Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ: Τό γνώρισμα τῆς Θεολογίας
Κήρυγμα (ἀπομαγνητοφωνημένο) κατά τόν ἑσπερινό τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου. Ἱερός Ναός Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου (3-10-2015)
Ἕναν πνευματικό ἡγέτη, σεπτέ καί πολυσέβαστε Ποιμενάρχα τῆς εὐλογημένης αὐτῆς ἐπαρχίας, σεβασμία τῶν ἁγίων Ἱεραρχῶν Χορεία, ἀδελφοί μου συμπρεσβύτεροι καί συνδιάκονοι, ἕναν πνευματικό ἡγέτη ἐπαναλαμβάνω, ἀπ’ αὐτούς πού σπάνια ἐμφανίζονται στό στερέωμα τῆς ἱστορίας, τιμᾶ καί πανηγυρίζει ἀπόψε καί αὔριο ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἕναν ἀληθινό Ἐπίσκοπο πού μέ τήν ζωή του, τήν διακονία του ἔγινε ὁδηγός ὄχι μόνον γιά τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά καί γιά τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν πού ἀκολούθησαν. Ἕναν προφήτη τῆς Καινῆς Διαθήκης σάν ἐκείνους τούς Προφήτας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού μέ τό ὅμμα τό καθαρόν τῆς ψυχῆς ἔβλεπε τά ἐν Οὐρανῷ, μᾶς παρουσιάζει ἀπόψε ὁ εἰς τούς αἰώνας παρατεινόμενος Χριστός, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Τιμοῦμε καί γιορτάζουμε τόν Ἅγιο Ἱερόθεο, πρῶτο Ἐπίσκοπο τῶν Ἀθηνῶν.
Γιά τό πρόσωπό του ὁ ἱερός Συναξαριστής μᾶς σημειώνει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: Ἦταν ἕνας ἀπό τούς ἐξέχοντας ἐννέα βουλευτάς τῶν Ἀθηνῶν. Ἦταν τό πρόσωπο τό ὁποῖο ἄκουσε τόν Ἀπόστολο Παῦλο, τόν στρατηγό τῆς Ἐκκλησίας καί φυτουργό τῆς εὐσεβείας, ὅπως τόν ὀνομάζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅταν ἔφτασε στήν κατείδωλο ἐκείνη Ἀθήνα καί κήρυξε στόν ἄγνωστο Θεό. Τό ἱερό κείμενο τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων βγαλμένο ἀπό τόν ἱστορικό τῆς Καινῆς Διαθήκης, τόν Ἀπόστολο καί Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, μᾶς σημειώνει: «τινές δέ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καί Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί γυνή ὀνόματι Δάμαρις καί ἕτεροι σύν αὐτοῖς». Ἀνάμεσα σέ αὐτούς καί ὁ Ἱερόθεος ὁ Βουλευτής, ὁ ὁποῖος ἔγινε αὐτήκοος τοῦ Ἁποστόλου Παύλου καί ἁλιεύτηκε ἀπό τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γι’αὐτό καί ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, «τοῦ Παύλου ἡλίευσαι ταῖς θεηγόροις πλοκαῖς», ἁλιεύτηκε ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί ἔγινε πραγματικά μέλος ἐναρμόνιον τῆς θεολογίας καί ἀνεδείχθη Ἐπίσκοπος τῶν Ἀθηνῶν.
Ἦταν ὁ διδάσκαλος τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Μετέδωσε σ’ αὐτόν ὅλο τό χάρισμα τῆς θεολογίας. Ἦταν τό πρόσωπο ἀκόμη τό ὁποῖο ἔλαβε μέρος στήν πάνσεπτο Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μάλιστα ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἑρμηνεύοντας τόν δεύτερο κανόνα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, τόν περίφημο ἐκεῖνο θεολογικό κανόνα καί μάλιστα τό τροπάριο ἐκεῖνο πού λέγει ὅτι τό σκεῦος «διέπρεπε τοῖς ὕμνοις ὅλως ἐξιστάμενος, Παρθένε, ἔντιμος ὅλως Ἱερωμένος Θεῷ». Λέγει, λοιπόν, αὐτός ὁ μεγάλος διδάχος τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι αὐτό τό τροπάριο δέν ἀναφέρεται στό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς, τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ἀλλά στό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς πού ἦταν ὁ ἅγιος Ἱερόθεος, ὁ ὁποῖος διακρινόταν καί γιά τό χάρισμα τῆς ὑμνολογίας καί γιά τήν Χάρη τῆς θεολογίας, πού διακρίθηκε ἰδιαίτερα τήν ὥρα ἐκείνη τῆς πανσέπτου Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γι’ αὐτό καί τό πνευματικό του ἀνάστημα, ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, θά σημειώση. «Πάντων ἐκράτει ὁ Ἱερόθεος, ὅλων τῶν θεολόγων καί ἱερομυστῶν».
