Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής, 16 Αὐγούστου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ὁ ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής γεννήθηκε τό 1897 στίς Λεῦκες Πάρου ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς, τόν Γεώργιο καί τήν Μαρία. Ἦταν ὁ τρίτος κατά σειράν ἀπό τά ἑπτά παιδιά τῶν γονέων του. Ὀρφάνεψε πολύ νωρίς ἀπό πατέρα καί ἡ μητέρα του ἀνέλαβε τήν προστασία ὅλης τῆς οἰκογένειας. Παρέμεινε στό χωριό ὡς τήν ἐφηβική του ἡλικία, ὅπου ἐργαζόταν καί βοηθοῦσε οἰκονομικά τήν μητέρα του καί καί τά ἀδέλφια του. Στό Σχολεῖο φοίτησε ὡς τήν Β΄ Δημοτικοῦ. Ὑπηρέτησε τήν θητεία του στό Πολεμικό Ναυτικό καί σέ ἡλικία περίπου 23 ἐτῶν πῆγε στόν Πειραιᾶ καί τήν Ἀθήνα, ὅπου ἐργάστηκε ὡς μικροπωλητής. Τοῦ ἄρεσε νά διαβάζη τούς βίους τῶν Ἁγίων, μέ ἀποτέλεσμα νά θέλη νά τούς μιμηθῆ, γι’ αὐτό ἀγρυπνοῦσε καί προσευχόταν. Τό ἔτος 1921 πῆγε στά Κατουνάκια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί συγκεκριμένα στήν Ἀδελφότητα τῶν Δανιηλαίων, ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Δανιήλ τοῦ Κατουνακιώτη, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Συνοδείας αὐτῆς. Ἔπειτα, μέ τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Δανιήλ ἀνεχώρησε, διότι ἐπιθυμοῦσε τήν ἡσυχαστική ζωή στήν ἔρημο.

Ἕναν χρόνο μετά ἀπό τότε πού πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος γνώρισε τόν π. Ἀρσένιο, πού ἦταν ἤδη μεγαλόσχημος μοναχός στήν Ἱερά Μονή Σταυρονικήτα καί ἔμελλε νά εἶναι ὁ συνασκητής του μέχρι τό τέλος τοῦ ἐπιγείου βίου του. Ἀναζητώντας νηπτικό καί διακριτικό Γέροντα ὑποτάχθηκε, μαζί μέ τόν π. Ἀρσένιο, σέ δύο Γέροντες, ἀδελφούς κατά σάρκα, τόν π. Ἐφραίμ καί τόν π. Ἰωσήφ, πού ἀσκοῦντο στό Κελί τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στά Κατουνάκια. Σέ ἡλικία 28 ἐτῶν ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα καί ἀπό Φραγκίσκος ὀνομάστηκε Ἰωσήφ. Δέκα περίπου χρόνια μετά τήν κοίμηση τῶν Γερόντων του δέχθηκε ὑποτακτικούς, καθώς, ἐπίσης, ἀνέλαβε καί τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Κατουνακιώτη.

Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1938 μετέβη μέ τήν συνοδεία του στήν Σκήτη τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης, καί τό 1953 στήν Νέα Σκήτη, ὅπου ἔμελλε νά εἶναι καί ὁ τελευταῖος σταθμός τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ἀφοῦ ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ τήν 15η Αὐγούστου τοῦ 1959. Ἕνα μήνα πρίν πληροφορήθηκε ἀπό τήν Παναγία τόν ἀκριβῆ χρόνο τῆς κοιμήσεώς του. Τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, 14 Αὐγούστου, συμμετεῖχε στήν πανηγυρική ἀγρυπνία, κοινώνησε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, καί τό μεσημέρι τῆς 15ης Αὐγούστου ἀνεχώρησε γιά τά οὐράνια σκηνώματα.

