Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Συρραφή σημειώσεων «πνευματικῆς ἱστορίας»

τοῦ Πρωτ. Θωμᾶ Βαμβίνη


Ὁ Φώτης Κόντογλου, στό πρῶτο κείμενο τοῦ βιβλίου του Πονεμένη Ρωμιοσύνη, γράφει γιά τό Βυζάντιο, τό Ἀνατολικό Ρωμαϊκό Κράτος: «Ἡ Κωνσταντινούπολη εἶναι “Σιών ἁγία μήτηρ τῶν ἐκκλησιῶν, Θεοῦ κατοικητήριον”. Ἡ ἁμαρτία καί τά πάθη, πού ἀνάψανε μέ τόση ἔξαψη μέσα στά τείχη της, φωτίσανε μέ τήν ἄγρια φλόγα τους πιό πολύ τόν ἡλιοστάλακτον θρόνον τῆς ἁγιότητος, κ’ ἡ βαρειά μυρουδιά τῆς ἀκολασίας σκεπάστηκε ἀπό τήν πάντερπνον ὀσμήν τῆς πνευματικῆς εὐωδίας».

Ὅταν ὁ λαός τῶν Ὀρθοδόξων Ρωμαίων πέρασε κάτω ἀπό τόν σκληρό Ὀθωμανικό ζυγό, ἡ ἄγρια φλόγα τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας δέν ἔπαψε νά φωτίζη τόν ἡλιοστάλακτο θρόνο τῆς ἁγιότητας, γιατί οὔτε ἡ βαριά μυρωδιά τῆς ἀποστασίας, ἀλλά οὔτε καί ἡ ἰσχυρότερή της πνευματική εὐωδία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, μέ τήν ἡσυχαστική ἄσκηση καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος, ἐξέλιπαν ἀπό τήν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή.

Αὐτά καταγράφηκαν ὡς εἰσαγωγή στήν συρραφή ὁρισμένων ἀποσπασματικῶν σημειώσεων, πού ἀφοροῦν τήν «πνευματική ἱστορία» τῆς Ναυπάκτου καί τῆς Μητροπολιτικῆς περιφερείας της, οἱ ὁποῖες ἔχουν συλλεγῆ ἀπό τά βιβλία: Νεοελληνική Φιλολογία τοῦ Κων. Ν. Σάθα, Νέον Μαρτυρολόγιον καί Νέον Ἐκλόγιον τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Στά βιβλία αὐτά, μεταξύ ἄλλων, ἀνατρέξαμε συλλέγοντας στοιχεῖα γιά τήν ἱστορία τῆς συγγραφῆς τοῦ βιβλίου Θησαυρός τοῦ ὁσίου Δαμασκηνοῦ τοῦ Στουδίτου.

Στίς σημειώσεις αὐτές ἡ μυρουδιά τῆς ἀποστασίας δείχνεται ὅτι ἐκλυόταν ἀπό τίς μηχανορραφίες κάποιων ψευδομοναχῶν, τήν συμπόρευση μαζί τους, λόγῳ παρανομιῶν, ἑνός Μητροπολίτη καί ἀπό τήν δράση τοῦ αἱρετικοῦ Ἰωαννικίου Καρτάνου, πού διέφθειρε τήν πίστη πολλῶν μέ τίς διδασκαλίες του. Μαζί μέ τόν Καρτάνο βαριές ὀσμές πνευματικοῦ θανάτου ἔρχονταν ἀπό τήν μεριά τῆς Πελοποννήσου, λόγῳ τῆς περιστασιακῆς δράσεως ἐκεῖ κάποιου «δραπετίδη τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας», κατά τήν ἔκφραση τοῦ Σάθα, πού φαίνεται ὅτι ἀντιδικοῦσε μέ τόν Καρτάνο.

