Γιάννη Βαρδακουλᾶ: Ὁ Χαρακτήρας τῆς Ἐπανάστασης τοῦ Εἰκοσιένα καί ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας μας
Γιάννη Βαρδακουλᾶ
Γύρω ἀπό τήν Ἐθνεγερσία τοῦ Εἰκοσιένα, τῆς ὁποίας θά γιορτασθῆ σέ λίγες ἡμέρες ἡ 178η Ἐπέτειος, ἔχουν τεθεῖ, μεταξύ των ἄλλων, καί δύο προβλήματα.. Τό πρῶτο ἀναφέρεται στόν χαρακτήρα της• τί ἦταν δηλαδή ἡ Ἐπανάσταση τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων, ἐθνική, κοινωνική ἤ εἶχε μεικτό χαρακτήρα; Τό δεύτερο πρόβλημα ἔχει τεθεῖ μέ τήν ἀμφισβήτηση ἀπό ὁρισμένους τοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας• συμμετέσχε δηλαδή ὁ Κλῆρος ἐνεργά στήν προπαρασκευή καί τήν διεξαγωγή της ἤ παρέμεινε ἀδιάφορος, κατ’ ἄλλους, καί κατ’ ἄλλους ἐχθρικός, προκειμένου νά διασφαλίση τά ἰδικά του καί μόνο συμφέροντα, τήν ἀδιατάρακτη νομή τῆς ὅποιας ἐξουσίας του;
Τό ἱστοριογράφημα αὐτό ὑποκινήθηκε ἀπό τήν πρόθεση τοῦ συντάκτη του, νά ὑπενθυμίση στοιχεῖα ἀπό τήν ζωντανή ἱστορία μας, γιά νά μπορῆ ὁ ἀναγνώστης νά σχηματίση δική του ἄποψη, ὅσο αὐτό εἶναι δυνατόν.
* * *
Στά προβλήματα αὐτά ἔχουν ἀναφερθεῖ κατά καιρούς διανοούμενοι Ἕλληνες, ἰδία μετά τήν διατύπωση τῆς ἄποψης, ὅτι ἡ μελέτη καί ἑρμηνεία τῆς ἱστορίας, γιά νά εἶναι ἀντικειμενική, πρέπει νά βασίζεται στήν ὑλική δομή τῆς κοινωνίας. Μέ τό κριτήριο αὐτό, ἄλλοτε φανερό καί ἄλλοτε ὑπονοούμενο, ἔχουν διατυπωθεῖ οἱ ἄκολουθες ἀπόψεις:
Κατά τόν Γιάννη Κορδάτο, ἡ καταπίεση καί ἡ τυραννία τῶν Ὀθωμανῶν καί τῶν Ἑλλήνων τσιφλικάδων ὤθησαν τίς λαϊκές μάζες στόν ξεσηκωμό, προκειμένου νά διαμορφωθῆ μιά νέα κατάσταση ἐλευθερίας. Μέ τά δεδομένα αὐτά, καθώς ὁ ἀνώτερος Κλῆρος καί οἱ καλογέροι ἤσαν δυνάστες τοῦ σκλαβωμένου λαοῦ, ἐτήρησαν, μέ μερικές ἐξαιρέσεις, στάση ἀντεθνική. Στό ἴδιο μῆκος κύματος κινεῖται καί ὁ Δημήτρης Φωτιάδης, ὁ ὁποῖος συμπληρώνει, γράφοντας, πῶς ἡ ἐχθρική αὐτή στάση τηρήθηκε τόσο γιά τόν φωτισμό τοῦ λαοῦ, ὅσο καί κατά τήν ἐξέγερση. Γι’ αὐτό καί ἐπιλέγει ὁ Γιάννης Σκαρίμπας, τό Πατριαρχεῖο ἀφόρισε τό Εἰκοσιένα καί οἱ Ἱεράρχες τό χλεύασαν.
