὺ εἶναι ὁ ἀναστὰς Χριστός. Πράγματι, χρησιμοποιῶντας μιὰ σύγχρονη ὁρολογία, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν ἕνωση τῆς ἀνθρωπίνης μὲ τὴν θεία φύση στὸ πρόσωπο τοῦ Λόγου, ἔγινε μιὰ «πνευματικὴ κλωνοποίηση», ἡ θνητὴ φύση μας ἑνώθηκε μὲ τὴν ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ θάνατος ἀλλάζει ὄνομα καὶ λέγεται κοίμηση καὶ οἱ χῶροι ποὺ ἐνταφιάζονται ὅσοι φεύγουν ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸν δὲν λέγονται νεκροταφεῖα, ἀλλὰ κοιμητήρια.
Ἔτσι, ὅταν βλέπω τὸ βράδυ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ τοὺς ἀνθρώπους νὰ κρατᾶνε μιὰ ἀναμμένη λαμπάδα καὶ νὰ ψάλλουν τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», καταλαβαίνω καλύτερα ὅτι πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὸν θάνατο ὡς μιὰ διαδικασία διελεύσεως ἀπὸ τὴν «γῆ τῆς Αἰγύπτου» στὴν «γῆ τῆς Ἐπαγγελίας», ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν ζωή, ποὺ γίνεται ἐν Χριστῷ καὶ ὡς ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεώς μας ποὺ πάλι γίνεται ἐν Χριστῷ. Θὰ ἦταν εὐτύχημα ἂν περιμέναμε τὸν θάνατο μὲ αὐτὴν τὴν στάση, κρατῶντας τὴν ἀναστάσιμη λαμπάδα καὶ ψάλλοντας τὸ «Χριστὸς ἀνέστη». Ἄλλωστε στὴν ζωὴ αὐτὴ εἴμαστε «πάροικοι» καὶ «παρεπίδημοι», φιλοξενούμενοι, ἀλλοῦ εἶναι ἡ πραγματική μας πατρίδα. Πάντοτε μοῦ κάνει ἐντύπωση ὁ λόγος τοῦ ἱεροῦ Νικολάου Καβάσιλα (14ος αἰῶνας) ὅτι ὅσο ζοῦμε ἐδῶ στὴν γῆ, ὁμοιάζουμε μὲ τὸ ἔμβρυο ποὺ βρίσκεται στὴν μήτρα της μητέρα του, ἐνῷ κατὰ τὴν στιγμὴ τοῦ θανάτου γεννιόμαστε, ἐξερχόμαστε ἀπὸ αὐτὴν τὴν μήτρα. Γι' αὐτὸ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οἱ ἅγιοι ἑορτάζουν τὴν ἡμέρα ποὺ κοιμήθηκαν ἡ μαρτύρησαν καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκαν σωματικά.
2 Ἐρώτηση: Ἐμεῖς ἐννοήσαμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὑπάρχουν δύο εἴδη φόβου: ὁ ἱερὸς φόβος, ποὺ εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρχὴ σοφίας κατὰ τὸν ψαλμωδό, καὶ ἕνα ἄλλο εἶδος φόβου, ποὺ ἐμπνέουν οἱ δαίμονες καὶ ποὺ πρόκειται γιὰ παθολογικὸ φόβο. Πεῖτε μας, ὁ φόβος τοῦ θανάτου σὲ ποιά κατηγορία ἀνήκει;
Ἀπάντηση: Πράγματι, ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι ἐνέργεια τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας, δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται - σέβεται τὸν Θεὸ καὶ ἀρχίζει νὰ τηρῇ τὶς ἐντολές Του, καὶ ὑπάρχει ὁ φόβος ποὺ ἐμπνέουν οἱ δαίμονες καὶ δημιουργεῖ ταραχὴ καὶ ἀγωνία. Ὅμως, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς φόβους, ὑπάρχει καὶ ἕνας ἄλλος φόβος, ὁ λεγόμενος ψυχολογικὸς ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ἀνασφάλεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν συναισθηματικὴ ἀνεπάρκειά του.
Ὁ φόβος τοῦ θανάτου σὲ κάθε ἄνθρωπο ἔχει ἰδιαίτερη ἑρμηνεία. Γιὰ τοὺς κοσμικοὺς καὶ ἀθέους ἀνθρώπους ἔχει σχέση μὲ τὴν πορεία πρὸς τὸ «μηδέν», δηλαδὴ νομίζουν ὅτι φεύγουν ἀπὸ τὸν μόνον καὶ ὑπαρκτὸ κόσμο καὶ καταλήγουν στὸ μηδὲν τῆς ἀνυπαρξίας, ποὺ φυσικὰ δὲν ὑπάρχει γιὰ μᾶς τοὺς ὀρθοδόξους. Γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς ὁ φόβος τοῦ θανάτου συνδέεται μὲ τὴν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ γνωρίζουν, τοὺς φίλους, τοὺς συγγενεῖς καὶ τὴν εἴσοδό της σὲ ἕναν ἄλλο κόσμο τὸν ὁποῖον δὲν γνωρίζουν ἀπὸ τώρα, οὔτε γνωρίζουν πὼς θὰ ζοῦν καὶ τί θὰ γίνη μὲ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀκολουθεῖ τὸν θάνατο. Γι' αὐτὸ χρειάζεται προσδοκία καὶ προετοιμασία κατάλληλη.
