Skip to main content

Ὁ Γέροντάς μου, ὁ ἅγιος Καλλίνικος, Μητροπολίτης Ἐδέσσης

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἀπομαγνητοφωνημένη Συζήτηση μετά τήν ἑσπερινή ὁμιλία στό πλαίσιο τῶν ἑορτῶν «Δημήτρια 2020» τῆς Ἐνορίας Ἁγίου Δημητρίου Μπραχαμίου, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 2020 (Ἡ ὁμιλία δημοσιεύθηκε Ὁ Γέροντάς μου, ὁ ἅγιος Καλλίνικος, Μητροπολίτης Ἐδέσσης στὴν ἔντυπη ἔκδοση στὸ τεῦχος Νοεμβρίου 2023)

Ὁ Γέροντάς μου, ὁ ἅγιος Καλλίνικος, Μητροπολίτης Ἐδέσσηςπ. Ματθαῖος: Ξεκινῶ τώρα μέ κάτι πού εἶναι λίγο προσωπικό γιά νά ἐρεθίσουμε τόν Σεβασμιώτατο γιά νά μᾶς πῆ λίγο περισσότερα. Σεβασμιώτατε, σᾶς ἀξίωσε ὁ Θεός, καθόλου συμπτωματικά, τουλάχιστον νά ζήσετε πολύ κοντά μέ δύο ἐπισήμως ἀναγνωρισμένους ἁγίους, τόν ἅγιο Σωφρόνιο καί τόν ἅγιο Καλλίνικο. Θέλουμε, λοιπόν, τώρα νά μᾶς πῆτε τί σημαίνει συναναστροφή μέ ἕναν Ἅγιο καί ἄν θέλετε, πῶς εἶναι αὐτός ὁ Ἅγιος, ὥστε νά φύγη ἀπό τό νοῦ μας ἡ εἰκόνα πού ἔχουμε ἐμεῖς οἱ ἀδαεῖς περί Ἁγίου, πού πάντοτε τόν θεωροῦμε τρόπον τινά ἀπρόσιτο, νά ἵπταται, νά φωτοβολῆ, τέλος πάντων νά μήν εἶναι ἕνας, ὅπως καί ἐμεῖς.

Ἀπάντηση: Εὐχαριστῶ γιά τήν ἐρώτηση αὐτή. Θέλω νά πῶ ὅτι ἔλαβα πολλά δῶρα ἀπό τόν Θεό καί ἕνα ἀπό τά δῶρα αὐτά εἶναι καί τό ὅτι γνώρισα πολλούς ἁγίους. Καί μπορῶ νά πῶ ὅτι ξεκίνησα ἀπό τόν ἅγιο Καλλίνικο. Εἶναι μεγάλη εὐλογία ἀπό τόν Θεό αὐτό. Φυσικά, δέν μοῦ ἦρθαν ὅλα αὐτά οὐρανοκατέβατα, ἔκανα καί ἐγώ κάποιες θυσίες, ἀναζητοῦσα νά βρῶ τέτοιους ἁγίους ἀνθρώπους καί ἔτσι πῆγα κοντά στόν ἅγιο Καλλίνικο. Διά τοῦ Καλλινίκου ἀγάπησα τό Ἅγιον Ὄρος, τό ὁποῖο ἀγαποῦσα καί προηγουμένως, ἀλλά γνώρισα τόν ἅγιο Παΐσιο, γνώρισα τόν ἅγιο Σωφρόνιο, γνώρισα τόν ἅγιο Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη καί τά λοιπά.

Τώρα στήν ἐρώτησή σας γιά τό πῶς εἶναι ὁ Ἅγιος. Νομίζω ὅτι ὁ ἅγιος εἶναι ὁ πιό φυσικός ἄνθρωπος, δέν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος τόν ὁποῖο βλέπεις νά λάμπη, νά ἀκτινοβολῆ, μερικές φορές, βέβαια, βλέπεις καί τέτοια. Ὅταν λειτουργῆ, βλέπεις ὅτι αὐτός εἶναι ἅγιος. Ὅμως, τίς περισσότερες φορές βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἁπλός, ταπεινός, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀγάπη, ἐλευθερία, ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ τούς ἀνθρώπους καί τούς συμπονεῖ.

Θυμᾶμαι, σέ ἕνα Νοσοκομεῖο στήν Ἀθήνα, ἦλθε ὁ Ἱερεύς καί τοῦ εἶπε: «Σεβασμιώτατε, ἔχω πρόβλημα μέ ἕνα ἀπό τά παιδιά μου». Τοῦ εἶπε τί κάνει τό παιδί του καί τόν ρώτησε: «Τί πρέπει νά κάνω;». Καί ἐκεῖνος ἀπάντησε μονολεκτικά: «Ἀγάπη, ἀγάπη, ἀγάπη».

Θυμᾶμαι, μιά φορά στήν Ναύπακτο ἔγινε ἕνα Συνέδριο καί ὁμίλησαν μερικοί ψυχολόγοι γιά τήν ἐφηβική ἡλικία, γιά τά προβλήματα πού ἔχουν οἱ νέοι στήν ἐφηβική ἡλικία, ὅτι ἡ ἐφηβεία ὁμοιάζει μέ τό Αἰγαῖο Πέλαγος, μέ τόν Ὠκεανό, πού ἔχει πολλά κύματα καί πολλά ἄλλα. Ἐγώ ἀποροῦσα, γιατί δέν τά πέρασα ὅλα αὐτά. Καί στό τέλος μοῦ εἶπαν νά πῶ κάτι καί εἶπα:

«Ἄκουσα τόσα περίεργα πράγματα, πού ἐγώ δέν τά ἔχω περάσει, δέν ἔχω περάσει ἔτσι στήν ἐφηβική ἡλικία. Γιατί; Διότι ἀπό μικρό παιδί ἀπό τούς γονεῖς μου ἔζησα πάρα πολλή ἀγάπη, δηλαδή θά ἔλεγα γέμισα ἀπό ἀγάπη ἀπό τούς γονεῖς μου, ἀπό τόν πρῶτο πνευματικό μου πατέρα, πού ἦταν ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός, μετά ἀπό τόν ἅγιο Καλλίνικο, ἀπό ἄλλους ἁγίους».

Θέλω νά πῶ ὅτι πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος ἦταν ἕνας φυσικός ἄνθρωπος, ἕνας κατά φύσιν ἄνθρωπος, πού εἶχε μιά πολύ μεγάλη ἀγάπη. Σᾶς τό εἶπα καί προηγουμένως, ὅτι δέν μέ συμβούλευε ποτέ, δέν μοῦ ἔκανε παρατηρήσεις, ἀλλά καί, ὅταν εἶχε κάτι νά μοῦ πῆ, μοῦ τό ἔλεγε μέ ἕναν τρόπο πολύ εὐγενικό.

Μία φορά, θυμᾶμαι, κάτι εἶπα πού δέν τοῦ ἄρεσε, ἀλλά ἐκεῖνος δέν μοῦ εἶπε «δέν μοῦ ἀρέσει αὐτό» ἤ «τί εἶναι αὐτό πού λές;», ἀλλά ἁπλῶς μοῦ εἶπε: «Αὐτό πού εἶπες τώρα δέν ταιριάζει μέ τό ὕψος σου, μέ τήν θεολογία σου», τίποτε ἄλλο, δέν ἔλεγε πολλά λόγια, λίγα λόγια καί πάρα πολύ μεγάλη ἀγάπη.