Ἀπόψε, λοιπόν, σ’ αὐτήν τήν λατρευτική σύναξη θά ἤθελα νά μοῦ ἐπιτρέψη ἡ ἀγάπη σας νά μεταφέρω στήν εὐλαβική σας σκέψη ἕνα χαρακτηριστικό γνώρισμα αὐτῆς τῆς μεγάλης μορφῆς. Ποιό ἦταν τό γνώρισμα αὐτό; Ἦταν τό γνώρισμα τῆς Θεολογίας. Τό ἀκούσαμε προηγουμένως νά ψάλλη ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὅτι ὁ ἅγιος Ἱερόθεος ἦταν ἕνας ἀπό τούς θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης λέγει: «Ὁ ἔνδοξος διδάσκαλός μας Ἱερόθεος συνέταξε θαυμάσια θεολογικά στοιχεῖα καί ὑπῆρξε καί διδάσκαλος καί φίλος καί ἀπό τούς λόγους τοῦ ὁποίου μετά τόν θεῖον Παῦλον ἐλάβαμεν τήν στοιχειώδη κατήχησιν». Τί εἶναι λοιπόν ἡ θεολογία; Τί εἶναι, λοιπόν, ἕνας θεολόγος;
Θυμᾶμαι, ὅταν βρέθηκα στό Καλύβι τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ἦρθε ἕνας ἄνθρωπος ἀπό τόν κόσμο καί τοῦ λέει τό ὄνομά του καί τοῦ συστήνεται ὡς θεολόγος. Κι ἐκεῖνος λοιπόν ὁ ὅσιος πατέρας μέ τό χιοῦμορ τό ὁποῖο διέθετε τοῦ λέει. «Μπά, εἶσαι ὁ τέταρτος; Ἐγώ μέχρι τώρα γνωρίζω τρεῖς. Τόν ἅγιο Ἱωάννη τόν Θεολόγο, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θελόγο. Τώρα χαίρομαι ἰδιαιτέρως πού γνωρίζω καί τόν τέταρτο». Καί τοῦ ἔδωσε ἐκεῖ νά καταλάβη τί σημαίνει θεολογία.
Τί εἶναι, λοιπόν, ἡ θεολογία; Τί εἶναι λοιπόν ἕνας θεολόγος σήμερα γιά τήν Ἐκκλησία μας; Δέν πρόκειται γιά ἕνα διανοητικό γεγονός, οὔτε γιά μιά κατάσταση τοῦ νοῦ, ἀλλά πρόκειται γιά διαμονή ἐν τῷ Θεῷ, ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Θεολόγος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή, θεολόγος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει κοινωνία μέ τόν Θεό. Καί ἡ θεολογία εἶναι μιά κατάσταση τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν ὁ ἱερός Δαυΐδ, ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ, ἀναφέρεται στόν πεντηκοστό ψαλμό στήν παρουσία τῆς καρδιᾶς, τονίζει. «Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου». Ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος διαθέτει καθαρότητα, ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος διαθέτει προσευχή, ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος διαθέτει τήν ὑψοποιό ταπείνωση, ἐκεῖνος πραγματικά εἶναι ἕνας θεολόγος, ὁ ὁποῖος περιπολεύει τά ἐν οὐρανοῖς.
