Παναγιώτη Μελικίδη: Ἀπόστολος Παῦλος καὶ Θεσσαλονίκη
Παναγιώτη Μελικίδη, Θεολόγου
Στὶς 26 Ὀκτωβρίου ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὴν μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ὁ ὁποῖος, μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Γεώργιο, εἶναι ἀπὸ τοὺς πιὸ λαοφιλεῖς ἁγίους. Ὁ ἅγιος Δημήτριος, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, εἶναι ὁ πολιοῦχος τῆς πόλεως τῆς Θεσσαλονίκης. Ἂν οἱ Φίλιπποι εἶναι ἡ πρώτη εὐρωπαϊκὴ πόλη ποῦ δέχτηκε τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, ἡ Ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης εἶναι ἡ πρώτη ἡ ὁποία δέχτηκε τὶς δυὸ πρῶτες ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν ποῦ ἀποτελοῦν καὶ τὰ ἀρχαιότερα καινοδιαθηκικὰ κείμενα. Ἔτσι στὸ σημερινὸ σημείωμα θὰ δοῦμε πολὺ συνοπτικὰ τὸ πῶς μεταδόθηκε στὴν πόλη αὐτὴ ὁ Χριστιανισμὸς ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο.
Κατ' ἀρχὰς νὰ σημειώσουμε δυὸ βασικὰ πράγματα γιὰ τὴν τακτικὴ ποῦ ἀκολουθοῦσε ὁ ἀπόστολος στὸ ἱεραποστολικό του ἔργο καὶ τὴν ὁποῖα ἐφάρμοσε καὶ στὴν περίπτωση τῆς Θεσσαλονίκης. Πρώτ' ἀπ' ὅλα ὁ Ἀπόστολος ἐπέλεγε πόλεις ποῦ διακρίνονταν γιὰ τὴ σημαντικὴ γεωγραφική τους θέση, γιὰ τὴν ἐμπορική τους κίνηση, ποῦ σήμαινε ταυτόχρονα ὅτι ἦταν ὄχι μόνο πολυπληθεῖς, ἀλλὰ ὅτι λόγῳ τῆς σημασίας τὶς ἐπισκέπτονταν καὶ ἀρκετοὶ ξένοι γιὰ λόγους ποικίλους (ἐμπορευματικούς, ἐπαγγελματικοὺς κλπ). Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὸ εὐαγγελικὸ μήνυμα θὰ μποροῦσε νὰ διοχετευθῇ ἀπὸ τὴν πόλη-κόμβο καὶ σὲ ἄλλες περιοχές. Ἡ δεύτερη τακτική του, ἦταν νὰ κηρύττη ἀρχικὰ στὶς ἰουδαϊκὲς Συναγωγές. Μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Ἰσραὴλ εἶναι ὁ λαὸς ποῦ ἐπέλεξε ὁ Θεὸς ὥστε μέσῳ αὐτοῦ ἡ ἀνθρωπότητα νὰ προετοιμασθῇ γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία. Ἐξάλλου ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ποῦ διαβαζόταν καὶ ἑρμηνευόταν στὶς συναγωγὲς ἦταν «παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν», ὁπότε, σὲ θεωρητικὸ τοὐλάχιστον ἐπίπεδο, οἱ κατὰ τόπους Ἰσραηλῖτες τῆς διασπορᾶς θὰ δεχόντουσαν εὐκολότερα τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Θὰ ἦταν χρήσιμο, νομίζω, νὰ δοῦμε ἐν ὀλίγοις τί ἦταν οἱ συναγωγές: Κατ' ἀρχὰς οἱ συναγωγὲς ἐμφανίζονται μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ πρώτου ναοῦ τοῦ Σολομῶντα στὰ Ἱεροσόλυμα (586 Π.Χ.), ἀλλὰ ὡς χῶρος λατρείας ἄρχισε νὰ ἀναπτύσσεται μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ δεύτερου ναοῦ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους τὸ 70 μ.Χ. Στὴ συναγωγὴ διαβαζόταν, ὅπως ἤδη σημειώσαμε, ἡ Γραφὴ (ἡ Π.Δ.) καὶ ἑρμηνευόταν. Ἐπίσης ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση καὶ τὴν ἑρμηνεία ὑπῆρχε καὶ ἡ προσευχή. Προϊστάμενος τῆς συναγωγῆς εἶναι ὁ ραββῖνος, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι ἱερέας ἀλλὰ διδάσκαλος (αὐτὸ ἐξάλλου σημαίνει καὶ ἡ λέξη «ραββῖνος»).
Γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα τὴν δράση τοῦ ἀπ. Παύλου πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψη μας ὅτι ἡ Μακεδονία, ἄρα καὶ ἡ Θεσσαλονίκη, ὑποτάχθηκε στοὺς Ρωμαίους ὁλοκληρωτικὰ τὸ 146 Π.Χ. Εἶχε τὰ προνόμια τῆς ἐλεύθερης πόλης καὶ τὸ δικαίωμα τῆς αὐτοδιοίκησης μὲ ἐπί κεφαλῆς τοὺς λεγόμενους «πολιτάρχες», τὴν ὕπαρξη τῶν ὁποίων τὴν γνωρίζουμε ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν «Πράξεων». Οἱ πολιτάρχες ὡς ἀνώτατοι ἄρχοντες ἦταν ἐκλεγμένοι ἀπὸ τὸν λαό, εἶχαν καθήκοντα διοικητικὰ καὶ λογοδοτοῦσαν στὸν ρωμαῖο πραίτωρα ποῦ εἶχε ἕδρα τὴν πόλη αὐτή. Ἡ πληθυσμιακὴ σύνθεση τῆς πόλης ἀπαρτιζόταν κυρίως ἀπὸ Ἕλληνες, Ρωμαίους καὶ Ἑβραίους. Θὰ ἦταν περιττὸ νὰ ἀναφερθοῦμε στὴν σημασία τῆς Θεσσαλονίκης, ὡς σπουδαίου καὶ σημαντικοῦ ἀστικοῦ κέντρου τῆς ἐποχῆς.
Ὅταν λοιπὸν ὁ ἀπ. Παῦλος ἔφθασε στὴν Θεσσαλονίκη μετὰ τοὺς Φιλίππους, κήρυξε πρῶτα, σύμφωνα μὲ τὴν τακτική του, στὴν Συναγωγὴ τῆς πόλης. Οἱ Πράξεις ἀναφέρουν ὅτι δίδαξε τρία συνεχόμενα Σάββατα ἐξηγῶντας στοὺς Ἰουδαίους ὅτι ὁ Χριστὸς ἔπρεπε νὰ σταυρωθῇ καὶ νὰ ἀναστηθῇ ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ὅτι Αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστὸς (Πρ. 17, 2-3). Τὰ ἀποτελέσματα ἦταν πενιχρά. Λίγοι μόνο Ἰουδαῖοι πίστεψαν στὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου, ἐνῷ οἱ περισσότεροι ποῦ ἀνταποκρίθηκαν ἦταν οἱ εἰδωλολάτρες. Μεταξὺ τῶν πρώτων χριστιανῶν ἦταν οἱ: Ἀρίσταρχος, Γάϊος καὶ Σεκοῦνδος. Ἡ παράδοση (χωρὶς αὐτὸ νὰ εἶναι γενικὰ ἀποδεκτὸ) θεωρεῖ τὸν Ἀρίσταρχο πρῶτο ἐπίσκοπο Θεσσαλονίκης.
Ἡ μεγάλη ἐπιτυχία τοῦ ἔργου τοῦ ἀπ. Παύλου ἐξόργισε τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι κατευθύνθηκαν στὸ σπίτι τοῦ Ἰάσονα ὅπου φιλοξενοῦνταν ὁ Ἀπόστολος. Δὲν βρῆκαν τὸν ἀπ. Παῦλο ἐκεῖ, ἀλλὰ συνέλαβαν τὸν Ἰάσονα καὶ μερικοὺς πιστοὺς ποῦ ἦταν ἐκείνη τὴν ὥρα στὸ σπίτι του καὶ τοὺς ὁδήγησαν στοὺς πολιτάρχες. Ἡ κατηγορία ποῦ διατυπώθηκε σύμφωνα μὲ τὶς «Πράξεις» ἦταν ἡ ἑξῆς: «οὗτοι πάντες ἀπέναντι τῶν δογμάτων Kαίσαρος πράσσουσιν βασιλέα ἕτερον λέγοντες εἶναι Ἰησοῦν». Ὁ Ἰάσονας τελικὰ ἀφέθηκε ἐλεύθερος ἀφοῦ πλήρωσε ἐγγύηση. Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὁ Παῦλος φυγαδεύτηκε νύχτα στὴν πόλη τῆς Βέροιας.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ Ἀπόστολος ἀγάπησε πολὺ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονίκης. Ἔτσι ὅταν τὸ 51 μ.Χ. βρισκόταν γιὰ ἱεραποστολικοὺς λόγους στὴν Κόρινθο, ἔστειλε τὴν πρώτη ἐπιστολή του στοὺς Θεσσαλονικεῖς. Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸ πρῶτο γραπτὸ κείμενο τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ ἀπαντάει σὲ ζητήματα ποῦ ἀφοροῦσαν τὴν χριστιανικὴ κοινότητα τῆς πόλης, ἀλλὰ τὰ θέματα ποῦ θίγει μὲ τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν εἶναι σίγουρα διαχρονικὰ καὶ ἀφοροῦν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅπου καὶ σὲ ὅποια ἐποχὴ κι ἂν ζοῦνε.-
- Προβολές: 2631