Ναί, ὁ ἅγιος εἶναι ἕνας φυσικός ἄνθρωπος πού μερικές φορές, βέβαια, καταλαβαίνεις ὅτι κάτι ἄλλο ἔχει μέσα του, καί σέ ἑλκύει ἡ ἀγάπη του καί ἡ καλοσύνη του.

 

Ἐρώτηση. Σεβασμιώτατε, σᾶς εὐχαριστοῦμε. Μπορεῖτε νά μᾶς πῆτε λίγα λόγια σχετικά μέ τήν ἁγιοποίηση καί πῶς γίνεται ἡ Πράξη τῆς ἁγιοποίησης;

Ἀπάντηση: Εὐχαριστῶ πολύ γιά τήν ἐρώτηση. Ὑπάρχει ὁ ὅρος ἁγιοκατάταξη καί ὄχι ἁγιοποίηση, διότι εἶναι ἅγιος, δέν τόν ἁγιοποιεῖ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία, ὅταν κατατάσση κάποιον στό Ἁγιολόγιό της, δέν τόν ἁγιοποιεῖ, γιατί εἶναι ἅγιος, ἁπλῶς μέ Πράξη της ἀναγνωρίζει τήν συνείδηση τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος μαρτυρεῖ γιά τήν ἁγιότητά του, ἡ ὁποία φαίνεται μέ σημεῖα καί θαύματα καί τόν κατατάσσει στό Συναξάρι της, στό Ἁγιολόγιό της. Αὐτό λέγεται ἀπόφαση κατατάξεως στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι στήν πραγματικότητα αὐτό πού λέμε ἁγιοκατάταξη, μέ τήν ἔννοια ὄχι ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τόν ἔκανε ἅγιο, ἀλλά ἦταν ἅγιος καί τόν ἐνέγραψε στό Συναξάρι τῆς Ἐκκλησίας.

Μερικοί εἶπαν ὅτι ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος ἦταν ἅγιος, ἀλλά ὑπάρχουν καί ἄλλοι ἅγιοι. Φυσικά, ὑπάρχουν πολλοί ἅγιοι, ἀφοῦ αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, νά ἁγιάζη τούς ἀνθρώπους, κατά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ «ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. α΄, 16), ἀλλά πρέπει νά γίνουν κάποιες ἐνέργειες. Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι πρέπει ἡ συνείδηση τοῦ λαοῦ νά τό μαρτυρήση, καί στήν συνέχεια ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ τόπου νά τό ἐπιβεβαιώση καί νά τό ἀναφέρη στήν Σύνοδό του.

Στήν συγκεκριμένη περίπτωση ὁ ἅγιος Καλλίνικος δέν ἦταν πολύ γνωστός ὡς ἅγιος ἔξω ἀπό τόν χῶρο τῆς Μητροπόλεώς του, γι’ αὐτό καί κάποιος εἶπε: «Ἐγώ δέν τόν ἤξερα ὡς ἅγιο». Φυσικά, δέν τόν ἤξερε, γιατί ὁ Καλλίνικος εἶχε μέσα του τήν ἀρχή τοῦ «λάθε βιώσας». Ἦταν πολύ ἁπλός, ταπεινός καί περιοριζόταν στήν Μητρόπολή του. Ὁ λαός τῆς Μητροπόλεώς του ἤξερε ὅτι ἦταν ἅγιος, ἐν ζωῇ καί μετά τήν κοίμησή του.

Τριανταέξι χρόνια πού πέρασαν ἀπό τήν κοίμησή του, δέν ἔμεινε ποτέ τό καντήλι του σβηστό. Πήγαιναν τήν ἡμέρα καί τό ἄναβαν, μερικοί εἶχαν τάμα νά ἀνάψουν τό καντήλι καί πήγαιναν στό κοιμητήριο νύχτα, καί 12 ἡ ὥρα, γιά νά τό βροῦν σβηστό καί νά τό ἀνάψουν, ἐπικαλοῦνταν δε τό ὄνομά του καί ἔβλεπαν ἰάσεις.

Ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωήλ τά ἔβλεπε αὐτά. Ὁπότε, ἀπέστειλε ἕνα ἔγγραφο στήν Ἱερά Σύνοδο, ἔλαβε στοιχεῖα καί ἀπό τά βιβλία τά ὁποῖα εἶχα συγγράψει, ἀλλά ἐβεβαίωσε καί ὁ ἴδιος, ὡς Μητροπολίτης τοῦ τόπου, τήν συνείδηση τοῦ λαοῦ ὅτι τόν ἀναγνωρίζει ὡς ἅγιο καί ἐπικαλεῖται τήν μνήμη του.

Πράγματι, πολλοί ὅλα αὐτά τά χρόνια πού πέρασαν, τήν ἡμέρα πού ἐκοιμήθη ἔκαναν θεία Λειτουργία, πήγαιναν στόν τάφο του, ἄναβαν κεριά. Ἔγιναν καί θαύματα. Τό πρῶτο θαῦμα ἔγινε τήν ἡμέρα τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας του, στήν κηδεία του. Δέν θελω νά σᾶς πῶ λεπτομέρειες.

Ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωήλ τά ἔβλεπε αὐτά τριάντα ἕξι χρόνια, ἦταν ἱεροκήρυκας ἐκεῖ καί μετά ἔγινε Μητροπολίτης, διάβασε καί τά βιβλία τά ὁποῖα, βεβαίως, εἶχα δημοσιεύσει, καί ἀπέστειλε ἔγγραφο στήν Ἱερά Σύνοδο στό ὁποῖο διαβεβαίωσε τήν συνείδηση τοῦ λαοῦ ὅτι εἶναι ἅγιος καί πρότεινε τήν ἁγιοκατάταξή του. Ἡ ἀναγνώριση ἑνός ἀνθρώπου ὡς ἁγίου πρέπει νά προέλθη μέσα ἀπό τόν εὐσεβῆ λαό.

Ὁπότε, πῆγε τό θέμα στήν Ἱερά Σύνοδο, ἡ ὁποία τό ἔγγραφο τοῦ Μητροπολίτου τό παρέπεμψε στήν Συνοδική Ἐπιτροπή Νομοκανονικῶν, ἐκεῖ ἔγινε συζήτηση, ἡ Ἐπιτροπή αὐτή ἔστειλε τήν γνωμοδότησή της στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀποφάνθηκε καί ἔστειλε τήν πρότασή της στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως.

Δέν ὑπάρχουν ἱεροί Κανόνες πού νά ρυθμίζουν τό πῶς γίνεται ἡ ἁγιοκατάταξη ἑνός ἀνθρώπου, δέν ὑπάρχει κάποιος ἰδιαίτερος Κανόνας. Ἡ βασική ἐκκλησιολογική ἀρχή εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ τόπου πού ἐπικυρώνει καί ἐπιβεβαιώνει τήν μαρτυρία τοῦ λαοῦ ὅτι εἶναι ἅγιος καί στήν συνέχεια στέλνει τήν μαρτυρία στήν Ἱερά Σύνοδο καί ἡ Σύνοδος μετά τό στέλνει στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.

Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο παρέπεμψε τήν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν δική του Κανονική Ἐπιτροπή καί ἔγινε νέα ἐξέταση ὅλων τῶν στοιχείων. Ἐστάλησαν ὅλα τά στοιχεῖα, βιβλία τά ὁποῖα ἐγράφησαν, εἰκόνες πού ἔχουν ἁγιογραφηθῆ.

