Τρύφωνος Χατζηνικολάου: Οἱ πρῶτοι Ρουμελιῶτες πού διέπλευσαν τὸν ὠκεανό
Τρύφωνος Χατζηνικολάου
Τὸ 1888, τρεὶς θαρραλέοι νέοι ἀπὸ τὴν Περίστα Ναυπακτίας, ὁ Ἰωάννης Γ. Χατζηνικολάου, ὁ Γεώργιος Ταρκαζίκης καὶ ὁ Γεώργιος Ἀνδρεόπουλος, πῆραν τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ μεταναστεύσουν πρὸς τὸν Νέο Κόσμο, νὰ διαπλεύσουν τὸν Ἀτλαντικὸ Ὠκεανὸ καὶ νὰ φθάσουν στὴν Ἀμερική. Ἀκολούθησαν τὸ παράδειγμα τῶν Λακεδαιμονίων, ποῦ εἶχαν ταξιδεύσει στὴν Ἀμερικὴ καὶ ἔστελναν δολλάρια στὶς οἰκογένειές τους. Οἱ τρεὶς Ναυπάκτιοι πρωτοπόροι, γυρνῶντας στὰ χωριὰ τῆς Λακωνίας ὡς μικροπωλητές, ἔκαμναν χρυσὲς δουλειὲς ἀπὸ τὶς οἰκογένειες τῶν ξενιτεμένων. Βλέποντας, λοιπόν, γιὰ πρώτη φορὰ τὰ πράσινα χαρτονομίσματα, ποῦ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν μεγαλύτερα τῶν σημερινῶν, ἐνθουσιάστηκαν καὶ πῆραν τὴν ἀπόφαση γιὰ τὸ μεγάλο ξεκίνημα.
Μὲ τὰ μέσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης τὸ ταξίδι τους ἦταν μιὰ πραγματικὴ Ὀδύσσεια. Ξεκίνησαν ἀπὸ τὸ χωριὸ Περίστα καὶ ἔφθασαν στὴν Νέα Ὑόρκη μετὰ τρεὶς μῆνες! Εὐτυχῶς ποῦ, ὅταν ξεκίνησαν γιὰ τὸ ἄγνωστο, πῆραν μαζί τους ἀρκετὰ χρήματα γιὰ νὰ ὑπερνικήσουν κάθε ἐμπόδιο. Τὰ χρήματά τους ἦταν σὲ δολλάρια ἀπὸ τὸ ἐμπόρευμα ποῦ πουλοῦσαν γυρνῶντας στὰ χωριὰ τῆς Σπάρτης. Ἀπὸ τὴν Πάτρα μὲ φορτηγὸ πλοῖο ἔφθασαν στὴν Νεάπολη τῆς Ἰταλίας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Μασσαλία τῆς Γαλλίας. Κατόπιν μπαρκάρανε σὲ ὑπερωκεάνειο καὶ πέρασαν τὸν Ἀτλαντικὸ χωρὶς νὰ δοὺν καθόλου θάλασσα, γιατί ἦταν καταχωνιασμένοι στὰ ἀμπάρια τοῦ σκάφους.
Σκληραγωγημένοι καθὼς ἦταν, ὑπερπήδησαν τὸ ἀφάνταστο μαρτύριο τοῦ ταξιδιοῦ χωρὶς νὰ διακινδυνεύσουν τὴν ὑγεία τους, διότι στὸ Castle Garden, τὸ περίφημο «Καστριγκάρι», τοὺς περίμενε ἐξονυχιστικὸς ἔλεγχος τῆς ὑγείας τους. Ὅταν τὸ πλοῖο μπῆκε στὸ λιμάνι, μὲ θαυμασμὸ κοίταζαν τὸ κολοσσιαῖο ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας, δῶρο τῶν Γάλλων πρὸς τὴν Δημοκρατία τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τὸ 1886. Ἔφθασαν τελικὰ στὴ Νέα Ὑόρκη γεμᾶτοι ἐνθουσιασμὸ καὶ ὄνειρα. Μαζὶ μὲ μερικοὺς Λάκωνες, ποῦ πήγαιναν νὰ συναντήσουν προηγηθέντες συγγενεῖς τους, οἱ τρεὶς λεβέντες Ναυπάκτιοι ὁδηγήθηκαν στὴν Μάντισον Στρήτ, στὸ κάτω μέρος τῆς πόλης. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἕνα ἑστιατόριο ποῦ ἡ πελατεία του ἦταν μερικοὶ Πελοποννήσιοι καὶ ὀλίγοι ναυτικοί. Στὴ ἀρχὴ ἐργάσθηκαν σὲ δημοτικὰ ἔργα τῆς πόλης, ἀλλὰ πολὺ σύντομα μιμήθηκαν τοὺς Ἰταλοὺς ποῦ πουλοῦσαν φροῦτα, φυστίκια καὶ λουλούδια στοὺς δρόμους. Ἔτσι κέρδιζαν περισσότερα χρήματα καὶ σύντομα ἄρχισαν νὰ στέλλουν ἐπιταγὲς μὲ δολλάρια στοὺς δικούς τους.
Τὸ πρῶτο τους γράμμα στὸ χωριὸ ἔφτασε ὕστερα ἀπὸ 6 μῆνες! Στὸ διάστημα αὐτὸ οἱ συγγενεῖς τοὺς μὴ ἔχοντας καμμία ἐπικοινωνία τοὺς θεωροῦσαν πεθαμένους καὶ τοὺς κλαίγανε, διότι εἶχε διαδοθῇ ὅτι κάποιο πλοῖο γεμᾶτο ἀπὸ μετανάστες εἶχε βυθισθῇ στὸν Ὠκεανό. Τὸ πρῶτο γράμμα ἀκολούθησαν καὶ ἄλλα πολλὰ μὲ δολλάρια. Τὸ γεγονὸς διαδόθηκε σὲ ὅλη τὴν Ναυπακτία καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ Ρούμελη.