Τό 1981 ὁ ἐκδοτικός οἶκος “Σύγχρονη Ἐποχή” κυκλοφόρησε τά Πρακτικά του Ἐπιστημονικοῦ Συμποσίου τοῦ Κέντρου Μαρξιστικῶν Ἐρευνῶν, πού εἶχε γιά θέμα “Προϋποθέσεις καί κίνητρα τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821”, στά ὁποῖα ἔχουν καταχωρηθεῖ καί οἱ ἀκόλουθες ἀπόψεις:
Ἑλένη Ἀντωνιάδου - Μπιμπίκου (Καθηγήτρια Γαλλικοῦ Πανεπιστημίου): “Ὁ χαρακτήρας τοῦ ξεσηκωμοῦ τοῦ ’21 ἦταν ἐθνικοαπελευθερωτικός... εἶχε καί κοινωνικό περιεχόμενο... Εἶναι φανερό, ὅτι ὁ ἀγώνας εἶχε καί προγραμματικό κοινωνικό περιεχόμενο...”
Πέτρος Ροῦσος: “...Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἐθνικοαπελευθερωτική στήν κύρια κατεύθυνσή της... Σέ σύγκριση μέ τό ἐθνικό το κοινωνικό ἔρχεται στό ὑπόστρωμα...”.
Λεωνίδας Στρίγκος: “...Ἦταν ἀπαραίτητο νά ἀποτιναχθῆ ὁ τουρκικός ζυγός, νά δημιουργηθῆ κράτος ἀνεξάρτητο. Αὐτό ἦταν τό κύριο πρόβλημα, τό κύριο καθῆκον τῆς ἐπανάστασης... Ἡ ἐθνική πλευρά τοῦ ἀγώνα ἦταν συνεπῶς ἡ κύρια καί καθοριστική, ἐνῶ ἡ πάλη γιά τήν διανομή τῆς γῆς βρισκόταν, στίς ἀρχές τουλάχιστον τοῦ ἀγώνα, σέ δεύτερο πλάνο. Τό κυριώτερο στοιχεῖο σ’ αὐτόν τόν ἀγώνα ἦταν ἡ πάλη γιά τήν ἐθνική ἀνεξαρτησία. Ὑπῆρχε ὁπωσδήποτε καί τό ζήτημα τῆς γῆς, ἀλλά δέν μπῆκε αὐτό τό ζήτημα ἀπό τήν Φιλική Ἑταιρεία. Εἶναι λάθος νά πῆ κανείς, ὅτι μπῆκε. Τέθηκε μετά τήν πρώτη Ἐθνοσυνέλευση... Στήν πρώτη μοίρα ἦταν τό ἐθνικό” (Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Ἡ Φιλική Ἑταιρεία, 1964). Καί ἐπιλέγει ὁ Λεωνίδας Στρίγκος: “...δέν μᾶς βρίσκει σύμφωνους ἡ θεωρία τοῦ λαϊκισμοῦ, πού καλλιεργήθηκε προπολεμικά καί ἀπό μαρξιστές τῆς χώρας μας καί συνεχίζεται ἀπό ὁρισμένους σήμερα”.
Γκριγκόρι Ἄρς, Καθηγητής στό Ἰνστιτοῦτο Σλαβολογίας καί Βαλκανολογίας τῆς Ἀκαδημίας Ἐπιστημῶν τῆς ΕΣΣΔ: “Ὁ κύριος σκοπός τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 21 ἦταν ἡ ἐξασφάλιση τῆς ἐθνικῆς ἀνεξαρτησίας. Αὐτό καθορίζει τόν χαρακτήρα τῆς Ἐπανάστασης, πού ἦταν ἐθνικοαπελευθερωτική καί δέν εἶχε ἰδιαίτερο κοινωνικό περιεχόμενο”.
Λέανδρος Βρανούσης: “...Ἄκουσα νά γίνεται λόγος χθές γιά τόν ἐθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα τοῦ 21 καί θά εἶναι, νομίζω, θετικό ἀπόκτημα, ὅταν μέ τίς ἐργασίες αὐτοῦ του Συμποσίου ἑδραιωθεῖ ἡ διαπίστωση καί παγιωθεῖ ὁ ὁρισμός, ὅτι τό 21 ἦταν ἀγώνας πρώτιστα καί βασικά ἐθνικοαπελευθερωτικός. Ἀγώνας γιά τήν ἐθνική ἀνεξαρτησία. Σ’ αὐτό ἔγκειται ὅλο το μεγαλεῖο του, γι’ αὐτό καί μόνο εἶναι σταθμός στήν ἱστορία, σύμβολο καί ὁδηγός...”.
