Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Μετάφραση τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Δημοσιεύθηκε στὴν Ἐφημερίδα «Τὸ Βῆμα», Κυριακὴ 25-4-2010)

Ἡ μετάφραση τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν, δηλαδὴ τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων Μυστηρίων ἀπασχόλησε τελευταῖα τὸν ἐκκλησιαστικὸ καὶ θεολογικὸ χῶρο καὶ ὅπως ἦταν ἑπόμενο ἀσχολήθηκε ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος, ἡ ὁποία, ὕστερα ἀπὸ μελέτη διαφόρων κειμένων, ἔλαβε ὁμοφώνως μιὰ συγκεκριμένη ἀπόφαση, ποῦ διακρίνεται γιὰ τὴν σοβαρότητα, τὴν ὑπευθυνότητα καὶ τὴν σύνεση.

Σύμφωνα μὲ αὐτήν, ἡ Σύνοδος «ἐμμένει στὴν παράδοση τοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος καὶ τοῦ παραδεδομένου τρόπου τελέσεως τῆς θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων». Συγχρόνως ὅμως δίνει δυνατότητα σὲ ὅσους ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς θεωροῦν ὅτι πρέπει νὰ χρησιμοποιηθῇ στὴν λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας κάποια μετάφραση, νὰ λάβουν ἄδεια ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο. Ἐπίσης, ἀφήνει τὸ θέμα ἀνοικτὸ γιὰ συζήτηση καὶ ἐπεξεργασία στὰ Συνέδρια καὶ τὶς Θεολογικὲς Σχολές, ὁπότε ἂν χρειασθῇ θὰ εἰσαχθῇ στὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρὸς συζήτηση καὶ «συνοδικὴ διαγνώμη».

Τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι σοβαρὸ καὶ χρειάζεται μελέτη ἀπὸ πολλὲς πλευρές. Ἔχουν διατυπωθῇ πολλὰ ἐπιχειρήματα ἔνθεν κακεῖθεν, ἀλλὰ στὸ παρὸν ἄρθρο θὰ ἤθελα νὰ ἐκθέσω πολὺ σύντομα μερικὲς ἀπὸ τὶς ἀπόψεις μου.

1. Γίνεται σύγχυση μεταξὺ τῆς μετάφρασης τοῦ πρωτοτύπου κειμένου τῆς θείας Λειτουργίας σὲ ἄλλες γλῶσσες (ἀγγλική, γαλλική, ἀραβική, σλαβονικὴ κλπ.) καὶ τῆς μεταγλώττισης στὴν ἑλληνικὴ δημοτικὴ γλῶσσα. Ἀλλά, πρέπει νὰ ληφθῇ σοβαρῶς ὑπ' ὄψη ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀντιστοιχία, γιατί ἡ δημοτικὴ γλῶσσα δὲν μπορεῖ νὰ νοηθῇ ὡς ξένη γλῶσσα.  Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ ἡ κοινὴ ἑλληνιστικὴ δὲν εἶναι νεκρὲς γλῶσσες, ἀλλὰ ἀκούγονται συνεχῶς μὲ διαφόρους τρόπους καὶ εἶναι αὐτὲς ποῦ ἀνατροφοδοτοῦν καὶ τὴν ὁμιλούμενη γλῶσσα ἀπὸ τὸν λαό. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὅσοι χειρίζονται πολὺ καλὰ τὴν δημοτικὴ γλῶσσα, γνωρίζουν ἐξίσου καλὰ καὶ τὴν ἀρχαία, ἀπὸ τὴν ὁποῖα προσλαμβάνουν γλωσσικὲς μορφὲς καὶ ἐμπλουτίζουν τὴν ὁμιλουμένη γλῶσσα. Ὡς παραδείγματα δὲ ἀναφέρω τοὺς μεγάλους ποιητές μας Κωστῆ Παλαμᾶ, Ὀδυσσέα Ἐλύτη κ.ἄ.

2. Σίγουρα δὲν πιστεύουμε στὴν θεωρία τῶν τριῶν ἱερῶν γλωσσῶν (ἑλληνική, ἑβραϊκή, λατινική), ἀλλὰ θεωροῦμε ὅτι ἡ γλῶσσα τῆς λατρείας ἔχει μία ἱερότητα, γιατί χρησιμοποιεῖται ὡς προσευχὴ στὸν Θεό. Ἀκόμη καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὅπως φαίνεται στὶς ὠδὲς τοῦ Πινδάρου, χρησιμοποιοῦσαν μία ἀνώτερη γλωσσικὴ μορφὴ κατὰ τὴν λατρεία τους. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν συνέταξαν τὶς εὐχὲς ποῦ διαβάζονται στὴν θεία Λειτουργία ἁπλῶς στὴν μορφὴ τῆς κοινῆς ἑλληνιστικῆς γλώσσας ποῦ ὁμιλεῖτο στὴν ἐποχή τους, ἀλλὰ χρησιμοποίησαν τὴν «ἀττικιστικὴ γλῶσσα», ποῦ εἶναι ἡ λόγια γλῶσσα, τὴν ὁποῖα μιλοῦσαν οἱ μορφωμένοι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ αὐτὴ καθιερώθηκε ὡς γλῶσσα τῆς λατρείας. Ἄλλωστε, τὸ θέμα τῆς λειτουργικῆς γλώσσας δὲν εἶναι μόνον ἡ ἐξωτερικὴ μορφή της, ἡ ὁποία ἐπιχειρεῖται νὰ μεταγλωττισθή, ἀλλὰ τὸ «ὑψηλὸ ἐννοιολογικό, εἰκονικό, συμβολικὸ καὶ βιωματικὸ ἐπίπεδό της», ποῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ μεταγλωττισθῆ.