Ἤδη ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωήλ, ὡς ὑμνογράφος πού εἶναι, ὁ ὁποῖος ἔγραψε πάνω ἀπό 200 ἀκολουθίες σέ Ἁγίους, ἔχει βεβαία τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Καλλίνικος ἦταν ἅγιος, γι’ αὐτό καί συνέταξε τίς ἀκολουθίες του καί πρίν ἀκόμη ἐκδοθῆ ἡ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἐστάλησαν, λοιπόν, στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο οἱ ἀκολουθίες στήν μνήμη του καί οἱ Χαιρετισμοί καί ὁ Παρακλητικός Κανόνας. Καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐξέδωσε τήν Πράξη γιά τήν ἐγγραφή του στό Συναξάρι τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτές ἦταν οἱ ἐνέργειες πού ἔγιναν καί αὐτή εἶναι ἡ πορεία ἁγιοκατατάξεως ἑνός ἀνθρώπου.

 

Ἐρώτηση: Ποια ἦταν τά στοιχεῖα τῆς ἁγιότητός του;

Ἀπάντηση: Νομίζω ὅτι εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα στήν ὁμιλία ὅτι ἀπό μικρός ζοῦσε τήν ἐγκράτεια, τήν σωφροσύνη, τήν παρθενία, ἀγαποῦσε πάρα πολύ τόν Θεό, ἀγαποῦσε τούς ἀνθρώπους. Καί μετά ὡς Μητροπολίτης εἶχε διάφορα προβλήματα, συκοφαντήθηκε καί πάντοτε ἔδειχνε ὑπομονή καί καρτερία καί ἔλεγε: «Θά λαλήση ὁ οὐρανός».

Δέν ξέρω ἄν πρέπει νά τό πῶ, ἀλλά θά τό πῶ. Θά γίνη ἡ ἐπίσημη ἀνακομιδή τῶν λειψάνων στίς 15 Ὀκτωβρίου. Ἀλλά, ἐπειδή δέν θά μπορούσαμε ἐκείνη τήν ἡμέρα νά πᾶμε καί νά κάνουμε τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του, ἔπρεπε νά γίνη μιά προετοιμασία, διότι θά μποροῦσε ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ καιρός νά μήν ἦταν κατάλληλος. Ὁπότε, κάναμε τήν προετοιμασία καί πήγαμε στίς 25 Σεπτεμβρίου, ἀνοίξαμε τόν τάφο γιά νά βροῦμε τά λείψανα.

Ἐκεῖνο πού ἔκανε σέ ὅλους ἐντύπωση εἶναι ὅτι, καθώς βρήκαμε τά ἱερά λείψανα σέ ἑνάμιση μέτρο κάτω στήν γῆ, πρῶτα βγάλαμε τήν ἁγία κάρα του καί εἶχε ἔνα χρῶμα κεχριμπαρένιο, ὅλα τά λείψανα ἦταν κεχριμπαρένια σάν ὥριμο κυδώνι καί σέ μερικά σημεῖα εἶχαν κολλήσει καί τά ράσα του ἐπάνω στά ἱερά λείψανά του. Εἶχε κατεβῆ στόν τάφο ὁ ὁδηγός τοῦ αὐτοκινήτου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης καί μέ πολλή προσοχή καθάριζε τό χῶμα γιά νά βγάλη τά ἱερά λείψανα. Ὅταν ἔβγαλε τό δεξί χέρι, βγῆκε μιά εὐωδία καί φώναξε: «Εὐωδία, εὐωδία!»! Καί στήν συνέχεια βγῆκε εὐωδία, ὅταν ἔβγαζε τήν λεκάνη του.

Τί ἑρμηνεία δώσαμε; Τό δεξί χέρι ἔδειχνε τήν καθαρότητα μέ τήν ὁποία τελοῦσε τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τό Μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης πού ἔκανε χειροτονίες, τό πῶς χειροτονοῦσε, τό ὅτι πρόσεχε ποιόν θά χειροτονήση καί, βεβαίως, ἡ ἐλεημοσύνη του. Ὅπως σᾶς εἶπα στήν ὁμιλία μου, τό δαιμόνιο φώναζε: «Αὐτός ἁγίασε μέ τό ἄδειο, τό τρύπιο πορτοφόλι του». Τό πορτοφόλι ἦταν τρύπιο, δέν κρατοῦσε χρήματα, γι’ αὐτό εὐωδίαζε τό δεξί του χέρι. Ἔπειτα ἡ ευωδία τῆς λεκάνης ἔδειξε τήν καθαρότητα, τήν ἁγνότητά του καί τήν ἐγκράτειά του, τήν ἀσκητικότητά του.

Καί τά δύο αὐτά ἱερά ὀστᾶ εὐωδίασαν. Καί ἔγιναν ἀντιληπτά στούς ἀνθρώπους πού ἦταν ἐκεῖ. Βγῆκε μιά εὐωδία καί μετά σταμάτησε. Ἄν ἦταν κάτι τό ὁποῖο θά συνέχιζε, ἴσως θά ἔλεγε κανείς ὅτι προῆλθε ἀπό κάποιο λουλούδι πού ἦταν ἐκεῖ. Βγῆκε, λοιπόν, μιά πολύ μεγάλη, δυνατή εὐωδία καί σταμάτησε.

Ἑπομένως, θεωρῶ ὅτι τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τῆς ἁγιότητός του ἦταν ἡ ἀσκητική του ζωή, ἡ ὑπομονή του, εἶχε πολύ μεγάλη ὑπομονή στίς συκοφαντίες, στίς διαβολές γενικότερα, ἡ ἀγάπη του, καί αὐτά πού σᾶς εἶπα, ἡ ἐγκράτειά του καί «τό τρύπιο πορτοφόλι του». Καί, βεβαίως, ἦταν τά θαύματα πού ἔκανε ὅσο ζοῦσε, ὅπως ἰάσεις δαιμονιζομένων, καί μετά τήν κοίμησή του.

 

Ἐρώτηση: Ὁ π. Γεώργιος, Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τόν ὁποῖο ἀναφέρατε, ἔλεγε ὅτι ὑπάρχει σήμερα κρίση θεολογίας. Ποιά νομίζετε ὅτι εἶναι αὐτή ἡ κρίση τῆς θεολογίας; Ἐσεῖς γνωρίζατε καί τόν ἅγιο Σωφρόνιο καί τόν ἅγιο Παΐσιο. Ποιά ἦταν ἡ σχέση σας μαζί τους;

Ἀπάντηση.: Δέν θά ἀναφερθῶ στό θέμα τῆς κρίσεως τῆς θεολογίας, γιατί εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα. Ἀλλά, ἄν μπορῶ κάτι νά πῶ, εἶναι ὅτι τό κριτήριο μιᾶς θεολογίας εἶναι τό ἄν ἡ θεολογία ἀναδεικνύη ἁγίους. Ἡ θεολογία πού εἶναι θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων, αὐτή ἀναδεικνύει ἁγίους, αὐτή εἶναι πραγματική θεολογία. Μιά θεολογία πού εἶναι στοχαστική καί δέν ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν μέθεξη τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δημιουργεῖ φιλοσοφοῦντας ἀνθρώπους, αὐτή δέν εἶναι πραγματική θεολογία.