Ἡ παρακίνηση
Τὰ πρῶτα, λοιπόν, ἐμβάσματα δημιούργησαν τὸν θρῦλο γιὰ τὴν Ἀμερική. Ἔτσι ὅλοι οἱ νέοι τῆς Ναυπακτίας καὶ τῶν γύρω περιοχῶν ξεκινοῦσαν γιὰ τὴν Ἀμερική. Κάτι παρόμοιο ποῦ συνέβη στὴν μεταπολεμικὴ περίοδο τοῦ 1950, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας. Ἡ παρακίνηση, λοιπόν, γιὰ τὰ δολλάρια, ὁ πυρετὸς τῆς ἀπόκτησης «χρυσῶν μήλων τῶν Ἑσπερίδων» καὶ τὰ «ἐνθουσιώδη» γράμματα τῶν προηγηθέντων, συνέβαλαν στὸ νὰ ἀρχίση ὁμαδικὴ ἀναχώρηση πρὸς τὴν νέα πατρίδα. Μεταξὺ τῶν πρώτων ποῦ ἔφθασαν ἦταν καὶ οἱ: Μιχαὴλ Τσώνης καὶ Ἀθανάσιος Βλάντης, ἀπὸ τὸν Πλάτανο, οἱ ὁποῖοι ἀρχικὰ ἐργάσθηκαν σὲ σιγαροποιΐα, ὅπου παρασκεύαζαν ποῦρα στρεφόμενα μὲ τὰ χέρια καὶ καθήμενοι. Ἔτσι συνέβαλαν καὶ αὐτοὶ στὴν παρακίνηση, γράφοντας στὸ χωριὸ «καθήμενοι ἐπὶ καρέκλας κόπτομεν τὸν χρυσόν».
Πάντα ὅμως ἔγραφαν τὰ πλεονεκτήματα, ποτὲ ὅμως τὶς ἀντιξοότητες τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ἡ ἀλήθεια ἦταν πικρή.
Σκληραγωγημένοι νέοι ἀγρότες, ἐργάτες καὶ ποιμένες ποῦ πάλευαν ὅλο τὸ χρόνο μὲ τὴν τραχειὰ καὶ ἀλύπητη Ναυπακτιακὴ γῆ καὶ τὸ ὄφελος ἀσήμαντο, βρῆκαν λοιπὸν διέξοδο καὶ σωτηρία στὴ φυγή. Οἱ περισσότεροι, μὴ ἔχοντας τὰ ἔξοδα τοῦ ταξιδιοῦ, πωλοῦσαν ἢ ὑποθήκευαν μέρος τῆς πατρικῆς περιουσίας τοὺς στοὺς τοκογλύφους τῆς περιφέρειάς τους. Μὲ ἕνα εἰσιτήριο τρίτης θέσεως τὸ Ναυπακτιακὸ «καραβάνι» ἔφευγε γιὰ τὴν Νέα Ὑόρκη. Ἐξαντλημένοι καὶ ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν θάλασσα, τὴν κακὴ διατροφὴ ποῦ τοὺς δίνανε, τὸν ἀνθυγιεινὸ ὕπνο στὰ ἀμπάρια ἢ τὸ κατάστρωμα, τὸ ταξίδι ἦταν πραγματικὴ τραγωδία. Οἱ περισσότεροι ἀρρώστησαν φθάνοντας ἐδῶ. Ἄλλοι γύρισαν πίσω στὰ χωριά τους, χωρὶς νὰ γνωρίσουν τὴν Ἀμερική, μερικοὶ πέθαναν ἀπὸ φυματίωση ἐκεῖ ποῦ γεννήθηκαν. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν κάτω τῶν 17 ἐτῶν καὶ ἡ εἴσοδος τοὺς ἀπαγορευόταν. Ἔτσι, οἱ δυστυχεῖς ἐκεῖνοι γύριζαν πίσω.
Παρ’ ὅλες ὅμως τὶς κακουχίες, τὶς ἀδικίες ποῦ ὑφίσταντο, τὶς ἐκμεταλλεύσεις εἰς βάρος τους καὶ ἄλλα δεινά, δὲν λύγισε τὸ ἠθικό τους. Ἀπὸ ἕνα βιβλίο ποῦ μᾶς ἔδωσε πρὸ ἐτῶν ὁ ἀείμνηστος Βασίλης Ζώης, ἀπὸ τὸν Ἅγιο Δημήτριο, καὶ τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὸ Ἀρχεῖο τοῦ Συλλόγου, βλέπουμε ἑκατοντάδες μετανάστες ἀπὸ κάθε χωριὸ τῆς Ναυπακτίας. (Ὁ ἀείμνηστος σημείωνε τὴν ἡμερομηνία καὶ χρονολογία ἀφίξεως καθὼς καὶ τὸν τόπο καταγωγῆς). Ὅπως μᾶς διηγόταν ὁ πρωτοπόρος Ὀδυσσέας Ι. Θανασούλης, ἀπὸ τὸ 1897 ἕως τὸ 1915 ἡ Ν. Ὑόρκη γέμισε ἀπὸ Ρουμελιῶτες. Καὶ δὲν εἶχε ἄδικο. Στατιστικὲς τῶν ἀμερικανικῶν Μεταναστευτικῶν Ὑπηρεσιῶν ἀναφέρουν ὅτι τὸ 1907 σημειώθηκε τὸ μεγαλύτερο ρεῦμα μὲ 36.580 καὶ τὸ 1914 μὲ 35.832 μετανάστες ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα.
