Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Οἱ Ὀλυμπιακοί ἀγῶνες τοῦ 2004 στήν Ἀθήνα
Ὅλοι οἱ Ἕλληνες πανηγύρισαν τήν ἀνάθεση στήν Ἑλλάδα καί μάλιστα στήν Πρωτεύουσα τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, τήν Ἀθήνα, νά διοργανώση τούς Ὀλυμπιακούς ἀγῶνες τοῦ 2004. Εἶναι πράγματι, ἕνα σημαντικό γεγονός, τό ὁποῖο θά καταστήση γνωστή τήν Ἑλλάδα καί τήν Ἀθήνα σέ ὅλο τόν κόσμο, ἄν λάβουμε ὑπ’ ὄψη μας καί τίς νέες δυνατότητες τῆς πληροφορικῆς. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια κάνουμε λόγο γιά νίκη. Καί τό λέγω αὐτό γιατί μερικοί χρησιμοποίησαν λάθος ρῆμα, ἀφοῦ ἀντί νά ποῦν “νενικήκαμεν” εἶπαν “κερδίσαμεν”, ἐντεταγμένοι μέσα στήν κερδοσκοπική ἀντίληψη τῆς ἐποχῆς.
Δέν εἶναι ἡ ὥρα νά κάνω κριτική γιά τό γεγονός αὐτό, ἀλλά θά ἤθελα νά παρουσιάσω μερικές σκέψεις, οἱ ὁποῖες εἶναι καρπός τῶν προβληματισμῶν μου, ὕστερα ἀπό μερικές δηλώσεις πού ἔγιναν μετά τήν ἀνακοίνωση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ψηφοφορίας τῶν “ἀθανάτων”.
1. Ἡ διοργάνωση τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων δέν πρέπει νά γίνη ἀφορμή γιά νά ἐπικρατήση τό ἑλληνικό “δαιμόνιο” στόν οἰκονομικό τομέα, καί στήν συνέχεια νά γίνουμε καταγέλαστοι “διεθνῶς”. Μοῦ ἔκαναν ἐντύπωση τρεῖς γελιογραφίες τοῦ “Κυρ”, πού εἶναι χαρακτηριστικές πάνω στό σημεῖο αὐτό. Ἡ μία παρουσιάζει τόν μονόλογο ἑνός “ἀνθρωπάκου”, βλέποντας τούς πέντε γνωστούς κύκλους τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων. “Μπά; τί βλέπω; Διαπλεκόμενα;”. Ἡ ἄλλη γελιογραφία ἀναφέρεται σέ κάποιον λόγο ἑνός ἄλλου Ἕλληνα: “Τελικά μέ τήν λιτότητα πού ἐφαρμόζουμε, τούς ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ τοῦ 2004... θά τούς παρακολουθήσουνε μόνο οἱ ΑΘΑΝΑΤΟΙ...”. Καί ἡ τρίτη παρουσιάζει ἕναν διάλογο μεταξύ δύο ὑποψηφίων θεατῶν τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων. Ὁ πρῶτος μονολογεῖ: “ἔχω μισθό 200.000 δρχ. καί συντηρῶ τετραμελῆ οἰκογένεια...”. Καί ὁ δεύτερος ἀπαντᾶ: “ΕΙΣΑΙ ΑΤΥΧΟΣ! Αὐτό τό ἄθλημα δέν συμπεριλαμβάνεται στά ὀλυμπιακά ἀγωνίσματα”. Οἱ τρεῖς αὐτές γελιογραφίες παρουσιάζονται ἐδῶ χωρίς λόγια καί ἰδιαίτερα σχόλια.
2. Ὑπάρχει ἕνας κίνδυνος, ὅπως τόν εἴδαμε κατά τήν περίοδο τῆς προετοιμασίας γιά τήν διεκδίκηση τῆς Ὀλυμπιάδας καί θά συνεχίση νά ὑπάρχη μέχρι τό ἔτος πού θά πραγματοποιηθοῦν οἱ ἀγῶνες. Θά ἤθελα νά γίνω πιό ἀναλυτικός.