Βέβαια, ὅσοι ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ἔχουν φθάσει στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ τὴν θέωση καὶ ἔχουν ἑνωθῇ μὲ τὸν Χριστὸ ὑπερβαίνουν τὸν φόβο τοῦ θανάτου, ὅπως τὸ βλέπουμε στὴν ζωὴ τῶν Ἀποστόλων, τῶν Μαρτύρων καὶ γενικὰ τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν διαβάζουμε τὰ «Συναξάρια τῶν ἁγίων», βλέπουμε ὅτι γράφεται: «τὴ αὐτὴ ἡμέρα ὁ ἅγιος (τάδε) ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται» ἡ «ξίφει τελειοῦται» κλπ. Ἐδῶ πρέπει νὰ ἐπισημανθῇ ὅτι στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα ἄλλο σημαίνει τὸ ρῆμα «τελειοῦται», δηλαδὴ τελειοποιεῖται, ὁδηγεῖται πρὸς τὸ τέλειο καὶ ἄλλο τὸ ρῆμα «τελειώνει» δηλαδὴ παύει νὰ ὑπάρχη. Ἐπίσης, ἄλλο σημαίνει ἡ λέξη «βίος» καὶ ἄλλο ἡ λέξη «ζωή». Μποροῦμε, λοιπόν, νὰ ποῦμε ὅτι μὲ τὸν θάνατο τελειώνει ὁ αἰσθητὸς βίος, ἀλλὰ ἡ ζωὴ τελειοῦται καὶ ὄχι τελειώνει. Πάντως θὰ πρέπη μὲ τὴν πνευματικὴ ζωὴ ποὺ θὰ ζοῦμε νὰ ὑπερνικήσουμε τὸν φόβο τοῦ θανάτου καὶ νὰ αἰσθανόμαστε τὸν θάνατο ὡς μιὰ πορεία γιὰ μιὰ συνάντηση μὲ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους.
3 Ἐρώτηση: Γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Παράδοση ὅτι στὸ θάνατο ἑνὸς ἀνθρώπου παρευρίσκονται οἱ ἄγγελοι, οἱ ἅγιοι ἀλλὰ καὶ οἱ δαίμονες. Τί μπορεῖτε νὰ μᾶς πῆτε περὶ αὐτοῦ;
Ἀπάντηση: Ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὅλη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι προσωποποίηση τοῦ καλοῦ ἡ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ ἰδιαίτερα ὄντα δημιουργημένα ἀπὸ τὸν Θεό. Οἱ δαίμονες ἦταν ἄγγελοι ποὺ ἔχασαν τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Πολλοὶ ἅγιοι ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν ἀγγέλους ὅσο ζοῦσαν, καθὼς ἐπίσης εἶδαν καὶ τοὺς πειράζοντας δαίμονας. Κατὰ τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων μας οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἅγιοι, πολλὲς φορὲς καὶ ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Παναγία, ἐμφανίζονται στοὺς μελλοθανάτους γιὰ νὰ τοὺς ἐνισχύσουν, νὰ τοὺς ἐνδυναμώσουν ὥστε νὰ ἀποφύγουν τὸν φόβο ὁ ὁποῖος προκαλεῖται ἀπὸ τὸν θάνατο. Ἀλλὰ καὶ οἱ δαίμονες ἐμφανίζονται, ἰδιαιτέρως ὅταν ἔχουν ἐπίδραση σὲ συγκεκριμένους ἀνθρώπους, λόγῳ τῶν παθῶν καὶ διεκδικοῦν τὴν ἐξουσία πάνω στὶς ψυχές τους. Αὐτό μας ὑπενθυμίζει καὶ ἡ προσευχὴ στὴν Παναγία κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἀποδείπνου: «καὶ ἐν τῷ καιρῷ τῆς ἐξόδου μου τὴν ἀθλίαν μου ψυχὴν περιέπουσα καὶ τὰς σκοτεινὰς ὄψεις τῶν πονηρῶν δαιμόνων πόρρω αὐτῆς ἀπελαύνουσα».
Εἶναι γνωστὸν ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι κάθε ἄνθρωπος ἔχει τὸν «φύλακα ἄγγελο», ποὺ τὸν προστατεύει, γι' αὐτὸ καὶ στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἀποδείπνου ὑπάρχει εἰδικὴ προσευχὴ στὸν φύλακα ἄγγελο. Ὁ π. Παΐσιος, ἕνας μοναχὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους, μοῦ ἔλεγε ὅτι πολλὲς φορὲς ἔβλεπε δίπλα του τὸν φύλακα ἄγγελό του καὶ τὸν ἀσπαζόταν. Ἐπίσης, μὲ τὴν φιλοτιμία ποὺ τὸν διέκρινε ἔλεγε ὅτι πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ νὰ σωθοῦμε, ὥστε ὁ φύλακας ἄγγελός μας, ποὺ ἔκανε τόσο κόπο νὰ μᾶς προστατεύη σὲ ὅλη τὴν ζωή μας καὶ νὰ μᾶς βοηθᾶ, νὰ μὴ πάη ἄπρακτος στὸν Θεό, ἐὰν ἐμεῖς μὲ τὴν ἀδιαφορία μας δὲν σωθοῦμε. Μὲ συγκίνηση ἐνθυμοῦμαι τὸν πατέρα μου ποὺ ὅταν εἰσερχόταν στὸν Ἱερὸ Ναό, πήγαινε στὴν βορεινὴ πύλη τοῦ ἱεροῦ Βήματος καὶ ἀσπαζόταν τὴν εἰκόνα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ παραλάβη τὴν ψυχή του στὸν κατάλληλο καιρό, ὅταν θὰ ἔχη μετάνοια, νὰ τὴν προστατεύση ἀπὸ τοὺς πονηροὺς δαίμονας καὶ νὰ τὴν ὀδηγήση στὸν Θεό. Ἴσως αὐτὴ ἡ προσευχή του, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, τὸν βοήθησε νὰ ἔχη καλὴ κοίμηση καὶ τὸ πρόσωπό του στὸ φέρετρο ἦταν χαρούμενο, γελαστό.