Πόσο ὡραῖα μᾶς τονίζει τήν ἀλήθεια αὐτή ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος! «Βούλει θεολόγος γενέσθαι καί τῆς θεότητος ἄξιος, τάς ἐντολάς φύλασσε, διά προσταγμάτων ὅδευσον, πρᾶξις γάρ ἐπίβασις θεωρίας, ἐκ τοῦ σώματος τήν ψυχήν φιλοπόνησον». Καί ὁ Ἅγιος Νεῖλος ὁ Σιναΐτης θά προσθέση καί αὐτός τήν δική του θεολογική ἐμπειρία. «Εἰ θεολόγος εἶ ἀληθῶς προσεύχει, εἰ ἀληθῶς προσεύχει θεολόγος εἶ». Ἄρα, λοιπόν, ἕνας πραγματικός θεολόγος εἶναι αὐτός πού εἶναι δοσμένος στό Θεό, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τήν καρδιά του στό Θεό. Εἶναι αὐτός πού ἀναπαύεται μέσα στό χῶρο τῆς καρδιᾶς του ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ὁ ἅγιος Νικήτας ὁ Στηθᾶτος στά περίφημα συγγράμματά του μᾶς λέει ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ καταστάσεις, τρεῖς εἶναι οἱ βαθμίδες τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ πρώτη βαθμίδα λέει εἶναι ἡ καθαρτική. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος διά τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί ἰδιαίτερα μέ τά μέσα τά ὁποῖα διαθέτει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, μέ τήν νηστεία, μέ τήν ἀγρυπνία, μέ τήν προσευχή, μέ τήν μετάνοια καί ἰδιαίτερα μέ τήν παρουσία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ ἀποτάσση τά ἐν κόσμῳ, βδελύσσεται τήν ἁμαρτία καί ἐνδύεται τόν ἄνθρωπον τόν κατά Θεόν κτισθέντα. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά προγεύεται τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Τό δεύτερο στάδιο, ἡ δεύτερη βαθμίδα τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ φωτιστική. Ὅταν ὁ νοῦς του ἐλλάμπεται ἀπό τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχη ἀδιάλειπτη προσευχή, ὅπως τονίζουν καί πάλι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί ἐπικοινωνῆ μέ τόν Θεό. Καί ἡ τρίτη βαθμίδα εἶναι ἡ μυστική καί τελειοποιός, ὅπως τήν ὀνομάζει ὁ ἅγιος Νικήτας ὁ Στηθᾶτος. Ἐκεῖ ἔχουμε τήν παρουσία τῆς θεολογίας, ἐκεῖ ἔχουμε ἀνάβλυση τῆς θεολογίας μέσα ἀπό τήν καθαρή καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ ἡ καρδιά γίνεται ἕνα ὄχημα, ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες καί ὅπως ὁ Προφήτης Ἠλίας χρησιμοποίησε ἐκεῖνο τό περίφημο ὄχημα καί ἀνῆλθε στόν οὐρανό. Ἔτσι, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος χρησιμοποιώντας αὐτές τίς βαθμίδες ἀνέρχεται ἓως τοῦ τρίτου Οὐρανοῦ. Περιπολεύει τά ἐν οὐρανοῖς, γίνεται ἕνας θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μέσα στήν Ἐκκλησία καί πραγματικά χαρακτηρίζει τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτοί ἦταν οἱ Ἅγιοί μας. Δέν ἦταν οἱ καλοί ἄνθρωποι, ὅπως συνηθίζουμε ἐμεῖς σήμερα νά λέμε στή γλώσσα μας. Γιατί καλοί ἄνθρωποι ὑπάρχουν καί σέ ὅλες τίς θρησκεῖες. Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἦταν οἱ φωτεινοί ὁδοδεῖκτες. Ἦταν τά πρόσωπα ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἶδαν τήν Δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶδαν τό Θαβώρειο Φῶς, μπῆκαν μέσα σ’ αὐτήν τήν Δόξα, ἔπαθαν τά Θεῖα, ἠλλοιώθησαν, ὅπως τονίζουν καί πάλι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό καί ἔγιναν πραγματικοί θεολόγοι. Μπορεῖ πολλοί ἀπ’ αὐτούς νά μήν κατεῖχαν τήν ἀνθρώπινη παιδεία, ἀλλά κατεῖχαν ἐκείνη τήν οὐράνια.
