Skip to main content

Ὁ πνευματικός καταρράκτης τῆς Ἐδέσσης

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα κατά τήν θεία Λειτουργία τῆς Ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Καλλινίκου στήν Ἔδεσσα. (8-8-2023)

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας καί ἀγαπητέ ἐν Χριστῷ ἀδελφέ Ἰωήλ, θά ἤθελα νά σᾶς εὐχαριστήσω θερμά γιά τήν πρόσκληση πού μοῦ ἀπευθύνατε, ἄν καί εἶναι ἀνοιχτή πάντοτε ἡ πρόσκληση γιά μένα ἀπό τήν ἀγάπη σας, τήν καρδιά σας, νά ἔρθω σήμερα αὐτήν τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Καλλινίκου σέ αὐτήν τήν πόλη, στήν ὁποίαν ἔζησε ὁ ἅγιος Καλλίνικος, σέ αὐτόν τόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Σκέπης πού ἐνθρονίστηκε ὁ ἅγιος Καλλίνικος καί ἐδῶ λειτουργοῦσε, καί νά λειτουργήσουμε σήμερα καίνά ἀσπαστοῦμε τά ἱερά λείψανά του, μαζί μέ τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καστορίας καί ἀγαπητό ἐν Χριστῷ ἀδελφό Καλλίνικον.

Εἴμαστε, ἀγαπητοί ἀδελφοί, καί οἱ τρεῖς συνδεδεμένοι στενά μέ τήν πόλη αὐτή τῆς Ἐδέσσης. Ὁ Μητροπολίτης Ἰωήλ εἶναι Μητροπολίτης αὐτῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὁπότε παραμένει συνεχῶς ἔχοντας αὐτό τόν τίτλο, ὡς Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Ἐγώ μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ὑπηρέτησα, ὅπως εἶπε ὁ Σεβασμιώτατος γιά πολλά χρόνια σέ αὐτήν τήν Ἱερά Μητρόπολη καί στό τέλος ἔγινα καί ἐπίτιμος δημότης τῆς πόλεως αὐτῆς καί εἶναι μέσα στήν καρδιά μου αὐτή ἡ πόλη τήν ὁποία θεωρῶ ὡς γενέτειρά μου ἐκκλησιαστικῶς, καί εἶναι ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς γενέτειρά μου. Καί ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καστορίας Καλλίνικος, ὁ ὁποῖος εἶναι γέννημα καί θρέμμα αὐτῆς τῆς πόλεως. Καί εἴμαστε καί οἱ τρεῖς συνδεδεμένοι μεταξύ μας, ἀλλά καί ἀγαπητοί τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, τοῦ Ἱεράρχου πού τιμοῦμε καί μακαρίζουμε σήμερα.

1. Τό Συναξάριο τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία

Συνήθως λέμε ὅτι κάποιου ἁγίου ἔγινε ἡ ἁγιοκατάταξη, μερικοί λένε ἡ ἁγιοποίηση. Ὁ ὀρθός ὅρος δέν εἶναι ἁγιοποίηση, διότι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο δέν κάνει ἁπλῶς ἁγίους, ἀλλά συναριθμεῖ μερικούς οἱ ὁποῖοι ἔχουν διαπρέψει στόν βίο καί ἔχουν ὅσιο βίο, στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Ὁπότε, ἔχουμε τήν συναρίθμηση τοῦ ἁγίου Καλλινίκου στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας πού ἔγινε πρίν ἀπό τρία χρόνια. Αὐτό, βέβαια, γίνεται μέ τήν ἔννοια ὅτι ἡ συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος ἀναγνωρίζει τήν ὕπαρξη ἑνός ἁγίου. Στήν συνέχεια ὁ Μητροπολίτης τοῦ τόπου αὐτοῦ ἐπιβεβαιώνει αὐτήν τήν ὀρθόδοξη συνείδηση τοῦ λαοῦ καί γίνεται ἡ ἀναφορά στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Καί ὅταν ὑπάρχουν τά πνευματικά κριτήρια, ὅπως ἐδῶ στήν περίπτωση αὐτή, τότε συναριθμεῖται στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, σέ αὐτό πού λέμε ἱερό Συναξάριον.