3. Ἡ μετοχὴ στὴν θεία Λειτουργία καὶ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας δὲν πρέπει νὰ ταυτισθῇ ἀπόλυτα μὲ τὴν λογικὴ κατανόηση τῶν λέξεων καὶ τῆς γλώσσας ποῦ χρησιμοποιεῖται. Βεβαίως, ἡ γλῶσσα ἔχει σημαντικὴ συνεισφορὰ στὴν ἐπικοινωνία μεταξύ μας, ἀλλὰ δὲν εἶναι καθοριστικὸ γνωσιολογικὸ στοιχεῖο, ἀφοῦ ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι τρόποι μεταδόσεως τῆς γνώσεως, ὅπως εἶναι τὸ συναίσθημα, ἡ φαντασία, ἡ διαίσθηση, δηλαδὴ οἱ λειτουργίες ἐκεῖνες ποῦ κινοῦνται πέρα ἀπὸ τὴν λογική. Ἡ ἐπιστήμη ἔχει ἀποδείξει ὅτι δὲν ἰσχύει ἀπολύτως τὸ ἀπόφθεγμα «cogito, ergo sum», δηλαδή, σκέπτομαι ἄρα ὑπάρχω. Οἱ θεωρίες γύρω ἀπὸ τὴν συναισθηματικὴ νοημοσύνη, ἡ ψυχανάλυση καὶ ἡ ψυχολογία, ὁ ρομαντισμός, ὁ ὑπαρξισμὸς καὶ ἡ νεωτερικότητα κλόνισαν τὰ θεμέλια τῆς ἀπόλυτης κυριαρχίας τῆς λογικῆς στὸν γνωσιολογικὸ τομέα. Ἔτσι, στὴν θεία Λειτουργία δὲν μετέχουμε μόνον μὲ τὴν λογική, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλες τὶς ἄλλες λειτουργίες τῆς ψυχῆς, γι' αὐτὸ καὶ θεωροῦμε ὅτι τὰ βρέφη, τὰ μικρὰ παιδιά, οἱ κωφάλαλοι κλπ. ἐφ' ὅσον ἔχουν βαπτισθῇ συμμετέχουν πραγματικὰ στὴν λατρεία.

4. Ἐπειδὴ ἡ κοινὴ ἑλληνιστικὴ γλῶσσα δὲν εἶναι ξένη ὡς πρὸς τὴν ἀρχαία ἀττικὴ διάλεκτο καὶ ἐπειδὴ πολλὲς ἐκφράσεις της χρησιμοποιοῦνται στὴν καθημερινὴ ἐπικοινωνία μεταξύ μας, γι' αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι δύσκολη ἡ προσαρμογὴ τῶν ἀνθρώπων στὸ ἰδίωμα τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν. Ὅποιος ἐκκλησιάζεται τακτικὰ ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀντιλαμβάνεται τὸ νόημα τῶν λειτουργικῶν προτροπῶν. Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τὰ ἔργα τοῦ Παπαδιαμάντη, τοῦ Κάλβου κ.ἄ. ποιητῶν καὶ λογοτεχνῶν καὶ βεβαίως κατανοοῦμε πῶς χάνεται τὸ "πνεῦμα" τοῦ συγγραφέως, ὅταν μεταγλωττίζωνται. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ καθηγητὴς Γεώργιος Μπαμπινιώτης εἶναι ἐναντίον τῆς μεταγλωττίσεως τῆς λειτουργικῆς γλώσσας. Τὸ βασικὸ ἐπιχείρημά του εἶναι ὅτι ἡ θεία Λειτουργία «ἔχει τελετουργικὸ χαρακτῆρα», «εἶναι μυστήριο», γι' αὐτὸ δὲν πρέπει «νὰ ἀντικαθίσταται ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ μεταφράσεις», ἀφοῦ «οἱ λέξεις στὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ μιὰ γλῶσσα στὴν ἄλλη γλῶσσα χάνουν σὲ σημαντικὸ βαθμὸ τὸ σημασιολογικό τους περιεχόμενο καὶ τὸ βιωματικό τους φορτίο, στοιχεῖα ἀπαραίτητα στὸ μυστηριακὸ χαρακτῆρα τῆς Θείας Λειτουργίας», ὁπότε ἂν μεταφράση κανεὶς αὐτὸ τὸ μυστηριακὸ στοιχεῖο, «τὸ εὐτελίζει».

Γενικά, θεωρῶ ὅτι ἡ γλῶσσα μὲ τὴν ὁποῖα εἶναι γραμμένες οἱ εὐχὲς τῆς θείας Λειτουργίας καὶ τῶν Μυστηρίων δὲν ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιὰ τὴν μέθεξη τοῦ Μυστηρίου, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν λεκτικὴ κατανόηση. Ἀντίθετα μάλιστα ἡ λειτουργικὴ γλῶσσα μπορεῖ νὰ βοηθήση ἀποτελεσματικὰ τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἐποχή μας, στὴν ὁποῖα παρατηρεῖται «γλωσσικὴ ἀνεπάρκεια» καὶ «γλωσσικὴ πενία» νὰ βελτιώσουν τὸν γραπτὸ καὶ προφορικό τους λόγο. Ὁπότε, οἱ ἐκπτώσεις ποῦ γίνονται στὴν καθημερινὴ ζωὴ δὲν πρέπει νὰ ἐπεκταθοῦν καὶ στὴν γλῶσσα τῆς λατρείας, γιατί τότε φτωχαίνουν ἡ λεκτικὴ καὶ κριτικὴ σκέψη, ἡ διατύπωση καὶ ἡ ἀκρίβεια τῶν ἐννοιῶν, πρᾶγμα ποῦ θὰ ἔχη συνέπειες στὴν ζωή μας.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 3506