4 Ἐρώτηση: Διαβάζουμε στὴν Ἁγία Γραφὴ ὅτι τὸ ἔλεος ὑπερκέρασε τὴν κρίση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη καλύπτει πλῆθος ἁμαρτιῶν;
Ἀπάντηση: Πρέπει νὰ δοῦμε τί σημαίνει ἔλεος. Τὸ ἔλεος στὴν πραγματικότητα εἶναι αἴσθηση τῆς θείας Χάριτος, τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὅταν προσευχόμαστε μὲ τὴν εὐχὴ «Κύριε ἐλέησον», ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος βιώνει τὴν θεία Χάρη εἶναι ἐλεήμων στοὺς ἀδελφούς του, μὲ τὴν ποικιλότροπη ἀγάπη του, ποὺ ἐκφράζεται μὲ προσευχή, θεολογικὸ λόγο καὶ ὑλικὴ προσφορά, καὶ ἔτσι ἐφαρμόζει τὸν μακαρισμὸ «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Μάτθ. ε , 7). Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια λέγεται ὅτι ἡ αἴσθηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἐλεημοσύνης ὑπερβαίνει τὴν κρίση. Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἔχει μεταμορφωθῇ πνευματικὰ καὶ ἔχει ἑνωθῇ μὲ τὸν Θεό, δὲν φοβᾶται τὴν κρίση, ἀλλὰ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰω. ε , 24). Κατὰ τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὑπάρχουν τρεῖς κρίσεις. Ἡ πρώτη γίνεται καθ' ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς μας, ὅταν βρισκόμαστε στὸ δίλημμα νὰ τηρήσουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ νὰ τὸ ἀρνηθοῦμε, ὅταν ἔχουμε νὰ ἐπιλέξουμε μεταξὺ ἑνὸς καλοῦ ἡ κακοῦ λογισμοῦ. Ἡ δεύτερη κρίση γίνεται κατὰ τὴν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις» (Ἔβρ. θ , 27). Καὶ ἡ τρίτη τελικὴ κρίση θὰ γίνη κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πρώτη κρίση εἶναι σημαντική.
Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος λέγει ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστὸ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ βλέπει τὸ ἄκτιστο Φῶς, τότε γι' αὐτὸν ἡ κρίση ἔγινε καὶ δὲν τὴν ἀναμένει κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό μας ὑπενθυμίζει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀνέφερα προηγουμένως. Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπενθυμίσω τὸν λόγο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ ἄλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς κατηγορίες σωζομένων, ἤτοι οἱ δοῦλοι, ποὺ τηροῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν κόλαση, οἱ μισθωτοὶ ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ νὰ κερδίσουν ὡς μισθὸ τὸν Παράδεισο, καὶ οἱ υἱοὶ ποὺ ὑπακούουν στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεό. Ἔτσι, σὲ ὅλη μας τὴν ζωὴ πρέπει νὰ προοδεύουμε πνευματικὰ καὶ νὰ περνοῦμε ἀπὸ τὴν κατάσταση τοῦ δούλου, στὴν κατάσταση τοῦ μισθωτοῦ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν νοοτροπία τοῦ υἱοῦ. Δηλαδὴ ἀπὸ τὸν φόβο καὶ τὴν ἀνταπόδοση νὰ φθάσουμε στὴν ἀγάπη. Νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστό, γιατί Αὐτὸς εἶναι Πατέρας μας, μητέρα μας, φίλος μας, ἀδελφός μας, νυμφίος καὶ νύμφη μας. Ἔτσι ὑπερβαίνουμε τὴν κρίση.
5 Ἐρώτηση: Πεῖτε μας κάτι γιὰ τὸν αἰφνίδιο θάνατο.
Ἀπάντηση: Ἡ ἀξιολόγηση τοῦ αἰφνιδίου θανάτου ἐξαρτᾶται ἀπὸ ποιά ὀπτικὴ πλευρὰ βλέπει κανεὶς τὸ θέμα. Γιὰ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους ὁ αἰφνίδιος θάνατος εἶναι καλός, ἀποδεκτὸς καὶ ἐπιθυμητός, γιατί δὲν θὰ ταλαιπωρηθοῦν καὶ δὲν θὰ βασανισθοῦν ἀπὸ διάφορες ἀσθένειες καὶ τὴν γήρανση. Ὅμως γιὰ τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς ὁ αἰφνίδιος θάνατος εἶναι κακός, διότι δὲν δίνεται ἡ δυνατότητα τῆς καλύτερης προετοιμασίας τους γιὰ τὴν συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία. Ὅταν ἐπισκέπτεται κανεὶς ἕναν ἀξιωματοῦχο προετοιμάζεται κατάλληλα. Τὸ ἴδιο πρέπει νὰ γίνεται μὲ μᾶς ὡς πρὸς τὴν συνάντησή μας μὲ τὸν Χριστό. Ἡ προετοιμασία, διὰ τῆς μετανοίας, εἶναι ἀπαραίτητη. Γι' αὐτὸ ὁ ἀείμνηστος π. Παΐσιος ἔλεγε ὅτι ἡ ἀσθένεια τοῦ καρκίνου εἶναι ἁγία, διότι γέμισε τὸν Παράδεισο μὲ ἁγίους, ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ πολυχρόνια ἀσθένεια προετοιμάζει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μετάνοια. Ἄλλωστε, κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ ἡ ὀδύνη-πόνος θεραπεύει τὴν ἡδονή.