Τό ἱερό Συναξάριον, τό ὁποῖο διαβάζουμε τό πρωΐ στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί μάλιστα μετά τήν ἕκτη Ὠδή, εἶναι ἡ πραγματική ἐκκλησιαστική ἱστορία. Τό Συναξάριο δέν εἶναι ἁπλῶς μία προσευχή πού κάνουμε, εἶναι καί προσευχή, ὅταν λέμε «τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Καλλινίκου, Μητροπολίτου Ἐδέσσης, καί λέει «ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται», τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ὁ ἅγιος.. ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται ἤ ξίφει τελειοῦται, δέν τελειώνει, ἀλλά τελειοῦται. Αὐτό ἔχει πολύ μεγάλη σημασία. Τό Συναξάριο εἶναι ἡ πραγματική ἐκκλησιαστική ἱστορία.

Συνήθως ἐμεῖς θεωροῦμε ὅτι ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι τά γεγονότα πού καταγράφονται στόν ἱστορικό χῶρο καί χρόνο, αὐτά πού ἐμεῖς λαμβάνουμε γνώση μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία μας μέ τά μάτια, μέ τήν ἀκοή κλπ. Αὐτά νομίζουμε ὅτι εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία. Νομίζουμε ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι τό πότε χειροτονεῖται κάποιος Πατριάρχης, τό πόσα χρόνια παρέμεινε στόν ἀρχιερατικό θρόνο. Εἶναι καί αὐτό ἕνα γεγονός τῆς ἱστορίας, ἀλλά τελικά ἡ πραγματική ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι τά Συναξάρια τῶν ἁγίων, διότι αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Τό κατ’ εἰκόνα εἶναι τό εἶναι καί τό ἀεί εἶναι, κατά ἀπό τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, ἐνῶ τό καθ’ ὁμοίωση στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ θέωση. Καί ἡ λέξη θέωση εἶναι διάχυτη μέσα στά πατερικά κείμενα καί στήν ἐκκλησιαστική παράδοση. Ἐκεῖνος πού διαρκῶς ἁγιάζεται, λέγεται θεούμενος. Δέν εἶναι κάποιος ὁ ὁποῖος θεώθηκε, ἀλλά εἶναι ὁ διαρκῶς θεούμενος μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί μέ τήν ἱερά ἄσκηση.

Καί ἐδῶ εἶναι τό σημαντικό, τό ὅτι σέ αὐτήν τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία πού εἰσέρχονται οἱ ἅγιοι, εἰσῆλθε καί ὁ ἅγιος Καλλίνικος. Εἰσῆλθε ὡς Μητροπολίτης Ἐδέσσης, ὁπότε καί ἡ Ἔδεσσα εἰσῆλθε μέσα στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία μέ τό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Καλλινίκου. Δέν εἶναι ἀναγνωρισμένος ἅγιος ὡς προερχόμενος ἀπό τήν πατρίδα του. Φυσικά, ἔχει καταγωγή ἀπό τά Σιταράλωνα τοῦ Θέρμου, ἀπό τά μέρη τῆς Αἰτωλοακαρνανίας, στήν ὁποία ὑπηρετῶ, ἔχει τήν καταγωγή ἀπό ἐκεῖ, ἀλλά δέν ἔχει ἀναγνωρισθῆ καί δέν ἔχει συγκαταριθμηθῆ στό Ἁγιολόγιο ὡς προερχόμενος ἀπό τήν Αἰτωλοακαρνανία, ἀλλά ὡς Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Αὐτό σημαίνει, αὐτό πού εἶπα καί πρίν, ὅτι μέ τόν ἅγιο Καλλίνικο πέρασε ἡ Ἔδεσσα καί εἰσῆλθε μέσα στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, στά Συναξάρια τῶν Ἁγίων. Διαφορετικά θά εἶναι στίς βιβλιοθῆκες τῶν ἀνθρώπων, στά βιβλία, ἀλλά δέν θά ἦταν μέσα στήν μνήμη τῆς Ἐκκλησίας μας.

