Skip to main content

Ἡ σιωπὴ τῆς Θεοτόκου

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Κήρυγμα τοῦ Σεβασμιωτάτου στὸν πανηγυρίζοντα Ἱερὸ Ναὸ Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου Λεβαδείας κατὰ τὸ ἀρχιερατικὸ συλλείτουργο, προεξάρχοντος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου (21-11-2010).

*

Η σιωπή τής Θεοτόκου.  Τὰ εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Κάθε Θεομητορικὴ ἑορτὴ εἶναι ὑπόθεση χαρᾶς γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν πανηγυρίζουμε λαμπρῶς, μὲ ὕμνους καὶ δοξολογίες, μὲ θεία Λειτουργία καὶ λιτανεία, μὲ λόγο καὶ σιωπή, μὲ καθαροὺς λογισμοὺς καὶ καρδιακὴ προσευχή. Καὶ αὐτό, γιατί ἡ Παναγία εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο καὶ σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Εἶναι «ἡ θεὸς μετὰ Θεόν, τὰ δευτερεία τῆς Τριάδος κατέχουσα», ὅπως ψάλλουμε σὲ ἕνα τροπάριο.

Αὐτὴν τὴν χαρὰ αἰσθανόμαστε καὶ σήμερα μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Παναγίας μας στὰ ἅγια τῶν Ἁγίων, μιὰ ἑορτὴ ποὺ δείχνει τὴν ἀφιέρωση τῆς Παναγίας στὸν Ναό, τὴν κατὰ Χάρη θέωσή της καὶ τὴν οὐσιαστικὴ προετοιμασία τῆς γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀπεδείχθησαν γιὰ τὴν Θεοτόκο ὁ χῶρος τῆς πνευματικῆς ἀναγεννήσεως, ὁ παραδείσιος εὐλογημένος χῶρος στὸν ὁποῖον ἔζησε ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα ἀμέσως μετὰ τὴν δημιουργία τους. Καὶ τὸ ἐκπληκτικὸ εἶναι ὅτι ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα μὲ τὴν θανατηφόρο παρακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθαν ἀπὸ τὸν εὐλογημένο αὐτὸν χῶρο, ἐνῷ ἡ Παναγία μὲ τὴν ζωοποιό της ὑπακοή, εἰσῆλθε στὸν παραδείσιο αὐτὸν χῶρο, ζοῦσε μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὅπως οἱ Πρωτόπλαστοι πρὸ τῆς παρακοῆς.

Εἶναι εὐλογημένη αὐτὴ ἡ ἑόρτιος ἡμέρα γιὰ ὅλους μας. Εἶναι εὐλογημένη ἡ πόλη τῆς Λεβαδειᾶς, ποὺ πανηγυρίζει αὐτὴν τὴν Θεομητορικὴ ἑορτή. Εἴμαστε χαρούμενοι ποὺ ἔχουμε ἀνάμεσά μας τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο ποὺ ἔκλεισε τὴν Ἱερὰ αὐτὴ Μητρόπολη καὶ τὸν καθεδρικὸ αὐτὸν Ἱερὸ Ναό. Θεωρῶ δὲ τὸν ἑαυτό μου τετιμημένο ποὺ ὁ κατὰ πάντα ἄξιος Ποιμενάρχης τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως Θηβῶν καὶ Λεβαδείας κ. Γεώργιος, ἀγαπητὸς καὶ ἐκλεκτὸς ἀδελφός, μοῦ ἀνέθεσε τὴν διακονία αὐτοῦ τοῦ κηρύγματος, καὶ τὸν ὁποῖον εὐχαριστῶ ἐκ καρδίας.

Εἰσέρχεται, λοιπόν, ἡ Παναγία στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων γιὰ νὰ παραμείνη ἐκεῖ σιωπῶσα καὶ προσευχομένη δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια καὶ νὰ φθάση στὴν θέωση, ὁπότε εἵλκυσε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἐνανθρωπήση. Ὁ ἄσαρκος Λόγος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀνέμενε αἰῶνες τὸ κατάλληλο πρόσωπο γιὰ νὰ τὴν καταστήση μητέρα Του, καὶ δι' αὐτῆς νὰ εἰσέλθη στὴν ἀνθρωπότητα. Ὁπότε, ὁ «ἄοικος» Θεὸς ἀπέκτησε «οἶκον», διὰ τῆς μακαρίας καὶ εὐλογημένης αὐτῆς γυναικός, τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας.