Ἐπειδή ἀναφέρατε, ὅμως, τόν π. Γεώργιο, τόν ὁποῖο γνώριζα καί ἐγώ, θέλω νά σᾶς πῶ ὅτι ὁ π. Γεώργιος ἐκτιμοῦσε τόν ἅγιο Καλλίνικο καί ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἐκτιμοῦσε τόν π. Γεώργιο, μάλιστα συνετέλεσε στό νά πάη ὁ π. Γεώργιος Ἡγούμενος στό Ἅγιον Ὄρος. Δέν μπορῶ νά σᾶς πῶ τώρα τήν ἱστορία σέ τί συνετέλεσε. Ἐκεῖνο πού ξέρω εἶναι ὅτι γιά δέκα χρόνια τό Μοναστήρι τοῦ ὁσίου Γρηγορίου ἔπασχε ἀπό διάφορες σχισματικές ἔριδες, δηλαδή μερικοί μοναχοί ἀντιδροῦσαν σέ διάφορες ἐνέργειες τοῦ Πατριάρχη, καί ὑπῆρχε πρόβλημα καί δέν καλοῦσαν Ἐπισκόπους στίς πανηγύρεις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἐπειδή μνημόνευαν τόν Πατριάρχη.

Ὅταν ὁ π. Γεώργιος ἔγινε Ἡγούμενος στήν Ἱερά Μονή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου, βρῆκε ἕνα Μοναστήρι τό ὁποῖο δέν εἶχε ἐπισκεφθῆ Ἐπίσκοπος γιά δέκα χρόνια, δέν δέχονταν Ἐπίσκοπο πού μνημόνευε τόν Πατριάρχη καί ὑπῆρχαν ζηλωτικές τάσεις ἀπό μερικούς. Ὅταν ἀποκατέστησε τά πράγματα μέ τήν θεολογία τήν ὁποία εἶχε, τόν πρῶτο χρόνο, δηλαδή ἕνα χρόνο μετά πού ἔγινε Ἡγούμενος, ἐπειδή ἐκτιμοῦσε τόν Καλλίνικο, τόν προσκάλεσε νά προστῆ τῆς πανηγύρεως τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.

Πήγαμε μαζί στήν πανήγυρη. Σέ βιβλίο πού ἔγραψα, διέσωσα τίς ὁμιλίες πού ἔγιναν στήν Τράπεζα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Θυμᾶμαι ὁμίλησε ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος καί καθώς ὁμιλοῦσε, χωρίς νά τό καταλαβαίνη, ἄγγιξε μερικά προβλήματα πού ὑπῆρχαν στό Μοναστήρι. Στήν συνέχεια, ὅταν ὁμίλησε ὁ Ἡγούμενος π. Γεώργιος, εἶπε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος ὁμίλησε μέ τόν τρόπο αὐτόν σάν νά τούς εἶχε ἐξομολογήσει, σάν νά ἤξερε τούς λογισμούς τους, διότι τόν φώτισε τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἐπειδή εἶναι Ἐπίσκοπος καί ἔχει τό χάρισμα τῆς ἀληθείας. Καί μάλιστα εἶπε ὅτι ὁμίλησε τόσο καθαρά γιά τά προβλήματα πού ἔχουν στό Μοναστήρι, ὥστε ἴσως νά μπῆκε σέ κάποιον μοναχό ὁ λογισμός ὅτι τοῦ εἶπε ὁ ἴδιος τά προβλήματα τῶν μοναχῶν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Ἀπάντησε ὁ Καλλίνικος: «Ὄχι, διαμαρτύρομαι, δέν μοῦ εἴπατε τίποτα ἐσεῖς». Δηλαδή, καταλάβαινε τούς λογισμούς τῶν ἀνθρώπων.

Καί νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο. Δέν εἶναι καθόλου παράδοξο τό ὅτι ὁ πρῶτος ὑποτακτικός τοῦ π. Ἐφραίμ τοῦ Κατουνακιώτη, ὁ π. Ἰωσήφ, κατάγεται ἀπό τά Γιαννιτσά, τόν ἤξερε ὁ Καλλίνικος καί τόν βοήθησε καί γιά νά γίνη μοναχός. Καί τό πιό ἀγαπητό πνευματικό παιδί τοῦ ἁγίου Παϊσίου εἶναι ὁ π. Παΐσιος Κυριακοῦ, πάλι ἀπό τά Γιαννιτσά. Καί μάλιστα, ὅταν αὐτός, ὁ π. Παΐσιος, ἤθελε νά γίνη μοναχός στό Ἅγιον Ὄρος καί ὑπῆρχε ἕνα ἐμπόδιο, ὁ ἅγιος Παΐσιος τοῦ εἶπε: «Θά πᾶς στόν Μητροπολίτη τόν Καλλίνικο καί θά κάνης ὅ,τι θά σοῦ πῆ». Ὁ ἅγιος Καλλίνικος τοῦ εἶπε τί ἔπρεπε νά κάνη καί ἦταν αὐτό πού ἔπρεπε νά γίνη. Γι’ αὐτό πῆγε ὁ ἅγιος Καλλίνικος καί χειροτόνησε τόν π. Παΐσιο στό Ἅγιον Ὄρος, καί εἶπε χαριτολογώντας στον ἅγιο Παΐσιο: «Πάτερ Παΐσιε, νά ‘ρθῆτε στήν Ἔδεσσα καί ἐγώ θά σᾶς ὑποδεχτῶ μέ τήν φιλαρμονική».

Καί κάποια φορά πού ὁ ἅγιος Παΐσιος θά ἐρχόταν στήν Ἔδεσσα γιά κάποιο θέμα, ὕστερα ἀπό ἕνα γράμμα πού τοῦ ἔστειλα, ἦταν 31 Δεκεμβρίου, ἦλθε στήν Μητρόπολη τήν ὥρα πού ἀπ’ ἔξω ἡ Φιλαρμονική Μουσική ἔψαλλε τά κάλαντα στόν Μητροπολίτη. Τρόπον τινά ἐπαληθεύτηκε αὐτό τό ὁποῖο τοῦ εἶχε πεῖ. Ὁ ἅγιος Παΐσιος ἔκανε ἐδαφιαία μετάνοια στον ἅγιο Καλλίνικο καί ὁ ἅγιος Καλλίνικος τόν σήκωνε ἀπό τό ἔδαφος.

Εἶναι πολύ σημαντικό ὅτι ὁ ἅγιος Καλλίνικος εἶχε ἐπικοινωνία καί μέ τόν ἅγιο Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη. Καί κάποτε πού ὁ ἅγιος Ἐφραίμ Κατουνακιώτης, ὡς ἄρρωστος, ἦταν σέ Νοσοκομεῖο στήν Ἀθήνα, ὁ Καλλίνικος πῆγε στό Νοσοκομεῖο καί τόν συνάντησε.