Καί εἶναι πάρα πολύ σημαντικό τό νά περάση κάποιος ἅγιος ἀπό μία περιοχή καί ἰδιαιτέρως αὐτός νά εἶναι Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης, καί αὐτός νά εἶναι θεούμενος• ὄχι ἁπλῶς νά ἔχη τήν ἀποστολική διαδοχή, γιατί ὅλοι ἔχουμε τήν ἀποστολική διαδοχή, ἀλλά νά ἔχη καί τήν ἀποστολική ζωή. Πρέπει νά συνδέονται καί τά δύο αὐτά. Ἐκεῖ φαίνεται καί ἡ ἁγιότητα πού ἐκφράζεται μετά μέ ὅλη τήν ζωή του καί μέ τά θαύματα τά ὁποῖα κυρίως ἐπιτελεῖ, δεῖγμα ὅτι εὐηρεστήθη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Διότι, λέει ὁ ἅγιος Σιλουανός, μερικοί νομίζουν ὅτι τά θαύματα τά κάνουν οἱ ἅγιοι, ὅμως δέν τά κάνουν οἱ ἅγιοι, ἀλλά τά κάνει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό ὁποῖο παραμένει μέσα στήν Ἐκκλησία καί μέσα στούς ἁγίους.

Μέ αὐτήν τήν ἔννοια λέω ὅτι αὐτή ἡ πόλη δοξάστηκε ἐν τῷ Ἐπισκόπῳ καί ἐν τῷ Μητροπολίτῃ αὐτῆς, τόν ἅγιο Καλλίνικο. Δεκαοκτώ χρόνια ἐδῶ σέ αὐτόν τόν Ἱερό Ναό καί σέ ὅλη τήν ἐπαρχία, καί στήν ἐπαρχία Ἐδέσσης καί στήν ἐπαρχία Γιαννιτσῶν, καί στήν ἐπαρχία Ἀλμωπίας, καί στήν ἐπαρχία Κουφαλίων καί στήν Σκύδρα καί στήν Κρύα Βρύση καί παντοῦ ὅπου πῆγε, μετεκινεῖτο ἕνας ἅγιος καί εὐλογοῦσε ὅλους ἐκείνους τούς ὁποίους συναντοῦσε, καί λάμβαναν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐάν, βέβαια, εἶχαν καί ἐκεῖνοι τήν δυνατότητα νά ἀνταποκριθοῦν.

Τελοῦσε θεῖες Λειτουργίες παντοῦ, σέ ὅλες τίς Ἐνορίες καί σέ ὅλα τά χωριά, ἐξομολογοῦσε, ὅταν χρειαζόταν καί ὅποιος ἤθελε, βάπτιζε, στεφάνωνε, ἐκήδευε τούς ἀνθρώπους καί τούς προέπεμπε στήν ἄλλη ζωή, χειροτονοῦσε, καί μερικοί ἀπό τούς Ἱερεῖς, πού εἶναι ἐδῶ σήμερα παρόντες, εἶναι χειροτονήματα αὐτοῦ τοῦ ἁγίου ἀνθρώπου. Καί παντοῦ ὅπου πήγαινε, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, εὐλογοῦσε τόν τόπο. Πολύ σημαντικό αὐτό, νά περάση ἕνας ἅγιος καί νά εὐλογῆ τόν τόπο καί τούς ἀνθρώπους, ὥστε, ὅταν κανείς ἔχη μέσα του τίς προϋποθέσεις, νά λάβη αὐτήν τήν Χάρη, γιατί ὅλα εἶναι συνέργεια μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ.

2. Ἡ εὐλογία του στήν Ἔδεσσα

Ἀλλά, ἄς μοῦ ἐπιτρέψετε νά πῶ ὅτι ἰδιαιτέρως εἶχε μεγάλη τιμή αὐτή ἡ πόλη τῆς Ἐδέσσης, γιατί ἐδῶ ἦταν καί εἶναι ἡ ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί τόν περισσότερο καιρό παρέμενε ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἐδῶ στήν Ἔδεσσα. Καί ὅταν τόν ρωτοῦσαν τί σημαίνει Ἔδεσσα -ἤξερε τήν ἐτυμολογία τῆς λέξεως καί ἤξερε ὅτι Ἔδεσσα σημαίνει πόλις τῶν ὑδάτων- ἐκεῖνος ἔλεγε, «ὄχι, σημαίνει κάτι ἄλλο, σημαίνει ὅτι δένει τούς ἀνθρώπους, ὅποιος ἔλθει στήν Ἔδεσσα καί τήν ἀγαπᾶ δένεται μαζί της». «Μά, Σεβασμιώτατε, τοῦ ἀπάντησε κάποιος, ἡ Ἔδεσσα γράφεται μέ δύο σίγμα, ἐάν εἶναι ἀπό τό ρῆμα δένω ὁ ἀόριστος ἔδεσα θά ἦταν μέ ἕνα σίγμα». Ἀπαντοῦσε: «Ὄχι, ὄχι μέ δύο σίγμα, γιατί δένει δυό φορές τούς ἀνθρώπους πού τήν γνωρίζουν».