Τὰ πρῶτα θύματα
Ὁ πρῶτος Ναυπάκτιος μετανάστης ποῦ ἀποφάσισε νὰ ἐπιστρέψη στὴν πατρίδα γιὰ ὀλιγόχρονη παραμονὴ ἢ καὶ γιὰ μόνιμη ἦταν ὁ Γεώργιος Ἀνδρεόπουλος, ἕνας ἀπὸ τοὺς πρωτοπόρους. Ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ν. Ὑόρκη τὸν Ἰούνιο τοῦ 1894, παρέα μὲ μερικοὺς Σπαρτιᾶτες. Δυστυχῶς ὅμως, στὸ στενὸ τοῦ Γιβραλτὰρ τὸ πλοῖο συγκρούστηκε μὲ ἕνα ἱσπανικὸ καὶ κόπηκε στὰ δύο. Οἱ περισσότεροι ἐπιβάτες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Γεώργιος, πνίγηκαν. Ἕνας μόνο Σπαρτιάτης σώθηκε καὶ ἔφερε τὸ μήνυμα τοῦ πνιγμοῦ. Ἀπὸ τὴν Περίστα συγγενεῖς τοῦ μετέβησαν στὴν Σπάρτη νὰ βεβαιωθοῦν γιὰ τὸ δυστύχημα. Ἐπιστρέφοντας στὴν Περίστα θρήνησαν ὅλοι μαζὶ τὸ πρῶτο θῦμα, τὸν τολμηρὸ μετανάστη Περιστιάνο, ποῦ μὲ τὸ θάρρος του καὶ τὴν τόλμη ἄνοιξε τὸ δρόμο γιὰ τὸ Νέο Κόσμο.
Τὸ δεύτερο θῦμα ἦταν ὁ 17χρονος Α. Ράπτης, ὁ ὁποῖος ἐπέστρεφε στὴν Περίστα καὶ καθὼς τὸ πλοῖο ἔμπαινε στὸ λιμάνι τῆς Πάτρας, ἀντικρύζοντας τὶς βουνοκορφὲς τῆς Ναυπακτίας, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ στὸ κατάστρωμα.
Ἱστορικὰ γεγονότα καὶ ἀνέκδοτα
Οἱ πρῶτοι Ναυπάκτιοι-Συνθήκες ζωῆς
Ὅπως ἀναφέραμε παραπάνω, οἱ πρῶτοι Ναυπάκτιοι συγκεντρώνονταν στὴν Madison Street προσωρινά. Ἀργότερα ἐγκαταστάθηκαν μεταξὺ τῶν 13 καὶ 18 δρόμων. Ἐκεῖ δημιουργήθηκε ὁ πρῶτος πυρῆνας καὶ ἡ βάση γιὰ κάθε ἐπιδίωξη. Τὰ πρῶτα ἐπαγγέλματα στὰ ὁποῖα ἐπιδόθηκαν ἦταν ἐκεῖνα μὲ τὸ περισσότερο καὶ εὔκολο κέρδος. Δὲν προτίμησαν νὰ γίνουν ἐργάτες ἢ ὑπάλληλοι. Ἔμφυτο τὸ ἐμπορικό τους δαιμόνιο, ἄρχισαν μὲ πολύωρη ἐργασία καὶ μόχθο πλανόδιοι μὲ καροτσάκια στοὺς δρόμους μὲ εἴδη ζαχαρωτών, φρούτων, λουλουδιῶν κλπ. Ἔτσι, τὰ ἐμβάσματα ἔφταναν συχνὰ στὴν φτωχὴ ἐπαρχία Ναυπακτίας, νὰ ξεχρεώνουν τὰ βάρη, νὰ ἀποταμιεύονται οἱ προῖκες τῶν ἀδελφῶν καὶ ὡς βάση γιὰ μικροεπιχείρηση μετὰ τὴν ἐπάνοδο. Οἱ πρῶτοι Ναυπάκτιοι μετανάστες ὑπέφεραν ἀφάνταστα, ὅπως ἔχουν ἀφηγηθῇ οἱ ἴδιοι. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ βιοπάλη, οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς ἦταν ἄθλιες. Γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἀποταμιεύσουν, ὅπως διηγοῦνταν, συγκατοικοῦσαν σὲ ἀνθυγιεινὰ δωμάτια ἀπὸ τρία ἕως ἑπτὰ ἄτομα, καταγόμενοι, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ἀπὸ τὰ ἴδια χωριά, ἐνῷ μὲ τὴ σειρά, ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἐκτελοῦσε χρέη μαγείρου. Πίσω ἀπὸ τὴν κεντρικὴ εἴσοδο ὑπῆρχε ὁ κατάλογος φαγητῶν ὅλης τῆς ἑβδομάδας. Τὰ δωμάτια φωτίζονταν μὲ ὑγραέριο καὶ ἡ θέρμανσή των γινόταν μὲ καιόμενα ξύλα ἢ κάρβουνα. Λέγεται ὅτι κάποιος ἔκρυβε τὶς οἰκονομίες του μέσα στὸ σωλῆνα τῆς σόμπας καὶ μὲ τὸ πρῶτο ψῦχος, συγκάτοικοι ποῦ δὲν τὸ γνώριζαν, ἄναψαν τὴ σόμπα καὶ κάηκαν. Ἔτσι ὁ ἀφελὴς καὶ ἄμοιρος συμπατριώτης πλήρωσε τὸ λάθος του.
Οἱ πιὸ ρωμαλέοι ἐργάσθηκαν στὶς σιδηροδρομικὲς γραμμές. Ἡ ἀμοιβή τους ἦταν κάπως καλύτερη, ἀλλὰ ἐργάζονταν σκληρὰ καὶ πολλὲς ὧρες. Γιὰ δωμάτια χρησιμοποιοῦσαν τὰ βαγόνια, τοὺς δὲ χειμερινοὺς μῆνες εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως -τρομερὸ ψῦχος, συνεχεῖς βροχὲς καὶ χιόνια. Ἐκτὸς τούτων, ἔπεφταν καὶ θύματα ὁρισμένων ἀπατεώνων. Ὅπως διηγόταν ὁ ἀποβιώσας στὸν Καναδᾶ πρὸ ἐτῶν Κωνσταντῖνος Δημητρακόπουλος, ἐνῷ κοιμούνταν στὰ βαγόνια ἐξαντλημένοι ἀπὸ τὴν κούραση, ἀστραπὲς καὶ βροντὲς ἄρχιζαν τὴ νύχτα. Ἐπιτήδειοι τότε τοὺς ξυπνοῦσαν καὶ τοὺς προέτρεπαν, ἂν εἶχαν νομίσματα ἢ ρολόγια, νὰ τὰ ρίξουν ἔξω γιὰ τὸν φόβο ἠλεκτροπληξίας, ἐνῷ συνεργάτες τους ποῦ περίμεναν ἀπ' ἔξω τὰ μάζευαν.
