«Πρωτότοκος τῶν νεκρῶν ἐγένετο»
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τὸ κορυφαῖο γεγονὸς στὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας, μᾶς δίνει κάθε χρόνο τὴν δυνατότητα νὰ ἐμβαθύνουμε σὲ αὐτὸ τὸ γεγονὸς καὶ ὀλίγον κατ’ ὀλίγον νὰ μετάσχουμε τοῦ μυστηρίου τῆς Ἀναστάσεως μὲ τὴν δική μας ἐξανάσταση. Αὐτός, ἄλλωστε, εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τῆς καθιερώσεως τοῦ ἐτησίου ἑορταστικοῦ κύκλου τοῦ Πάσχα.
Μέσα στὴν χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ θὰ πρέπει νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι ὁ Χριστὸς στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὰ λατρευτικὰ κείμενα χαρακτηρίζεται «πρωτότοκος». Ἄλλωστε, σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναστάσιμα τροπάρια ψάλλουμε: «πρωτότοκος τῶν νεκρῶν ἐγένετο».
Ἡ λέξη πρωτότοκος δηλώνει τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ παιδιὰ σὲ μιὰ οἰκογένεια. Αὐτὸ τὸ ὄνομα ἀποδίδεται στὸν Χριστὸ μὲ πολλοὺς τρόπους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι «πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (Κόλ. α , 15), «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς» (Ρώμ. ἡ , 29) καὶ «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Κόλ. α , 18).
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἀναλύοντας τὶς ἁγιογραφικὲς αὐτὲς φράσεις, λέγει ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ λέγεται «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», ὡς μονογενὴς ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων, ἐνῷ ἡ κτίση ἔχει δημιουργηθῇ ἐν χρόνῳ. Ἔτσι ὁ Χριστὸς λέγεται πρωτότοκος καὶ ὄχι πρωτόκτιστος. Ἐπίσης, χαρακτηρίζεται πρωτότοκος μεταξὺ πολλῶν ἀδελφῶν, γιατί μὲ τὴν ἐνανθρώπισή Του ἔλαβε σάρκα ὅμοια μὲ τὴν δική μας, ὅταν γεννήθηκε μονογενὴς ἀπὸ τὴν μητέρα Του, καὶ ἑπομένως εἴμαστε ἀδελφοί, μὲ τὴν διαφορὰ ὅτι Αὐτὸς εἶναι κατὰ φύση Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ ἐμεῖς εἴμαστε κατὰ Χάρη υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο εἶπε στοὺς Μαθητές Του: «Ἀναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν» (Ἰωάν. κ , 17).
Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ ὁ Χριστὸς εἶναι καὶ πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, γιατί Ἐκεῖνος ἀνέστησε πρῶτος τὸν ἑαυτό Του ὡς Θεός, καὶ στὴν συνέχεια ἔδωσε αὐτὸ τὸ δῶρο καὶ σὲ ἐμᾶς. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁμολογεῖ: «καὶ αὐτὸς ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας• ὀς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων» (Κόλ. α , 18). Ὁ Χριστὸς εἶναι Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρωτεύει σὲ ὅλους. Ὅπως ὁ Χριστὸς εἶναι πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ἐπειδὴ γεννήθηκε πρὸ πάντων τῶν αἰώνων, ἔτσι εἶναι πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν πρὸ τῶν ἄλλων. Καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ἀναστήθηκαν μερικοὶ μὲ τὴν δύναμη Του, ἀλλὰ πάλι ἀπέθαναν, Αὐτὸς ὅμως, μὲ τὴν δύναμη τῆς Θεότητός Του ἀνέστησε τὸ Σῶμα Του καὶ παραμένει στοὺς αἰῶνες ζωντανός. Αὐτὸς πρῶτος ἐξῆλθε ἀπὸ τὸν ἅδη καὶ ἀναστήθηκε. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει ὅτι Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἀνώτερος ὅλων ὅσων εἶναι στὸν οὐρανὸ συνέδεσε τὸν ἑαυτό του στοὺς εὑρισκομένους στὴν γῆ καὶ ἔτσι «πανταχοῦ πρῶτος• ἄνω πρῶτος, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πρῶτος... ἐν τῇ ἀναστάσει πρῶτος».
Ἀπὸ αὐτὴν τὴν διδασκαλία ἀντλοῦμε πολλὰ πνευματικὰ νοήματα ποὺ εἶναι καλὸ νὰ τὰ γωρίζουμε.
Τὸ πρῶτον ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ πρῶτος μέσα στὴν Ἐκκλησία. Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἀναστὰς Χριστὸς καὶ κανεὶς ἄλλος. Οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι εἰς τύπον καὶ τόπον τῆς Κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβαίνουν τὸν Χριστό. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβαίνη τὴν κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλοι πρέπει νὰ ὑπακούουμε στὶς ἐντολές Του καὶ ὁ Χριστὸς ἐνεργεῖ μέσα στὴν Ἐκκλησία ποὺ εἶναι τὸ Σῶμα Του. Χριστὸς καὶ Ἐκκλησία εἶναι στενὰ συνδεδεμένα μεταξύ τους.