Δόθηκε ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ ἀνάληψη τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τοῦ 2004 ἀποτελεῖ τήν μεγάλη ἰδέα τοῦ σύγχρονου ἑλληνισμοῦ. Δέν ὑπάρχει ἀντίρρηση ὅτι πράγματι αὐτό τό γεγονός εἶναι ἀρκετά σημαντικό, ἀλλά ὅμως δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει νά ἀποτελέση τήν ἀποκλειστική μεγάλη ἰδέα τοῦ Γένους μας. Ἔχουμε καί ἄλλους ὁραματισμούς νά θέσουμε, γιά νά ἐκφράζουμε καί νά βιώνουμε τήν ταυτότητά μας.
Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἀπό τόν Τουρκικό ζυγό παρέμεινε ἀνολοκλήρωτη, ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ὁ ἑλληνισμός πάνω ἀπό χίλια χρόνια ζοῦσε ὡς αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία τά περισσότερα χρόνια λειτούργησε ὡς οἰκουμενική μέ ἕνα λαμπρότατο πολιτισμό καί τρόπο ζωῆς. Ὁ σχηματισμός ἑνός ἑλληνικοῦ κρατιδίου καί ἡ πολυδιάσπαση τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἐξυπηρετοῦσε τίς ἐπιδιώξεις καί τά σχέδια τῶν δυτικῶν. Στόν ἑλληνισμό ὅμως, καί μετά τήν ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἐπικρατοῦσε ἡ μεγάλη ἰδέα τήν ὁποία βλέπω κυρίως μέσα ἀπό τήν προοπτική της ἀναζωογονήσεως τοῦ Ρωμαίϊκου τρόπου ζωῆς καί τῆς οἰκουμενικῆς διαστάσεως τῆς Αὐτοκρατορίας καί ὄχι τόσο στήν προσάρτηση ἐδαφῶν. Ὅμως, μέ τήν Μικρασιατική καταστροφή ἐγκαταλείφθηκε αὐτή ἡ μεγάλη ἰδέα.
Ὑπάρχουν πολλοί σήμερα μελετητές πού ὑποστηρίζουν ὅτι τό μεγαλύτερο πρόβλημα τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ εἶναι ὅτι δέν ἔχει καμμιά ἰδέα, παρά μόνον τήν καλοπέραση, τήν εὐδαιμονία, τόν ἡδονισμό καί ἴσως τόν γραικισμό. Καί, βέβαια, δέν ὑποστηρίζω καθόλου ὅτι πρέπει νά τρέφουμε ἐπεκτατικά σχέδια, ἀλλά ἐκεῖνο πού ὑπογραμμίζω εἶναι ὅτι τό Γένος μᾶς πρέπει νά βρῆ τρόπο νά διατηρῆ τήν οἰκουμενική του ἀρχοντιά.
Ἑπομένως, δέν εἶναι νοητό οἱ Ὀλυμπιακοί Ἀγῶνες τοῦ 2004 νά ἀποτελέσουν τήν μοναδική ἰδέα τοῦ Γένους. Προσωπικά, ὡς τήν σύγχρονη μεγάλη ἰδέα τοῦ Γένους μᾶς θεωρῶ τήν προβολή καί τήν παρουσίαση τῆς ἑλληνορθοδόξου παραδόσεώς μας σέ ἕναν κόσμο πού τήν χρειάζεται, τόν ἐμποτισμό τῆς Εὐρώπης, στήν ὁποία ἀνήκουμε καί γενικότερά του δυτικοῦ κόσμου, στίς ζωογόνες πλευρές τῆς Παραδόσεώς μας. Φυσικά, αὐτό σημαίνει ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά γνωρίσουμε ἐμεῖς πρῶτα προσωπικά αὐτήν τήν παράδοση, γιατί ἄν τήν ἀγνοοῦμε, πῶς θά τήν προσφέρουμε; Ἔγραψα καί ἄλλοτε ὅτι οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη ἀπό τήν ὀντολογική, ἀνθρωπολογική, κοσμολογική, οἰκολογική δυναμικότητα καί ρωμαλεότητα τῆς ἑλληνορθοδόξου παραδόσεως. Ἀλλοίμονό μας ἄν ἀποδειχθοῦμε ἀνάξιοι αὐτῆς τῆς κληρονομιᾶς.
3. Τίς ἡμέρες ἐκεῖνες πού γιορτάστηκε ἡ ἀνάληψη τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τοῦ 2004 ἀπό τήν Ἑλλάδα, ἀκούστηκαν καί πολλές ἰδέες πού μᾶς προβλημάτισαν. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι πάνω στήν μεγάλη τους χαρά ἤ τήν μεγάλη τους λύπη ἐκφράζουν καί ἐξωτερικεύουν ὅλο τόν ἐσωτερικό τους κόσμο.