Διάβαζα σ’ ἕνα βιβλίο γιά τήν ὁσία Σοφία τῆς Κλεισούρας ¬-μάλιστα ὁ Δεσπότης σας ἦταν καί στόν πρῶτο ἑορτασμό τῆς ἁγιοκατατάξεως- πώς μιά Μεγάλη Παρασκευή ἀξιώθηκε ἐκείνης τῆς φοβερῆς ὀπτασίας, ὅπως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στήν μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους τήν Μεγάλη Πέμπτη εἶδε τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Εἶδε τόν Χριστό νά εἶναι κρεμασμένος στόν Σταυρό καί νά συναλγῆ δίπλα του ἡ Θεοτόκος καί ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Μία θεολόγος, δηλαδή, τῆς Ἐκκλησίας μας, ἕνα πρόσωπο τό ὁποῖο ἔπαθε καί ἔμαθε, γι’ αὐτό καί ἀξιώθηκε νά δῆ τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Σκέφτομαι, ἀδελφοί μου, ἀπόψε πώς σήμερα σ’ αὐτήν τήν τραγωδία πού βιώνει ἡ Πατρίδα μας, ἀλλά καί ὁ πλανήτης μας ὁλόκληρος, ὁ ὁποῖος φλέγεται, τί χρειάζεται σήμερα, στήν ἐποχή μας; Τί χρειάζονται σήμερα γιά νά ἀνακαλέσουν σέ τάξη τόν πολιτισμό μας; Ἄν ρωτούσαμε τόν ἅγιο Ἱερόθεο, Ἐπίσκοπο Ἀθηνῶν, ἄν ρωτούσαμε τόν ὅσιο Παΐσιο καί ὅλη ἐκείνη τήν Χορεία τῶν ὁσίων τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ὅσιο Πορφύριο, τόν ὅσιο Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ, θά μᾶς ἔλεγαν πώς μᾶς χρειάζονται τέτοια ἀναστήματα θεολογίας, τέτοιοι ἄνθρωποι ταπεινοί τῷ πνεύματι, τέτοιοι μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι μέσα στήν σύγχρονη κοινωνία μας θά πορευθοῦν ἀντιλογικά, ἐνάντια στό πνεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως. Θά παρουσιάσουν στούς ἀνθρώπους ὄχι τό προσωπό τους, ὅπως συνηθίζουμε στίς μέρες μας, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Θά δώσουν στό λαό μας τήν ἀληθινή τροφή, τόν ἀληθινό ἄρτο, τό καθαρό νερό. Τέτοιοι Προφῆτες νά ἀνακαλέσουν σέ τάξη τόν πολιτισμό μας. Τέτοια πρόσωπα χρειαζόμαστε σήμερα. Φῶς χρειαζόμαστε μέσα σ’ αὐτό τό σκοτάδι, ἕνα Φῶς σάν τό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Ἱεροθέου, ἕνα φῶς σάν τά πρόσωπα τῶν Ἁγίων μας.
Γιά σκεφθεῖτε! Ἤμασταν μαζί μέ τόν Δεσπότη σας, ἀδελφοί μου, στήν ἁγιοκατάταξη τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, ἐκεῖ στό Μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς, καί ἔβλεπε κανείς τίς χιλιάδες τῶν ἀνθρώπων, ὄχι μόνον ἐκεῖνο τό βράδυ, ἀλλά κατά τή διάρκεια ὅλου τοῦ ἔτους, νά πλησιάζουν τόν τάφο ἑνός ἄσημου ἀσκητοῦ, πού δέν ἤθελε νά φαίνεται στούς ἀνθρώπους, πού θά ἤθελε μέ τή ζωή του νά παρουσιάζη τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, καί ἔλεγα μέσα μου: «Τέτοια πρόσωπα χρειάζεται σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας. Τέτοια πρόσωπα, τά ὁποῖα θά βοηθήσουν ἰδιαίτερα τά νιάτα μας». Ἔβλεπα νέους νά ἀκουμποῦν σ’ αὐτόν τόν τάφο καί ἔλεγα χαρακτηριστικά: «Ἀπόψε σ’αὐτόν τόν ἀπέριττο τάφο ἀκουμπάει ἡ πατρίδα μας, ἀλλά καί ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη. Καί ὁ ὅσιος αὐτός, ὁ ὁποῖος ἐντυγχάνει ὑπέρ ἡμῶν ἔρχεται νά μᾶς τονίση ὅτι χρειαζόμαστε φῶς, ὅτι χρειαζόμαστε ἀνθρώπους πραγματικά θεολόγους, οἱ ὁποῖοι θά σταθοῦν σήμερα κοντά μας καί θά μᾶς δείξουν τόν δρόμο γιά τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Θά μᾶς ποῦν ὅτι νικήθηκε ὁ θάνατος, ὅτι τό τελευταῖο γεγονός τῆς ζωῆς μας δέν εἶναι ὁ θάνατος, ἀλλά ἡ Ἀνάσταση καί ἡ χαρά καί τό φῶς καί ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἀδελφοί μου, βρίσκομαι ἀπόψε μαζί σας, μαζί μέ ἐκλεκτούς συνεπισκόπους τῆς Ἐλκκλησίας μας, γιά νά συνεορτάσουμε τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου, ἰδιαίτερα ἐδῶ στήν Ναύπακτο, καί νά εὐχηθοῦμε στόν Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη σας, ὁ ὁποῖος ἄγει τά ὀνομαστήριά του, ἀλλά συγχρόνως γιορτάζει καί τήν εἰκοσαετία τῆς ἀρχιερατικῆς του διακονίας.
