Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἡ ἔρευνα προϋποθέτει πίστη
τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Μέ ἕνα τρoπάριο ἀπό τήν Λιτή τῆς Κυριακῆς τοῦ Ἀντίπασχα, τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ, θά ἐπιχειρήσουμε φυγή ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα τοῦ φόβου καί τῆς ταραχῆς, πού δημιουργοῦν οἱ εἰδήσεις γιά τήν λοιμική –θανατηφόρο σέ κάποιες περιπτώσεις– δράση τοῦ κορωνοϊοῦ, γιά νά ἀναπνεύσουμε, ὅσο βαθιά μποροῦμε, τήν αὔρα τῆς εἰρήνης, πού κατέρχεται ἀπό τά «ὑψηλά ὄρη» τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνογραφίας, ἡ ὁποία ὡς ποιηθεῖσα μέ τήν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «γαληνόμορφον ἐκτελεῖ τήν καρδίαν».
Ἀπό τό ἐν λόγω τροπάριο θά ἐπιλέξουμε μιά διατύπωση, πού συνδέει τήν ἔρευνα μέ τήν πίστη. Στό περιεχόμενό της, ὅμως, θά μποῦμε ξεκινώντας ἀπό κάποιες ἐπισημάνσεις πού ἀφοροῦν τήν καθημερινότητά μας.
Ξεκινοῦμε ἀπό τόν φόβο τοῦ κορωνοϊοῦ. Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ὁ πιστός Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν εἶναι τελείως ἄφοβος ἀπέναντι στίς λοιμικές νόσους καί δέν αὐτοπροβάλλεται ὡς ἀτρόμητος ἀπέναντι στούς φοβισμένους ἀδελφούς του. Ἡ πίστη του δέν τόν ἀφήνει νά πανικοβληθῆ. Γνωρίζει ὅτι ἡ παντοκρατορική ἀγάπη καί πρόνοια τοῦ Θεοῦ κυβερνᾶ τόν κόσμο. Προαπολαμβάνει, μάλιστα, ἀνάλογα μέ τήν πνευματική του ὡρίμανση, ἀνταύγειες τῆς μέλλουσας ἄφθαρτης ζωῆς. Ζώντας ὅμως στόν παρόντα κόσμο τῆς φθορᾶς καί τῆς θνητότητας, ἔχει συνείδηση τοῦ κινδύνου, προφυλάσσεται, προφυλάσσει καί προσεύχεται λέγοντας τό «μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν» ἤ «παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο». Καί τό πιό σημαντικό· δέν ταράσσει περισσότερο τούς ἀδελφούς του μέ ἑρμηνεῖες προφητειῶν, εἰδήσεις πεπλασμένες (φέϊκ νιούζ), σκορπώντας ἀμφισβήτηση γιά ὅλους καί γιά ὅλα, ἀποδομώντας πρόσωπα καί θεσμούς, καταστρέφοντας ὅλα τά ἐρείσματα στά ὁποῖα μπορεῖ νά στηριχθῆ ὁ κοινός ἄνθρωπος, γιά νά πραγματοποιήση ὅσο μπορεῖ πιό δημιουργικά τήν καθημερινότητά του, ἀλλά καί τήν πνευματική μυστική πορεία του.
Δυστυχῶς, σέ καιρούς χαλεπούς ἀνθοῦν τέτοιου εἴδους ταραχοποιές καταστροφικές δραστηριότητες.
Ὁ ἄνθρωπος, μόνος μέσα στό κόσμο, ἔχει ἀνάγκη ἀπό στηρίγματα, ἔχει ἀνάγκη ἀπό πρόσωπα καί θεσμούς τά ὁποῖα νά ἐμπιστεύεται, νά ἀγαπᾶ καί μέ τήν βοήθειά τους νά κατευθύνη τήν ζωή του μέσα στόν παρόντα αἰώνα μέ ὀρθό προσανατολισμό. Μέ λίγα λόγια οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουμε ἀνάγκη μόνο ἀπό γνώσεις ἤ εἰδήσεις καί ἐνημερώσεις, ἔχουμε ἀνάγκη πρωτίστως ἀπό πίστη. Πίστη στόν Θεό, ἐμπιστοσύνη στούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ἐμπιστοσύνη (μετά διακρίσεως) στούς «σοφούς κατά σάρκα», καθώς καί στίς ἐξουσίες πού εἶναι «ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι»(Ρωμ. 13,1). Χωρίς πίστη θά ἀμφιβάλλουμε γιά ὅλους καί γιά ὅλα καί δέν θά εἴμαστε ἱκανοί νά ἀποκτήσουμε ποτέ καί καμμιά στέρεη γνώση γιά τό ὁτιδήποτε.