Ὁ Παναγιώτης Πιπινέλης, ἀναφερόμενος εἰδικότερα στόν ἀνώτερο Κλῆρο, ἔγραψε: “...ἀγροτικῶς φεουδαρχικός, εἰς τήν ἐπαρχίαν, πολιτικῶς ραδιοῦργος καί διπλωματικῶς μακράν της ἐθνικῆς συνειδήσεως... ξένος πρός τό πενθοῦν καί πάσχον ἔθνος κατέστη φυσικός σύμμαχος τῆς τουρκικῆς καί ἰθαγενοῦς ὀλιγαρχίας”.
Καιρός ν’ ἀκούσουμε τήν γνώμη Πρωταγωνιστῶν τῆς Ἐθνεγερσίας, ὅπως ἔχει διασωθεῖ σέ γραπτά:
Ὁ Γέρος τοῦ Μωρηᾶ, μιλώντας στήν σπουδάζουσα νεολαία, στήν Πνύκα: “Ὅταν ἀποφασίσαμε νά κάμουμε τήν ἐπανάσταση, δέν συλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα, οὔτε πῶς δέν ἔχουμε ἅρματα... ἀλλ’ ὡς μιά βροχή ἐπεσεν εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας καί ὅλοι, καί οἱ Κληρικοί καί οἱ Προεστοί, καί οἱ Καπεταναῖοι καί οἱ πεπαιδευμένοι καί οἱ ἔμποροι, μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτόν τόν σκοπόν καί ἐκάμαμε τήν ἐπανάσταση...”.
Ὁ Γιάννης Μακρυγιάννης: “... πῆγα στοχάσθηκα καί τάβαλα ὅλα ἐμπρός καί σκοτωμούς καί κινδύνους καί ἀγῶνες. Θά τά πάθω διά τήν ἐλευθερίαν τῆς πατρίδος μου καί τῆς θρησκείας μού”. Ἀπευθυνόμενος στούς στρατιῶτες του, εἶπε: “σάβανον ἔχω τήν σημαίαν ὀπούφκιασα καί σ’ αὐτείνη ἀπάνου θέλω νά πεθάνω ὑπέρ τῆς πατρίδος μου καί θρησκείας μού” καί αὐτοί τοῦ ἀπάντησαν: “ἤρθαμε νά πεθάνωμεν ἐκεῖ ὅπου θά πεθάνης ἐσύ μέ τήν σημαία τῆς πατρίδος μας καί θρησκείας μας”.
Ὁ Γεώργιος Καραϊσκάκης, στρατάρχης τῆς Ρούμελης, πρός τούς Στερεοελλαδίτες: “...Ὅλοι μαζί ἐδράξαμεν τά ὅπλα ἐξ ἀρχῆς τῆς Ἐπαναστάσεως καί συμφώνως τά ἐμεταχειρισθήκαμεν κατά τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ της Πατρίδος καί τῆς θρησκείας μας...”.
Καί ὁ Φώτιος Χρυσανθόπουλος ἤ Φωτάκος ἔχει γράψει στά Ἀπομνημονεύματά του: “Ὁ ἀξιοσέβαστος Κλῆρος τῶν Ἑλλήνων Χριστιανῶν εὐρίσκετο τότε παντοῦ ἐμπρός καί ἔδιδε βαρύτητα καί τήν βεβαιότητα εἰς τόν τῆς ἐπαναστάσεως καί ἕνεκα τούτου εἰς τούς Ἕλληνας, ἐφαίνετο, ὅτι ἡ σημαία τῆς ἐπαναστάσεως εἶναι εἰς χείρας τοῦ Θεοῦ διά τῶν λειτουργῶν της θρησκείας τού”.
