Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Μενέλαος, 22 Ἰουλίου.

Τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Μενέλαος, 22 Ἰουλίου.Ὁ ἅγιος Μενέλαος γεννήθηκε στήν πόλη Πρεσινιέ τῆς Γαλλίας στίς ἀρχές τοῦ 8ου αἰῶνος μ.Χ. Καταγόταν ἀπό οἰκογένεια ἀριστοκρατική καί ἐπιφανῆ. Ὅταν ἀνδρώθηκε, οἱ γονεῖς του τόν πίεσαν νά νυμφευθῆ, ὅμως, ἡ μεγάλη ἀγάπη του στόν Θεό, ἡ ὁποία ἐκδηλώθηκε ἀπό τά παιδικά του χρόνια, τόν ὁδήγησε στήν ὁδό τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεως σέ Αὐτόν. Μετά ἀπό θερμή προσευχή ἐγκαταβίωσε, μαζί μέ δύο φίλους του, πού εἶχαν καί αὐτοί τόν ἴδιο πόθο, στό ἀρχαῖο καί ξακουστό, ἀλλά ἐρειπωμένο τήν ἐποχή ἐκείνη, Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Μηνᾶ. Ἀσκήθηκαν οἱ τρεῖς τους γιά ἀρκετό χρονικό διάστημα, μέχρι πού κάποιος μοναχός πού πέρασε ἀπό ἐκεῖ τούς συνέστησε νά τεθοῦν ὑπό τήν καθοδήγηση ἔμπειρου πνευματικοῦ πατέρα, γιά νά μπορέσουν νά ξεφύγουν τίς παγίδες τοῦ διαβόλου καί νά προοδεύσουν πνευματικά. Αὐτοί δέχθηκαν καί ὑποτάχθηκαν στόν Γέροντα πού τούς ὑπέδειξε, καί αὐτός ἦταν ὁ ἅγιος Εὖδος.

Ἀργότερα ὁ ἅγιος Μενέλαος, μέ τήν εὐλογία τοῦ Γέροντά του, ἐπέστρεψε στό παλαιό ἐρειπωμένο Μοναστήρι ἀπό τό ὁποῖο ξεκίνησε καί τό ἀνακαίνισε. Ἡ φήμη του δέν ἄργησε νά ἐξαπλωθῆ καί μαζεύθηκαν γύρω του πολλοί μοναχοί, τούς ὁποίους καθοδήγησε μέ περισσή σύνεση καί σοφία. Μάλιστα, τήν περίοδο ἐκείνη τόν ἐπισκέφθηκε καί ἡ μητέρα του, μαζί μέ τήν ἀδελφή της καί τήν γυναίκα ἐκείνη τήν ὁποία τοῦ πρότειναν κάποτε νά νυμφευθῆ. Τοῦ ἐξέφρασαν καί οἱ τρεῖς τήν ἐπιθυμία τους νά γίνουν μοναχές καί ἐκεῖνος τίς δέχθηκε μέ χαρά, τίς ἐνέταξε σέ γυναικεῖο Μοναστήρι καί ἀνέλαβε τήν πνευματική καθοδήγησή τους.

Τά τέλη του ἦταν εἰρηνικά.

Ὁ βίος του καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.
Πρῶτον. Ἡ ἐκμάθηση ὁποιασδήποτε τέχνης ἤ ἐπιστήμης προϋποθέτει τήν ὕπαρξη δασκάλου, ἤτοι τεχνίτη ἤ ἐπιστήμονα, ἐπειδή χωρίς τήν καθοδήγηση δασκάλου ὁ μαθητής δέν μπορεῖ νά μυηθῆ στήν γνώση καί νά προοδεύση. Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί στήν πνευματική ζωή, ἡ ὁποία εἶναι «τέχνη τεχνῶν καί ἐπιστήμη ἐπιστημῶν». Δηλαδή, γιά νά μπορέση κανείς νά προοδεύση πνευματικά καί νά μυηθῆ στά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ὑποταχθῆ σέ πνευματικό πατέρα, ὁ ὁποῖος, ἀσφαλῶς, θά πρέπει νά εἶναι ἔμπειρος. Γιατί, ἄν δέν εἶναι ἔμπειρος, τότε παραμονεύει ὁ κίνδυνος νά ξεστρατίσουν καί οἱ δύο καί νά βρεθοῦν μακρυά ἀπό τόν ἀρχικό προορισμό τους, ἤτοι νά πέσουν μέσα στόν «βόθυνον» τῆς πλάνης καί τῆς αἰώνιας ἀπώλειας, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶπε: «Μήτι δύναται τυφλός τυφλόν ὁδηγεῖν; οὐχί ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται;».

Βέβαια, ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτή πού φωτίζει τόν πνευματικό πατέρα στό σοβαρό καί ὑπεύθυνο ἔργο του, πού εἶναι ὄντως μυστήριο, ἀλλά καί ὁ ἴδιος θά πρέπει νά ἔχη τήν δυνατότητα νά δέχεται τόν φωτισμό τῆς Θείας Χάριτος. Αὐτό σημαίνει ὅτι πρέπει νά ἔχη καθαρή καρδιά καί φωτισμένο νοῦ, ἤ τουλάχιστον νά εὑρίσκεται σέ αὐτήν τήν προοπτική τῆς καθάρσεως καί τοῦ φωτισμοῦ, καί νά ἀγωνίζεται νά ἐπιτύχη τόν προσωπικό του ἁγιασμό. Ἀλλά καί νά ἀκολουθῆ τήν ἀποκαλυπτική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτή ἐκφράζεται ἀπό τούς Προφήτας, τούς Ἀποστόλους καί τούς ἁγίους Πατέρας, μεταξύ τῶν ὁποίων, ὅπως τονίζει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος, ὑπάρχει ἑνότητα.