Κατὰ τὸν ἱερὸ Νικόλαο Καβάσιλα, ἡ Παναγία μὲ τοὺς ἀγῶνες τῆς καὶ τὴν ὅλη ζωή της, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ «θεὸν πρὸς ἔρωτα κινεῖ τῶν ἀνθρώπων τὼ ἑαυτῆς ἑλκύσασα κάλλει», δηλαδὴ ἀπέκτησε μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τὸ ψυχικό-πνευματικὸ κάλλος καὶ ἔτσι εἵλκυσε τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ ἀπὸ τὸν ἐπίγειο ἔρωτα χρησιμοποιεῖται ἐδῶ γιὰ νὰ δείξη τὸ κάλλος τῆς Παναγίας, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Τόσο τὸ κάλλος, ὅσο καὶ ὁ ἔρωτας προκλήθηκαν ἀπὸ τὴν δύναμη τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν δύναμη τῶν λόγων καὶ τῶν ἐξωτερικῶν δραστηριοτήτων. Ἄλλωστε, ὁ Χριστὸς ὑπενθύμισε στοὺς ἀκροατὲς Τοῦ τὸν λόγο τοῦ Προφήτου Ἠσαΐου: «Οὗτος ὁ λαὸς τοὶς χείλεσί με τιμᾶ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ' ἐμοῦ» (Μάρκ. ζ' 6).

Τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς καὶ ὅ,τι γίνεται ἐκεῖ δημιουργοῦν τὸ κάλλος ποὺ ἑλκύει τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ. Οἱ πιὸ μεγάλες ἀγάπες εἶναι ἐσωτερικὲς καὶ μυστικές. Ἔτσι, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ ἱερὸς Νικόλαος Καβάσιλας, «βίος πανάμωμος (τῆς Παναγίας) ζωὴ πάναγνος, ἄρνησις κακίας ἁπάσης, ἄσκησις ἀρετῆς ἁπάσης, ψυχὴ καθαρωτέρα φωτός, σῶμα διὰ πάντων πνευματικόν... νοῦ πτερὸν οὐδενὸς ἡττώμενον ὕψους... θεῖος ἔρως τὸ τῆς ψυχῆς ἐπιθυμητὸν ἅπαν εἰς ἑαυτὸν ἀναλύσας Θεοῦ κατοχή, Θεοῦ συνουσία κτιστοῦ παντὸς ἐπέκεινα λογισμοῦ», ὅλες αὐτὲς οἱ ἐσωτερικὲς καταστάσεις «τὸν τεχνίτην αὐτὸν εἵλκυσεν εἰς τὴν γῆν καὶ τὴν πλάττουσαν ἐκίνησε χεῖρα», δηλαδὴ ἡ πνευματικὴ κατάσταση τῆς Παναγίας εἵλκυσε τὸν Τεχνίτη στὴν γῆ καὶ κίνησε τὴν χεῖρα του γιὰ νὰ ἀναδημιουργήση τὸν ἄνθρωπο. Ἔτσι, ἀναπλάσθηκε τὸ ἀνθρώπινο γένος.

Η σιωπή τής Θεοτόκου.  Τὰ εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Ὅμως, τὸ ἐσωτερικὸ κάλλος τῆς Παναγίας δὲν εἵλκυσε μόνον τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος Θεὸς «ἠράσθη τοῦ κάλλους» τῆς Παναγίας «καὶ τὴν μήτρα κατώκησεν», κατὰ τὸν ἱερὸ ὑμνωδό, καὶ ὁ ὁποῖος «ἐπεθύμησε τοῦ μυστικοῦ κάλλους τῆς ἀειπαρθένου ταύτης... καὶ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς κατέβη», κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, ἀλλὰ ἀνέδειξε ὡραῖα καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Γι' αὐτὸ εἶπε ὁ ἱερὸς Νικόλαος Καβάσιλας: «καὶ τὴ παρ' ἑαυτῆς ὥρα καλὴν τὴν κοινὴν ἀπέδειξεν φύσιν», δηλαδή, ἡ δική της ὡραιότητα καὶ πληρότητα ἀπέδειξε καλὴ καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς θὰ ὑμνήση τὴν Παναγία: «Ὧ, θυγάτριον ἀξιόθεον, τὸ κάλλος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως».