Ὁ ἱστορικός της ἐπαναστάσεως τοῦ Εἰκοσιένα Σπυρίδων Τρικούπης, γράφει: “...ἐγνώριζεν ὁ Πατριάρχης τά τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, ἀλλά συνωμότης κατά τῆς τουρκικῆς ἐξουσίας δέν ἦτο...”, ἐνῶ ὁ Τοῦρκος ἱστορικός Σανί Ζακτέ ἐπεσήμανε: “...τά σχέδια τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας ἐτηροῦντο μυστικά μεταξύ Πατριάρχου, τῶν Μητροπολιτῶν, τῶν Παπάδων, τῶν Δημογερόντων καί τῶν Προκρίτων”. Ὁ ἐπίσης ἱστορικός της Ἐθνεγερσίας Φιλήμων σημειώνει “ἡ Φιλική Ἑταιρεία ἐπήγασε ἀπό τήν μέσην, τήν ἀστικήν τάξιν”.
Πρίν τελειώσω μέ τίς ἀντιπαρατιθέμενες αὐτές ἀπόψεις, σχετικά μέ τόν χαρακτήρα τῆς Ἐπανάστασης τοῦ Εἰκοσιένα, καί τόν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν διάρκεια αὐτῆς, κρίνεται ἀναγκαία ἡ ἄποψη τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν καί τῆς Ὁμοσπονδίας Λειτουργῶν Μέσης Ἐκπαίδευσης. Ἡ πρώτη ἔχει ἀποδεχθεῖ, ὅτι “τό σάλπισμα δέν περιορίσθηκε μόνο στούς ἐμπόρους, τεχνίτας καί ἄλλους ἀστούς ἐπαγγελματίες, ἀλλ’ ἀπευθύνθηκε σ’ ὅλα τα στρώματα τοῦ λαοῦ, ὅπως αὐτό τό ὁμολογεῖ καί ὁ Γιάννης Κορδάτος”. Ἡ δεύτερη ἔχει καταχωρήσει σέ κύριο ἄρθρο της: “τό αἴτημα γιά ἐθνική ἀνεξαρτησία καί ὁλοκλήρωση συνδυαζόταν στενά μέ τό αἴτημα γιά κοινωνική δικαιοσύνη καί ἀποκατάσταση τῶν πλατειῶν λαϊκῶν μαζῶν... Οἱ κοτζαμπάσηδες καί ὁ ἀνώτερος κλῆρος, στήν πλειοψηφία τους εἴτε σύρθηκαν στήν ἐπανάσταση, γιατί δέν μποροῦσαν νά κάνουν διαφορετικά μπροστά στόν γενικό ξεσηκωμό, εἴτε προσχώρησαν ὑστερόβουλα, ἀποβλέποντες σέ μιά νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στόν ἐπαναστατημένο λαό”.
Ἀφήκα τελευταία τήν ἄποψη τοῦ πολυαγαπητοῦ φίλου Γ. Καββαδία: Ὁ σηκωμός τοῦ 21 ἦταν μιά μεγάλη ἐπανάσταση ἐθνική. Μέ συμμετοχή ὅλων των Ἑλλήνων, ἑνωμένων, μέ τόν πόθο τῆς ἀνεξαρτησίας καί μέ τήν συνδρομή ἑνός πλήθους παραγόντων πού ἀπέρρεαν ἀπό τήν ζωή καί συνιστοῦσαν στήν δυναμική ὁλόκληρής της κοινωνίας τους καί πού φυσικά ξεπερνοῦσαν κάθε εἴδους ταξικό κατηγόρημα...
Ἀναφερόμενος δέ στόν ρόλο τοῦ ἀνωτέρου κλήρου, ἐπιλέγει, πῶς, καίτοι μέλη τοῦ ἱερατείου παρουσίασαν καί συμπεριφορές παρεκκλίνουσες “ἡ ἀφοσίωση στό καθῆκον καί ἡ προσωπική αὐτοθυσία τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τῶν ἐκπροσώπων τοῦ ἔδειξε τό ἀντιθετο”.