Πάντως, ὁ θάνατος εἶναι τὸ πλέον βέβαιο γεγονός. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε γύρω μας, ἀφοῦ τὰ πάντα πεθαίνουν, ἡ ἄλογη κτίση, οἱ φίλοι μας, οἱ συγγενεῖς μας. Ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶναι βέβαιο καὶ εἶναι ἄγνωστο σὲ μᾶς εἶναι ἡ ὥρα τοῦ θανάτου, τὸ πότε θὰ ἔλθη ὁ θάνατος. Μπορεῖ νὰ συμβῇ τὴν ὥρα ποὺ κοιμόμαστε, ποὺ βαδίζουμε, ποὺ ταξιδεύουμε, ποὺ ἐργαζόμαστε, ποὺ ψυχαγωγούμαστε κλπ. Γι' αὐτὸ κάθε μέρα πρέπει νὰ προσευχόμαστε στὸν Θεό, ὅπως τὸ κάνει ἡ Ἐκκλησία: «Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοία ἐκτελέσαι, παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα» καί: «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν παρὰ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, αἰτησώμεθα». Στὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων συναντοῦμε τὴν ἀλήθεια ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα χαρίσματα ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ καθημερινὴ «μνήμη τοῦ θανάτου». Ὅταν αὐτὸ γίνεται μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπόγνωση, τὴν ἀπελπισία, τὸν ψυχολογικὸ φόβο, ἀλλὰ στὴν ἔμπνευση, τὴν προσευχή, τὴν δημιουργικότητα, ἀκόμη καὶ σὲ ἀνθρώπινα πράγματα, ἀφοῦ προσπαθεῖ νὰ τελειώση τὶς ἐργασίες του καὶ νὰ προετοιμασθῇ κατάλληλα. Ὅταν καθημερινὰ ζοῦμε ὡς τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς μας, τότε καὶ ὁ αἰφνίδιος θάνατος νὰ ἔλθη, θὰ μᾶς βρῇ ἕτοιμους.
6 Ἐρώτηση: Ποιά ἔκφραση εἶναι πιὸ σωστή: ἡ ὥρα τοῦ θανάτου ἡ ἡ στιγμὴ τοῦ θανάτου;
Ἀπάντηση: Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πὼς ἐκλαμβάνονται οἱ λέξεις «ὥρα» καὶ «στιγμή». Πολλὲς φορὲς στὸν προφορικὸ λόγο χρησιμοποιοῦμε τὴν λέξη ὥρα καὶ ἐννοοῦμε τὴν στιγμή. Ἀντιλαμβάνομαι ὅμως τί ἐννοεῖτε μὲ τὴν ἐρώτησή σας, ἂν δηλαδὴ ὁ θάνατος εἶναι μιὰ διαδικασία ἡ μιὰ στιγμή. Ἐκεῖνο ποὺ μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς εἶναι ὅτι ὑπάρχει μιὰ διαδικασία θανάτου, δηλαδὴ σὲ μακροχρόνιες ἀσθένειες ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται προοδευτικὰ πρὸς τὸν θάνατο, ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα γίνεται σὲ μιὰ συγκεκριμένη στιγμή, μὲ τὴν βούληση τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ στιγμὴ εἶναι σημαντική, γιατί ἀλλάζει ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ξέρουμε πὼς θὰ εἶναι. Ἐμεῖς ξέρουμε τὴν κατάσταση ποὺ ἡ ψυχὴ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ σῶμα μας ποὺ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὴν κτίση διὰ τῶν αἰσθήσεων. Δὲν γνωρίζουμε ἐκ πείρας τί θὰ συμβῇ τότε καὶ πὼς θὰ εἴμαστε. Τώρα συνήθως δὲν βλέπουμε ἀγγέλους, δαίμονες, ἀλλὰ τὸν κόσμο ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός, τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς φίλους, τὰ ὡραῖα τῆς γῆς. Τότε, ὅμως, ἡ ψυχὴ δὲν θὰ βλέπη διὰ τῶν αἰσθήσεων τοῦ σώματος, ἀλλὰ θὰ βλέπη αὐτὰ ποὺ τώρα εἶναι ἀόρατα. Γι' αὐτὸ οἱ ἅγιοι θέλουν νὰ ἔχουν συνείδηση κατὰ τὴν διαδικασία τοῦ θανάτου καὶ νὰ προσεύχωνται, ὥστε νὰ φύγουν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ μὲ προσευχὴ καὶ νὰ ἔχουν τὴν δύναμη καὶ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ τοὺς συνοδεύη.