Οἱ ἀδελφοὶ Θανασούλη καὶ ὁ ἀριθμὸς 113
Ὁ πρωτοπόρος Ὀδυσσέας Ι. Θανασούλης, ὅπως διηγήθηκε, ἔφυγε ἀπὸ τὴν Περίστα τὸ 1900 μόνο μὲ ἕνα εἰσιτήριο τῶν 100 δραχμῶν. Δέκα μέρες χρειάσθηκε γιὰ νὰ φτάση μέχρι τὴν Γαλλία καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἄλλες 25 ἡμέρες γιὰ τὴν Νέα Ὑόρκη. Μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφοὺς Παναγιώτη, Γεώργιο καὶ Ἠλία, ἀφοῦ δούλεψαν σκληρὰ μὲ ἀμοιβὴ πέντε δολλάρια ἑβδομαδιαίως καὶ μὲ λίγα χρήματα ποῦ συγκέντρωσαν, ἄνοιξαν τὸ πρῶτο ρουμελιώτικο ἑστιατόριο, στὸν ἀριθμὸ 113 τῶν 18 δρόμων, πλησίον τῆς 7ης Λεωφόρου. Στὸ ἰσόγειο εἶχαν ἀμερικάνικα φαγητά, στὸ ἀνώγειο τὰ ἑλληνικὰ καὶ στὸ πίσω μέρος καφενεῖο, ὅπου, μετὰ τὸ τέλος τῆς ἐργασίας τους, ὁ καθένας ἔλεγε τὸν πόνο του ἀπὸ τὸ μόχθο τῆς ἐργασίας, ἀλλὰ καὶ τὴ νοσταλγία του. Ἐκεῖ ὁ Κώστας Λ. Πατίλης ἀπὸ τὴν Περίστα ἀνέβαινε σὲ μιὰ καρέκλα καὶ διάβαζε μεγαλοφώνως τὴν ἑλληνικὴ ἐφημερίδα «Ἀτλαντίς», ἡ ὁποία ἐκδιδόταν ἀπὸ τὸ 1904, καὶ ὅλοι ἄκουγαν μὲ προσοχή, μαθαίνοντας τὰ νέα.
Ὁ ἀριθμὸς 113 ἦταν γνωστὸς στὸ Κεντρικὸ Ταχυδρομεῖο τῆς Ν. Ὑόρκης, διότι ὅλοι οἱ Ρουμελιῶτες, γιὰ ἀσφάλεια, ἔπαιρναν τὰ γράμματά τους ἀπὸ τὸ ἑστιατόριο τῶν ἀδελφῶν Θανασούλη. Ἀρκοῦσε τὸ 113, τὸ ὄνομα τοῦ παραλήπτη καὶ τῆς πόλης. Κάποτε ὁ διευθυντὴς τοῦ Ταχυδρομείου, μαζὶ μὲ τὶς ἀστυνομικὲς ἀρχὲς τῆς πόλης, πῆγαν -μᾶλλον ἀπὸ περιέργεια- νὰ δοὺν ποῦ μένουν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι. Στὶς σκάλες τοῦ ἑστιατορίου συνάντησαν τὸν μόλις ἀφιχθέντα ἀπὸ τὴν Περίστα Βελαωρογιάννη, ποῦ ἦταν ντυμένος μὲ τὴν φουστανέλα καὶ σκούπιζε τὶς σκάλες. Τὸν ρώτησαν ποῦ εἶναι ὁ διευθυντής. Αὐτὸς βέβαια δὲν κατάλαβε καὶ φώναξε τὸν Παναγιώτη Θανασούλη, ὁ ὁποῖος ἀντιλήφθηκε ἀμέσως περὶ τίνος ἐπρόκειτο καὶ εἶπε στὸν Βελαωρογιάννη νὰ πάη ἔξω. Ἐκεῖνος βγαίνοντας ἔξω συνέχιζε τὸ σκούπισμα τοῦ πεζοδρομίου. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ γύριζε ἀπὸ τὴν ἀγορὰ ὁ Ἠλίας ποῦ μόλις τὸν εἶδε τοῦ λέει: «Πήγαινε μέσα νὰ σκουπίσης, τὸ πεζοδρόμιο τὸ φροντίζει ὁ δῆμος». Ὁ μπαρμπα-Γιάννης θύμωσε: «Ὁ ἕνας μὲ στέλνει ἔξω, ὁ ἄλλος μέσα. Ἐσεῖς θὰ μὲ τρελλάνετε. Ἀλλὰ δὲν φταῖτε ἐσεῖς, φταίω ἐγὼ ποῦ πῆραν τὰ μυαλά μου ἀέρα γιὰ τὰ δολλάρια τῆς Ἀμερικῆς κι ἄφησα τὰ πρόβατά μου στὴν κοπελίτσα κι ἦρθα νὰ σκουπίσω τὰ σοκάκια τῆς Ν. Ὑόρκης. Νὰ μοῦ δώσης δανεικὰ 100 δολλάρια νὰ γυρίσω στὸ χωριὸ καὶ θὰ π’λήσω πὲντ’ ἕξι πρατίνες γιὰ νὰ δώσω τὰ λεφτὰ στὸν πατέρα σου».