Μέσα στήν Ἐκκλησία ὅλα εἶναι Θεανθρώπινα, ἀφοῦ γίνονται μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί τήν συνέργεια τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος ἐνεργεῖ τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ ἄνθρωπος συνεργάζεται μέ τόν Θεό. Ὅταν, λοιπόν, ὑπάρχη αὐτή ἡ συνεργασία, τότε, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο φτεροῦγες μέ τίς ὁποῖες μπορεῖ νά πετάξη στόν οὐρανό. Ἡ μία ἀπό αὐτές τίς φτεροῦγες εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἄλλη εἶναι ἡ συνεργασία τοῦ ἀνθρώπου, πού συνίσταται στόν ἀγώνα του νά ζῆ σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, οὕτως ὥστε μέ τήν Χάρη Του νά μπορέση νά νικήση τά πάθη του, τά ὁποῖα ὑψώνονται σάν τεῖχος ἀνάμεσα σέ αὐτόν καί στόν Θεό καί ἐμποδίζουν τήν μεταξύ τους κοινωνία.

Δεύτερον. Ὁ ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἀναγέννησή του δέν εἶναι ἀντίθετος μέ τόν ἀγώνα του γιά τήν ἀνακαίνιση καί τήν εὐπρέπεια τῶν χώρων λατρείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, μᾶλλον ὁ πρῶτος εὐνοεῖ τόν δεύτερον. Μέ ἄλλα λόγια οἱ ἀναγεννημένοι ἐν Χριστῷ, ἤτοι οἱ ἅγιοι, ἀλλά καί ὅσοι ἀγωνίζονται νά θέσουν τόν ἑαυτό τους στήν προοπτική τοῦ ἁγιασμοῦ, αὐτοί φροντίζουν γιά τήν ἀνακαίνιση καί τήν εὐπρέπεια τῶν Ἱερῶν Ναῶν καί τῶν Ἱερῶν Μονῶν. Ἄλλωστε, ἄν κάποιος ἀγαπᾶ τόν χῶρο πού μένει καί τόν φροντίζει, πόσο μᾶλλον θά πρέπει νά σέβεται, νά ἀγαπᾶ καί νά φροντίζη τούς χώρους πού εἶναι ἀφιερωμένοι στήν λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Αὐτό πρακτικά σημαίνει ὅτι γιά τήν ἀνέγερση τῶν Ἱερῶν Ναῶν καί τῶν Ἱερῶν Μονῶν θά πρέπει νά χρησιμοποιοῦνται ὑλικά πού ἀντέχουν στόν χρόνο, τούς σεισμούς καί γενικά σέ ὅλες τίς καιρικές συνθῆκες. Καί γιά τήν διακόσμησή τους ἐπιβάλλεται νά τοποθετοῦνται σκεύη καί ἀντικείμενα πού εἶναι συμβατά μέ τόν χῶρο, καί πού ἀντέχουν στόν χρόνο.

Ἐπίσης, εἶναι σημαντικό νά ἀνακαινίζονται, ὅπου, βέβαια, αὐτό εἶναι ἐφικτό, οἱ παλαιοί Ἱεροί Ναοί καί οἱ παλαιές Ἱερές Μονές, καί νά μή κατεδαφίζονται μέ εὐκολία, ἐπειδή σέ αὐτούς τούς χώρους ἔζησαν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι μέ τήν προσευχή τους, καί γενικότερα μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς τους ἁγίασαν καί τόν τόπο, ἀλλά καί τελέσθηκε ἐκεῖ ἐπανειλημμένως ἡ θεία Λειτουργία. Ἑπομένως, οἱ ἁγιασμένοι αὐτοί χῶροι πρέπει νά προσεγγίζονται μέ περισσή εὐλάβεια, ἀγάπη καί σεβασμό.

Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι πρότυπο Ἱεροῦ Ναοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ κόσμημα καί ἀρχιτεκτονικό ἀριστούργημα, πού ἀνηγέρθη μέ ἄριστα οἰκοδομικά ὑλικά, κυρίως δέ μέ ἀγάπη καί μεράκι, καί παραμένει ὄρθιος διά μέσου τῶν αἰώνων σέ πεῖσμα τοῦ χρόνου, τῶν ἰσχυρῶν σεισμῶν, τῶν ἀντίξοων καιρικῶν συνθηκῶν καί τῶν ἱστορικῶν συγκυριῶν, εἶναι ὁ Ἱερός Ναός τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας στήν Κωνσταντινούπολη.

Τά ἀρχιτεκτονικά καί πολιτιστικά μνημεῖα καί κυρίως οἱ χῶροι λατρείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ πρέπει νά προσεγγίζονται μέ περισσή εὐλάβεια, ἀλλά καί σεβασμό σέ ἐκείνους πού ἐκοπίασαν γιά τήν ἀνέγερσή τους, πολλές φορές μάλιστα, μέσα σέ δύσκολες περιόδους καί ἀντίξοες συνθῆκες.

Ὁ ἀγώνας γιά τήν πνευματική ἀναγέννηση αὐξάνει τήν ἀγάπη στόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, καθώς καί τόν σεβασμό στούς χώρους λατρείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί γενικότερα στά πολιτιστικά καί ἀρχιτεκτονικά μνημεῖα, τά ὁποῖα ἐξαίρουν τήν παράδοση ἑνός τόπου καί προάγουν τόν πολιτισμό του.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 1144