Βέβαια, πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι τὸ προνόμιο νὰ προσεύχεται κανεὶς τὶς ὧρες αὐτὲς καὶ νὰ κοινωνῇ τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ὥστε τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ ψυχὴ θὰ χωρισθῇ ἀπὸ τὸ σῶμα νὰ περιβάλλεται ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, σήμερα ἐκμηδενίζεται μὲ τὴν λεγόμενη μηχανικὴ ὑποστήριξη στὶς Μονάδες Ἐντατικῆς Θεραπείας. Ἡ ὥρα καὶ ἡ στιγμὴ τοῦ θανάτου ἀπαιτεῖ, ἀπὸ χριστιανικῆς πλευρᾶς, μιὰ κατάλληλη προετοιμασία, ἤτοι ἐξομολόγηση, θεία Κοινωνία, ἱερὸ Εὐχέλαιο, προσευχὴ τῶν οἰκείων καὶ δική μας προσευχή. Ὅμως, στὶς Μονάδες Ἐντατικῆς Θεραπείας δὲν μπορεῖ νὰ ἐξασκηθῇ μιὰ τέτοια ἐκκλησιαστική – ποιμαντικὴ διακονία. Ἔτσι, ὅλο καὶ περισσότερο οἱ ἄνθρωποι σήμερα, μὲ τὶς σύγχρονες τεχνικὲς καὶ τὰ φάρμακα, πεθαίνουν χωρὶς νὰ ἔχουν συνείδηση τοῦ τί γίνεται ἐκείνη τὴν ὥρα καὶ στιγμή. Αὐτὸ εἶναι ἕνα οὐσιαστικὸ πρόβλημα. Ἄλλωστε, μὲ τοὺς σύγχρονους ἰατρικοὺς τρόπους τίθεται ἕνα δίλημμα. «Παράταση τῆς ζωῆς ἡ παρεμπόδιση τοῦ θανάτου;». Δηλαδή, μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ προσφέρονται ἀπὸ ἰατρικῆς πλευρᾶς παρατείνεται ἡ ζωὴ γιὰ νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ τὴν ἀφιερώσουμε στὸν Θεὸ ἡ παρεμποδίζεται ὁ θάνατος ποὺ δημιουργεῖ ἕναν μεγάλο πόνο, σωματικὸ καὶ ὑπαρξιακό; Πάντως, εἶναι μεγάλη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ πεθάνη κανεὶς πλαισιούμενος ἀπὸ τὰ ἀγαπητά του πρόσωπα ποὺ θὰ προσεύχωνται καὶ κυρίως νὰ πεθάνη ζῶντας μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ τὴν θεία Κοινωνία, τὴν προσευχή, τὴν εὐχὴ τοῦ Πνευματικοῦ τοῦ Πατέρα, τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς προσευχὲς τῶν ἁγίων. Ἡ εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ δείχνει ὅτι ἡ Παναγία μας, ὅταν κοιμήθηκε, βρισκόταν στὸ κέντρο καὶ ὅλοι, ὁ Χριστός, οἱ ἄγγελοι, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Ἱεράρχες τὴν περιέβαλαν μὲ ἀγάπη, πρέπει νὰ εἶναι διαρκὴς καὶ δική μας ἐπιθυμία.
7 Ἐρώτηση: Ὁρισμένοι ἄνθρωποι πεθαίνουν, ὅταν δὲν τὸ περιμένουμε. Ἀληθεύει αὐτὸ ποὺ λέγεται, ὅτι ὁ Θεὸς παίρνει τὸν ἄνθρωπο, ὅταν οἱ πιθανότητες σωτηρίας του εἶναι οἱ μέγιστες;
Ἀπάντηση: Ὡς Χριστιανοὶ πιστεύουμε ἀπόλυτα ὅτι δημιουργηθήκαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης καὶ ὅτι ὁ Θεὸς διευθύνει τὴν ζωή μας, Αὐτός μας δίνει τὴν ζωὴ καὶ Αὐτὸς τὴν παίρνει ὅποτε κρίνει ὅτι εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή. Ἐπίσης γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο Αὐτὸς δημιούργησε καὶ θέλει τὴν σωτηρία του. Ὁπότε, εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ γίνεται ὁ θάνατος τοῦ κάθε ἀνθρώπου τὴν πιὸ κατάλληλη στιγμή. Φυσικά, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν καταργεῖ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἐνεργὴ θετικὰ ἡ ἀρνητικά, νὰ ἀνταποκρίνεται στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἡ νὰ τὸν ἀρνῆται. Πάντως, ἐπειδὴ εἴπατε ὅτι μερικοὶ ἄνθρωποι πεθαίνουν χωρὶς νὰ τὸ περιμένουμε, θὰ ἤθελα νὰ σᾶς ὑπενθυμίσω καὶ πάλι ὅτι θὰ πρέπη συνεχῶς νὰ ἔχουμε μνήμη θανάτου, νὰ μὴ αἰσθανόμαστε ὅτι θὰ ζήσουμε αἰώνια πάνω στὴν γῆ, γιατί αὐτὸ εἶναι μιὰ πνευματικὴ ἀρρώστια. Ὅπως ὑπάρχει ἐναλλαγὴ ἡμέρας καὶ νύκτας, ἔτσι ὑπάρχει καὶ ἐναλλαγὴ ζωῆς καὶ θανάτου. Ἡ σύγχρονη μοριακὴ βιολογία τονίζει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι συνυφασμένος μὲ τὴν ζωή, ἀφοῦ μεταξὺ τῶν γονιδίων ὑπάρχουν καὶ τὰ γονίδια τῆς γηράνσεως, ποὺ βρίσκονται στὰ μιτοχόνδρια. Ἔτσι, τὴν στιγμὴ τῆς συλλήψεώς μας, μέσα στὸ DNA βρίσκεται καὶ ὁ θάνατος, τὸν δὲ θάνατο τὸν βλέπουμε στὸ σῶμα μας μὲ τὸν θάνατο τῶν κυττάρων καὶ γενικὰ μὲ τὴν γήρανση, τὰ χρόνια ποὺ περνοῦν, τὶς ρυτίδες, τὶς ἀσθένειες, ὅλο αὐτὸ ποὺ λέγεται θεολογικὰ φθαρτότητα καὶ θνητότητα. Δὲν πρέπει νὰ μυωπάζουμε καὶ νὰ διακρινόμαστε γιὰ στρουθοκαμηλισμό. Μέσα σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν διαδικασία πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἔπλασε γιὰ νὰ πεθαίνουμε, ὅτι ὁ θάνατος εἶναι συνέπεια τῆς ἁμαρτίας τῶν Πρωτοπλάστων καὶ ὅτι ὁ Θεός μας ἀγαπᾶ καὶ ἐνδιαφέρεται γιά μας. Εἶναι πατέρας μας στοργικός. Δὲν εἶναι σωστὸ ἀφ' ἑνὸς μὲν νὰ προσευχόμαστε μὲ τὴν «Κυριακὴ προσευχή», τὸ γνωστὸ «Πάτερ ἡμῶν», καὶ νὰ ἀποκαλοῦμε τὸν Θεὸ «Πατέρα», ἀφ' ἑτέρου δὲ νὰ ζοῦμε ὡσὰν νὰ εἴμαστε ὀρφανοί.