Ἔτσι, πολλοί ἰσχυρίσθηκαν στίς δηλώσεις τους ὅτι δέν πρέπει νά σταθοῦμε μόνον στήν διοργάνωση τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, ἀλλά πρέπει νά στραφοῦμε στήν ἀναβίωση καί τῆς ὅλης πολιτιστικῆς ἀτμόσφαιρας τῶν Ἀγώνων πού γίνονταν στήν ἀρχαία Ἑλλάδα. Χαρακτηριστικά ἀναφέρω μερικές δηλώσεις. Ἕνας πολιτικός εἶπε: “Εἶναι μιά μεγάλη εὐκαιρία, στό ξεκίνημα τοῦ νέου ἀγώνα νά θεσμοθετήσουμε, πλέον καί τούς Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες τοῦ πνεύματος καί τῆς τέχνης, ὅπως γίνονταν καί στήν Ἀρχαία Ἑλλάδα. Ἡ πρόταση αὐτή ... εἶναι σήμερα περισσότερο ἐπίκαιρη ἀπό ποτέ. Αὐτή θά εἶναι καί ἡ μεγάλη προσφορά τῆς Ἑλλάδος στήν ἀνθρωπότητα καί στή νέα σημασία πού ἀποκτᾶ ὁ Οἰκουμενικός Ἑλληνισμός”. Κάποιος ἄλλος δήλωσε: “Θά προσπαθήσουμε νά δείξουμε σέ ὅλον τόν κόσμο τό πνεῦμα τοῦ Ὀλυμπισμοῦ καί τό ἑλληνικό πνεύμα”. Χαρακτηριστικός εἶναι καί ὁ λόγος: “Ὁ Ὀλυμπισμός εἶναι τρόπος ζωῆς γιά τούς Ἕλληνες”.
Εἶναι γνωστόν ὅτι στήν ἀρχαία Ἑλλάδα οἱ Ὀλυμπιακοί Ἀγῶνες συνδυάζονταν μέ θυσίες στούς θεούς καί μέ πολλές ἄλλες εἰδωλολατρικές ἐκδηλώσεις. Εἶναι γνωστόν ἐπίσης ὅτι ἀπό τούς ἀγῶνες ἀποκλείονταν οἱ δοῦλοι καί οἱ γυναῖκες κ.λ.π. Ὅλα ὅσα γίνονταν δέν ἦταν καλά οὔτε συνδέονται μέ τόν σύγχρονο ἄνθρωπο καί τίς νέες ἀντιλήψεις, οὔτε, βέβαια, συνδέονται μέ τό πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ ἑλληνισμοῦ. Φοβᾶμαι, λοιπόν, μήπως μέσα στό πνεῦμα αὐτό ἐπιδιωχθῆ ἀναβίωση τῶν ἀρχαίων εἰδωλολατρικῶν θυσιῶν, τῆς ἀρχαίας λατρείας τοῦ Δωδεκάθεου, ἡ ἀναπαράσταση ἑορτῶν τῶν Παναθηναίων, τοῦ Διονύσου κ.λ.π. ἐν ὀνόματι τῆς πολιτιστικῆς Ὀλυμπιάδος. Ὑπάρχει, δηλαδή, κίνδυνος νά προχωρήσουμε στήν ἀναβίωση καταστάσεων καί τελετῶν, οἱ ὁποῖες ἀφ’ ἑνός μέν εἶναι ξεπερασμένες σήμερα ἀπό τήν “πολιτισμένη” ἀνθρωπότητα, ἀφ’ ἑτέρου δέ εἶναι ἀποδεσμευμένες ἀπό τόν “θρησκευτικό” χαρακτήρα πού εἶχαν κατά τήν ἐποχή πού γίνονταν.