Ἡ Ἐπιτροπὴ πληροφορήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς Θανασούλη γιατί πηγαίνουν τὰ γράμματα ἐκεῖ, λόγῳ μεγαλύτερης ἀσφάλειας καὶ τοὺς ἔδειξαν τὰ γραμματοκιβώτια ποῦ εἶχαν κάνει, μὲ τὰ ὀνόματα τῶν χωριῶν προελεύσεως καὶ ὅτι κάθε βράδυ κάθε Ρουμελιώτης περνοῦσε κι ἔπαιρνε μόνος του τὸ γράμμα, ἂν εἶχε. Ὁ διευθυντὴς εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴν ὅλη εὐγένεια ποῦ οἱ ἀδελφοὶ Θανασούλη τοῦ ἐπέδειξαν καὶ τοὺς ὑποσχέθηκε πῶς θὰ διόριζε εἰδικὸ ὑπάλληλο μόνο γιὰ τὴν μεταφορὰ τῶν ἐπιστολῶν τοῦ ἀριθμοῦ 113 τῆς 7ης Λεωφόρου.
Ἀργότερα ἀνοίχθηκαν δύο ἀκόμη ζαχαροπλαστεῖα Ναυπακτίων, στοὺς 28 δρόμους καὶ τὴν 6η Λεωφόρο, τὸ Crystal τοῦ Κωσταρέλη καὶ τὸ Mexican τῶν Κομματὰ καὶ Ταρκαζίκη. Ἕνας ἄλλος ποῦ ἦρθε μὲ τὴν φουστανέλλα, ὅπως μᾶς διηγήθηκε ὁ πρώην ρέκτης Πρόεδρος τῆς Ἀδελφότητος, ἀείμνηστος Κων. Ραμπαούνης, ἦταν ὁ Ἀντώνιος Καραγιῶργος. Βαδίζοντας στὴν 7η Λεωφόρο, ἀπὸ περιέργεια οἱ Ἀμερικανοὶ γύριζαν καὶ τὸν κοίταζαν, ἐνῷ αὐτὸς βάδιζε γεμᾶτος ἀπὸ ὑπερηφάνεια. Ὅταν ἄρχισε δουλειὰ σὲ ξενοδοχεῖο ὡς πιατάς, τὰ πιάτα ἔρχονταν κατὰ ἑκατοντάδες κι ἐκεῖνος χαριτολογῶντας τοὺς ἔλεγε: «Ἂν ὅλα αὐτὰ τὰ πιάτα ἦταν πλάκες, δὲν θὰ εἶχα πρόβλημα νὰ σκεπάσω τὰ σπίτια τοῦ Πλατάνου».
Ἵδρυση τῆς Ναυπακτιακῆς Ἀδελφότητας Ν. Ὑόρκης.
Οἱ πρωτοπόροι Ναυπάκτιοι σύντομα ἀντιλήφθηκαν πὼς δὲν πρόκειται νὰ ἐπιζήσουν καὶ νὰ προαχθοῦν ὡς μονάδα καὶ ὡς ἄτομα καὶ ἔπρεπε νὰ ὀργανωθοῦν. Ἔτσι ἐρρίφθη ἡ ἰδέα νὰ ἱδρύσουν Σύλλογο. Ἡ ἰδέα ἔγινε δεκτὴ μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ πρότειναν δυὸ λέξεις γιὰ τὴν ὀνομασία του: Ἡ πρώτη νὰ ἀγκαλιάζη ὅλα τὰ χωριά της Ναυπακτίας: «Ναυπακτιακὴ» καὶ στὴ δεύτερη νὰ περικλείονται οἱ ἔννοιες ἀγάπη, ὁμόνοια, ἀδελφοποίηση: «Ἀδελφότητα». Γιὰ νὰ ἐκδοθῇ ὅμως ἄδεια ἱδρύσεως Συλλόγου ἀπὸ τὴν Πολιτεία τῆς Ν. Ὑόρκης (State) ἔπρεπε νὰ ὑπογραφὴ ἀπὸ δύο ἄτομα μὲ ἀμερικανικὴ ὑπηκοότητα. Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ δὲν ὑπῆρχαν Ναυπάκτιοι καὶ φημολογεῖται ὅτι ὑπέγραψαν δύο μὴ Ναυπάκτιοι στὴν καταγωγή.
Στὶς 25 Σεπτεμβρίου 1904 πραγματοποιήθηκε ἡ πρώτη συνεδρίαση στὴν αἴθουσα τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τῆς Ἁγίας Τριάδος Ν. Ὑόρκης. Τὰ ὀνόματα τῶν 52 ἱδρυτῶν καταχωρήθηκαν, τιμῆς ἕνεκεν, στὸ Λεύκωμα ποὺ ἐξέδωσε ἡ Ἀδελφότητα. Πρῶτος Πρόεδρος ἐξελέγη ὁ Γεώργιος Κομματάς, ἀπὸ τὴν Περίστα. Ὡς πρῶτο καὶ ἀναγκαιότατο σκοπὸ ὅρισαν τὴ βοήθεια σ’ αὐτοὺς ποὺ στάθηκαν ἄτυχοι στὴ νέα θετὴ πατρίδα. Μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς ὅτι ὁ νεοσυσταθεὶς Σύλλογος ἐπετέλεσε ἱεραποστολικὸ ἔργο. Οἱ πρῶτες συνδρομές, οἱ ἔκτακτες εἰσφορὲς καὶ τὰ ἔσοδα ἀπὸ ἐκδηλώσεις διετίθεντο πρὸς ἀσθενεῖς ἡ ἀτυχήσαντες στὴν ἐργασία τους, γιὰ τὴν ἀγορὰ τροφίμων, ἐνοικίων καὶ εἰσιτήρια ἐπιστροφῆς σ’ αὐτοὺς ποὺ οἱ ἰατροὶ συνιστοῦσαν νὰ γυρίσουν στὸ χωριό τους.
Ἡ δράση τῆς Ναυπακτιακῆς Ἀδελφότητας σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς.
Ὅταν μιὰ μέρα γραφὴ λεπτομερέστερα ἡ ἱστορία τοῦ Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ, ἡ Ναυπακτιακὴ Ἀδελφότητα ἀσφαλῶς θὰ πρέπει νὰ καταταγῇ στὴν πρώτη θέση ποὺ τῆς ἁρμόζει στὴν ἑλληνοαμερικανικὴ κοινωνία. Ὄχι γιατί εἶναι ὁ δεύτερος κατὰ σειρὰ ἀρχαιότερος Σύλλογος στὴν Ἀμερικὴ (πρῶτος ὁ Σύλλογος Ἀναβρυτὴς Σπάρτης, 1902), ἀλλὰ διότι μέσα στὴ μακρόχρονη πορεία τῶν 90 χρόνων της ἔχει νὰ ἐπιδείξη μιὰ ἀξιόλογη δράση.
Ὅπως ἀναφέραμε πιὸ πάνω, ἀρχικὸς σκοπὸς τῆς Ἀδελφότητας, στὰ πρῶτα χρόνια, ἦταν νὰ προσφέρη σὲ δυσχερεῖς περιστάσεις, βοήθεια στὰ μέλη της καὶ ἰατρικὴ περίθαλψη. Στὶς χαλεπὲς ἐκεῖνες ἡμέρες ἡ ὑπ’ ἀριθμὸν πρώτη ἀσθένεια ἦταν ἡ φυματίωση. Πολλοὶ ἦλθαν ἀσθενεῖς καὶ στὸ στάδιο αὐτὸ ἡ Ἀδελφότητα διέθετε τὰ ἔξοδα ἐπιστροφῆς στὸν τόπο γεννήσεώς των.
Ἐκτὸς τῆς ἐθνικοφιλανθρωπικῆς καὶ κοινωφελοῦς δράσης τῶν συμπατριωτῶν μας, θὰ ἦταν μεγάλη παράλειψη νὰ μὴν ἀναφέρουμε καὶ τὸ καθῆκον τους πρὸς τὴν Πτρίδα. Μὲ τὸ πρῶτο σάλπισμα τῶν πολέμων 1912 καὶ μετέπειτα, ὅταν ἡ Πανελλήνιος Ἕνωσις Ν. Ὑόρκης ἵδρυσε στρατολογικὸ γραφεῖο καὶ ἔστειλε ἐφέδρους καὶ ἐθελοντὲς καὶ συγκέντρωσε χιλιάδες δολλάρια γιὰ ἐθνικοὺς σκοποὺς (βλ. Μπ. Μπαλαφούρη Ν. Υ. 1948 «Οἱ Ἕλληνες τῆς Ἀμερικῆς») στὸ προσκλητήριο αὐτὸ ἔδωσαν τὸ «παρὼν» καὶ Ναυπάκτιοι, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἔπεσαν στὶς μάχες Μπιζανίου καὶ ἀλλοῦ, ὅπως ὁ Ἀντώνης Θανασούλης ἀπὸ τὴν Περίστα. Ἄλλοι κατατάχθηκαν στὸν ἀμερικανικὸ στρατὸ στὸν Α` Παγκόσμιο Πόλεμο καὶ πολέμησαν στὴ Γαλλία, ὅπως ὁ Μιχαὴλ Ἀνδρεόπουλος, ποὺ τόσο τιμητικὰ ἔφερε τὴ στολὴ τῶν Λεγεωναρίων στὶς ἐθνικές μας ἐκδηλώσεις, ὁ Γεώργιος Κεφαλιακὸς κ.α.
Στοὺς νικηφόρους πολέμους τοῦ 1912 καὶ κατόπιν, σὲ κάθε περίπτωση ποὺ ἡ ἀνάγκη τὸ ἐπέβαλλε, ἰδιαίτερα σὲ ἐθνικοὺς ἐράνους, ἡ Ἀδελφότητα ἐρχόταν ἀρωγός, ὅπως μὲ τὴν προσφορὰ σημαντικοῦ ποσοῦ γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ὑπὲρ τῶν προσφύγων τῆς Μ. Ἀσίας καὶ μὲ παράδοση τοῦ ποσοῦ τῶν 4.000 δολλαρίων στὸν Μητροπολίτη Κορινθίας Δαμασκηνό, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Ἀντιβασιλέα, γιὰ τὴν ἀποπεράτωση τοῦ Γυμνασίου Ναυπάκτου, τὸ 1930. Ἐπίσης στὸν Ἐθνικὸ ἔρανο ὑπὲρ τῆς Πολιτικῆς Ἀεροπορίας καὶ κατόπιν στὰ θύματα τοῦ Ἑλληνοϊταλικοῦ Πολέμου ἀπέστειλε σημαντικὸ ποσὸν στὴν Ἐπιτροπὴ Greek War Relief.
Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση, τὸ 1944, ἄρχισε νὰ ἔρχεται βοηθὸς σὲ ὁλόκληρα χωριὰ τῆς ἐπαρχίας Ναυπακτίας. Σὲ κανέναν δὲν ἀρνήθηκε πολλὰ ἡ ὀλίγα, ἀνάλογα τῶν περιστάσεων καὶ τῶν ἀναγκῶν. Πρώτη ἐνέργεια τῆς Ἀδελφότητας ἡ ἀνέγερση τοῦ Ὑγειονομικοῦ Σταθμοῦ Πλατάνου γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῶν κατοίκων δεκάδων χωριῶν τῆς ὀρεινῆς Ναυπακτίας μὲ ἔργα κοινῆς ὠφέλειας, διάνοιξης καὶ ἐπέκτασης συγκοινωνιακῶν δικτύων (Ναυπάκτου-Πλατάνου πρὸς τὴν Εὐρυτανία, Θέρμου-Περίστας-Αγίου Δημητρίου) ἀνέγερση Τουριστικοῦ Ξενῶνα στὸ ὅρος Ὀμάλια Ναυπακτίας. Τὴν ἀποκατάσταση ἀπόρων κορασίδων, γιὰ τοὺς σεισμοπαθεῖς της Ἑπτανήσου, γιὰ τὸν Κυπριακὸ Ἀγῶνα τὸ 1964, γιὰ τὴν τελειοποίηση ἡμικατεστραμμένων ναῶν, δημοτικῶν σχολείων καὶ γυμνασιακοῦ παραρτήματος τῆς ἐπαρχίας μας, στὸ Κοινοτικὸ Ἵδρυμα Ἐλατούς, στὸ Ὑδραγωγεῖο, ἀποστολὴ δύο καρδιοπαθῶν παιδιῶν στὸ Χιοῦστον του Τέξας, τὴ διατήρηση καὶ παράδοση τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας στὸ Bernard College τοῦ Πανεπιστημίου Κολούμπια.