8 Ἐρώτηση: Ἡ ὀρθόδοξος πίστη δίνει ἰδιαίτερη σημασία στὴν μετάνοια. Εὐχαριστοῦμε Σοὶ Κύριε ὅτι ἔδωκας ἡμῖν τὴν μετάνοιαν. Μπορεῖ ἡ μετάνοια κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου νὰ εἶναι τόσο μεγάλη ὥστε νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο, παρ' ὅλο ποὺ τὸν βαρύνουν μεγάλες ἁμαρτίες;
Ἀπάντηση: Εἶναι γνωστὸν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοσή μας ὅτι ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι ἕνα ἠθικολογικὸ γεγονός, ἀλλὰ ὀντολογικό, δηλαδὴ ἡ πορεία ἀπὸ τὸ κατὰ φύσιν στὸ παρὰ φύσιν. Ἔτσι καὶ ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν στὸ κατὰ φύσιν. Δηλαδὴ μὲ τὴν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τὴν κοινωνία τοῦ μὲ τὸν Θεό, τὸν ἀδελφό του καὶ τὴν κτίση καὶ μὲ τὴν μετάνοια ἀποκτᾶ ἐκ νέου αὐτὴν τὴν κοινωνία. Ἔτσι, ἡ μετάνοια συνδέεται μὲ μιὰ πορεία ἐλευθερώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ κάθε τι ποὺ τὸν ὑποδουλώνει. Οἱ Πατέρες αὐτὴν τὴν πορεία τὴν περιέγραψαν μὲ τρεῖς λέξεις: κάθαρση, φωτισμός, θέωση, καὶ εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγεται θεραπεία. Αὐτὸ γίνεται καὶ κατὰ τὴν διάρκεια ὅλης τῆς ζωῆς. Ἑπομένως ἡ σωτηρία συνδέεται μὲ τὴν θεραπεία. Ὁ ἰατρὸς τοῦ σώματος μᾶς ἐξετάζει, κάνει διάγνωση καὶ μᾶς συνιστᾶ τὴν κατάλληλη θεραπευτικὴ μέθοδο, τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἐφαρμόσουμε. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἀρρώστια τῆς ψυχῆς. Ἡ ἐξομολόγηση ποὺ γίνεται κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου ἀνοίγει στὸν ἄνθρωπο τὸν δρόμο πρὸς τὴν σωτηρία. Ἐὰν δὲν πρόλαβε νὰ θεραπευθῇ πνευματικά, τότε ἡ Ἐκκλησία μὲ τὶς προσευχές της βοηθᾶ τὸν ἄνθρωπο στὴν σωτηρία, ἀφοῦ ἡ τελειότητα εἶναι ἀτέλεστη, δὲν εἶναι στατικὴ κατάσταση, ἀλλὰ δυναμική. Σὲ ὅλη μας τὴν ζωὴ πρέπει νὰ ἔχουμε αὐτὸ τὸ «πνεῦμα μετανοίας». Νὰ βλέπουμε πὼς μᾶς δημιούργησε ὁ Θεὸς καὶ σὲ ποιό σημεῖο φθάσαμε μὲ τὴν ἁμαρτία. Ἂν διαβάσουμε προσεκτικὰ τὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως, σύμφωνα μὲ τὶς διδασκαλίες τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καὶ δοῦμε πὼς ζοῦσαν οἱ Πρωτόπλαστοι, καὶ πὼς ἔγιναν στὴν συνέχεια μὲ τὴν ἁμαρτία, τότε θὰ ἀναπτυχθῇ μέσα μας ἡ μετάνοια.
