Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Συγκρούσεις πολιτισμῶν
Πρωτοπρεσβύτερου π. Θωμᾶ Βαμβίνη
Οἱ συγκρούσεις ποὺ δημιούργησαν οἱ δραστηριότητες κάποιων στελεχῶν τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ θέτουν ἐπὶ τάπητος τὸ θέμα τῆς πολιτισμικῆς μας ποιότητας, τὸ ζήτημα τῆς στάθμης τῆς πνευματικῆς μας καλλιέργειας, ἡ ὁποία, ὅπου ὑπάρχει σὲ ἐπάρκεια, χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἡμερότητα τῶν ἠθῶν, τὴν ὑπέρβαση τῶν κατωτέρων παθῶν, τὴν ὑπερνίκηση ἡ ἔστω τὸν περιορισμὸ τῆς ἰδιοτέλειας. Ἡ δημοσιογραφικὴ ἀναστάτωση τῶν τελευταίων ἡμερῶν θέτει, πρὶν ἀπ' ὅλα, ἐπὶ τάπητος τὸ θέμα του τί ἐννοοῦμε μὲ τὸν ὅρο πολιτισμός.
Τὰ Λεξικὰ πάντως μᾶς ἐνημερώνουν ὅτι ἡ λέξη πολιτισμὸς σημαίνει: τὸν βαθμὸ ἀνάπτυξης τῶν ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν συνθηκῶν τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, τὸ σύνολο τῶν ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν δημιουργημάτων του σὲ ὁρισμένη χώρα καὶ ἐποχή, σημαίνει, ἐπίσης, ἡμερότητα ἠθῶν στὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων. Ἀντίθετη ἔννοια εἶναι ἡ βαρβαρότητα, ἡ ἀγριότητα (Λέξ. Τεγόπουλου-Φυτράκη). Στὸ Λεξικὸ Μπαμπινιώτη ἡ τελευταία σημασία τῆς λέξης περιγράφεται ὡς «τὰ ἐκλεπτυσμένα ἤθη καὶ ἡ πνευματικὴ ἀνάπτυξη σὰν συμπεριφορά, στὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, σὰν αἰσθητικὴ ἔκφραση, στὸν τρόπο ζωῆς ἑνὸς κοινωνικοῦ συνόλου». Τὸ ἴδιο Λεξικό μας πληροφορεῖ, ἐπίσης, ὅτι ἡ ἀρχικὴ σημασία τῆς λέξης ἦταν ἡ «δημόσια διοίκηση», ἡ διοίκηση τῆς πόλης, τῶν πολιτῶν. Στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς σήμαινε «τὴν εὐγένεια καὶ τὴν κομψότητα τῶν τρόπων τῶν ἀνθρώπων τῆς πόλης». Μὲ τὴν σύγχρονη σημασία της πρωτοχρησιμοποίησε τὴν λέξη ὁ Κοραῆς. Εἶναι ἀπόδοση τοῦ γαλλικοῦ ὅρου civilisation.
Χρησιμοποιῶντας μιὰ σύγχρονη διάκριση ἀνάμεσα στὰ ἐπίθετα πολιτιστικὸς καὶ πολιτισμικὸς μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι σὰν χώρα πολιτιστικὰ κινούμαστε σὲ μιὰ ἐξελικτικὴ πορεία, ἐνῷ πολιτισμικά, τὰ τελευταῖα γεγονότα δείχνουν ὅτι ὁ κόσμος μας σὰν σύνολο δὲν ἔχει φύγει πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν σπηλαίων, στὴν καλύτερη περίπτωση κινεῖται στοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, χωρὶς νὰ εἶναι σίγουρο ὅτι συγκαταλέγεται στὸ λείμμα τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ. Σχετικὸ μ’ αὐτὴ τὴν παρατήρηση εἶναι κάποιο συμπέρασμα τοῦ Ἄρχιμ. Σωφρονίου, ὁ ὁποῖος γράφει: «Ἂν καὶ βρισκόμαστε στὸν εἰκοστὸ αἰῶνα ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Κ. Διαθήκης, ὁ κόσμος συνολικὰ συνεχίζει νὰ ζῆ σὰν νὰ βρίσκεται στοὺς χρόνους τῆς Π. Διαθήκης, χωρὶς οὔτε τὴν ἀσαφῆ ἀναμονὴ τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία». Σύμφωνα μὲ τὸ Λεξικὸ Μπαμπινιώτη τὸ ἐπίθετο πολιτιστικὸς «χρησιμοποιεῖται περισσότερο γιὰ τὸν πολιτισμὸ ὡς σύνολο δραστηριοτήτων, καθὼς καὶ γιὰ τὴν δήλωση τοῦ τεχνικοῦ πολιτισμοῦ, ἐνῷ τὸ πολιτισμικὸς τείνει νὰ δηλώσει περισσότερο τὴν ἀφηρημένη πλευρὰ τοῦ πολιτισμοῦ, καθὼς καὶ τὸν πολιτισμὸ ὡς πνευματικὴ καλλιέργεια». Στὸν τεχνικὸ πολιτισμό, παρὰ τὶς ἐγγενεῖς ἐθνικές μας δυσκολίες, διαρκῶς ἐξελισσόμαστε. Ἐπίσης, οἱ κοσμικοὶ καλλιτέχνες καὶ συγγραφεῖς παράγουν ἔργα, ἔστω καὶ ἂν δὲν βοηθοῦν ὅλοι τους στὴν πνευματικὴ καλλιέργεια τῶν ἀναγνωστῶν τους. Ὡς πρὸς τὴν πνευματική μας καλλιέργεια, ὅμως, ἂν σταθοῦμε στὴν ἐπικαιρότητα ποὺ παρουσιάζουν οἱ εἰδήσεις, καθὼς καὶ στὴν προσωπική, οἰκογενειακὴ καὶ κοινωνικὴ ζωὴ ποὺ προβάλλεται ἀπὸ τηλεοπτικὲς σειρὲς ἡ ἀπὸ κάποιες μεσημεριανὲς ἐκπομπές –μᾶλλον πομπές– τῆς τηλεόρασης, τότε δὲν μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ἐξέλιξη. Μᾶλλον θὰ πρέπη νὰ μιλήσουμε γιὰ καθίζηση ἡ ὑστέρηση.
Μέσα, λοιπόν, σ’ αὐτὸ τὸ κλίμα τῆς πολιτισμικῆς ὑστέρησης εἶναι φυσικὸ φαινόμενο οἱ συγκρούσεις, οἱ διενέξεις, ὅλα αὐτὰ ποὺ μονοπώλησαν τὸν τελευταῖο καιρὸ τὰ Μ.Μ.Ε.. Ἡ ἀπουσία τῆς πνευματικῆς καλλιέργειας διασπᾶ τὴν κοινωνία, ἀφήνει τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς ὑψηλοὺς στόχους, χωρὶς δυνατότητες νὰ ὑπερβοῦν τὸ ἀτομικό τους συμφέρον, χωρὶς ἀμετακίνητη ἀγάπη γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ δίκαιο. Ἐξαντλεῖ τὸν πολιτισμό τους στὴν τεχνολογία καὶ στὴν καλύτερη περίπτωση στὴν αἰσθητική, ἡ ὁποία, ὅμως, συνδέεται στενὰ μὲ τὴν ποιότητα τῆς πνευματικῆς καλλιέργειας, γι’ αὐτὸ βλέπουμε πολλὲς φορὲς ἡ αἰσθητικὴ νὰ βυθίζεται στὸν αἰσθησιασμό.
Θὰ τολμήσουμε στὴ συνέχεια μιὰ ἐκμετάλλευση τῆς θεωρίας του Χάντιγκτον γιὰ τὴν σύγκρουση τῶν πολιτισμῶν, προσαρμοσμένης στὶς «πολιτιστικὲς» συγκρούσεις ποὺ βλέπουμε στὴν κοινωνία μας.
Ὁ Σάμουελ Χάντινγκτον ἔχει ἀναπτύξει μιὰ θεωρία γιὰ τὴν παγκόσμια πολιτικὴ μετὰ τὸ τέλος τοῦ ψυχροῦ πολέμου, στὴν ὁποία ἰσχυρίζεται ὅτι τὰ κύρια αἴτια τῶν πολεμικῶν συγκρούσεων δὲν θὰ εἶναι πλέον ἰδεολογικὰ ἡ οἰκονομικά, ἀλλὰ πολιτισμικά. Περιγράφοντας μάλιστα τοὺς πολιτισμοὺς ποὺ ὑπάρχουν στὸν πλανήτη, καθὼς καὶ τοὺς γεωγραφικοὺς χώρους στοὺς ὁποίους ἐπικρατοῦν, ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ μελλοντικὲς συγκρούσεις ἀναμένεται νὰ ἐκδηλωθοῦν στὰ γεωγραφικὰ σύνορα τῶν πολιτισμῶν.