Ἡ βάρβαρη εἰσβολὴ στὴ μαρτυρικὴ Μεγαλόνησο Κύπρο συγκίνησε κατάβαθα τὴν ψυχὴ τῶν Ναυπακτίων καὶ ἡ Ἀδελφότητα διέθεσε εἰσπράξεις ἀπὸ ἐκδρομὲς τῆς ὑπὲρ τῶν θυμάτων τῆς Κύπρου. Τὴν ἴδια ἐποχὴ ἐνοικίασε λεωφορεῖο γιὰ τὰ μέλη της, τὰ ὁποῖα ὕψωσαν τὶς φωνές τους μὲ ἀγανάκτηση καὶ ὀργὴ ἐμπρὸς στὸν Λευκὸ Οἶκο, σὲ μεγάλη διαδήλωση ποὺ ἔγινε στὶς 18 Αὐγούστου 1974, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος πάνω ἀπὸ 35.000 Ἑλληνοαμερικανοί. Ἐπίσης γιὰ τὸ Πνευματικὸ Κέντρο Ρουμελιωτὼν Ἀθήνας διέθεσε ποσὸ 15.000 δολλαρίων καὶ ὁ ἔρανος συνεχίστηκε μέχρις ἀποπερατώσεως.
Ἡ τελευταία ἐπίσης μεγάλη δωρεά της μὲ τὸ ποσὸ τῶν 10.000 δολλαρίων ἦταν ὑπὲρ τῆς ἀποπερατώσεως τοῦ πρώτου Ἑλληνοαμερικανικοῦ Γυμνασίου Ἀστόριας, μία δὲ αἴθουσα φέρει τὸ ὄνομα τῆς Ἀδελφότητας. Ἔτσι, οἱ ἀπόφοιτοι ὑπερήφανα κρατοῦν τὸ λάβαρο τῆς ἑλληνορθοδόξου καταγωγῆς τους. Ἐπίσης, ἔρχεται ἀρωγὸς στὰ Ἱδρύματα τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς, ὅπως στὴν Ἀκαδημία τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, στὴν ὁποία μὲ τὴν εὐκαιρία τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν 80 χρόνων προσέφερε 1.000 δολλάρια γιὰ τὰ ὀρφανά της.
Ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴν διαιώνιση τῆς φυλῆς μας. Σὲ 500 περίπου ἀνέρχονται σήμερα οἱ Ἑλληνικὲς Κοινότητες. Στὸν περίλαμπρο Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος Ν. Ὑόρκης, στὶς μαρμάρινες στῆλες τῶν Μεγάλων Εὐεργετῶν καὶ Μεγάλων Δωρητῶν συναντᾶ κανεὶς ὀνόματα Ναυπακτίων, ὅπως τοῦ Γεωργίου καὶ τῆς Ἔβελιν Παπαηλία, ὁ ὁποῖος ἀπεβίωσε στὶς 6 Ἀπριλίου 1990 ἀφήνοντας στὰ Ἱδρύματα τῆς Ι. Ἀρχιεπισκοπῆς, ὅπως στὸ Ὀρφανοτροφεῖο τοῦ Ἁγ. Βασιλείου Γκάρισον Ν. Υ. 1.000.000 δολλάρια καὶ στὸ Γηροκομεῖο «Ἅγιος Μιχαήλ», στὸ Γιόνκερς Ν. Υ. ἄλλο 1.000.000 δολ. Ἐπίσης μικρὰ ποσὰ ἀπὸ 15.000 δολ. στὸ Σύλλογο Περίστας καὶ στὴν Κοινότητα Ἁγ. Σπυρίδωνος καὶ τὸ ἡμερήσιο Σχολεῖο. Θὰ συναντήση ἐπίσης τὰ ὀνόματα τοῦ Νικολάου καὶ τῆς Μαρίας Ἀποστολοπούλου ἀπὸ τὸ Στράνωμα, τοῦ Charles Tarabikou στὸ Wilmington Del., ἀλλὰ καὶ Μέγας Εὐεργέτης Κ. Χώρας (Λομποτινὰς Ναυπακτίας) καὶ τῆς Ι. Μονῆς Ἀμπελακιώτισσας, μὲ τὴν κατασκευὴ ὑδραγωγείου, μαζὶ μὲ ἄλλους μετανάστες ἀπὸ τὴν Ἀποδοτία.
Κατὰ ὁμολογία τοῦ Gust Krara, ποὺ διαμένει στὸ Reading Pa., μεγάλου ὑποστηρικτῆ τῆς Ναυπακτιακῆς Ἀδελφότητας, ποὺ ἐπισκέφθηκε τὸ 1987 τὸ Nashville του Τενεσή, διαπίστωσε ὅτι στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Κοινότητας ὑπάρχουν στὸ Τέμπλο εἰκόνες ἀφιερωμένες, τὸ 1920, συμπατριωτῶν μας ἀπὸ τὴν Τερψιθέα καὶ τὴν Ἀσπριὰ Ναυπάκτου. Πόσοι ἄλλοι ἀκόμη, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, συνετέλεσαν σὲ τέτοια ἔργα στὴ μεγάλη ἀμερικανικὴ ἤπειρο! Ἀκόμα καὶ στὴν ἵδρυση τῆς Ὁμοσπονδίας Μείζονος Ν. Ὑόρκης. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱδρυτὲς ἦταν καὶ ὁ Ἀντώνιος Δεδόπουλος, ἀπὸ τὸν Πλάτανο, ἱδρυτικὸ μέλος τῆς Ναυπακτιακῆς Ἀδελφότητας.