Ὁ φόβος μου αὐτός δικαιολογεῖται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι δέν μποροῦμε νά βλέπουμε τόν ἑλληνισμό μόνο στήν χιλιετία πρό τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά νά τόν συνδέουμε καί μέ τίς ἑπόμενες χιλιετίες, δηλαδή τήν πρώτη καί τήν δεύτερη χιλιετία μετά Χριστό. Ἀποτελεῖ ἀδικία νά συνδέουμε τόν ἑλληνισμό μόνο μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα καί νά μή βλέπουμε καί τήν συνέχειά του πού ὑπῆρξε στό λεγόμενο Βυζάντιο, τήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης λέγει ὅτι δέν στέκεται ἱστορικά το νά θεωροῦμε ὅτι ἔχουμε παππού, χωρίς νά ἔχουμε πατέρα. Οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες εἴμαστε συνεχιστές ὄχι μόνον τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἀλλά καί τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πού συνέχισαν δημιουργικά ὅ,τι καλό παρέλαβαν ἀπό τούς ἀρχαίους σοφούς, καί ἔδωσαν πνοή στόν ἑλληνισμό καί τήν σκέψη τῶν ἀρχαίων φιλοσόφων.
Μοῦ κάμει ἐντύπωση ἡ δημιουργική σκέψη τοῦ Στέλιου Ράμφου, ὁ ὁποῖος βλέπει τήν ταυτότητα τοῦ σύγχρονου ἑλληνισμοῦ μέσα ἀπό τήν προοπτική αὐτή. Στά κείμενά του βλέπουμε πάντα, ὅπως ὁ ἴδιος λέγει, “τήν ξυνωρίδα τῶν σχολιαζομένων ἑκάστοτε ἀρχαιοελληνικῶν καί πατερικῶν κειμένων”. Βέβαια, μερικοί ἐξέφρασαν μερικές ἐπιφυλάξεις, ἀλλά, παρά τίς ὅποιες ἑρμηνεῖες, μπορεῖ κανείς νά θαυμάση καί νά ἐπαινέση αὐτήν τήν προοπτική. Γιά παράδειγμα στό βιβλίο τοῦ “ἱλαρόν φῶς τοῦ κόσμου” παρουσιάζει στό πρῶτο κεφάλαιο τόν μύθο τοῦ πλατωνικοῦ σπηλαίου, στό δεύτερο τήν φιλοσοφική σκέψη τῆς Εὐρώπης καί στό τρίτο ἀναλύει τό κείμενο “ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἠσυχαζόντων” τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.
Ὁ Ράμφος ἰσχυρίζεται ὅτι “κατά βάθος ἡ Εὐρώπη ζητεῖ νά βεβαιώση τήν αὐτονομία στήν αὐτάρκεια τοῦ ἀνθρώπου καί γι’ αὐτό ἑρμηνεύει τό πνεῦμα ὡς αἴσθημα ἤ λογική, τήν δέ ὕπαρξι ὡς ἱστορικότητα”. Ἔχοντας αὐτό τό πνεῦμα ἡ εὐρωπαϊκή σκέψη δέν “νομιμοποιεῖται νά διεκδικῆ ὡς δική της τήν ἀρχαία ἑλληνική κληρονομιά”, ἀφοῦ ὅπως ἰσχυρίζεται, “ὁ ἑλληνισμός ἐβίωσε τήν γνώση ὡς πνευματική -κι αἰσθητική- ἐμπειρία τῆς ἀληθείας στήν ἀγλαΐα τοῦ τρίτου φωτός”. Μέ ἄλλα λόγια ἡ εὐρωπαϊκή σκέψη δέχεται ὡς κατ’ ἐξοχήν ἀξία τό ἄτομο, ἐνῶ ἡ ἀρχαιοελληνική σκέψη ὠθεῖ τόν ἄνθρωπο ἐκτός του ἐαυτοῦ του. Ὅμως παρά ταῦτα “ἡ ἀρχαία θεωρία μᾶς ὠθεῖ μέν ἐκτός ἐαυτοῦ, ἀδυνατεῖ ὅμως νά σταλάξη στήν ψυχή μᾶς τήν ἀλλοίωσι, τήν γνήσια ἐκείνη ἐσωτερικότητα πού ἔρχεται ἄλλοθεν, καί θεραπεύει τόν ἀτομισμό χωρίς νά καταργήση τόν ἑαυτό μας”. Καί καταλήγει πολύ διεισδυτικά: “Τό κενό του ἀρχαίου κόσμου ἐπέπρωτο νά καλύψη στήν καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολή ὁ πατερικός ἐν Χριστῷ ἀναβαπτισμός τοῦ κλασσικοῦ πνεύματος εἰς τήν κολυμβήθρα τῆς Χάριτος. Καίτοι ὁ ἀναβαπτισμός αὐτός συμβαίνει τόν Μεσαίωνα, παραδόξως ἔρχεται νά ἀπαντήση στά ἀδιέξοδά της νεωτέρας εὐρωπαϊκῆς φιλοσοφίας, σάν νά ἦταν κάτι μεταγενέστερο”.