Ἡ ὀσμή τῆς πνευματικῆς εὐωδίας στό πρῶτο μισό τοῦ 16ου αἰώνα ἀναδύεται ἀπό τήν Ἱερά Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Τρεβέκιστας ἤ Δερβέκιστας (σήμερα Ἀνάληψης), στήν ὁποία γιά λίγο διάστημα μόνασε ἡ Συνοδεία τοῦ ὁσιομάρτυρος Ἰακώβου, μεταξύ τῶν ὑποτακτικῶν τοῦ ὁποίου ἦταν καί ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ἅγιος Θεωνᾶς. Στήν πνευματική εὐωδία συνετέλεσε καί μιά μεγάλη ἐκκλησιαστική προσωπικότητα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ὁ Παχώμιος Ρουσάνος, ὁ ὁποῖος πρέπει νά ἐπισκέφθηκε τήν Μητρόπολη Ναυπάκτου καί νά ἔδρασε σ’ αὐτήν.

Στό συναξάρι τοῦ ἁγίου Θεωνᾶ, πού περιέλαβε ὁ ἅγιος Νικόδημος στό βιβλίο του Νέον Ἐκλόγιον, γράφεται, ὅτι: «Ἔζη δέ ὁ ἅγιος Θεωνᾶς εἰς τό χιλιοστόν πεντακοσιαστόν εἰκοστόν πέμπτον ἔτος ἀπό Χριστοῦ». Ἀπό τήν Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαίδεια πληροφορούμαστε ὅτι ὁ ἅγιος Θεωνᾶς τό 1560 ὀνομάσθηκε Πατριαρχικός Ἔξαρχος καί τό 1565, ὡς Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ὑπέγραψε (ὅπως καί ὁ ὅσιος Δαμασκηνός ὁ Στουδίτης, ὡς Ἐπίσκοπος Λητῆς καί Ρεντίνης) τήν καθαίρεση τοῦ Πατριάρχου Ἰωάσαφ.

Πρίν φθάσει ὅμως ὁ ἅγιος Θεωνᾶς σέ αὐτά τά ὑψηλά ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα, «μαθήτευσε στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν», ὑποτασσόμενος στόν μετέπειτα ὁσιομάρτυρα Ἰάκωβο, τόν ὁποῖο γνώρισε στό Ἅγιον Ὄρος. Γράφει τό συναξάρι του: «ὁ Ἅγιος Πατήρ ἡμῶν Θεωνᾶς, ὤντας κεκοσμημένος μέ τό τῆς ἱερωσύνης ἀξίωμα, ἐκατοίκει εἰς τό Μοναστήριον τοῦ Παντοκράτορος∙ μέ τό νά ἠγάπα δέ τήν ἡσυχαστικήν ζωήν περισσότερον ἀπό τήν Κοινοβιακήν, ἐσυνείθιζε νά παίρνῃ προσφοράς καί ἄλλα τινά βρώσιμα, καί νά πηγαίνῃ εἰς ἀντάμωσιν τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου, ὁποῦ ἦτον περιβόητος ἀνάμεσα εἰς ὅλους τούς Πατέρας τοῦ Ὄρους, διά τάς μυστικάς ἀποκαλύψεις, καί οὐράνια χαρίσματα, ὁποῦ ἠξιώθη, νά λάβῃ παρά Θεοῦ». Ἀπό αὐτόν ὁ ἅγιος Θεωνᾶς ἔμαθε «τά ὑψηλά τῆς μοναδικῆς φιλοσοφίας μαθήματα».

Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος «ἀπό θείαν ἀποκάλυψιν κινούμενος», μαζί μέ τήν Συνοδεία του, τήν ὁποία ἀκολούθησε καί ὁ ἅγιος Θεωνᾶς, «ἐβγῆκεν εἰς τόν κόσμον∙ καί ἐπῆγε νά κατοικήσῃ κάτω εἰς τήν Ναύπακτον, εἰς τό Μοναστήριον τοῦ Προδρόμου, σιμά εἰς τό χωρίον, ὁποῦ ὀνομάζεται Τρεβέκιστα». Στό μοναστήρι αὐτό μέ τήν διδασκαλία του καί τά θαύματά του συγκέντρωνε ὁ ἅγιος Ἰάκωβος πλῆθος κόσμου. Ἀπό αὐτό τό γεγονός σηκώθηκε ὁ πειρασμός του.