Μετά τήν παράθεση τῶν ἀνωτέρω ποικίλων ἀπόψεων σχετικά μέ τά ἀπό τήν ἀρχή διατυπωμένα δύο ἐρωτήματα, γιά τόν χαρακτήρα δηλαδή τῆς Ἐπανάστασης καί τόν ρόλο τοῦ Ἱερατείου, χωρίς δισταγμούς μπορεῖ κανείς νά προχωρήση στήν ἄποψη, ὅτι ὁ χαρακτήρας τῆς ἦταν ἐθνικός ἤ τουλάχιστον προπορευόμενα ἐθνικός. Ἡ ἰδέα τῆς ἐθνικῆς ἀπελευθέρωσης καί ἡ συναπόφαση ὅλων ν’ ἀγωνισθοῦν κατά τοῦ κατακτητῆ γιά τήν ἀποκατάστασή της ὑπῆρξε ἀναμφισβήτητά το κινοῦν αἴτιο, ἡ συλλογική της συνείδηση καί ἡ κοινωνική δυναμική της. Δέν εἶναι ἄλλωστε γεγονός ὅτι προηγήθηκαν τά κινήματα τῶν ἀρματωλῶν καί κλεφτῶν, πού ἀπέβλεπαν στήν προστασία τοῦ ὑποδούλου Ἑλληνισμοῦ ἔναντί της καταπίεσης τοῦ δυνάστη καί στήν ἐξασφάλιση περιοχῶν ἐλεύθερης ζωῆς, χωρίς φυσικά στοιχεῖα διαφοροποίησης τοῦ οἰκονομικοῦ καί κοινωνικοῦ βίου σ’ αὐτές; Ἡ Φιλική Ἑταιρεία, ἐξ ἄλλου, ἡ ὁποία ὀργάνωσε τόν πατριωτικό ξεσηκωμό τῶν Ἑλλήνων, εἶχε ὡς κύρια καί πρώτιστη ἐπιδίωξή της τήν ἀνατροπή, τήν κατάργηση τῆς ὀθωμανικῆς ἐξουσίας, τῆς ξένης δηλαδή κοινωνικῆς ἐξουσίας, πού μέ τήν ἐπιβολή τῆς ἤλεγχε τήν θέλησή της ἑλληνικῆς κοινωνίας, τήν ἐπιδίωξη τῆς ἐθνικῆς της ἀνεξαρτησίας. Φυσικά, ἦταν ἐμπνευσμένη ἀπαρχῆς ἀπό τά πολιτικά ρεύματα, πού προῆλθαν ἀπό τόν Διαφωτισμό τῶν νεοτέρων χρόνων καί τήν γαλλική ἐπανάσταση, μέ πυρήνα τήν ἰδέα τῆς προόδου τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κοινωνίας πρός τελειότερα στάδια πολιτισμοῦ, χωρίς οἱ ἰδεολογικοπολιτικές αὐτές τάσεις νά καταστῆ δυνατόν νά τεθοῦν. Στήν πορεία τῶν πραγμάτων καί πρός τό τέλος τοῦ Μεγάλου Ξεσηκωμοῦ τέθηκε τό πρόβλημα τῶν ἐθνικῶν γαιῶν μέ ἀπώτερο σκοπό τόν περιορισμό τοῦ φεουδαρχικοῦ κατεστημένου, ἀλλ’ αὐτό ἦταν ἀπόρροια τῶν πολιτικοκοινωνικῶν ἐξελίξεων, πού ἀναπτύχθηκαν μεταγενέστερα, ὅταν πιά ἄρχισε ὁ ἐλεύθερος πολιτικός βίος. Ἄλλωστε, εἶναι δεδομένο, ὅτι καί, ὅταν τέθηκε τό ζήτημα τῶν ἐθνικῶν γαιῶν, ἡ σχετική κίνηση καί ἡ δυναμική της δέν ἀπέβλεπαν στήν ἀναίρεση τῆς ταξικῆς κατάστασης, ἀλλά στό διακανονισμό τῶν ὁρίων μέ τήν ἀπόσπαση ὁρισμένων δικαιωμάτων ἀπό τήν κρατοῦσα κοινωνική τάξη• δέν ὑπάρχουν μαρτυρίες ὅτι ὁ ἐργαζόμενος καί ἀγωνιζόμενος λαός εἶχε διαμορφώσει τήν ταξική του συνείδηση μέ τή ἀποκορύφωση ἑνός ὀξέος ταξικοῦ δυϊσμοῦ. Οὔτε καί ἐπιβεβαιώθηκε ὁ ταξικός αὐτός χαρακτήρας μεταγενέστερα μέ τίς ἐπαναστατικές κινήσεις τοῦ 1843 καί 1862. Ὕστερα δέν ἀποκλείεται στά πλαίσια τῆς Συνταγματικῆς Τάξης ἡ ἐπαναδιαπραγμάτευση καί ὁ ἐπαναπροσδιορισμός τῶν ὅρων τῆς ὑπάρχουσας κοινωνικοοικονομικῆς κατάστασης, ὅπως αὐτό πραγματοποιήθηκε μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ Γουδί (1909), μέ τήν ὁποία ἄρχισε ἡ διαδικασία τοῦ ἀστικοδημοκρατικοῦ μετασχηματισμοῦ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας.