Ὅλα αὐτά σημαίνουν ὅτι δέν πρέπει νά περιοριζόμαστε στούς ἀρχαιοελληνικούς θησαυρούς καί νά ἀποδεσμευόμαστε ἤ νά περιφρονοῦμε τήν πατερική παράδοση τῆς θείας ἀποκαλύψεως. Σέ μιά τέτοια περίπτωση, ὅταν δηλαδή στεκόμαστε μόνον στήν ἀρχαία ἑλληνική παράδοση καί τήν βλέπουμε μέσα ἀπό τήν εἰδωλολατρική πλευρά, πέρα τοῦ ὅτι εἶναι ὀπισθοδρόμηση σέ πολλά σημεῖα, ταυτόχρονα βλέπουμε ἕναν ἀκρωτηριασμένο ἑλληνισμό, πού δέν μπορεῖ νά βοηθήση ἀποτελεσματικά. Ἔχω τήν γνώμη ὅτι ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά δή τό σημεῖο αὐτό καί νά κάνη τίς παρεμβάσεις της, ὥστε ἡ λεγόμενη πολιτιστική Ὀλυμπιάδα νά μή συντελέση στήν ἀναβίωση τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρίας καί νά ἀποξενώση ἕνα λαμπρό κομμάτι τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ πού διαποτίσθηκε καί δοξάστηκε ἀπό τήν θεία Ἀποκάλυψη. Γιατί τότε θά πρόκειται γιά ἐθνικό ἔγκλημα.
Εἶναι ἀνάγκη νά δοῦμε αὐτήν τήν περίπτωση μέσα ἀπό τίς διαθέσεις τῶν δυτικῶν πού ἀποβλέπουν στήν μείωση τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως τήν ἔζησαν οἱ Ρωμαίοι–Ελληνες ἤ ἑλληνιστές Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας φίλος μου, μετά τήν ἀνάθεση στήν Ἑλλάδα τῆς διοργάνωσης τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τοῦ 2004, μοῦ εἶπε ὅτι χρειάζεται μεγάλη προσοχή ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία διατηρεῖ τήν ἑλληνορθόδοξη ταυτότητα, γιατί οἱ δυτικοί ἀνέκαθεν ἔχουν σκοπό νά κάνουν τούς νεοέλληνες ἤ Φράγκους ἤ ἀρχαίους Ἕλληνες. Αὐτό, πράγματι, εἶναι ἕνας ὁρατός κίνδυνος, ἀφοῦ μερικοί γίνονται Φράγκοι, δηλαδή ἀναμειγνύουν τόν Χριστιανισμό μέ τόν παγανισμό καί τήν εὐδαιμονία, καί ἄλλοι γίνονται ἀρχαῖοι Ἕλληνες, δηλαδή ἐπανέρχονται στήν ἀρχαία εἰδωλολατρική θρησκεία. Αὐτό τό σενάριο βολεύει πολύ καλά τους Δυτικούς καί ἐκπληρώνει τά σχέδιά τους. Ὅμως, θά πέσουμε ἐμεῖς σέ αὐτήν τήν παγίδα;
Νομίζω ὅτι οἱ Ὀλυμπιακοί Ἀγῶνες τοῦ 2004 πρέπει νά γίνουν ἀφορμή γιά νά δοῦμε τήν διαχρονικότητα τοῦ ἑλληνισμοῦ. Καί πρός τήν κατεύθυνση αὐτή προτείνω τόν καταρτισμό, ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας, μιᾶς ἰδιαίτερης ἐπιτροπῆς, πού θά ἀποτελῆται ἀπό Κληρικούς, ἐπιστήμονες κλπ. οἱ ὁποῖοι θά μελετήσουν τά θέματα, θά παρεμβαίνουν σέ παρεκτροπές καί κυρίως θά προτείνουν τρόπους γιά τήν προβολή τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως, πού εἶναι ἡ ἀληθινή Ὀλυμπιάδα τοῦ πνεύματος, τήν ὁποία ἔχει ἀνάγκη ὁ σύγχρονος κόσμος.
- Προβολές: 2888