Ἀπό τό Νέον Μαρτυρολόγιον τοῦ ἁγίου Νικοδήμου πληροφορούμαστε ὅτι ὁ Ναυπάκτου καί Ἄρτης Ἀκάκιος λόγῳ κάποιων παρανομιῶν του (δέν ἦταν φαίνεται ὑπέρ τῆς νομιμότητας καί τῆς διαφάνειας) «φοβούμενος», ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος, «μήπως φανερωθοῦν αὗται ἀπό τόν Ἅγιον, ἅμα δέ καί διαφθαρείς τόν νοῦν ἀπό κάποιους ψευδομοναχούς, ὁπού ἐφθόνουν τόν ὅσιον, ἐπῆγε (φεῦ) ὁ ἄθλιος, καί ἐπρόδωσε τόν Ἅγιον εἰς τούς ἐξουσιαστάς τοῦ τόπου διαβαλών αὐτόν, ὅτι συνάζει πλῆθος διά ξηρᾶς καί διά θαλάσσης καί δέν ἠξεύρει τί θέλει νά κάμῃ». Ὁ «ξένος» στόν τόπο τῆς Ναυπακτίας ἅγιος Ἰάκωβος καί ἡ Συνοδεία του, μέ τήν ἀγάπη τους στήν καθαρότητα τοῦ λογισμοῦ καί τῶν ἔργων, τήν τήρηση τῆς διαφάνειας στήν ζωή καί τήν δράση τους, μέ τήν αὐθεντικότητα τοῦ εὐαγγελικοῦ βίου τους καί τοῦ λόγου ἦταν πολύ βαρεῖς καί βλεπόμενοι ἀπό τούς ψευδομοναχούς, πού αἰσθάνονταν τήν παρουσία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου νά κρίνη τήν ζωή τους. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι οἱ, κατά τόν ἅγιο Νικόδημο, ψευδομοναχοί ἐκμεταλλεύτηκαν «παρανομίας τινάς» τοῦ Ἀκακίου, γιά νά τόν κάνουν ὑποχείριό τους στόν φθόνο τους ἐναντίον τοῦ ἁγίου Ἰακώβου. Ἄν ὁ Ἀκάκιος ἀγαποῦσε τήν νομιμότητα καί τήν διαφάνεια, ἡ πείρα δείχνει, ὅτι θά ἦταν καί αὐτός στό στόχαστρο τῶν ψευδομοναχῶν.

Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος, μετά τήν προδοσία τοῦ Ἀκακίου, ἀκολούθησε τόν δρόμο τοῦ μαρτυρίου, φθάνοντας μέσῳ τῶν φυλακῶν τῶν Τρικάλων στήν ὁλοκλήρωση τοῦ μαρτυρικοῦ του δρόμου στήν Ἀνδριανούπολη.  Γέροντα τῆς Συνοδείας του στόν Τίμιο Πρόδρομο (γιά λίγο ὅμως καιρό) ἄφησε τόν ἅγιο Θεωνᾶ.  Ἡ ἀπό «θείαν ἀποκάλυψιν» ἔλευση τοῦ ἁγίου Ἰακώβου στήν περιφέρεια τῆς Μητροπόλεως Ναυπάκτου δέν εἶναι μᾶλλον ἄσχετη ἀπό τήν δράση στήν περιοχή τοῦ αἱρετικοῦ Καρτάνου. Ἦταν ἕνα φῶς πού ὑπέδειξε στόν λαό ποιά εἶναι ἡ ὀρθή ζωή καί ποιά ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Θά πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ὁ ἅγιος Θεωνᾶς, μετά τό μαρτύριο τοῦ Γέροντά του, μαθήτευσε γιά ἕνα διάστημα στόν μεγάλο δάσκαλο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης Θεοφάνη Ἐλεαβούλκο Νοταρά. Στόν Ἐλεαβούκλο ἦταν πιθανῶς συμμαθητής μέ τόν ὅσιο Δαμασκηνό τόν Στουδίτη. Ὁ Σάθας παραθέτει τί γράφει σχετικά ὁ Δωρόθεος Μονεμβασίας: «ἔβγαλε [ὁ Ἐλεαβούλκος] μαθητάς πολλούς καί θαυμαστούς, Θεωνᾶν τόν Θεσσαλονίκης, Ἀρσένιον Τυρνόβου, Δαμασκηνόν Ναυπάκτου καί Ἄρτης, Μεθόδιον Μελενίκου, Ἱερόθεον τόν Μονεμβασίας».

