Skip to main content

Γεγονότα καὶ Σχόλια: Λαογράφοι καί λογοτέχνες - Ἐνίσχυση τῆς διορατικότητας

Λαογράφοι καί λογοτέχνες

Ὑπάρχει ἀπό παλιά μιά διαφορά προσέγγισης τῶν ἐθνικῶν μας θεμάτων, τῆς ἱστορίας καί τῆς παράδοσης τοῦ λαοῦ μας, μεταξύ τῶν διανοουμένων, τῶν πολιτικῶν καί ἀκαδημαϊκῶν δασκάλων ἀπό τήν μιά μεριά καί τῶν λογοτεχνῶν (συγγραφέων καί ποιητῶν) ἀπό τήν ἄλλη.

Γιά παράδειγμα: ὅλοι οἱ περί τόν Νικόλαο Πολίτη ἀσχολούμενοι ἐπιστημονικά μέ τήν Λαογραφία (ἀπό τόν 19ο αἰώνα) εἶχαν ὡς μοναδική τους ἔγνοια νά ἀποδείξουν τήν κατευθείαν σύνδεσή μας μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα.

Στόν ἀντίποδα τῶν ἐπιστημόνων τῆς Λαογραφίας ἦταν οἱ λογοτέχνες, πεζογράφοι καί ποιητές, ὅπως ὁ Παπαδιαμάντης, ὁ Ἀργύρης Ἐφταλιώτης, ὁ Κωστῆς Παλαμᾶς κ.ἄ., πού ἀνεξάρτητα ἀπό τά ἐθνικά ὀνόματα, ἔβλεπαν τήν συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέσα στήν Ρωμηοσύνη, χωρίς διακοπή καί χωρίς ἱστορικά ἅλματα, ἀναγκαῖα σ’ αὐτούς πού λάτρευαν μόνον τόν Ἑλληνισμό τῆς ἀρχαιότητας.

Ἡ διαφορά προσέγγισης φαίνεται ὅτι φτάνει μέχρι τίς μέρες μας. Αὐτό φαίνεται καθαρά στήν ἀντιμετώπιση τοῦ Γιώργου Σεφέρη, ὡς διπλωμάτη καί ποιητή.

Ἐνίσχυση τῆς διορατικότητας

Μέ ἀφορμή τήν ἐπέτειο τῶν πενήντα χρόνων ἀπό τόν θάνατο τοῦ Γιώργου Σεφέρη διαβάσαμε δύο κείμενα δημοσιευμένα στήν ἴδια ἐφημερίδα (Τό Βῆμα, 19.9.2021), στά ὁποῖα φαίνονται οἱ διαφορετικές προσεγγίσεις. Τό ἕνα, τοῦ Νάσου Βαγενᾶ, ἔχει τίτλο: «Ἡ διαρκής ἐπικαιρότητα τοῦ Σεφέρη». Τό ἄλλο, τοῦ Παναγιώτη Κ. Ἰωακειμίδη, ἔχει τίτλο: «Γ. Σεφέρης: ὁ (ἀμφιλεγόμενος) διπλωμάτης...».

Ὁ πρῶτος ἀρθρογράφος, καθηγητής τῆς θεωρίας καί κριτικῆς τῆς Λογοτεχνίας, σημειώνει τήν σύμπτωση τῶν διακοσίων χρόνων ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 μέ τά πενηντάχρονα ἀπό τόν θάνατο τοῦ ποιητῆ καί ἐπεξηγεῖ: «Ἡ σύμπτωση δέν θά εἶχε ἰδιαίτερη σημασία, ἄν τό λογοτεχνικό ἔργο τοῦ Σεφέρη δέν συνδεόταν καί μέ τήν ἀποτύπωση τῆς ἱστορικῆς φυσιογνωμίας τῆς χώρας μας». Ἡ ποιότητα αὐτῆς τῆς σύνδεσης εἶναι «ἕνα ἀπό τά στοιχεῖα γοητείας τοῦ ποιητικοῦ καί τοῦ δοκιμιακοῦ ἔργου του», ἀλλά «καί τό κυριότερο αἴτιο ἀμφισβήτησής του». Γιά τίς ἀμφισβητήσεις μεταξύ ἄλλων σημειώνει: «σύμπασα ἡ ὀρθοπολιτική (κυρίαρχη στίς μέρες μας) κριτική, ὑπό τή μέθη τοῦ φετιχισμοῦ τῆς ἑτερότητας, βασίζει τήν ἀξιολογική κρίση της γιά τό ἔργο τοῦ Σεφέρη ὄχι στήν καλλιτεχνική του ποιότητα»· τό ἐπικρίνει «ὡς ἑλληνοκεντρικό».

Ὁ δεύτερος ἀρθρογράφος, καθηγητής καί διπλωμάτης, ἀναγνωρίζει τόν Σεφέρη ὡς μεγάλο ποιητή, ἀλλά ὡς διπλωμάτη τόν θεωρεῖ «ἀμφιλεγόμενο». Μιλᾶ ἐπικριτικά γιά τήν ἔντονη διαφωνία του μέ τήν συνθήκη τῆς Ζυρίχης, γιά τό Κυπριακό, στήν ὁποία βρίσκει μόνον συναισθηματικά αἴτια. Δέν θεωρεῖ τήν ἀντίρηση τοῦ Σεφέρη ὥριμη πολιτική θέση, τροφοδοτούμενη ἀπό τήν ἱστορία καί ἀπό τήν σαφῆ γνώση τῶν ἐθνικῶν κινδύνων πού ἐγκυμονοῦσε ἡ συμφωνία —κινδύνων πού ἐπιβεβαιώθηκαν μέ τήν εἰσβολή τῶν Τούρκων. Κατά τήν ἄποψή του ἡ διαφωνία ὀφειλόταν στήν «βαθιά συναισθηματική ταύτιση μέ τήν Κύπρο», στήν ὁποία, ὅπως ἔλεγε, ὁ Σεφέρης «νιώθει κανείς τήν Ἑλλάδα (ξαφνικά) εὐρύχωρη, πιό πλατιά» καί στήν ὁποία κατοικοῦσαν «400 χιλιάδες ψυχές ἀπό τήν καλύτερη, τήν πιό ἀτόφια Ρωμιοσύνη». Ὁ Σεφέρης βέβαια, μέ αὐστηρή διπλωματική λογική, ἔλεγε ὅτι μέ τήν συμφωνία «βάλαμε τήν ὑπογραφή μας κάτω ἀπό τόσα δικαιώματα τῆς Τουρκίας».

Πάντως, ὄχι μόνο ἡ ἐξωτερική πολιτική, ἀλλά καί ἡ ἐσωτερική χρειάζονται διορατικούς ἡγέτες, πού ἐνιχύουν τήν διορατικότητά τους μέ τήν πείρα τῆς ἱστορίας, τήν εὐαισθησία τοῦ ποιητῆ καί τήν πλούσια παράδοση τῶν πατέρων μας.

π.Θ.Α.Β.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ

  • Προβολές: 1403