Εἶχε ἐπικοινωνία, ἐπίσης, καί μέ τόν ἅγιο Σωφρόνιο. Ἐγώ ἔγινα ἡ αἰτία νά ἔχουν αὐτήν τήν ἐπικοινωνία. Γι’ αὐτό, ὅταν πήγαμε στήν Ἀγγλία γιά τήν ἐγχείρηση, εἰδοποίησα τόν Γέροντα Σωφρόνιο, καί παρόλο πού ἦταν σέ μεγάλη ἡλικία καί σπάνια ἔβγαινε ἀπό τό Μοναστήρι του, ἔκανε μιάμιση ὥρα ταξίδι γιά νά ἔλθη στό Νοσοκομεῖο νά τόν δῆ. Καί καθώς ὁ ἅγιος Καλλίνικος καθόταν στήν καρέκλα τοῦ ἀσπάστηκε τό μέτωπό του καί τοῦ εἶπε: «Σᾶς εὐχαριστοῦμε, Σεβασμιώτατε, γιατί ἀγαπᾶτε τόν μοναχισμό». Καί ἀπάντησε ὁ ἅγιος Καλλίνικος: «Αὐτό δέν εἶναι τίποτα σπουδαῖο καί μεγάλο, γιατί ἀγαπῶ τόν ἑαυτό μου, μοναχός εἶμαι καί ἀγαπῶ τόν ἑαυτό μου». Εἴδατε πῶς ἐπικοινωνοῦν οἱ ἅγιοι μεταξύ τους;
Ἐγώ τουλάχιστον εἶπα κάπου ὅτι ἦταν ἕνα τρίγωνο καί ἐγώ κινούμουν μέσα σέ αὐτό τό τρίγωνο. Στήν κορυφή τοῦ τριγώνου ἦταν ὁ Γέροντάς μου, ὁ ἅγιος Καλλίνικος, στήν μιά γωνία τοῦ τριγώνου ἦταν ὁ ἅγιος Σωφρόνιος καί στήν ἄλλη ὁ ἅγιος Παΐσιος καί οἱ ἁγιορεῖτες πατέρες, καί κινούμουν συνεχῶς μεταξύ αὐτῶν, στροβιλιζόμουν κυριολεκτικά, ὄχι συμβολικά, μέσα στίς ἅγιες αὐτές μορφές.

Αὐτή ἡ θεολογία ἀναδεικνύει ἁγίους, γιατί εἶναι θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Κρίση ἔχει μιά θεολογία πού δέν εἶναι θεολογία τῶν ἁγίων καί δέν ἀναδεικνύει ἁγίους. Ἡ πραγματική θεολογία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτή πού ἐκφράζεται μέ τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση.

 

Ἐρώτηση: Μιλᾶτε συνεχῶς γιά τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση πού εἶναι οἱ βαθμίδες τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ Γέροντάς σας, ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος ἔφθασε στήν θέωση, εἶδε τό Φῶς τοῦ Θεοῦ;

Ἀπάντηση: Ἐκεῖνο πού κατάλαβα στόν ἅγιο Καλλίνικο ἀπό τήν ἀρχή ἦταν ὅτι ἦταν ἕνας ἀσκητής, τόν γνώρισα σέ μιά κατάσταση πού εἶχε καθαρθῆ, ἦταν καθαιρόμενος, δηλαδή δέν ἔβλεπες τίποτα ἐπάνω του πού νά σέ προκαλῆ. Δηλαδή, βλέπεις ἀνθρώπους πού ἔχουν διάφορα λάθη καί διάφορα πάθη, ὅμως σέ αὐτόν δέν ἔβλεπες τίποτε τό ἐμπαθές. Δέν ἔβλεπα ποτέ κάποιο πάθος τό ὁποῖο εἶχε μέσα του, πού σημαίνει ὅτι ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ἰσορροπημένος, νηφάλιος, πού βρισκόταν στήν βαθμίδα τῆς καθάρσεως.

Ἔπειτα, ἔβλεπα ὅτι ὁ νοῦς του ἦταν συνεχῶς στόν Θεό. Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνεχῶς στόν Θεό, αὐτό σημαίνει ὅτι ἔχει προσευχή, καί μάλιστα νοερά προσευχή.

Ἄλλωστε, τί θά πῆ κάθαρση, φωτισμός, θέωση; Θά πῆ ὅτι, ὅταν δέχεται κανείς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πού τόν καθαρίζει, τότε δέχεται τήν καθαρτική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, καί αὐτός εἶναι στήν κάθαρση· ὅταν δέχεται τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί αὐτό τοῦ προκαλεῖ προσευχή, τότε λέμε ὅτι αὐτή εἶναι φωτιστική ἐνέργεια· καί ὅταν κανείς φθάνη στό σημεῖο νά δῆ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, τότε λέμε ἔχει τήν θεοποιό ἐνέργεια.

Ἐκεῖνο πού ἔβλεπα ἐγώ στόν ἅγιο Καλλίνικο εἶναι ὅτι ἡ ζωή του ἀπό τά μικρά του χρόνια ἦταν ἐξαγιασμένη. Ὅσοι τόν γνώρισαν ἀπό τά μικρά του χρόνια, καί οἱ συγγενεῖς του, αὐτό ὁμολογοῦν. Σᾶς εἶπα προηγουμένως γιά κάποιο ἀπό τά ἀγαπητά του ἀνίψια, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀντιστράτηγος ἐν ἀποστρατείᾳ τώρα, καί μάλιστα τόν βάπτισε κιόλας καί τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Παῦλος πρός τιμήν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Αὐτός μοῦ ἔγραψε: «Ἦταν ἅγιος ἀπό μικρός». Δηλαδή, ὅσοι τόν ἔβλεπαν, ἔβλεπαν ὅτι μπροστά τους εἶχαν ἕναν ἅγιο. Ἑπομένως, δέν ἔβλεπες κάτι τό μεμπτό. Ἀκόμη κι ἄν καμιά φορά στενοχωριόταν ἀπό διάφορα θέματα, ἔβλεπες πῶς στενοχωριέται ἕνας ἅγιος.

Νομίζω ὅτι ἦταν σέ αὐτήν τήν κατάσταση, δεχόταν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ὡς καθαρτική καί ὡς φωτιστική. Καί ἐπειδή πέρασε δυσκολίες στήν ζωή του, τόν συκοφάντησαν γιά διάφορα ζητήματα, ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπιζε μέ ταπείνωση, καί ἔχοντας ἀπόλυτη πίστη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἔλεγε ὅτι θέωση εἶναι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀντιδρᾶ στά διάφορα προβλήματα τῆς ζωῆς του, ὅπως θά ἀντιδροῦσε ὁ Χριστός.

Ζῆ κανείς σέ μιά κοινωνία μέ ἀνθρωπους, οἱ ὁποῖοι, γιά διαφόρους λόγους ἀμφισβητοῦν πολλά. Αὐτό γίνεται ἀκόμη καί τώρα στό Ἅγιον Ὄρος. Μοῦ ἔλεγε κάποιος δικός μου ὅτι πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἄκουσε μοναχούς νά λένε: «Γιατί ἔκαναν ἅγιο τόν Παΐσιο;». Δηλαδή, ἀκόμη καί τώρα ὑπάρχουν μοναχοί στό Ἅγιον Ὄρος πού ἀμφισβητοῦν τήν ἁγιότητα τοῦ ἁγίου Παϊσίου ἤ ἀμφισβητοῦν τήν ἁγιότητα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Γνώρισα καί ἐγώ μερικούς οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν: «Γιατί ὁ ἅγιος Νικόδημος εἶναι ἅγιος, ποῦ εἶναι τά θαύματα τά ὁποῖα ἔκανε;». Δέν ἦταν θαῦμα τήν ἐποχή ἐκείνη πού ἔγραψε τόσα βιβλία καί βοηθοῦσε ὅλο τό δοῦλον Γένος; Ἀκόμη καί τώρα ὑπάρχουν μερικοί πού ἀμφισβητοῦν τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη ἄν εἶναι ἅγιος.