Ἄς ἔλθουμε ὅμως στόν Καρτάνο, ὁ ὁποῖος ἔγραψε τό αἱρετικό ἔργο του στήν φυλακή τῆς Βενετίας, στήν ὁποία εἶχε κλειστῆ «τῇ ἐνεργείᾳ», ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ ἴδιος, «Ἀρσενίου τοῦ Ἀποστόλη». Ὁ Ἀρσένιος Ἀποστόλης ἦταν μιά ἄλλη περίεργη προσωπικότητα. Ὁ Σάθας τόν περιγράφει ὡς ἑξῆς: ἀφοῦ ἀπό τήν Κρήτη (τήν πατρίδα του) πῆγε στήν Ρώμη «τόν καθολικισμόν ὁμολογήσας, ἔζη ἀπό τά ἐλέη, ἅ ὁ φιλέλλην πάπας Λέων ὁ Ι’ ἐχορήγει τῷ ὀχληρῷ τούτῳ, ὅστις τήν πενίαν ἐν στόματι ἔχων οὐδένα ἄφινεν ἀφορολόγητον». Τό περίεργο τῆς τακτικῆς του φαίνεται ἀπό τό ὅτι μετά τήν προσχώρησή του στόν καθολικισμό, αὐτοχειροτονήθηκε ὀρθόδοξος Μητροπολίτης Μονεμβασίας!  Νά σημειώσουμε ὅτι «ὁ φιλέλλην πάπας Λέων ὁ Ι’» εἶναι αὐτός πού ἀποφάσισε τά ἔτη 1515 ἕως 1517 νά πουληθοῦν συγχωροχάρτια γιά νά κτιστῆ μέ τά ἔσοδα ὁ νέος ναός τοῦ Ἁγίου Πέτρου στήν Ρώμη. Γεγονός πού προκάλεσε τό 1517 τήν ἐπανάσταση τοῦ Λουθήρου.

Ὁ μᾶλλον πρῶτος ὀρθόδοξος θεολόγος πού ἔγραψε ἐναντίον τοῦ Λουθήρου ἦταν ὁ Παχώμιος Ρουσάνος. Ὑπάρχει ἔργο του: «Κατά ἁγιοκατηγόρων… καί κατά τοῦ Φρά Μαρτί Λούτερη». Ὅμως ὁ Ρουσάνος αὐτόν πού κυρίως πολέμησε ἦταν ὁ Καρτάνος, μιά ἀπό τίς αἱρετικές διδασκαλίες τοῦ ὁποίου, γιά παράδειγμα, ὅπως τήν καταγράφει ὁ Ρουσάνος, λέει: «τῷ Χριστῷ γεννηθέντι κατῆλθεν οὐρανόθεν ἱμάτιον, καί τοῦτο, φησίν ἐστίν ὅ λέγει ὁ εὐαγγελιστής χιτῶνα ᾂῤῥαφον, ἐφ’ οὗ καί ἡ τοῦ Θεοῦ δύναμις ἔπεσεν». Ἄποψη τελείως ξένη πρός τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Ὁ Ρουσάνος ἐκτός ἀπό μιά ἐπιστολή πού ἔστειλε στόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ἀθανάσιο, φαίνεται ὅτι ἦλθε ὁ ἴδιος στήν περιοχή Ναυπάκτου γιά νά ἀντιμετωπίση τούς «καρτανίτες». Ἡ κρατοῦσα ἄποψη λέει ὅτι ὁ Ρουσάνος κοιμήθηκε στήν πατρίδα του Ζάκυνθο καί μάλιστα στήν Μονή τῶν Κρημνῶν. Στήν Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαίδεια γράφεται ὅτι ἡ κοίμησή του συνέβη στήν Ἐπισκοπική περιφέρεια Ναυπάκτου κατά τό 1553. Δέν ἀποκλείεται. Εἶναι γεγονός πάντως ὅτι ὁ Ρουσάνος ἦταν ἀπό αὐτούς πού (τῷ καιρῷ ἐκείνῳ) ἐξουδετέρωσαν μέ τό ἄρωμα τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας καί ζωῆς τίς «μυρουδιές» τοῦ ψευδομοναχισμοῦ, τῶν παρανομιῶν καί τῶν αἱρέσεων.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 3804