Καί ἄς μοῦ ἐπιτρέψετε νά πῶ καί μερικά παραδείγματα αὐτῆς τῆς εὐλογίας πού ἄφησε διάχυτα μέσα στήν πόλη αὐτή.

Συνήθως τά ἀπογεύματα, ἤθελε κάπου νά πάη νά ξεκουραστῆ ἀπό τήν πολύμοχθη διοικητική του διακονία. Σημειωτέον ὅτι ὁ ἴδιος ἦταν καί διοικητική διάνοια, δέν ἦταν μόνον ἅγιος. Πρόσφατα μιά καθηγήτρια τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης, ἡ ὁποία διδάσκει τήν διοργάνωση τῆς Ἐνορίας, ἐξέδωσε ἕνα βιβλίο, χωρίς νά τό γνωρίζω, ἀπό τά βιβλία πού διάβαζε καί κυρίως ἀπό τίς Ἐγκυκλίους τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, τό ὁποῖο διδάσκει στούς φοιτητές τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας, μέ τίτλο «Διοικητική διάνοια, ὁ ἅγιος Καλλίνικος Μητροπολίτης Ἐδέσσης». Καί λέει ὅτι διάβασε τίς Ἐγκυκλίους τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, τόν ὁποῖο δέν ἤξερε, καί ἤθελε νά δῆ τί εἶναι• καί κατάλαβε ὅτι δέν ἦταν μόνο ἅγιος, ἦταν καί διοικητική εὐφυΐα. Καί ἐπί τῇ βάσει τῆς ἐπιστημονικῆς βιβλιογραφίας τήν ὁποία κατεῖχε, αὐτό τό κατέγραψε. Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν, πράγματι, μιά διοικητική διάνοια καί εὐφυΐα, ἐκτός τῆς ἁγιότητος ἦταν καί ἔξυπνος.

Ἔμεινα δεκαπέντε χρόνια μαζί του στήν Μητρόπολη καί μέ ἀξίωσε ὁ Θεός νά τοῦ κλείσω τά μάτια καί τήν ὥρα πού ἔφευγε ἡ ψυχή του προσευχόμουν νά γίνη εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Κύριο τῆς δόξης.

Μοῦ ἔλεγε: «Πᾶμε, παιδί μου, μιά βόλτα μέσα στήν πόλη». «Ποῦ θά πᾶμε;», «Στό νοσοκομεῖο», στό παλαιό νοσοκομεῖο. Καί πηγαίναμε σιγά-σιγά, πολλή ὥρα τό ἔκανε, γιατί στόν δρόμο ἔβλεπε τά παιδάκια, τά χαιρετοῦσε. Ἐγώ δυσανασχετοῦσα: «Μά, λέω, πᾶμε γιά νά τελειώσουμε, ἔχουμε κι ἄλλες δουλειές». Λέει, «Παιδί μου, εἶμαι Ἐπίσκοπος καί πρέπει νά χαιρετῶ τόν κόσμο, κάποτε θά μέ θυμηθῆς».

