Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ὅσιος Ἰωαννίκιος ὁ μέγας ὁ ἐν Ὀλύμπῳ 4 Νοεμβρίου
Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος γεννήθηκε στὴν Βιθυνία τὸ 740 μ. Χ. ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Μυριτρίκη καὶ τὴν Ἀναστασώ, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου». Στρατεύθηκε τὴν ἐποχὴ ποῦ ἐμαίνετο ὁ ἀγῶνας τῶν εἰκονομάχων ἐναντίον τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ παρασύρθηκε στὴν πλάνη τῆς εἰκονομαχίας. Ὅταν, ὅμως, ἀπολύθηκε ἀπὸ τὶς τάξεις τοῦ στρατοῦ κατάλαβε τὸ σφάλμα του, μετανόησε εἰλικρινά, καὶ μάλιστα ἔγινε διαπρύσιος κήρυκας καὶ ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος ἀρνήθηκε τὴν ἐπίγεια δόξα, τὴν ὁποία μποροῦσε νὰ ἀπολαύση, καὶ ἀφιερώθηκε στὸν Θεό. Ἔγινε μοναχὸς στὸν Ὄλυμπο καὶ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν προσωπικό του ἀγῶνα «ἔλαμψε στὴν γῆ σὰν ἄδυτο ἄστρο», ὅπως ψάλλει ὁ ἱερὸς Ὑμνογράφος, ὁ ὁποῖος μάλιστα τὸν παρομοιάζει μὲ τὸν Προφήτη Μωϋσῆ τὸν Θεόπτη, ἐπειδὴ ἀξιώθηκε, ὅπως ἐκεῖνος, νὰ ἀκούση τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ συνομιλήση μαζὶ Τοῦ. Ἐπίσης, τὸν ἀποκαλεῖ ἰσάγγελο καὶ ταμεῖο δωρημάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πράγματι, ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος ὑπῆρξε μέγας καὶ δικαίως ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἔδωσε τὸν σπάνιο καὶ τιμητικὸ αὐτὸν τίτλο.
«Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ» στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀντιδίου σὲ ἡλικία 94 ἐτῶν.
Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Τὸ νὰ παρασυρθῇ κανεὶς σὲ πλάνη, ἰδιαίτερα κατὰ τὴν περίοδο τῆς νεότητάς του, θὰ μποροῦσε νὰ τὸ χαρακτηρίση κανεὶς ἀνθρώπινο. Τὸ νὰ ἐπιμένη, ὅμως, ἀμετανόητα στὴν πλάνη του αὐτὸ εἶναι δαιμονικό, ἐπειδὴ οἱ δαίμονες, λόγῳ τῆς ὑπερηφάνειάς τους, δὲν μετανοοῦν καὶ γι’ αὐτὸ δὲν διορθώνονται. Ἡ μετάνοια τοῦ πλανεμένου καὶ ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ στὴν Ἐκκλησία εἶναι ἔργο τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, συνδέεται ὅμως ἄμεσα καὶ μὲ τὴν δική του προαίρεση, ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος εἶναι προικισμένος μὲ τὸ χάρισμα τῆς ἐλευθερίας, τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς ποῦ τοῦ τὸ ἔδωσε δὲν τὸ παραβιάζει. Ὁ καλοπροαίρετος ἄνθρωπος ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ βρὴ τὸν δρόμο του, ἐπειδὴ ἀναζητεῖ ταπεινὰ τὴν ἀλήθεια καὶ ἀνταποκρίνεται θετικὰ στὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος, ὅμως, δὲν ἔχει ἀγαθὴ προαίρεση αὐτὸς δὲν εἶναι εὔκολο νὰ θεραπευθῇ, δηλαδὴ νὰ παραδεχθῇ τὴν πλάνη του καὶ νὰ μετανοήση, ἔστω καὶ ἂν ἐνδόμυχα ἀντιλαμβάνεται ὅτι εἶναι πλανεμένος, ἐπειδὴ εἶναι ὑπερήφανος.
Πρέπει στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ τονισθῇ ὅτι τὰ βιώματα τὰ ὁποία ἔχει κανεὶς μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία διαδραματίζουν σημαντικὸ ρόλο στὴν διαφύλαξη τῆς πνευματικῆς ὑγείας, ἡ ὁποία ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴν πλάνη, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλες πνευματικὲς ἀσθένειες, ἐπειδὴ ἀποτελοῦν γερὰ πνευματικὰ θεμέλια ἐπάνω στὰ ὁποία οἰκοδομεῖται ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα, ἀλλὰ καὶ ἰσχυρὰ πνευματικὰ ἀντισώματα. Καὶ ὅπως συμβαίνει μὲ τὸν ὑγιῆ σωματικὸ ὀργανισμό, δηλαδὴ ὅταν προσβληθῇ ἀπὸ κάποιον ἰὸ τὸν καταπολεμᾶ μὲ σθένος καὶ προσπαθεῖ νὰ τὸν ἀποβάλη ὡς ἕνα ξένο σῶμα τὸ ὁποῖο τὸν μολύνει καὶ τοῦ προκαλεῖ σοβαρὲς παρενέργειες, τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τὸν ὑγιῆ πνευματικὸ ὀργανισμό, ὁ ὁποῖος, ὅταν διαθέτη ἰσχυρὰ πνευματικὰ ἀντισώματα, καταπολεμᾶ τὴν ὅποια πνευματικὴ ἀσθένεια. Ἐνῷ στὴν ἀντίθετη περίπτωση, τὸ δηλητήριο εἰσχωρεῖ βαθειὰ στὸν πνευματικὸ ὀργανισμὸ καὶ τὸν μολύνει, κάποτε σὲ τόσο μεγάλο βαθμό, οὕτως ὥστε ἡ ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὴν πλάνη νὰ καθίσταται ἀπὸ δυσκαλοκατόρθωτη ἕως ἀδύνατη.