Ἡ Παναγία εἶναι τὸ καλύτερο δῶρο ποὺ προσέφερε τὸ ἀνθρώπινο γένος στὸν Χριστό. Καὶ αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν ἄκρα σιωπή της καὶ ὄχι μὲ ἱεραποστολές, κηρύγματα, ὁμιλίες καὶ δράση. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ἡ Παναγία δὲν ἀνέλαβε κάποια ἱεραποστολὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ μὲ τὸ ὅτι προσέφερε τὸν ἑαυτό της στὸν Θεὸ καὶ ἔγινε μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ἔκανε τὴν μεγαλύτερη ἱεραποστολὴ μέσα στὴν ἱστορία.

Ὅποιος, ἀναλογικὰ καὶ κατὰ τὸ πρότυπο τῆς Παναγίας μας, κοσμεῖ καὶ ὀμορφαίνει μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐσωτερικό του κόσμο, προσελκύει τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ γίνεται τὸ κάλλος καὶ ἡ ὀμορφιὰ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Παναγία σὲ ὅλη της τὴν ζωὴ ζοῦσε σὲ βαθυτάτη σιωπή. Ὁ ὕμνος ποὺ ἀπηύθυνε μετὰ τὴν ὁμολογία τῆς Ἐλισάβετ ὅτι εἶναι ἡ «μήτηρ τοῦ Κυρίου» –ὁ γνωστὸς ὕμνος– «Μεγαλύνει ἡ ψυχὴ μοῦ τὸν Κύριον» ὁ λόγος της στὸν Χριστὸ μόλις τὸν βρῆκε δωδεκαετῆ στὸν Ναὸ «τέκνον, τί ἐποίησας ἡμῖν οὕτως; ἰδοὺ ὁ πατήρ σου καγὼ ὀδυνώμενοι ἐζητοῦμὲν σὲ» (Λούκ. β', 48) ἀλλὰ καὶ ἡ παράκληση στὸν Χριστὸ κατὰ τὸν γάμο τῆς Κανὰ «οἶνον οὐκ ἔχουσι», εἶναι τὰ μόνα λόγια ποὺ διασώζονται ὅτι εἶπε ἡ Παναγία. Μὲ σιωπὴ ἔζησε στὸν Ναό, μὲ σιωπὴ μεγάλωσε τὸν Χριστό, ἀφοῦ «διετήρει πάντα τὰ ρήματα ταῦτα ἐν τῇ καρδία αὐτῆς» (Λούκ. β', 51), ζοῦσε στὴν ἀφάνεια καθ' ὅλη τὴν δράση τοῦ Χριστοῦ, μὲ σιωπὴ παρέστη στὸν Γολγοθᾶ καὶ μὲ σιωπὴ ἔζησε μέσα στὴν Ἐκκλησία μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Παρὰ ταῦτα εὐεργέτησε ὅλον τὸν κόσμο, ἐκόσμησε τοὺς ἀνθρώπους.

Λειτούργησε ὅπως λειτουργοῦν οἱ ἀδένες στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμό, ποὺ βοηθοῦν στὴν καλὴ λειτουργία του. Δὲν κάνουν αἰσθητὴ τὴν παρουσία τους, δὲν αἰσθάνεται κανεὶς πόνο ἀπὸ αὐτούς, ἀλλὰ ὅταν λειτουργοῦν καλά, βοηθοῦν στὴν ὑγεία τοῦ ὀργανισμοῦ, ἀντίθετα ὅταν δὲν λειτουργοῦν σωστά, παραμορφώνουν τὸν ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Παναγία, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἀδένες μέσα στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ βοηθοῦν στὴν καλὴ λειτουργία του.