Ἔβλεπε τά παιδάκια, τά χαιρετοῦσε, ἔδινε εἰκονίτσες στά παιδάκια, χαιρετοῦσε τούς ἀνθρώπους, τούς εὐλογοῦσε. Ἔμπαινε μέσα στό Νοσοκομεῖο, χαιρετοῦσε ὅλους ὅσοι ἦταν στούς θαλάμους, ρωτοῦσε τόν καθένα ἀπό ποῦ κατάγεται. Ἦταν ἐδῶ χθές, δέν ξέρω ἄν εἶναι καί τώρα κάποιος, ὁ ὁποῖος ἦταν νέος τότε καί κόπηκε τό πόδι καί ἦταν στό Νοσοκομεῖο. Τόν βρῆκε ὁ Καλλίνικος καί τοῦ λέει: «Δέν πειράζει, κάτι καλό θά γίνη σέ σένα στήν ζωή σου». Καί μοῦ λέει ὅτι ἔγινε κάποιο μεγάλο καλό.

Καθόταν στό κρεββάτι τῶν ἀσθενῶν καί ρωτοῦσε: «Τί ἀρρώστια ἔχεις;». «Ζάχαρο», «Ἄ, εἶσαι τυχερός γιατί ἐμεῖς ἀγοράζουμε τήν ζάχαρη, ἐσύ τήν ἔχεις τήν ζάχαρη». Εἶχε χιοῦμορ, ἦταν εὐφυής ἄνθρωπος. Εἶδε κάποιον πού δέν ἔβλεπε καί ἦταν τυφλός καί τοῦ εἶπε: «Εὐτυχῶς πού δέν βλέπεις• τί νά δῆς, παιδάκι μου, καί τί νά ἀκούσης; Ἁμαρτίες. Νά δῆς τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί νά ἀκούσης τήν φωνή τοῦ Θεοῦ». Πήγαινε μία ὥρα, δύο ὧρες ἀπό θάλαμο σέ θάλαμο, ἀπό κρεβάτι σέ κρεβάτι καί καθόταν καί εὐλογοῦσε τούς ἀνθρώπους.

Ἄλλη φορά μοῦ ἔλεγε : «Πᾶμε μία βόλτα», «Ποῦ;». «Ὑπάρχει κάποια κηδεία, πέθανε κάποιος ἄνθρωπος καί ἄφησε ὀρφανά;». Μάθαινε ποῦ ὑπῆρχε πόνος καί πηγαίναμε στό σπίτι, ἴσως καί ἀπρόσκλητοι. Εἰδοποιοῦσε, ὅτι θέλει ὁ Μητροπολίτης νά ἔλθη νά σᾶς δῆ. Εἶχε ἕνα χάρισμα παρακλητικό, χάρισμα παρακλήσεως, παρηγορητικό καί τόν θαύμαζα, καθόμουν καί τόν ἄκουγα. Ἄνοιγε τό στόμα του καί ἔλεγε παρηγορητικά λόγια. Συνήθως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, δεῖτε τούς πολιτικούς, μπροστά στόν θάνατο δέν ξέρουν τί νά ποῦν. Ἄν τούς πῆς νά ἐκφωνήσουν ἕναν ἐπικήδειο, δέν ξέρουν τί νά ποῦν, φοβοῦνται. Ἐκεῖνος ἄνοιγε τό στόμα του καί τήν καρδιά του καί ἔλεγε μέσα ἀπό τό Γεροντικό, μέσα ἀπό τό Λειμωνάριο τοῦ Μόσχου, τά ὁποῖα κατεῖχε πάρα πολύ καλά, ἔλεγε ἱστορίες γιά νά ἐμψυχώση καί νά παρηγορήση τούς ἀνθρώπους.

Σέ ἀνθρώπους φτωχούς οἱ ὁποῖοι ἑόρταζαν πήγαινε νά τούς πῆ τά «Χρόνια πολλά», νά καθίση στό σπίτι τους καί νά διδάξη. Ποτέ δέν καθόταν ἁπλῶς νά λέη λόγια κοινωνικῆς φύσεως καί πολιτικῆς φύσεως, πάντοτε ὁ λόγος του ἦταν Εὐαγγελικός καί Πατερικός.