Ἔχει τονισθῇ ἀπὸ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ σύγχρονους παιδαγωγοὺς καὶ κοινωνιολόγους, ὅτι σπουδαῖο ρόλο στὴν ζωὴ τῶν παιδιῶν καὶ στὴν μετέπειτα ἐξέλιξή τους διαδραματίζει ὄχι μόνον ὁ τρόπος ἀνατροφῆς τους, ἀλλὰ καὶ ἡ συναναστροφή τους στὸ κοινωνικό τους περιβάλλον, ὅπως εἶναι ἡ γειτονιά, τὸ σχολεῖο, ὁ στρατὸς κλ.π. Εἶναι γνωστές, ἄλλωστε οἱ παροιμίες: «Πές μου μὲ ποιόν πάς, νὰ σοῦ πὼ ποιός εἶσαι» καὶ «πές μου τὴν συντροφιά σου, νὰ σοῦ πὼ τὴν ἀνθρωπιά σου». Ἑπομένως, χρειάζεται προσοχὴ στὴν ἐπιλογὴ τῶν φίλων, τῶν συνεργατῶν, καὶ γενικότερα στὴν ἀντιμετώπιση τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ οἱ αἱρετικοὶ πάντοτε καραδοκοῦν καὶ προσπαθοῦν μὲ κάθε τρόπο νὰ παρασύρουν τοὺς ἀδύνατους στὴν πίστη.
Ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν φύση του εἶναι μιμητικὸ ὃν καὶ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὸ περιβάλλον του, ἰδιαίτερα δὲ κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἐφηβικῆς καὶ νεανικῆς του ἡλικίας. Αὐτὸ ποῦ μποροῦν νὰ κάνουν οἱ γονεῖς, ὅσο ἔχουν κοντά τους τὰ παιδιά τους, εἶναι νὰ διδάξουν σὲ αὐτὰ τὸ πῶς θὰ ἐπιλέγουν τοὺς φίλους τους καὶ θὰ προσέχουν τὶς συναναναστροφές τους, παράλληλα, βέβαια, μὲ τὴν προσευχὴ ποῦ θὰ πρέπει νὰ κάνουν γι’ αὐτά. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀργότερα ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὸ σπίτι, θὰ πρέπει νὰ συνεχίσουν νὰ τὰ σκεπάζουν μὲ τὴν προσευχή τους, ἀφοῦ ἡ προσευχὴ τῶν γονέων, ἐπειδὴ γίνεται μὲ πόνο καὶ ἀγάπη, ἔχει θαυμαστὰ ἀποτελέσματα.
Δεύτερον. Ὁ ἄνθρωπος ποῦ ἀγωνίζεται νὰ ζὴ σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἐπισκιάζεται ἀπὸ τὴν ἄκτιστη θεία Χάρη, ἡ ὁποία σὰν πανοπλία τὸν προφυλάσσει ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀνθρωπίνης σωτηρίας. Χωρὶς αὐτὴν τὴν πανοπλία ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐκτεθειμένος στὶς ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι, ὅταν τὸν βλέπουν ἀνοχύρωτο, τὸν κάνουν ὑποχείριό τους καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὴν πλάνη. Ἑπομένως, χρειάζεται νήψη, ἐγρήγορση καὶ συνεχὴς ἀγῶνας γιὰ τὴν βίωση τῶν θείων ἐντολῶν, οὕτως ὥστε νὰ γίνη κανεὶς πνευματικὸς ἄνθρωπος, δηλαδή, νὰ γίνη κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐπειδή, πνευματικὸς ἄνθρωπος δὲν εἶναι ὁ διανοούμενος, ὁ καλλιτέχνης κ.λ.π., ὅπως νομίζουν πολλοί, ἀλλὰ «πνευματικὸς ἄνθρωπος εἶναι αὐτός, μέσα στὸν ὁποῖο ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Συμεῶν ὁ Νέος Θεολόγος, ὁ ὁποῖος τονίζει ὅτι «ὅσοι ἁμαρτάνουν εἶναι αἰχμάλωτοι τῶν δαιμόνων». Καὶ ὅτι «συνετὸς καὶ φρόνιμος εἶναι αὐτὸς ποῦ ἀσχολεῖται μὲ τὴν προσωπική του σωτηρία», ἐπειδὴ αὐτὸς «ποῦ ἀγνοεῖ ἢ παραμελεῖ ἢ δὲν καταλαβαίνει τὴν σωτηρία του» εἶναι ἀσύνετος, «ἔστω κι ἂν πολλοί, ποῦ βρίσκονται σὲ πλάνη, τὸν θεωροῦν φρόνιμο».
Τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ ἡ σύνεση, ποῦ προϋποθέτουν τὴν κατὰ Θεὸν πολιτεία, προφυλάσσουν ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ καθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο ἀληθινὰ πνευματικό, ἐπειδὴ τότε μέσα σὲ αὐτὸν ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο τὸν μεταβάλλει σὲ ταμεῖο τῶν δωρημάτων Του.
- Προβολές: 2972