Στόν ἅγιο Καλλίνικο ἔβλεπες ὅτι διακρινόταν ἀπό μιά ποιότητα. Τόν συκοφαντοῦσαν καί ἐκεῖνος ἔλεγε: «Δέν πειράζει». Μιά φορά πού τόν συκοφάντησαν, ἐκεῖνος μοῦ εἶπε: «Τό ἐπιτρέπει ὁ Θεός αὐτό γιά νά μάθουμε καί ἐμεῖς νά μή δεχόμαστε τούς συκοφαντικούς λόγους πού λέγονται ἐναντίον τῶν ἄλλων. Νά μάθουμε, νά εἴμαστε πολύ προσεκτικοί, ὅταν ἐκφέρουμε ἄποψη γιά τούς ἄλλους». Καί ἔκανε πολύ μεγάλη ὑπομονή.

Πέρασε μέσα ἀπό ὀδυνηρή ἀσθένεια, τήν ἀσθένεια τοῦ καρκίνου μέ ὄγκο στόν ἐγκέφαλο. Καί ὅταν κάναμε τήν ἀνακομιδή καί βγάλαμε τήν ἁγία κάρα του, εἴδαμε ὅτι στό δεξιό μέρος ὑπῆρχε ἕνα κενό σάν τήν παλάμη. Στήν ἀρχή ξαφνιάστηκα τί εἶναι αὐτό τό κενό. Σκέφθηκα μήπως ἔσπασε τό κρανίο του στόν τάφο. Ἀλλά μετά κατάλαβα ὅτι ἦταν ἀπό τήν ἐγχείρηση. Γιατί γιά νά εἰσέλθουν στόν ἐγκέφαλο καί νά καθαρίσουν τόν ὄγκο, ἔκοψαν ἕνα κομμάτι ἀπό τό κρανίο, μετά τό κόλλησαν καί φαίνεται ὅτι αὐτό ξεκόλλησε καί ἔπεσε μέσα στό κρανίο καί τό βρήκαμε.

Λοιπόν, πέρασε ὀδυνηρές στιγμές κατά τήν διάρκεια τῆς ἀσθενείας του. Εἶχε πέσει σέ ἕνα βαθύτατο κῶμα καί δέν ξέραμε ἄν θά ἀνανήψη κι ἄν ἀνένηπτε τί συνέπειες θά ἄφηνε στό σῶμα του. Μετά ἀπό τέσσερεις ἡμέρες πού ξύπνησε καί ἔμεινε ἡμίπληκτος, ἀπό τήν αἱμορραγία, συνέχεια ἔλεγε: «Δόξα τῷ Θεῷ, δόξα τῷ Θεῷ, δόξα τῷ Θεῷ».

Τί εἶναι αὐτό; Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος, πονάει, ὑποφέρει, ἔχει καρκίνο, ξέρει ὅτι τελειώνει ἡ ζωή του, ἀφοῦ μοῦ τό εἶπε ὅτι μπορεῖ ὁ Θεός νά μᾶς εἶπε στόπ, δέν σέ χρειάζομαι ἄλλο, καί ἐκεῖνος νά λέη «Δόξα τῷ Θεῷ», αὐτό εἶναι δεῖγμα καθάρσεως καί φωτισμοῦ.

Ἄν εἶχε δῆ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, δέν τό ξέρω. Ἐκεῖνο πού ξέρω εἶναι ὅτι μιά μέρα στό Νοσοκομεῖο στό Λονδίνο, πού σᾶς τό εἶπα καί στήν ὁμιλία, ἀπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ ἔλεγε: «Ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, ἡ ζωή ἡμῶν, τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ» (Κολ. γ΄, 4). Τό χωρίο αὐτό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου κάνει λόγο γιά Χριστό, ζωή, φῶς. Φαίνεται θά εἶχε κάποια ἐμπειρία.

Ἐκεῖνο πού ξέρω πολύ καλά εἶναι ὅτι στο Νοσοκομεῖο, πού ἦταν στήν Ἀθήνα, ὅταν πῆγα τό πρωΐ νά τόν δῶ, μοῦ διηγεῖτο μέ πολύ μεγάλη ἔνταση ὅτι τόν ἐπισκέφθηκε ἡ Παναγία καί μάλιστα ἡ Παναγία ἡ Προυσιώτισσα, ἐπειδή τήν ἀγαποῦσε. Μοῦ εἶπε: «Ἦλθε, παιδί μου, ἡ Παναγία μέσα στό Φῶς». Αὐτό τό ξέρω, μοῦ τό εἶπε καί μοῦ τό ἔλεγε μέ πολύ μεγάλη ἔνταση, σάν ἕνα πολύ μεγάλο γεγονός. Ἑπομένως, ἦταν ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἦταν θεούμενος.

Ὅταν στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων μιλᾶμε γιά θεούμενον, δέν ἐννοοῦμε αὐτόν πού εἶδε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά θεούμενος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος βαδίζει τήν ὁδό τῆς θεώσεως. Θεούμενος εἶναι καί αὐτός ὁ ὁποῖος καθαρίζεται, καί αὐτός ὁ ὁποῖος προσεύχεται καί αὐτός πού κάνει ὑπομονή, δηλαδή αὐτός πού δέχεται τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες τοῦ ἀνάβουν τόν πόθο γιά τόν Θεό. Καί αὐτές οἱ ἐνέργειες τόν καθαρίζουν, τόν φωτίζουν καί τόν ὁδηγοῦν στήν θέωση. Αὐτός εἶναι ὁ θεούμενος ἄνθρωπος.

Δέν λέμε ὁ «θεωμένος ἄνθρωπος», δέν μιλᾶμε γιά κάποιον ὁ ὁποῖος ἔχει φθάσει στήν θέωση, δέν εἶναι θεωμένος καί τελείωσε, ἀλλά κάνουμε λόγο γιά «θεούμενον ἄνθρωπον», αὐτός πού εἶναι ἁγιαζόμενος, τελειοποιούμενος, εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος ζῆ τήν τελείωση. «Αὕτη ἐστιν ἡ τελεία τῶν τελείων ἀτέλεστος τελειότης», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.
Ξέρετε, ἡ λέξη θέωση δέν ὑπάρχει στήν Ἁγία Γραφή, γιατί αὐτός εἶναι πατερικός ὅρος, εἶναι ὁ ὅρος ὁ ὁποῖος ἔγινε ἀπό τούς Πατέρες. Στήν Ἁγία Γραφή αὐτό τό γεγονός ἀποδίδεται μέ τόν ὅρο τελείωσις, τελειοποίησις. «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. ε΄, 48). «Ἅγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. α΄, 16). Αὐτή ἡ ἁγιότητα, ἡ τελείωση, ἡ πορεία ἀπό δόξης εἰς δόξαν, ἀπό Χάρη σέ Χάρη, λέγεται θέωση, καί αὐτός εἶναι ὁ θεούμενος. Στόν τέλειο βαθμό, βέβαια, ἡ θέωση εἶναι τό νά δῆ κανείς τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά προχωρᾶ σιγά-σιγά σέ αὐτήν τήν πορεία.

Ὅταν κανείς μπαίνη μέσα στό ἀεροπλάνο γιά νά πάη, γιά παράδειγμα, στήν Ἀμερική, τό ὅτι μπῆκε μέσα στό ἀεροπλάνο καί ἄρχισε νά πετάη τό ἀεροπλάνο, ἤδη εἶναι στήν πορεία γιά νά φθάση στήν Ἀμερική. Ἔτσι ἀκριβῶς γίνεται καί ἐδῶ.

