Γεγονότα καὶ Σχόλια: Ἀνακουφιστικός στρουθοκαμηλισμός - Ἕνα παράδειγμα
Ἀνακουφιστικός στρουθοκαμηλισμός
Γεννήθηκε στήν σκέψη μας τό ἀπόφθεγμα: Ὅταν πεθαίνῃ ἡ θεολογία, γεννιέται ἡ ποίηση τοῦ διαδικτύου. Ἡ θεολογία, ὡς καθοδηγητικό φῶς διδασκαλίας, φωτίζει τήν τεθλιμμένη ὁδό πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή ζωή. Μιλᾶ γιά γεγονότα καί ὄχι γιά συναισθήματα. Δέν θολώνει τόν νοῦ μέ «δοξαστικές» γιά τά ψεκτά πάθη μας διατυπώσεις. Δέν λέει τό φῶς σκότος, οὔτε τό σκότος φῶς. Λέει τά σύκα σύκα καί τήν σκάφη σκάφη.
Ἡ «πλατεία ὁδός» δέν ἀνέχεται τό φῶς τῆς «ἀκραιφνοῦς θεολογίας». Αἰσθάνεται ὅτι τῆς προκαλεῖ πόνο. Τήν θεωρεῖ σκληρή καί μᾶλλον ἄκομψη. Θέλει συναισθήματα καί ὄχι γεγονότα. Θέλει ὡραῖα λόγια, κι ἄς μή λένε τίποτε. Θέλει συγκλονιστικές διατυπώσεις, κι ἄς εἶναι ἄδειες ἀπό νόημα.
Θέλει «ἀνάπαυση», γι’ αὐτό προσφεύγει στήν εὔκολη ποίηση. Αὐτήν πού ἀδρανοποιεῖ τόν νοῦ καί ναρκώνει τήν συνείδηση· πού ἁπλώνει εὐωδίες πάνω ἀπό ὀσμές σήψης καί πάνω ἀπό τά ἀπόβλητα τῆς βιομηχανίας τῆς ἔπαρσης.
Κάποιοι αἰσθάνονται ἀνακουφιστικό τό νά δείχνονται εἰρηνικά θυμωμένοι καί μέ εὐγενική γλώσσα νά καρφώνουν πισώπλατα (μέ ὕφος ἀθωότητας) τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως καί τίς ἀσκητικές προϋποθέσεις τοῦ εὐαγγελικοῦ ἤθους. Μέ αὐτά ἀνακουφίζονται ὡς ἐθισμένοι στόν στρουθοκαμηλισμό καί στήν εὐωχία τῆς νάρκωσης πού προκαλεῖ ὁ ὀμιχλώδης λόγος.
Εἶναι γεμάτο τό διαδίκτυο ἀπό τέτοιου χαρακτήρα «ποίηση».
Ἕνα παράδειγμα
Μᾶς ὑποδείχθηκε νά ρίξουμε μιά ματιά σέ ὁρισμένες ἀναρτήσεις τοῦ διαδικτύου, πρός γνώση καί πείρα. Ἀπό τίς ὁμότροπες ἀναρτήσεις θά σταθοῦμε σέ μία, ἐπειδή ἐκφράζει ἕνα εἶδος λόγου πού ἔχει πολύ πέραση στόν καιρό μας· ποιητικό ὕφος, ἀντισυμβατικό πνεῦμα, κριτική τοῦ ἀνέραστου τρόπου ζωῆς, «σηκωμένη ὀφρύς» ἀπέναντι στούς ἱερούς Κανόνες.
Πάντως, εἶναι σημεῖο παρακμῆς νά εὐωχεῖται κανείς μέ διατυπώσεις ποιητικοῦ οἴστρου, ὅπως: «Κήδευσες ποτὲ κανένα νόημα ζωῆς; / Νεκροφίλησες ποιότητες ψυχικές, / πού γέρασαν καὶ ἐξέπνευσαν ἐντὸς σου;».
Ὁ «ποιητής» θέλει νά δικαιώση τόν ἑαυτό του. Ἔχει κηδεύσει τό νόημα πού παλαιότερα οἰστρηλατοῦσε τήν ζωή του. Δέν τό ἄντεξε; Τό βρῆκε κίβδηλο; Βρῆκε κάτι ἀνώτερο; Δέν τό λέει. Θεωρεῖ τά νοήματα ἀναλώσιμα καί προτείνει ὡς κατόρθωμα τήν διαρκῆ ἀλλαγή. Ἔτσι μάλιστα θεωρεῖ ὅτι φθάνει κανείς στό νά εἶναι ἐλεύθερος ἀκόμη καί ἀπό τήν ἀπειλή τοῦ θανάτου.
Μέ λανθάνουσα ἱεραποστολική φλόγα τό πρόβλημά του τό κάνει «ποιητική διδασκαλία». Συνεχίζει λοιπόν καί γράφει στό ἴδιο πνεῦμα καί μέ παρεμφερεῖς διατυπώσεις: «Προσπάθησες νὰ κοιμηθεῖς / μὲ τὸν ἐπιθανάτιο ρόγχο / κομματιῶν τῆς ὕπαρξής σου, / νὰ τρυπᾶ τὰ ἀφτιὰ σου;». Ὁ «ρόγχος» μπορεῖ νά εἶναι ἀγωνία, ἐνοχές, τύψεις, αἴσθηση ἀπώλειας. Ὡς κομμάτια τῆς ὕπαρξης μπορεῖ κανείς νά ἐννοήσῃ πολλά πράγματα. Τό πρωτεῦον ὅμως σ’ αὐτούς τούς στίχους εἶναι ὅτι πρέπει νά ἀσκηθῆς στό νά κοιμᾶσαι καί ἄς σοῦ τρυπᾶ τά αὐτιά ὁ ἐπιθανάτιος ρόγχος κομματιῶν τῆς ὕπαρξής σου. Δηλαδή, νά ἀσκήσῃς τήν συνείδησή σου νά μήν ἀκούη ἐνοχές, τύψεις, ἀπώλειες. Καί νά κοιμᾶσαι...
Στήν συνέχεια γράφει: «Περπάτησες ξυπόλητος / πάνω στὰ ἀναμμένα κάρβουνα / ὀνείρων πού ἐκπληρώθηκαν / καὶ τώρα ἔχουν χαθεῖ στὴ χαραυγὴ / μιᾶς νέας σου πραγματικότητας;». Θέλει νά ἀπαξιώσῃ τά ὄνειρα τοῦ παρελθόντος, τά ὁποῖα θεωρεῖ ὅτι ἐκπληρώθηκαν καί τά χαρακτηρίζει ἀναμμένα κάρβουνα.
Θέλει νά ἀπαλλαγῇ ἀπό ὅ,τι καίει μέ τήν φωτιά τῆς ἀλήθειας. Μετάνοια ὅμως χρειάζεται καί ὄχι συναισθηματικά παυσίπονα ἀμετανοησίας.
π.Θ.Α.Β.
- Προβολές: 1833