Ἔτσι ὅποιος σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ διακατέχεται ἀπὸ τὸ «πνεῦμα» τῆς μετανοίας τότε κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου αἰσθάνεται αὐτὴν τὴν μετάνοια, καὶ μάλιστα σὲ μεγάλο βαθμό. Ἀντίθετα, ὅταν ζῆ τὴν ζωή του χωρὶς μετάνοια, εἶναι δύσκολο νὰ ἐκδηλωθῇ μετάνοια τὴν τελευταία στιγμή. Ὁ ἀείμνηστος Γέροντάς μου Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος ζοῦσε συνεχῶς μὲ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου. Καὶ ὅταν τοῦ εἶπαν οἱ ἰατροὶ ὅτι ἔχει ὄγκο στὸν ἐγκέφαλο, ἀμέσως ἐξομολογήθηκε, συνέταξε τὴν διαθήκη του, προσευχήθηκε καὶ εἶχε ἀπόλυτη πίστη στὸν Θεὸ λέγοντας: «Ἴσως ὁ Θεός μου εἶπε stop. Δὲν σὲ χρειάζομαι ἄλλο». Καὶ συνεχῶς προσευχόταν μὲ τὴν προσευχὴ «Γεννηθήτω τὸ θέλημά Σου». Παραδόθηκε τελείως στὸν Θεὸ καὶ εἶχε εἰρηνικὰ καὶ ὁσιακὰ τέλη, ὅπως ζοῦσε σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή του. Ἑπομένως, ἂν καὶ ὑπάρχη περίπτωση κάποιος ποὺ εἶχε κάποια σπίθα μέσα τοῦ ἀγάπης στὸν Θεό, νὰ μετανοήση κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, ὅμως ἐμεῖς θὰ πρέπη νὰ μετανοοῦμε ὅταν ἔχουμε τὴν ὑγεία μας, ὥστε νὰ ἔχουμε τὶς δυνατότητες καὶ νὰ θεραπευθοῦμε, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν φιλαυτία νὰ ὁδηγηθοῦμε στὴν φιλοθεΐα καὶ τὴν φιλανθρωπία, ἀπὸ τὴν ἰδιοτελῆ ἀγάπη νὰ φθάσουμε στὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη.
9 Ἐρώτηση: Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀνθρώπου τί δεσμοὶ ὑπάρχουν μεταξὺ ψυχῆς καὶ τοῦ κόσμου τούτου;
Ἀπάντηση: Καίτοι ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα, ἐν τούτοις παραμένει ἡ ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως βλέπουμε στὴν παραβολὴ τοῦ Πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, ὁ πλούσιος ἔχει αἴσθηση τῆς καταστάσεώς του, τῶν συγγενῶν του ποὺ ζοῦσαν καὶ ἐνδιαφερόταν γι' αὐτούς. Ἔτσι, οἱ ἄνθρωποι μετὰ τὸν θάνατό τους ἐνδιαφέρονται γι' αὐτοὺς ποὺ ἀγαποῦσαν καὶ παρακαλοῦν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τους. Ἄλλωστε πάνω σ' αὐτὴν τὴν ἀλήθεια στηρίζονται οἱ προσευχὲς ὅλων μας πρὸς τοὺς ἁγίους. Βέβαια, αὐτὸς ὁ δεσμὸς μεταξὺ τῆς ψυχῆς καὶ τῶν ζώντων ἀνθρώπων εἶναι πνευματικὸς καὶ ὄχι ὑλικός. Στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου, ποὺ περιγράφει τὴν οὐράνια θεία Λειτουργία, μεταξὺ τῶν ἄλλων φαίνονται αὐτὲς οἱ σχέσες τῶν ἁγίων μὲ ἐμᾶς καὶ ἡ προσευχή τους γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ζοῦν στὴν γῆ. Γι' αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες μας μὲ τὴν θεία Λειτουργία ἐξεικόνισαν αὐτὴν τὴν ἄκτιστη θεία Λειτουργία, ποὺ γίνεται στὸν οὐρανό, στὸν ἄκτιστο Ναό. Ἔτσι, στὴν θεία Λειτουργία ζοῦμε τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς οὐρανίου Λειτουργίας καὶ τὴν προσδοκοῦμε.
Ἄλλωστε, καὶ ἐμεῖς πολλὲς φορὲς αἰσθανόμαστε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν προστασία τῶν ἁγίων, ἀλλὰ καὶ τῶν δικῶν μας ἀνθρώπων ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν, καὶ ἐπιθυμοῦμε τὴν συνάντησή τους. Ἕνα πνευματικό μου παιδί, ὅταν ἀπέθνησκε εἶχε μεγάλη χαρά, γιατί, ὅπως ἔλεγε, θὰ συναντοῦσε αὐτὴν τὴν οὐράνια Ἐκκλησία. Ἑπομένως, ἡ ψυχὴ μετὰ τὴν ἔξοδό της ἀπὸ τὸ σῶμα ζῆ, δὲν ὁδηγεῖται στὸ μηδὲν καὶ ἐὰν ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του ζοῦσε ἐν μετανοίᾳ, τότε ἡ ψυχὴ τοῦ μετὰ τὴν ἔξοδό της ἀπὸ τὸ σῶμα θὰ εἰσέλθη σὲ αὐτὴν τὴν οὐράνια θεία Λειτουργία καὶ θὰ προσεύχεται, ὡς πνευματικὸς ἱερεύς, γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, θὰ ἀναμένη δὲ καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ σώματος μέσα στὸ ὁποῖο θὰ εἰσέλθη ἡ ψυχή, ὥστε καὶ τὸ σῶμα νὰ συμμετάσχη στὸ οὐράνιο αὐτὸ πασχαλινὸ πανηγύρι.