 

Ἐρώτηση: Στήν καρδιά εἶναι τό σημεῖο τό παρθένο, ὅπου μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά εἰσέρχεται σέ ἀνθρώπους πού ἔχουν βαπτισθῆ. Αὐτό τό ζήσατε κοντά στόν ἅγιο Καλλίνικο;

Ἀπάντηση: Αὐτό μόνο ἔχω ζήσει; Ἔζησα πάρα πολλά. Σᾶς εἶπα στό Νοσοκομεῖο ἤμουν ὁ νοσοκόμος του καί ὅταν καθάριζα τό σῶμα του, αἰσθανόμουν ὅτι πλησίαζα ἕνα ἱερό λείψανο, δηλαδή, δέν τόν εἶδε ἄλλος ἔτσι, ὅπως τόν εἶδα ἐγώ. Δέν ἄφηνα καμμία νοσοκόμα νά τόν καθαρίση, καί ἄν ἔπρεπε νά ἔλθη, ἀπό σεβασμό καθόμουν καί ἐγώ ἐκεῖ. Καί ὅταν ἔπρεπε νά τόν καθαρίσω, νά τόν ἀλλάξω, ποτέ δέν τόν εἶδα σάν κάτι ἄλλο, ἀλλά τόν ἔβλεπα ὡς ἅγιο. Τόν πλησίαζα τόσο πολύ κοντά, ἔβλεπα τό σῶμα του καί νόμιζα ὅτι πλησιάζω ἕνα ἱερό λείψανο. Αὐτό ἔβγαινε ἀπό μέσα μου καί, φυσικά, αὐτό προερχόταν ἀπό τήν δική του καθαρή καρδιά.

Καί τό βράδυ 9:50 πού κοιμήθηκε, τόν πῆραν ἀπό τό δωμάτιο, καί ἔπρεπε τήν ἄλλη μέρα νά γίνη ἡ νεκροψία. Ἐπειδή τό βράδυ ἔλειπαν οἱ εἰδικοί γιατροί, τόν ἔβαλαν στό ψυγεῖο. Τό πρωΐ πού πήγαμε, τόν πῆραν νά κάνουν νεκροψία καί μᾶς τόν παρέδωσαν νά τόν ντύσουμε. Ἐνῶ πέρασε ὅλη τήν νύχτα μέσα στό ψυγεῖο, δέν εἶχε κοκκαλώσει. Μᾶς τόν παρέδωσαν γυμνό, ἐγώ τόν ἕντυσα καί πλησίασα σάν νά πλησίαζα ἕνα ἱερό λείψανο.

Τοῦ ἔβαλα ὅλα τά ροῦχα, τοῦ ἔβαλα τό φανελάκι, τό πουκάμισο χωρίς νά σπάσω κόκκαλα, γιατί ἦταν εὐλύγιστα. Καί μάλιστα ἔτυχε νά εἶναι ἐκεῖ ἕνας Ἁγιορείτης πού ἔμαθε ὅτι ἐκοιμήθη καί ἦλθε νά τόν δῆ καί εἶπε: «Αὐτό τό βλέπουμε στό Ἅγιον Ὄρος». Δηλαδή, βρίσκουν ἐρημίτες μοναχούς μετά ἀπό μιά, δυό, τρεῖς μέρες πού ἔχουν πεθάνει καί δέν ἔχει κοκκαλώσει τό σῶμα καί μποροῦν νά τούς φορέσουν καινούργια ροῦχα, ἐνῶ σέ ἄλλες περιπτώσεις σκίζουν τά ροῦχα γιά νά τόν ντύσουν.

Ἐγώ, πάντως, πού ξέρω ὅλη την ζωή του, ξέρω ὅτι ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἦταν θεούμενος. Ἦταν ἀσκητής, ἄνθρωπος πού εἶχε πολύ μεγάλη δύναμη μέσα του, πού ἀγαποῦσε πάρα πολύ τόν Θεό, εἶχε πολύ μεγάλη ταπείνωση καί δέν τόν εἶδε κανείς μέχρι τότε, οὔτε καί ἐγώ τόν εἶχα δεῖ ποτέ, ὅταν ἤμασταν στήν Μητρόπολη, οὔτε καί τό πόδι του χωρίς τήν κάλτσα, ἦταν πάρα πολύ προσεκτικός. Οἱ ἀδελφές του μερικές ὧρες ἔρχονταν στό Νοσοκομεῖο νά τό δοῦν καί ὅταν ἐπρόκειτο νά τόν καθαρίσω, τίς ἔλεγα να βγοῦν ἔξω ἀπό τό δωμάτιο.

Σᾶς λέω ὅτι τόν πλησίαζα ὡς ἱερό λείψανο. Τί ἄλλο νά σᾶς πῶ; Ὅπως βλέπετε ἐδῶ μπροστά μου νά εἶναι τά ἱερά λείψανα, τά προσκυνᾶτε, καί δέν ἔχετε κάποιον λογισμό ἀκάθαρτο. Εἶναι ἱερό λείψανο. Ἔτσι ἐγώ τόν ἀντιμετώπιζα.

Μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρῖσμα ἡ θεία Χάρη εἰσέρχεται μέσα στό βάθος τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου καί δέν φεύγει ποτέ. Ὅταν, μάλιστα, αὐτή ἡ Χάρη ἐνεργοποιεῖται μέ τήν προσευχή καί τήν ἁγία ζωή, τότε ἀναπτύσσεται αὐτός ὁ «ἔσω ἄνθρωπος», καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι αὐτό τό ἐκκλησάκι τῆς καρδιᾶς.

 

Ἐρώτηση: Πῶς ὁ ἀείμνηστος ἅγιος Καλλίνικος ἀντιμετώπιζε τούς ἐπιστήμονες, ὥστε νά φθάση μέχρι τό Λονδίνο; Μήπως ὑπάρχει ἀντιπαλότητα μεταξύ Ἐκκλησίας καί ἐπιστήμης;

Ἀπάντηση: Εὐχαριστῶ πάρα πολύ γιά τήν ἐρώτηση, γιατί νομίζω ὅτι εἶναι ἐπίκαιρη καί βρίσκεται μέσα στό θέμα μας, γιατί εἶχα ἀποφασίσει νά μή ἀπαντήσω σέ τέτοιες ἐρωτήσεις, ἀλλά ἡ ἐρώτηση αὐτή, ὅπως ἐτέθη, εἶναι μέσα στό θέμα μας.

Πρῶτον, ὁ ἅγιος Καλλίνικος δεχόταν τήν ἐπιστήμη. Δηλαδή, ὅταν ἦταν ἄρρωστος, πήγαινε στούς γιατρούς. Δέν μπορεῖ κανείς νά λέη ὅτι δέν δέχομαι τήν ἐπιστήμη. Μάλιστα ὑπάρχει ἕνας γιατρός καρδιολόγος, ὁ ὁποῖος τόν ἤξερε καί τόν ἀγαποῦσε πάρα πολύ καί ἐξακολουθεῖ νά τόν ἀγαπᾶ, καί νά δῆτε πῶς μιλᾶ γιά τόν ἅγιο Καλλινικο. Μοῦ ἔγραψε σέ ἕνα γράμμα του: «Ἐπειδή γνώρισα τόν ἅγιο Καλλίνικο, ἔχω ὑποστῆ τήν διαστροφή τοῦ καλοῦ». Φοβερός λόγος. Τί σημαίνει; Πολλές φορές ἔχουμε τήν διαστροφή τοῦ κακοῦ, ἀλλά ἐκεῖνος γράφει ὅτι «γνώρισα τόν ἅγιο Καλλίνικο καί ἔχω ὑποστῆ τήν διαστροφή τοῦ καλοῦ», δηλαδή συγκρίνει τούς Ἐπισκόπους μέ βάση τόν ἅγιο Καλλίνικο.