Μέσα ἀπό τό βιβλίο μέ τίτλο: «Προθύμως ἀνάβαινε, ἤγουν ἔκφρασις μοναχικῆς ἐμπειρίας» -τό ὁποῖο ἐξέδωσε τό 1979 ἡ Ἱερά Μονή Ὁσίου Φιλοθέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καί τό ὁποῖο περιέχει 65 ἐπιστολές τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ, πού εἶναι ἀπαντήσεις σέ ἐπιστολές πού λάμβανε- ἀναδίδεται ὀσμή πνευματικῆς εὐωδίας, τήν ὁποία στήν συνέχεια θά ὀσφρανθοῦμε, ἔστω καί λίγο, μέσα ἀπό τόν ἐμπειρικό, παρακλητικό καί ἀναγεννητικό λόγο του. Μεταξύ τῶν ἄλλων, γράφει:

- «Μή ἀπελπίζεσαι. Εἰς ὅλους συμβαίνουν αὐτά. Πόλεμος εἶναι τοῦ πονηροῦ καί θά περάσῃ. Ἐπειδή τόν ἐπολέμησες εἰς τήν ἀρχήν, καί τώρα, ἐπειδή ἐψυχράνθη ὁ ζῆλος σου, θέλει νά βγάλῃ τά δανεικά του. Ἀλλά καί σύ πάλιν ἐγείρου, μετανόει καί κλαῖγε».
Ὡς ἔμπειρος στρατηγός καί ἄριστος γνώστης τοῦ πνευματικοῦ πολέμου σταλάζει στήν ψυχή τοῦ νεαροῦ στρατιώτου τοῦ Χριστοῦ τήν ἐλπίδα καί τήν ἀνδρεία. Δέν πρέπει νά ἀπελπίζεται, ἄν νικήθηκε σέ μιά μάχη, διότι ὁ πόλεμος συνεχίζεται, γι’ αὐτό πρέπει νά ἀνασυντάξη τίς δυνάμεις του, μέ τήν μετάνοια καί τήν ἐλπίδα στόν Θεό, καί νά συνεχίση νά ἐπιτίθεται στόν ἐχθρό μέ τήν προσευχή, τήν νηστεία, τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη, ὅπως τονίζει σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ἐπιστολῆς του. Καί στό τέλος τοῦ γράφει, μέ περισσή ἀγάπη: «Μαζί θά πᾶμε στόν Παράδεισον. Καί ἄν δέν βάλω ἐσένα, μήτε ἐγώ δέν καθέζομαι μέσα».

- «Ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος λογικός καί ἥμερος, διορθώνεται ἀσυγκρίτως καλύτερον μέ τήν ἀγάπη καί μέ ἥμερον τρόπον, παρά μέ τό ἄγριον καί τόν θυμόν. Τοῦτο εὗρον καί ἐγώ ἐν πολλῇ πείρᾳ καί μεγάλῃ δοκιμασίᾳ. Μέ τό καλόν καί μέ τήν ἀγάπην ἠμπορεῖς νά κάμῃς πολλούς νά ἡμερεύσουν. Καί ἄν κάποιος εἶναι καλοπροαίρετος, τόν κάνεις γρήγορα νά συμμορφωθῆ, νά γίνῃ Ἄγγελος Θεοῦ».
Ὁ λόγος αὐτός εἶναι ἐμπειρικός καί σαφής καί δέν ἐπιδέχεται καμμιά ἐπεξήγηση. Ἁπλῶς νά ἀναφέρω ὅτι μοῦ θύμισε τήν λαϊκή ρήση ὅτι «τό ψωμί τρώγεται καλύτερα μέ τό μέλι παρά μέ τό ξύδι».

- «Ἀργολογία εἶναι νά περνᾷς τόν καιρό σου μέ λόγια, χωρίς νά κάμῃς τούς λόγους σου πράξεις». «Τά λόγια σας μετρημένα. Καί ὅταν ὁμιλῆτε, νοερῶς νά εὔχεσθε διά νά ἐνδύονται οἱ λόγοι σας ἄνωθεν δύναμιν».