Πρίν περάσουμε στούς στίχους τοῦ τροπαρίου, πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι ἡ πίστη δέν εἶναι θεμέλιο μόνο τῆς Ἐκκλησίας ἤ τῆς Θρησκείας. Εἶναι θεμέλιο κάθε ἀνθρώπινης ἐνέργειας καί δράσεως. Γιά παράδειγμα: Ὅλη ἡ ἐκπαιδευτική διαδικασία, ἡ μέθοδος καί τό περιεχόμενό της, ὅπως δίνεται ἀπό ὅλα τά σχολεῖα τοῦ κόσμου, βασίζεται στήν πίστη, διότι οὔτε οἱ διδάσκοντες οὔτε οἱ διδασκόμενοι εἶναι ἐρευνητές. Οἱ διδάσκοντες μεταφέρουν τά πορίσματα τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας ἄλλων, τούς ὁποίους ἐμπιστεύονται, καί σταδιακά μυοῦν τούς μαθητές τους καί στίς μεθόδους ἔρευνας, ὅπως πάλι τίς διδάχθηκαν ἀπό ἄλλους. Θεμέλιο, δηλαδή, τῶν γνώσεων πού προσφέρονται στούς μαθητές εἶναι ἡ πίστη στά πορίσματα τῶν ἐρευνητῶν καί ἡ πίστη στήν ὀρθότητα καί τήν ἀκρίβεια τῶν μεθόδων πού ἀκολούθησαν στήν ἔρευνά τους. Ὅμως καί ἡ ἴδια ἡ ἔρευνα προϋποθέτει πίστη. Κανείς ἐρευνητής δέν ξεκινᾶ ἀπό τό τίποτε. Δέχεται παρατηρήσεις ἄλλων καί, κατ’ ἀρχήν, ἐμπιστεύεται καί χρησιμοποιεῖ μεθόδους πού δοκιμάστηκαν ἀπό ἄλλους, καί προχωρώντας βελτιώνει ἤ τροποποιεῖ κάποια στοιχεῖα ἀπό ὅ,τι παρέλαβε.
Μετά ἀπό ὅλα αὐτά, ἔχοντας στόν νοῦ μας τήν καθολική ἀναγκαιότητα τῆς πίστης, θά διαβάσουμε τό τροπάριο τῆς Λιτῆς τοῦ Ἀντίπασχα, τό ὁποῖο ψάλλεται σέ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου. Ὁ ὑμνωδός βάζει στό στόμα μας τά ἑξῆς λόγια: «Ἅψαι Θωμᾶ τῆς πλευρᾶς τῇ χειρί, λέγει Χριστός, καὶ τοὺς τύπους τῶν ἥλων δεῦρο ψηλάφησον, πίστει ἐρεύνησον, καὶ γίνου μοι πιστός, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ὁ δὲ Θωμᾶς, τῷ δακτύλῳ ὡς ἥψατο τοῦ Δεσπότου, μέγα ἀνεβόησε· Σύ μου Θεὸς καὶ Κύριος, εὔσπλαγχνε, δόξα σοι». Τό τροπάριο αὐτό, ὅπως καί ὅλα τά τροπάρια τῆς ἡμέρας αὐτῆς, μιλᾶ γιά τήν προτροπή τοῦ Χριστοῦ πρός τόν ἀπιστοῦντα μαθητή νά ψηλαφήση τίς πληγές πάνω στό ἀναστημένο σῶμα Του, καθώς καί γιά τήν ὁμολογία τοῦ Ἀποστόλου: «Σύ μου Θεὸς καὶ Κύριος, εὔσπλαγχνε, δόξα σοι», ὅπως τήν μεταγράφει ὁ ὑμνογράφος ἀπό τό εὐαγγελικό κείμενο.
Αὐτό τό τροπάριο, θά μποροῦσε νά πῆ κανείς ὅτι δέν λέει κάτι τό ἰδιαίτερο, ἁπλῶς ἐπαναλαμβάνει τήν σχετική διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη. Ἔχει, ὅμως, μιά διατύπωση μέ πλούσιο περιεχόμενο. Ὁ ὑμνογράφος, παρουσιάζοντας τόν Χριστό νά καλῆ τόν ἀπ. Θωμᾶ νά ψηλαφήση τά σημάδια τῶν καρφιῶν, βάζει στό στόμα Του τήν ἑξῆς προτροπή: «πίστει ἐρεύνησον, καὶ γίνου μοι πιστός, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος».
Ὁ ἀπ. Θωμᾶς ἀμφέβαλε γιά τήν μαρτυρία τῶν ἄλλων μαθητῶν, ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε. Ἀπαιτοῦσε ἔρευνα, πολεμούμενος ἀπό τήν ἀπιστία. Πῶς τότε ὁ Χριστός τοῦ ἀπευθύνει (κατά τόν ὑμνογράφο) τήν προτροπή: «πίστει ἐρεύνησον»; Ποιό εἶναι τό νόημα αὐτῆς τῆς ἀντιφατικῆς, ἐκ πρώτης ὄψεως, προτροπῆς; Ἡ πίστη γιά τόν ἀπ. Θωμᾶ ἦταν ζητούμενο. Δέν τήν εἶχε. Πέρα ἀπό αὐτό, ἡ κάθε ἔρευνα, γιά τούς πολλούς, δέν συμβιβάζεται μέ πίστη, διότι ἔχει μέσα της τό στοιχεῖο τῆς ἀμφιβολίας, ἀφοῦ ζητᾶ γιά τό ἀντικείμενό της ἤ τήν ἐπιβεβαίωση ἤ τήν διάψευση. Πῶς προτρέπεται, λοιπόν, «πίστει ἐρεύνησον»;
Ἡ προτροπή αὐτή δέν εἶναι καθόλου ἀντιφατική. Εἶναι μεστή νοήματος ἀκόμη καί μέσα στό πλαίσιο τῆς ἀνθρώπινης ἐπιστήμης, πού μελετᾶ τόν ὑλικό κόσμο, ὅπως πιό πάνω ἀναφέραμε.