Βεβαίως, δεχόταν τήν ἐπιστήμη καί, ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι πρέπει νά πάη νά κάνη ἐγχείρηση στό Λονδίνο γιά τόν ὄγκο στόν ἐγκέφαλο, παρά τό ὅτι ἤξερε ὅτι θά ἔχη καί μερικές συνέπειες, ὅπως ἀκριβῶς προῆλθε ἡ αἱμορραγία πού τόν ἄφησε ἡμίπληκτο, δέχθηκε νά πάη.

Ἄρα, δέχεται κανείς τήν ἐπιστήμη, δέν μπορεῖ νά πῆ κανείς ὅτι δέν δέχεται τήν ἐπιστήμη. Φυσικά, ὅταν ἡ ἐπιστήμη εἰσέρχεται μέσα στήν θεολογία, καί θεοποιεῖται, αὐτό δέν τό δεχόμαστε, ἀλλά, ὅταν ἡ ἐπιστήμη παραμένη στά ὅριά της, εἶναι πολύ καλή καί ὠφέλιμη. Ποιός ἅγιος δέν δεχόταν τήν ἰατρική ἐπιστήμη; Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ποῦ ἐκοιμήθη; Δέν ἐκοιμήθη μέσα στό Νοσοκομεῖο; Πῆγε νά κάνη τήν ἐπέμβαση καί ἐκοιμήθη ἐκεῖ.

Τό δεύτερο πού ξέρω ἀπό τόν ἅγιο Καλλίνικο εἶναι ὅτι εἶχε ἀπόλυτο σεβασμό στήν Ἐκκλησία, στήν Ἱερά Σύνοδο. Δηλαδή, ἔζησε σέ δύσκολες ἐκκλησιαστικές καταστάσεις, ἐξελέγη Μητροπολίτης τό 1967, σέ δύσκολη περίοδο, ἀλλά ὅμως δέχθηκε καί τήν ἀλλαγή πού ἔγινε τό 1974, ἀποδέχτηκε καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ τόν ὁποῖον σεβόταν. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ ἔλεγε ὅτι «Αὐτός καίτοι εἶχε ἐκλεγῆ ἐπί Ἱερωνύμου, δέν μοῦ ἔκανε ποτέ ἀντιπολίτευση». Ὅταν ὁ ἅγιος Καλλίνικος τό ἄκουσε αὐτό εἶπε: «Τί ἀντιπολίτευση νά κάνω; Ἐκκλησία εἴμαστε. Μποροῦμε νά κάνουμε ἀντιπολίτευση στήν Ἐκκλησία;». Εἶχε ἀπόλυτο σεβασμό στούς θεσμούς, καί ἀγαποῦσε τήν Ἐκκλησία. Ἐλεγε: «Ὅ,τι πεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὅ,τι πεῖ ἡ Ἱεραρχία». Δέν ἦταν τῶν ἄκρων ποτέ.

Καί ἐνῶ ἀγαποῦσε τόν Μητροπολίτη Φλωρίνης Αὐγουστῖνο καί εἶχαν ἐπικοινωνία καί σχέση μεταξύ τους, ἔτυχε νά εἶναι στήν ἴδια Διαρκῆ Σύνοδο καί ἐκεῖνος ὁμιλοῦσε μέ ὀξύτατο τρόπο, ὁ Καλλίνικος ὁμιλοῦσε μέ ἁπλό καί εὐγενῆ τρόπο, ἦταν μειλίχιος καί εὐγενής Ἱεράρχης. Ὅταν ἦλθε στό Νοσοκομεῖο ὁ Μητροπολίτης Αὐγουστῖνος Φλωρίνης νά τόν δῆ, κλαίγοντας εἶπε: «Καλλίνικε, ἐγώ πάντα μέ τό μαστίγιο, ἐσύ πάντα μέ τό βαμβάκι».

Φαίνεται ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία χρειάζεται καί τό ἕνα καί τό ἄλλο, ἀρκεῖ νά σεβόμαστε τούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς. Ἄρα, σεβόμαστε τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, δέν μπορεῖ νά μήν τόν σεβόμαστε. Δηλαδή, ὅταν ἐγώ λειτουργῶ καί λέω «ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε, τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τῆς ὀρθοτομούσης τόν λόγον τῆς ἀληθείας», δέν πρέπει νά σέβομαι τήν Σύνοδο; Ὅταν ἐκλέγομαι Μητροπολίτης καί πρίν χειροτονηθῶ λέω «στέργομαι καί ἀποδέχομαι τάς ἑπτά Οἰκουμενικάς Συνόδους» καί «πείσομαι δέ ἐσαεί τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ ὡς ἀνωτάτῃ ἐκκλησιατικῇ ἀρχῇ» καί μετά χειροτονοῦμαι Ἐπίσκοπος, δέν θά σέβομαι, δέν θά κάνω ὑπακοή στήν Ἐκκλησία; Ὅταν ἕνας Ἐπίσκοπος δέν κάνη ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, τότε πῶς ἀπαιτεῖ νά κάνουν ὑπακοή οἱ Ἱερεῖς σέ αὐτόν;

Ἑπομένως, σεβόμαστε τό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας καί, φυσικά, στά ὅριά της σεβόμαστε καί τήν ἐπιστήμη. Αὐτά τά δύο τά λένε ὅλα.

π. Ματθαῖος: Τί ἄλλο θά μπορούσατε νά μᾶς πῆτε γιά τήν ἁγιότητα τοῦ Γέροντά σας;  Θά κλείσουμε, λοιπόν, μέ αὐτήν τήν ἀπάντηση.

Ἀπάντηση: Δέν μπορῶ νά σᾶς πῶ κάτι ἄλλο. Νομίζω ὅτι μέ αὐτά πού εἶπα μέχρι τώρα ἔπρεπε νά σᾶς πείσω. Ἐκεῖνο πού μπορῶ νά πῶ, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, εἶναι αὐτό πού ἔλεγε ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Ὅ ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς, (γιά τόν Χριστό)... καί μαρτυροῦμεν καί ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν» (Α΄ Ἰω. α΄, 1). Σᾶς εἶπα πράγματα τά ὁποῖα τά εἶδα, τά ἄκουσα, τά ψηλάφησα.

Καί, ἐπίσης, θέλω νά σᾶς πῶ πάλι αὐτό μέ τό ὁποῖο ἄρχισα τήν ὁμιλία μου καί τό ἔγραψα στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, «Ἐσεῖς μέ ἐπαινεῖτε ὡς ἕναν μεγάλο θεολόγο, ὅμως ἐγώ θεωρῶ ὅτι, ὅ,τι εἶμαι, τό ὀφείλω στόν ἅγιο Καλλίνικο, τόν Γεροντά μου, γιατί αὐτός μέ ἀναγέννησε πνευματικά, κοντά του γνώρισα μιά ἐμπειρική θεολογική σχολή».

Ἀκόμη θέλω νά πῶ αὐτό τό ὁποῖο εἶπα προχθές πού γιόρταζα, στό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας. Εἶπα: «Ἐπειδή καταλαβαίνω ὅτι ὅλοι θέλετε νά μοῦ εὐχηθῆτε, σᾶς παρακαλῶ νά μοῦ εὐχηθῆτε αὐτό πού θέλω, τό νά μή φανῶ ἀνάξιος τέτοιων μεγάλων δωρεῶν τοῦ Θεοῦ». Τίποτα περισσότερο.

Εὐχαριστῶ πολύ.

  • Προβολές: 872