Σιωπή μέ προσευχή καί λόγος μέ προσευχή, ἀλλά καί ἀγώνας, γιά νά γίνη μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ὁ λόγος πράξη.

- «Ἡ σημερινή κατάστασις τῶν πολλῶν περιωρίσθη εἰς ἕνα τύπον ἐξωτερικόν. Πέραν τούτου δέν ὑπάρχει φροντίδα καί μέριμνα διά τό ἐσωτερικό τῆς ψυχῆς, ὅπου συνίσταται τό πᾶν». «Καί σήμερον, ἐάν ὁμιλήσῃ κανείς περί Χάριτος, περί καθάρσεως τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, πλᾶνος λογίζεται».

Πόσο ἐπίκαιρος εἶναι αὐτός ὁ λόγος! Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι μεριμνᾶμε καί τυρβάζουμε «περί πολλά», γιά πράγματα ἐξωτερικά, δευτερεύοντα, καί παραμελοῦμε τόν «ἔσω ἄνθρωπον», τόν «κρυπτόν τῆς καρδίας ἄνθρωπον», πού ὅταν καθαρίζεται, τότε ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν Θεό, κατά τόν ἀψευδῆ λόγο τοῦ Χριστοῦ.

- «Αὐτή ἡ ζωή ζυμωμένη εἶναι μέ τά βάσανα. Ἀνάμικτα εἶναι ὅλα, καί μακάριος ὅστις ἔχει σύνεσιν νά κερδαίνῃ ἀπό ὅλα. Μᾶλλον, αὐτά πού μᾶς φαίνονται κακά καί ἄσχημα, αὐτά εἶναι πού ἀφήνουν εἰς τήν ψυχήν περισσότερον κέρδος, ὅταν τά ὑπομένωμεν χωρίς γογγυσμόν».
Ἡ ὑπομονή στούς πειρασμούς, τίς ἀποτυχίες καί γενικά στά λυπηρά γεγονότα τῆς ζωῆς, ὅταν εἶναι συνεζευγμένη μέ τήν προσευχή καί τήν δοξολογία στόν Θεό «ἀφήνει κέρδος στήν ψυχή», ἐπειδή ἑλκύει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ Ὁποία «γνωρίζει νά ἀνοίγη λεωφόρους στά ἀδιέξοδα» καί νά μεταβάλλη τήν καρδιά σέ παράδεισο.

- «Μόλις θά κλείσουν οἱ αἰσθητοί ὀφθαλμοί θά ἀνοίξουν οἱ νοεροί τῆς ψυχῆς• καί ὡς ἀπό ὕπνον θά ἐξυπνήσωμεν εἰς τήν ἄλλην ζωήν. Τότε θά ἰδῇς γονεῖς, ἀδελφούς, συγγενεῖς. Τότε θά ἰδῇς Ἀγγέλους, Ἁγίους, καί τήν μακαρίαν τῶν Πάντων Μητέρα, ἁγνήν Παρθένον καί Θεοτόκον». «Τότε μέ ποῖον πρῶτα νά ὁμιλήσωμεν, ποῖος πρῶτα θά μᾶς φιλήσῃ, θά τόν φιλήσωμεν; Ὅλα ἁγνά, ὅλα σεμνά, ὅλα ἅγια». «Ποῖος λοιπόν, ἀναμένων τοιαῦτα καλά δέν πρέπει νά ὑπομένῃ ἐδῶ κάθε λυπηρόν τῆς ζωῆς;».

Εἶναι λόγος ἐμπειρικός, παρακλητικός, σωτήριος, πού διώχνει κάθε λογισμό ἀμφιβολίας, ἀπογοήτευσης, ἀπελπισίας καί ἐνσταλάζει στήν ψυχή γαλήνη, ἀνδρεία, ἀγάπη στόν Θεό καί τόν πλησίον, καί ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 103