Ποιό εἶναι, λοιπόν, τό περιεχόμενο τῆς προτροπῆς «πίστει ἐρεύνησον», γιά τήν περίπτωση τοῦ ἀπ. Θωμᾶ, ἀλλά διαχρονικά καί γιά ὅλους τούς κατ’ αὐτόν;
Ὁ ἀπ. Θωμᾶς καλεῖται νά ἐμπιστευθῆ τά κριτήρια τῆς ἔρευνάς του, νά ἔχη πίστη στήν ἀποδεικτική δύναμή τους. Καλεῖται, λοιπόν, νά ἐρευνήση τίς πληγές στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μέ πίστη, πρῶτον, στούς Προφῆτες, ἰδιαίτερα στόν Προφήτη Ἡσαΐα, ὁ ὁποῖος μέ μεγάλη ἀκρίβεια, σάν νά ἦταν αὐτόπτης Εὐαγγελιστής, περιγράφει τήν σάρκωση, ἀλλά καί τό πάθος τοῦ Χριστοῦ. Τόν καλεῖ νά στηρίξη τήν ἔρευνά του πάνω σέ προφητικούς λόγους, ὅπως: «Τὸν νῶτόν μου ἔδωκα εἰς μάστιγας, τὰς δὲ σιαγόνας μου εἰς ῥαπίσματα, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπέστρεψα ἀπὸ αἰσχύνης ἐμπτυσμάτων» (50, 6). «Ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη, καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος ἄφωνος» (53,7). «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται [...]τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν» (53,4-5). Καλεῖται ἐπίσης νά στηριχθῆ καί στούς ἀναστάσιμους προφητικούς ψαλμικούς στίχους: «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν»(117,24). «Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα, καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ»(67,2).
Δεύτερον, καλεῖται ὁ ἀπ. Θωμᾶς νά θυμηθῆ ὅσα ἄκουσε ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό, γιά τό πάθος, τήν τριήμερη ταφή καί τήν ἀνάστασή Του καί μέ πίστη σ’ αὐτά, νά σκεφτῆ τά γεγονότα, ὅπως τοῦ τά περιέγραψαν οἱ ἄλλοι μαθητές.
Τρίτον, τόν καλεῖ νά ἔχη πίστη στό κριτήριο πού ἐκείνη τήν στιγμή τοῦ προτείνει ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μπῆκε «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων», δέν εἶναι ὅμως ἄϋλο πνεῦμα. Εἶναι ὁ Θεός Λόγος, ἀλλά ἔχει σάρκα καί ὀστέα. Γι’ αὐτό τοῦ λέει: ψηλάφησε γιά νά διαπιστώσης μέ τήν ἁφή ὅτι αὐτό πού βλέπεις εἶναι πραγματικό σῶμα μέ πληγές, τό ὁποῖο ὅμως μπορεῖ, ἀφοῦ νικήθηκε σ’ αὐτό ἀπό τήν θεότητα ὁ θάνατος, νά μήν ἐμποδίζεται ἀπό τοίχους καί κλεισμένες πόρτες. Εἶναι ἐλεύθερο ἀπό τούς φυσικούς περιορισμούς τῶν ὑλικῶν πραγμάτων.
Ἡ προτροπή «πίστει ἐρεύνησον» εἶναι καθοριστική γιά τήν βεβαίωση τῆς πίστης, ἀλλά καί τήν ἐγκυρότητα κάθε ἔρευνας. Τό «πίστει» ἀφορᾶ τά κριτήρια τῆς ἔρευνας. Διότι δέν μηδενίζουμε τά πάντα γιά νά πλάσουμε, δῆθεν ἐρευνώντας, μιά δική μας ἀλήθεια. Δέν ἐπιβάλλουμε «τά δημιουργήματα τοῦ νοῦ μας πάνω στίς φυσικές διεργασίες», ὅπως ἔβλεπε νά συμβαίνη, ὁ Ἀϊνστάϊν, σέ θεωρίες κάποιων «ὁμοτέχνων» του ἐπιστημόνων. Διδασκόμαστε ἀπό τήν πείρα τοῦ παρελθόντος. Ἰδιαίτερα, «ὅσοι πιστοί», στηριζόμαστε στόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, στό εὐσεβές φρόνημά της καί στίς θεόπνευστες διδασκαλίες τῶν ἁγίων της.
Μέ κριτήρια ἀπό τήν διακριβωμένη πείρα τῆς Ἐκκλησίας ἐρευνοῦμε «πίστει» γραφές καί γεγονότα, ὥστε νά μή καταλήξουμε ἄπιστοι, ἀλλά πιστοί.
- Προβολές: 1741