Δέν ἔχει τεθεῖ ἀπό κανέναν ἐρευνητή ὑπό ἀμφισβήτηση ὁ ρόλος καί ἡ συμβολή τοῦ κατωτέρου Κλήρου κατά τά Μεγάλα Χρόνια του Ἑλληνισμοῦ. Τουναντίον ἔχει γίνει δυσμενέστατη κριτική σέ βάρος τοῦ ἀνωτέρου Κλήρου. Ἡ κεντρική ἀμφισβήτηση ἀρχίζει μέ τόν στιγματισμό ἀπό τόν Πατριάρχη Γρηγόριο Ε' καί τήν Πατριαρχική Σύνοδο τῶν νέων, φιλελευθέρων καί ἀπελευθερωτικῶν ἰδεῶν καί τόν ἀφορισμό τοῦ Ὑψηλάντη καί τοῦ Μ. Σούτσου, τήν Ἐγκύκλιο τῆς ὁποίας ὑπογράφει καί ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἄρτης Ἄνθιμος ὁ Ζ', πού εἶχε ἐκλεγεῖ τό 1820.
Ἡ ἄρνηση ὅμως τοῦ Πατριάρχη νά ἐγκαταλείψη τόν θρόνο του καί νά διασωθῆ διαφεύγοντας σέ ἐλεύθερες περιοχές, πού θά τήν ἀκολουθοῦσε ὅμως ἄγριος διωγμός καί σφαγή• ἡ ἐμμονή του στό πνεῦμα τῆς αὐτοθυσίας, γιά τήν ὁποία οἱ ἡμέρες εἶχαν ἤδη μετρηθεῖ, ὅπως ἔχει διασωθεῖ ἡ ἀπάντησή του πρός τόν Ἐπίσκοπο Δέρκων• ἡ ὁμολογία τῆς Πύλης, ὅτι ὁ ἀπαγχονισμός τοῦ ἦταν ἡ ἀπάντησή της στήν ἄρνησή του νά συμμορφωθῆ μέ τό χρέος του, νά ἐπαγρυπνᾶ γιά τήν στάση καί τήν συμπεριφορά ἔναντί της ἐξουσίας τοῦ σουλτάνου τῶν ἐξουσιαζομένων ἀπό αὐτόν ὁμοθρήσκων του καί νά ἀναφέρη εἰς αὐτήν τίς παράνομες πράξεις τοῦ –συμπεριφορά πού πείθει ὅτι ἦταν “ὡς ἀρχηγός μυστικός συμμέτοχος τῆς ἐπαναστάσεως...”, ἐπέβαλε τήν ἀνάγκη νά λείψη ὁ Πατριάρχης, κατά τό σχετικό Διάταγμα τῆς ὀθωμανικῆς ἐξουσίας, ἀπό τοῦ προσώπου τῆς γῆς πρός σωφρονισμό. Σέ ἐπίμετρο, δέν μπορεῖ κανείς νά ἀγνοήση τούς διωγμούς, τίς φυλακίσεις, τίς ταπεινώσεις, τά βασανιστήρια καί τήν σφαγή μελῶν τῆς Πατριαρχικῆς Συνόδου (Βάρνης Φιλόθεος, Σωζοπόλεως Παΐσιος), ἡ ὁποία ὑπέγραψε, γιά νά παραπλανήση τήν Πύλη, ὑπό τήν ἀσφυκτική πίεση τῆς ὁποίας προσπαθοῦσε νά ἐκπληρώση τό ἐθνικό της χρέος. Ὁ ἐκ τῶν ὑπογραφέων Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἄρτης Ἄνθιμος Ζ', πού εἶχε ἐκλεγεῖ καί ἐνθρονισθεῖ τό 1820, ὑπέστη καί αὐτός διώξεις καί φυλακίσεις καί βασανισμούς καί ἐξορία, ἀπό τήν ὁποία διέφυγε, γιά νά λάβη ἐνεργό μέρος στόν ἀπελευθερωτικό ἀγώνα. Ἀλλά καί ὁ διάδοχός του στόν θρόνο, Μητροπολίτης Πορφύριος, μέ διαταγή τῆς Πύλης συνελήφθη καί φυλακίσθηκε στό Ἅγιον Ὅρος ὡς ἐργαζόμενος δραστήρια γιά τήν ἐθνική των Ἑλλήνων ἀνεξαρτησία, ἀπό ὅπου δραπέτευσε, γιά νά προσφέρη τίς ὑπηρεσίες του στόν ἀγώνα.