Ὅλα αὐτὰ δείχνουν ὅτι ἡ ἱεραποστολικὴ δράση, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅταν γίνεται σωστά, δὲν εἶναι ἀκτιβιστικὴ (vita activa), δηλαδὴ δὲν εἶναι μιὰ σειρὰ ἐξωτερικῶν δραστηριοτήτων χωρὶς περιεχόμενο, ὁ λόγος δὲν εἶναι βερμπαλιστικὸς καὶ ὅταν ἐκφέρεται ἔχει οὐσία καὶ ζωή, ἀλλὰ καὶ ἡ σιωπὴ δὲν εἶναι ἀδράνεια, ἀφοῦ μπορεῖ μερικὲς φορὲς νὰ εἶναι ἰσχυρότερη τοῦ λόγου. Ὑπάρχουν ἔργα ποὺ ὑπερβαίνουν τὰ λόγια. Ὅσο κανεὶς καταρτίζει καὶ ἐξαγιάζει τὸν ἑαυτό του, τόσο καὶ βοηθᾶ ὅλο τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «καὶ εἴτε πάσχει ἕν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη, εἴτε δοξάζεται ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη» (Α' Κόρ. ἰβ', 26). Ἡ Παναγία δοξάσθηκε-θεώθηκε καὶ ἐκόσμησε ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος.

Ἔτσι, ἡ Παναγία ἔζησε στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων σὲ βαθυτάτη σιωπὴ καὶ στὴν συνέχεια ἔδωσε τὴν σάρκα τῆς στὸν Λόγο Χριστὸ καὶ ἔγινε Μητέρα Του, ὁπότε μποροῦμε νὰ ποὺμε ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ βροντερὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ἔλαβε σάρκα ἀπὸ μιὰ ζωοποιὸ σιωπὴ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Ἡ ἔλλογη σιωπὴ γεννᾶ λόγο ζωοποιὸ καὶ ὁ λόγος ποὺ ἔχει οὐσία καὶ ἀναγεννᾶ εἶναι ἔκφραση σιωπῆς. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε καὶ στὰ ἀνθρώπινα δεδομένα, ἀφοῦ κάθε ἐπιτυχημένη δράση προϋποθέτει καλὸ σχεδιασμὸ καὶ προγραμματισμὸ ποὺ γίνεται μέσα στὸ περιβάλλον τῆς σιωπῆς. Ἀλλὰ καὶ ἡ κίνηση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἔκφραση λόγου καὶ βίωση ἡσυχίας.

Ἔχουμε πολλὰ παραδείγματα μέσα στὴν παράδοσή μας γι' αὐτό. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἀφοῦ ἔζησε συνταρακτικὰ τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὁμίλησε στὸν λαὸ καὶ μὲ ἕνα κήρυγμα πίστευσαν τρεὶς χιλιάδες ἄνθρωποι. Δὲν γνωρίζω πόσοι σώζονται σήμερα μὲ τόσες χιλιάδες βερμπαλιστικὰ κηρύγματα.

Μακαριώτατε,

Ἡ σιωπὴ τῆς Παναγίας μᾶς διδάσκει πολὺ δυνατά, γιατί προέρχεται ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς. Ἕνας γνωστὸς ψυχολόγος καὶ κοινωνιολόγος ἔγραψε ἕνα βιβλίο ποὺ τὸ τιτλοφορεῖ: «Νὰ ἔχης ἢ νὰ εἶσαι;» καὶ τὸ προσαρμόζει σὲ ὅλα τὰ θέματα τῆς καθημερινότητας. Ὑπάρχουν δύο δυνατότητες. Ἡ μία νὰ στηρίζεται κανεὶς στὰ πράγματα ποὺ τὸν περιβάλλουν, τὰ χρήματα, τοὺς ἀνθρώπους, τὴν δόξα τοῦ κόσμου καὶ τὴν δύναμη τῆς ἐξουσίας, καὶ ἡ ἄλλη νὰ στηρίζεται σὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος, στὴν πληρότητα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς του. Στὴν πρώτη περίπτωση –στὸ "ἔχειν"– γρήγορα ἀπογοητεύεται κανείς, στὴν δεύτερη περίπτωση –στὸ "εἶναι"– αἰσθάνεται πληρότητα. Δὲν φοβᾶται κανέναν καὶ εἶναι ἐλεύθερος.