Γιά τόν ἅγιο Ναυπάκτου ὅταν μιλάη κανείς, θά πρέπει νά ἀναφέρη μιά φράση χαρακτηριστική. Ὅτι τί εἶναι; Εἶναι μία εὐλογία γιά τήν Ἐκκλησία μας. Εἶναι ἕνας πραγματικά θεολόγος, πού ἔκανε γνωστούς τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ὄχι μόνο στήν πατρίδα μας, ἀλλά καί στόν κόσμο ὁλόκληρο. Θυμᾶμαι μιά φορά στήν «Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἀναπαυσᾶ», ὅπως συνήθιζε νά λέη τόν Ναό τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν ὁ ἅγιος Ναυπάκτου, μετά ἀπό μία ὁμιλία στόν ἑσπερινό τοῦ Ἁγίου Νικολάου, παρόντος τοῦ σεβαστοῦ Γέροντός μας, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Κυροῦ Σεραφείμ, ὅταν μίλησε ἐκεῖνο τό βράδυ, μοῦ εἶπε (ὁ Ἀρχιεπίσκοπος) φεύγοντας στ’ αὐτί: « Αὐτός καί γράμματα ξέρει καί εἶναι ἕνας θεολόγος ἄριστος». Καί τοῦ ἀπαντῶ κι ἐγώ: «Καί Γιαννιώτης στήν καταγωγή» καί μοῦ λέει κι ἐκεῖνος «Χαίρομαι ἰδιαιτέρως γι’ αὐτό».
Νά, λοιπόν, μία εὐλογία γιά τήν Ἐκκλησία μας, ὁ Ἅγιος Ναυπάκτου. Γι’ αὐτό, λοιπόν, ἤρθαμε κι ἐμεῖς ἀπόψε, ὄχι μόνο γιά νά τοῦ εὐχηθοῦμε, ἀλλά κυρίως γιά νά τόν εὐχαριστήσουμε γι’ αὐτό τό ὁποῖο εἶναι, γι’ αὐτό τό ὁποῖο προσφέρει μέσα στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία καί γιά τόν θεολογικό του λόγο καί γιά τήν μαρτυρία του καί γιά τήν ὁμολογία του καί γιά τά συγγράμματά του καί γιά ὅλα ἐκεῖνα, μέ τά ὁποῖα ἐπλούτισε πραγματικά τήν νεώτερη θεολογική σκέψη. Νά τοῦ εὐχηθοῦμε ἀκόμη νά ἔχη ὑγεία κρυστάλλινη, ἀλλά καί μακρότητα ἡμερῶν. Ἐγώ θά ἤθελα νά συμπληρώσω καί μιά εὐχή, τήν ὁποία συνήθιζε ὁ μακαριστός Γέροντάς του καί Ἅγιος Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος. Ἔλεγε, ὅταν χειροτονοῦσε κάποιον πρεσβύτερο ἤ διάκονο - τό διάβασα αὐτό μέσα στά βιβλία του - ὅτι τοῦ ἔλεγε: Εὔχομαι, παιδί μου, νά ἀκούσης τῆς Εὐαγγελικῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ: « Εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ, εὖ ἐργάτα τοῦ ἀμπελῶνος Κυρίου. Ἐπί ὀλίγα εἶ πιστός ἐπί πολλῶν σε καταστήσω». Κι ἔλεγε γιά τόν ἑαυτό του. «Μακάρι παιδί μου νά ἀκούσω κι ἐγώ αὐτή τή φωνή».
Αὐτήν τήν φωνή σᾶς εὔχομαι, σεπτέ καί πολυσέβαστε Ποιμενάρχα, καί ἰδιαίτερα σέ μένα, πατέρα Ἱερόθεε, γιατί κοντά σας ὠφελήθηκα τά μέγιστα καί μάλιστα τό ἐξεδήλωσα καί τήν ἡμέρα τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας μου. Εὔχομαι, λοιπόν, αὐτήν τήν φωνή μετά ἀπό πολλά χρόνια νά ἀκούσετε καί ἐσεῖς στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν: «Εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ ἐπί ὀλίγα εἶ πιστός ἐπί πολλῶν σε καταστήσω. Εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου».
Πολλά τά ἔτη σας καί εὐλογημένα!
- Προβολές: 3367