Κάποτε-κάποτε μοῦ ἔλεγε: «Πᾶμε στήν Μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος, στόν Λόγγο». Κατεβαίναμε ἀπό τό μονοπάτι ἀπό τόν Ἅγιο Βασίλειο κάτω ἀπό τό Κανναβουργεῖο σιγά-σιγά. Μοῦ ἔλεγε διάφορες ἱστορίες ἀπό τό χωριό του, συζητούσαμε διάφορα ἐκκλησιαστικά θέματα καί κυρίως προσευχόταν. Ὅταν κατεβαίναμε στά μισά τοῦ Λόγγου, θαύμαζε τήν φύση. Μοῦ ἔλεγε, «Νά κάνουμε, παιδί μου, μιά προσευχή;». «Νά κάνουμε». Καθόταν ἐκεῖ σέ ἕνα βραχάκι καί προσευχόταν. Ἔλεγε ἕναν Ψαλμό τοῦ Δαβίδ, ἔλεγε δικά του λόγια. Πήγαινε στό Μοναστήρι, δίδασκε τίς μοναχές, ἔπειτα πηγαίναμε στόν Ναό τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ καί ἀπό κεῖ ἀνεβαίναμε ἐπάνω στήν Ἔδεσσα ἀπό τόν ἀγωγό, καί ἦταν συνεχῶς- συνεχῶς προσευχόμενος.

Γι’ αὐτό καί λέω ὅτι εὐλόγησε ὅλον τόν τόπο αὐτόν. Εὐλόγησε ὅλη αὐτήν τήν πόλη• τῆς ἔδωσε ἄπλετα τήν ἀγάπη του, τήν ἀγάπησε πάρα πολύ, ὥστε, ὅταν ἑπτά μῆνες ἦταν στό Νοσοκομεῖο ἔλεγε, «Τίποτα δέν θέλω• νά μέ ἀξιώση ὁ Θεός νά ἐπιστρέψω στήν Ἔδεσσα καί νά πεθάνω• ἁπλῶς νά τήν δῶ γιά τελευταία φορά». Καί τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά ἔρθουν τά λείψανά του ὡς Ἁγίου μέσα στόν Ἱερό αὐτόν Ναό.

Ἄρα, δέθηκε στενά μέ τήν Ἔδεσσα καί τήν ἔδεσε καί τήν πῆρε κοντά του στήν αἰωνιότητα. Λέμε: «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Καλλινίκου, Μητροπολίτου Ἐδέσσης». Πέρασε, ἐπαναλαμβάνω, ἡ πόλη αὐτή στό Συναξάριο.

Αὐτή ἡ πόλη εἶναι πολύ ὄμορφη, πάρα πολύ ὄμορφη καί, βέβαια, ἔχει τούς καταρράκτες της, τά εὐλογημένα αὐτά νερά πού πέφτουν συνεχῶς, ἀλλά ἀπό τήν ἡμέρα κυρίως τῆς ἁγιοκατατάξεώς του, ἔχετε ἐδῶ στήν Ἔδεσσα ἕναν πνευματικό καταρράκτη δωρεῶν, θαυμάτων• συνεχῶς γίνονται θαύματα τοῦ ἁγίου καί εὐλογημένου αὐτοῦ ἀνθρώπου.

Εἶναι, λοιπόν, ἕνας πνευματικός καταρράκτης πού ἀρδεύει αὐτήν τήν πόλη καί ὅλη τήν περιοχή. Καί ἰδιαιτέρως ἀγαπᾶ καί προσεύχεται γι’ αὐτούς πού ἔχουν προβλήματα -καί τό ἔχω διαπιστώσει- προβλήματα στόν ἐγκέφαλο ἀπό ὄγκους, ἀκριβῶς ἐκεῖ πού πόνεσε, ἀπό ἐκεῖνα πού πόνεσε, σέ ἐκεῖνα ἔχει εἰδική παρρησία καί τοῦ δίνει ὁ Θεός εἰδική εὐλογία.
Νά ἀγαπᾶμε, λοιπόν, καί τόν ἀγαπᾶμε αὐτόν τόν πνευματικό καταρράκτη τῆς Ἐδέσσης, καί νά ἔχουμε τήν Εὐλογία του, τήν Εὐλογία τοῦ Θεοῦ διά πρεσβειῶν του, ὥστε καί ἐμεῖς νά ἐξαγιαζόμαστε συνεχῶς καί νά ἀνεβαίνουμε καθ’ ἡμέραν ἀπό Χάριν σέ Χάριν σέ αὐτήν τήν πορεία καί νά εἴμαστε καί ἐμεῖς κατά Χάριν θεούμενοι. Ἀμήν.

  • Προβολές: 510