Τὸ δεύτερον εἶναι ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ προαναγγέλλει καὶ τὴν δική μας ἀνάσταση στὸν κατάλληλο καιρό, ὅταν θὰ ἔλθη ὁ Χριστὸς νὰ κρίνη ζῶντας καὶ νεκρούς. Ἐφ’ ὅσον ὁ μεγάλος ἀδελφός μας ἀναστήθηκε, αὐτὸ σημαίνει ὅτι θὰ ἀναστήση καὶ ἐμᾶς. Ἡ εἰκόνα τοῦ κολυμβητοῦ εἶναι πολὺ χαρακτηριστική. Πρῶτα ἀναδύεται ἀπὸ τὸ νερὸ ἡ κεφαλὴ τοῦ κολυμβητοῦ, στὴν συνέχεια ἐξέρχεται καὶ τὸ σῶμα του. Ἔτσι, πρῶτος ἀναστήθηκε ὁ Χριστὸς καὶ ἔπειτα θὰ ἀκολουθήσουν καὶ τὰ μέλη τοῦ Σώματός Του, ὅλοι οἱ ἀδελφοί Του, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀπὸ τώρα γεύονται τὴν ζωὴ αὐτή. Γιατί ὅσοι εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ μποροῦν νὰ ζήσουν ἀναστάσιμα, ἔστω καὶ ἂν εὑρίσκονται μέσα στὴν ἁλμυρὰ θάλασσα τοῦ βίου αὐτοῦ, ἀφοῦ ἡ κεφαλή τους, ὁ Χριστός, βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν θάλασσα καὶ ἔτσι ἀναπνέουν τὸ πνευματικὸ ὀξυγόνο. Γι’ αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὸν Κατηχητικό του λόγο γράφει: «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος. Χριστὸς γὰρ ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο». Ἔτσι, ὁ Χριστὸς εἶναι πρωτότοκος ἀπὸ τοὺς νεκρούς, δηλαδὴ ἀρχὴ τῶν κεκοιμημένων.
Τὸ τρίτο πνευματικὸ νόημα εἶναι ὅτι ἡ φράση «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν», ποὺ συνδέεται μὲ τὴν φράση «ὀν ὁ Θεὸς ἀνέστησε, λύσας τὰς ὠδίνας τοῦ θανάτου» (Πράξ. β , 24), δηλώνει ὅτι ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν εἶναι γέννηση, τόκος. Κατὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τρεῖς γεννήσεις, ἤτοι τὴν κατὰ σάρκα γέννηση ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, τὴν πνευματικὴ γέννηση ἀπὸ τὸ ἅγιον Βάπτισμα καὶ τὴν ἐσχατολογικὴ γέννηση ἀπὸ τὴν ἀνάσταση ποὺ θὰ συμβῇ κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς λέγεται πρωτότοκος κατὰ τὶς τρεῖς αὐτὲς γεννήσεις, ἤτοι μετὰ τὴν γέννηση ἀπὸ τὴν Παρθένο προσφέρθηκε στὸν Ναό, μετὰ τὸ βάπτισμα προσέφερε στὸν Θεὸ τὴν τελεία ἀγάπη μὲ τὴν νίκη Του στοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου, καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή Του ἀνελήφθηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ προσφέρθηκε στὸν Θεὸ καὶ Πατέρα ὡς ἀπαρχὴ ἐκείνων ποὺ πρόκειται νὰ ἀναστηθοῦν καὶ νὰ ἀναληφθοῦν. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ ἡμέρα τοῦ θανάτου τῶν ἁγίων λέγεται γενέθλιος ἡμέρα καὶ ἔτσι ἑορτάζεται• εἶναι τόκος στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἀναστὰς Χριστὸς ποὺ ἑορτάζουμε αὐτὲς τὶς ἡμέρες εἶναι πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, εἶναι ὁ πρωτότοκος καὶ μεγαλύτερος ἀδελφός μας ποὺ ἀναστήθηκε, νικῶντας τὸν θάνατο, τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν διάβολο. Καὶ ἐμεῖς οἱ ἀδελφοί Του, μὲ τὴν δική Του δύναμη μποροῦμε νὰ ἀναστηθοῦμε καὶ νὰ νικήσουμε τὸν θάνατο, τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν διάβολο. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη παρηγοριά, ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα μας. Μὲ τὴν γέννηση ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας εἴμαστε ἄνθρωποι. Μὲ τὸ Βάπτισμα γίναμε Χριστιανοί. Καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή μας, πρῶτα τὴν πνευματικὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ στὸν κατάλληλο καιρὸ καὶ τὴν σωματική, θὰ ζοῦμε αἰωνίως μὲ τὸν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν Χριστό. Σκοπός μας εἶναι νὰ ζοῦμε πάντα ὡς ἀδελφοὶ μὲ τὸν Χριστό, ὁπότε Αὐτός, ὁ πρῶτος ἀδελφός μας, θὰ μᾶς βοηθήση νὰ μετάσχουμε στὴν δική Του νίκη, καὶ νὰ ἀποκτήσουμε ἐλπίδα, φῶς καὶ ζωή.–
- Προβολές: 3845