Ἐσεῖς, Μακαριώτατε, ἀναζητᾶτε καὶ ἐπιδεικνύετε τὴν πνευματικὴ ἐξουσία στὸ «εἶναι» καὶ ὄχι στὸ «ἔχειν». Δὲν ἐξαντλεῖτε τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς σας ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἔχετε, ἀλλὰ σὲ αὐτὸ ποὺ εἶσθε. Δὲν στηρίζεσθε στὴν ἀνούσια ἐπικοινωνία, ἀλλὰ στὴν οὐσιαστικὴ κοινωνία. Δὲν σᾶς ἐνδιαφέρει ὁ λογοπλοκία, ἀλλὰ τῶν πραγμάτων ἡ οὐσία. Γνωρίζω ὅτι δὲν σιωπᾶτε, ἀλλὰ δὲν μιλᾶτε ὅπως ἄλλοι. Ὁ λόγος σᾶς δὲν εἶναι διχαστικός, πολωτικός, ἀλλὰ ἑνωτικός, γι' αὐτὸ καὶ σκανδαλίζει μερικούς, οἱ ὁποῖοι δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν τὴν δύναμη τῆς ἀδυναμίας, δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν μιὰ ἄλλη ἐκφορὰ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου ἢ καὶ βίωση σιωπῆς, ὅταν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτοῦν. Τὸ νὰ καταλάβη κανεὶς αὐτὴν τὴν ἔγκαρπη σιωπὴ καὶ τὸν ἑνωτικὸ λόγο εἶναι ὑπόθεση ζωῆς καὶ ἐσωτερικῆς πληρότητας.

Ὅταν κανεὶς στηρίζεται στὸν ἀκτιβισμό, τὸν βερμπαλισμό, τὸν ὀπορτουνισμό, σὲ ἕνα «ψευδομόρφωμα» καὶ σὲ μιὰ παραμόρφωση τοῦ Χριστιανισμοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη τὴν δύναμη τῆς σιωπῆς τῆς Παναγίας, τὴν ὀμορφιὰ τοῦ νὰ παραμένη δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια μόνη της, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη τὸ πῶς τὸ ἐσωτερικὸ κάλλος της εἵλκυσε τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήση τὴν σιωπηλὴ παρουσία της μέσα στὴν Ἐκκλησία, οὔτε βέβαια μπορεῖ νὰ καταλάβη τὴν δύναμη τοῦ Σταυροῦ, τὸ νὰ πεθαίνη κανεὶς μόνος τοῦ προδομένος καὶ ἐγκαταλελειμμένος, ὅπως τὸ βλέπουμε στὴν ζωὴ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Μαρτύρων, οὔτε βέβαια μπορεῖ νὰ βιώση καὶ τὴν μυστικὴ δύναμη τῆς Ἀναστάσεως οὔτε ὁπωσδήποτε καὶ νὰ ζήση τὰ βιώματα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία «οὐκ ἔρχεται μετὰ παρατηρήσεως» (Λούκ. ἰζ' 20). Ὅποιος δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη τὴν θεολογία τῆς σιωπῆς, δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη καὶ τὴν θεολογία τοῦ λόγου, δὲν μπορεῖ νὰ αἰσθανθῇ τὴν θεολογία τῶν ἐρημιτῶν καὶ τὴν δύναμη τοῦ ἡσυχασμοῦ.

Γι' αὐτό, Μακαριώτατε, εὐχηθῆτε νὰ μαθητεύουμε σὲ αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς κραυγῆς ποὺ ἔζησε ἡ Παναγία ἐν σιωπῇ δώδεκα χρόνια στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ποὺ εἶναι δύναμη ζωῆς τῆς ἀκαταλύτου, νὰ μαθητεύουμε στὴν σιωπὴ τῆς καρδίας καὶ τῆς προσευχῆς, ποὺ εἶναι κατὰ τὸν ἅγιον Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο ἡ γλῶσσα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, καὶ τότε ὁ λόγος μας θὰ ἔχη δύναμη θαυματουργική. Ἀμήν.

  • Προβολές: 4705