Ἡ θεωρία τοῦ Χάντινγκτον ἔχει δεχθῇ ἰσχυρὴ κριτική, ἀλλὰ μέσα σὲ κοινωνίες ποὺ ἐξαντλοῦν τὸν πολιτισμό τους στὴν τεχνολογία, ἀγνοῶντας τὴν καλλιέργεια τῆς καρδιᾶς, τὴν πνευματικὴ ὡρίμανση, τὴν ἐκλέπτυνση τῶν ἠθῶν, ποὺ ἀγνοοῦν ἀκόμη τὴν θεολογικὴ προοπτικὴ τοῦ ἀνθρώπου, παρὰ τὶς κριτικὲς ποὺ τῆς ἔγιναν ἔχει δυστυχῶς ἐφαρμογή. Διότι μέσα σ’ αὐτὲς τὶς κοινωνίες –τέτοια τείνει νὰ γίνη καὶ ἡ δική μας– ἀναπτύσσονται, χωρὶς προδιαγραφές, «ἀτομικοὶ πολιτισμοί», «ἰδιόρρυθμοι πολιτισμοὶ» καὶ μάλιστα συγκρουόμενοι, γιατί πολλὰ ἀπ' τὰ μέλη τους ἀναπτύσσονται χωρὶς νὰ τοὺς δίνονται ἰσχυρὰ πρότυπα, χωρὶς νὰ ἐμπνέονται ἀπὸ ὑψηλὰ νοήματα καὶ στόχους• ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχουν γεννηθεῖ σὲ κοινότητα ἡ πόλη μὲ βαθιὲς πολιτιστικὲς ρίζες, μὲ παράδοση γεμάτη ζωή.
Στὸ θέμα, ὅμως, ποὺ σχολιάζουμε εἶναι σημαντικὴ ἡ θεολογικὴ προσέγγιση καὶ ἑρμηνεία.
Κάθε πιστὸς ποὺ μελετᾶ τὴν Ἁγία Γραφὴ γνωρίζει, ὅτι ἐκεῖ ποὺ ἀπουσιάζει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, βρίσκουν κατάλληλο ἔδαφος ὁ «ζῆλος» (φανατισμὸς) καὶ ἡ «ἐριθεία» (φιλονεικία) καὶ ἐκεῖ ἐπικρατεῖ κατόπιν «ἀκαταστασία καὶ πᾶν φαῦλον πρᾶγμα». Ὑπάρχουν ἰδιορρυθμίες, συγκρούσεις, «πνεύματα πλάνης καὶ διδασκαλίες δαιμονίων», πολιτισμοὶ τῆς ἐμπάθειας καὶ τῆς θνητότητος. Ἐκεῖ ἡ ἑνότητα εἶναι ἄγνωστη• κυριαρχεῖ τὸ ἀτομικὸ δικαίωμα καὶ συμφέρον.
Στὸ 4ο Κεφάλαιο τῆς πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολῆς ὁ ἀπ. Παῦλος ἀναφέρεται δύο φορὲς στὴν ἑνότητα. Στὴν μιὰ περίπτωση μᾶς προτρέπει «σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος, ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης». Στὴν ἄλλη λέει ὅτι ἔργο τῶν ποιμένων καὶ διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ καταρτισμὸς τῶν μελῶν τῆς «μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ». Ἡ ἑνότητα τοῦ Πνεύματος, τῆς πίστεως, τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας συνεχῆ σπουδή, ἀδιάκοπο ἀγῶνα, καταρτισμό. Γι’ αὐτὸ καὶ στὴν Θ. Λειτουργία ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεό «...δὸς ἡμῖν ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιὰ καρδία δοξάζειν καὶ ἀνυμνείν...». Ζητοῦμε νὰ μᾶς δώση τὴν ἑνότητα ὡς δῶρο, γιατί ὅσοι εἶναι ἑνωμένοι μαζί Του, εἶναι ἐν Χριστῷ ἑνωμένοι καὶ μεταξύ τους.
Ἔξω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἑνότητα ἀναπτύσσονται «ἀτομικοὶ πολιτισμοί», μέσα στοὺς ὁποίους ἐξωραΐζονται συνήθως τὰ πάθη,γίνονται ἰδεολογία καὶ τέχνη κι’ ἀφήνουν χωρὶς θεραπεία τὴν παράλλογη ἐπιθυμία καὶ τὸν ἄκριτο θυμό. Μέσα σὲ τέτοιες πολιτισμικὲς ἀτμόσφαιρες εἶναι ἀναμενόμενες οἱ συγκρούσεις ἀπὸ τὶς ἐκρήξεις τοῦ θυμοῦ καὶ τὶς ἐνεκπλήρωτες ἐπιθυμίες.
Δὲν πρέπει, λοιπόν, νὰ ἐκπλησσόμαστε ἀπὸ τὶς ἐντάσεις τῶν τελευταίων ἡμερῶν, ἀφοῦ καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία ὅπου ζῆ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται, ἡ «ἑνότητα τοῦ Πνεύματος» ἀπαιτεῖ ἰδιαίτερη σπουδή. Εἶναι καρπός των «διαβεβηκότων» στὴν ἐπίγνωση τοῦ Χριστοῦ.–
- Προβολές: 2979