10 Ἐρώτηση: Τί συμβουλὲς νὰ δίνουμε στοὺς οἰκείους μας σχετικὰ μὲ τὴ στάση μας πρὸς τὸν μελλοθάνατο τὴν ἡμέρα, τὴν ὥρα ἡ τὴν στιγμὴ τοῦ θανάτου;
Ἀπάντηση: Ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου εἶναι πολὺ σημαντικὴ γιὰ κάθε ἄνθρωπο, διότι μπροστά του ἀνοίγεται ὁ δρόμος πρὸς τὴν σωτηρία ἡ ὁ δρόμος πρὸς τὴν αἰώνια ἀπώλεια. Δυστυχῶς πολλοὶ φροντίζουν σὲ τέτοιες περιπτώσεις μόνον γιὰ τὴν σωματικὴ ὑγεία τῶν συγγενῶν καὶ φίλων τους καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν αἰώνια πορεία τους. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ πρέπη νὰ φροντίζουμε ὥστε ὁ ἄνθρωπος ποὺ πεθαίνει νὰ ἐξομολογηθῇ, νὰ κοινωνήση, νὰ δεχθῇ την Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου καὶ νὰ κάνη ὅλα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἰδιαιτέρως τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ζωῆς τοῦ ἀγαπητοῦ μας προσώπου θὰ πρέπη νὰ τὶς ζοῦμε μὲ προσευχή. Νὰ μὴ βλέπουμε ἁπλῶς τὸ ὅτι χάνουμε τὸν συγγενῆ μας, τὸν φίλο μας, ἀλλὰ τὸ ὅτι μεταβαίνει ἀπὸ τὸν ἕνα τρόπο ὕπαρξης (μὲ τὸ σῶμα καὶ τὶς αἰσθήσεις) σὲ ἕναν ἄλλον τρόπο ὕπαρξης χωρὶς σῶμα. Χρειάζεται λοιπὸν ἐντατικὴ προσευχή. Ἐνθυμοῦμαι ὅτι τὶς τελευταῖες στιγμὲς τοῦ Γέροντός μου, ποὺ ἤμουν δίπλα στὸ κρεββάτι του καὶ δὲν μποροῦσα τίποτα ἄλλο νὰ προσφέρω, προσευχόμουν στὸν Θεὸ γιὰ τὴν ψυχή του, νὰ τὴν παραλάβουν οἱ ἄγγελοι. Κάποια θεῖα μου ποὺ ἦταν παροῦσα νόμισε ὅτι καθὼς ἤμουν ἔτσι συγκεντρωμένος καὶ προσευχόμουν, ἤμουν στενοχωρημένος. Ὅμως προσευχόμουν γιατί ἐκείνη ἡ ὥρα εἶναι ἱερὴ καὶ κρίσιμη.
Τελικά, πρέπει νὰ ζοῦμε καθημερινά, ὅπως λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅτι ἡ παροῦσα ζωὴ εἶναι ἕνα «πανδοχεῖον». Εἰσήλθαμε στὸ πανδοχεῖο αὐτό, διανύουμε τὴν ζωή, ἀλλὰ θὰ πρέπη νὰ φροντίσουμε νὰ ἐξέλθουμε μὲ καλὴ ἐλπίδα καὶ νὰ μὴν ἀφήσουμε τίποτε ἐδῶ, γιὰ νὰ μὴ χάσουμε τὰ ἐκεῖ. Ἔπειτα, θὰ πρέπη νὰ καταλάβουμε ὅλοι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ὅτι ὁ θάνατος ἔχει νικηθῇ μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ἡ κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι μιὰ διαρκὴς ὑπέρβαση τοῦ θανάτου καὶ ὑπέρβαση τοῦ φόβου τοῦ θανάτου, ὅτι ἡ ἔξοδος τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα εἶναι πορεία πρὸς τὴν ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία καὶ τὴν συνάντηση μὲ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους καὶ ὅτι ἡ ψυχὴ θὰ ἐπιστρέψη στὸ σῶμα, τὸ ὁποῖο θὰ ἀναστηθῇ γιὰ νὰ ζήση αἰώνια, σύμφωνα μὲ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον ἔζησε ἐδῶ στὴν γῆ. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς γράφει ὅτι ἀπὸ τὴν στιγμὴ τοῦ θανάτου, κυρίως δὲ ἀπὸ τὴν μελλοντικὴ Κρίση ὑπάρχουν δύο δυνατότητες, δηλαδὴ ὅσοι ἔχουν κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ θὰ ζήσουν τὸ «ἀεὶ εὖ εἶναι» καὶ οἱ ἄλλοι τὸ «ἀεὶ φεῦ εἶναι». Δηλαδή, τὸ «ἀεὶ εἶναι» θὰ τὸ ἀπολαύσουν ὅλοι. Ἡ διαφορὰ εἶναι στὸ εὖ καὶ τὸ φεῦ.
Ἔτσι, ἡ συμβουλή μας στοὺς οἰκείους των μελλοθανάτων εἶναι νὰ ἔχουν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ βεβαιότητα ὅτι δὲν εἴμαστε ἁπλῶς πολῖτες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ εἴμαστε ὁδοιπόροι ποὺ ὁδηγούμαστε στὴν πραγματική μας πατρίδα, ποὺ εἶναι ὁ οὐρανός. Τὸ πολίτευμά μας εἶναι ἄνω. Νὰ μᾶς καταλάβη ὁ πόθος τῆς οὐράνιας πατρίδας.–
- Προβολές: 4630