Οἱ Ναυπάκτιοι, ὅπως ἀναφέραμε παραπάνω, παρέμειναν στὴν περιοχὴ τῶν 18 δρόμων μέχρι τὸ 1930. Σήμερα καμία οἰκογένεια δὲν διαμένει ἐκεῖ, διότι ἡ περιοχὴ ἔγινε βιοτεχνική. Μετοίκησαν σὲ προάστια τῆς πόλεως καὶ σὲ καλὲς περιοχές.
Ἀπὸ τοὺς ἱδρυτές της, ὅσοι ἀπέμειναν ἐδῶ, ἀπεβίωσαν κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1950 σὲ βαθὺ γῆρας. Ἀπὸ τοὺς πρωτοπόρους ἐλάχιστοι βρίσκονται στὴ ζωή. Ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς κατόρθωσαν νὰ προσαρμοσθοῦν στὶς ἀμερικανικὲς μεθόδους, ὅπου ἐπέτυχαν τὰ μέγιστα. Μὲ τὸ δημιουργικό τους δαιμόνιο κατόρθωσαν νὰ εὐημερήσουν καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν ἐφάμιλλοι πολλῶν Ἀμερικανῶν.
Ἀπὸ ὑπάλληλοι ξενοδοχείων, οἱ ἀδελφοὶ Δημητρακόπουλοι ἔγιναν ἰδιοκτῆτες πολυτελῶν ξενοδοχείων στὴ Φλόριντα. Οἱ ἀδελφοὶ Πράκα καὶ Σέττου σὲ ἐπιχειρῆσες θεάτρων σὲ πολλὲς Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς. Ἐκεῖνοι ποὺ κρατοῦν ἀκόμη καὶ σήμερα τὸ ἐμπόριο τῶν λουλουδιῶν εἶναι ἀπὸ τὴν Περίστα. Πρὶν λίγα χρόνια ὑπῆρχαν περὶ τὰ 60 ἀνθοπωλεία στὴν περιοχὴ τῆς Ν. Ὑόρκης. Πολλοὶ ἐπίσης ἐπιδόθηκαν σὲ ἐπιχειρήσεις πολυτελῶν ἑστιατορίων, ζαχαροπλαστείων, μπὰρ καὶ σὲ παντὸς εἴδους καταστημάτων καὶ ἐπιχειρήσεων.
Οἱ νέες γενιές των Ναυπακτίων.
Οἱ νέες αὐτὲς γενεές, δηλαδὴ τὰ παιδιά των, ἐλάχιστα ἀκολουθοῦν τὰ ἐπαγγέλματα αὐτά. Οἱ νέοι ἔχουν τα μέσα καὶ σπουδάζουν στὰ καλύτερα Πανεπιστήμια καὶ κατέχουν σήμερα ἀξιόλογες θέσεις στὴν ἀμερικανικὴ κοινωνία ὡς δημόσιοι ὑπάλληλοι, μηχανικοί, ἰατροί, δικηγόροι, ἐκπαιδευτικοί, στρατιωτικοὶ καὶ πολιτικοί. Ὁ Λ. Μυλωνόπουλος π.χ. δικαστὴς σὲ Ἀνώτερο Δικαστήριο τῆς Ν. Ὑόρκης. Ὁ Χρ. Ἀσημακόπουλος, Βουλευτὴς Ντάλλας Τέξας. Ὁ Δήμ. Κωσταράς, πρῶτος Ἑλληνοαμερικανὸς Γυμνασιάρχης καὶ ὑποψήφιος Ἐπιθεωρητὴς Μέσης Ἐκπαιδεύσεως Ν. Ὑόρκης. Ὁ Γεώργιος Χ. Λόης, ἰδιοκτήτης μεγάλης διαφημιστικῆς ἑταιρείας. Ὁ Λούης Τρ. Χατζηνικολάου, ἠλεκτρονικὸς μηχανικός, Λοχαγὸς τῆς ΝΑΣΑ. Ὁ Γεώργιος Τ. Βαλαώρας, ἀντιπρόεδρος μεγάλης ἠλεκτρονικῆς ἑταιρείας στὴν Ἰνδιανάπολη καὶ πολλοὶ ἄλλοι σὲ ἄλλες Πολιτεῖες διαπρέπουν σὲ ὅλους τοὺς ἀνωτέρω κλάδους. Ὅλοι εἶναι χρήσιμοι καὶ ἄξιοι πολῖτες καὶ παράλληλα τιμοῦν τὴν Ἑλληνικὴ καὶ Ναυπακτιακή τους καταγωγή, σέμνωμα καὶ ὑπερηφάνεια γιὰ τοὺς Ναυπακτίους.
Οἱ μεγαλύτερες Ναυπακτιακὲς Παροικίες εὑρίσκονται σήμερα στὶς Πολιτεῖες της Πενσυλβανίας, Γούμιλτον Ντέλς του Ὀχάϊο, τοῦ Ντητρόϊτ, τοῦ Σικάγου, τῆς Ἰνδιανάπολης, τῆς Ν. Ὑερσέης καὶ τοῦ Ντάλλας του Τέξας. Τελευταῖα δὲ καὶ στὸν Καναδᾶ (Τορόντο, Μόντρεαλ καὶ Βανκοῦβερ).
Μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ παραθέσαμε, σκιαγραφήθηκε ἡ ζωὴ τῶν πρωτοπόρων Ναυπακτίων, δηλαδὴ τὸ ταξίδι τους (ποὺ ἦταν πραγματικὴ Ὀδύσσεια), οἱ ἀντιξοότητες τὰ πρῶτα χρόνια, ἡ δράση τους, ἡ ἐξέλιξή τους, ὡς καὶ ἡ συμβολή τους στὴν πρόοδο τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀμερικῆς.–
- Προβολές: 3073