Ἀλλά μήπως δέν εἶχε προηγηθεῖ τοῦ Εἰκοσιένα, ἡ ἐπαναστατική δράση τῶν Μητροπολιτῶν: Μονεμβασίας Μακαρίου Μελισσηνοῦ, πού τό 1571 πρωτοστάτησε σέ πολεμικές ἐπιχειρήσεις στήν Πελοπόννησο• τοῦ Μητροπολίτου Ἀχρίδος Ἀθανασίου, πού ὑπεκίνησε τήν ἐπίθεση τῶν Ἑλλήνων κατά τοῦ φρουρίου τῆς Τσέρνα στήν περιοχή τῆς Χειμάρας, τό 1596• τοῦ Μητροπολίτη Λάρισας Διονυσίου, πού τό 1611 ἡγήθηκε, φλογερός αὐτός ἡγέτης, τῆς ἐπίθεσης κατά τῶν Τούρκων στά Γιάννενα, πού ἀπέληξε στή σύλληψη καί τόν ἀποδερματισμό του, μέ θύμα ἀκόμη τόν ἐπίσκοπο Φαναρίου Σεραφείμ. Ἀργότερα, κατά τούς χρόνους τῆς Ἐπανάστασης, ἔπεσε μαχόμενος στό Μανιάκι ὁ Ἔξαρχος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί μέλος τῆς ἀνωτάτης ἀρχῆς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας Γρηγόριος Δικαῖος Παπαφλέσσας, ἡ τραγική αὐτή μορφή τῆς Ἐθνεγερσίας, ἐνῶ προσφέρονται ὡς ὁλοκαύτωμα οἱ Ἐπίσκοποι Σαλώνων Ἠσαΐας καί ὁ Ρωγῶν Ἰωσήφ στό Μεσολόγγι.
Ἐξ ἄλλου, τό Ὀρθόδοξο Μοναστήρι ἔγινε στά χρόνια του Μεγάλου Ξεσηκωμοῦ τό καταφύγιο τῆς Κλεφτουριᾶς• τό θεραπευτήριο τοῦ τραυματία καί ἄρρωστου ἀγωνιστῆ• ἡ ἑστία καταφυγῆς καί περίθαλψης τοῦ διωκομένου• τό ὁρμητήριο πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων• ἡ ζωογόνος πνοή γιά τόν ὑπόδουλο• τό Κάστρο τῆς ἐπαναστατημένης Ρωμηοσύνης.
Ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξε σημαντικός παράγοντας γιά τήν διάσωση καί ἐνίσχυση τῆς ἐθνικῆς συνείδησης τῶν Ἑλλήνων. Μέ τήν διοικητική της διάρθρωση –πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι, μητροπολίτες, ἐπίσκοποι, μοναστήρια– ἀναδείχθηκε “σέ τέλειο ὀργανισμό γιά τήν διοίκηση τοῦ ὑπόδουλου γένους, ἀποκαθιστώντας τήν ἑνότητα τοῦ ἑλληνισμοῦ καί δημιουργώντας τό ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό κράτος”, ἀνυψώνοντας τό κύρος τῆς Ὀρθοδοξίας σέ ἀξιόλογη πολιτική δύναμη καί ἀπό τούς σημαντικότερους παράγοντες τοῦ ἑλληνισμοῦ στήν μακραίωνη δουλεία του.
Γιά τήν ἀμφιλεγόμενη στάση καί συμμετοχή τοῦ ἀνώτερου κλήρου στήν Ἐθνεγερσία ὑπάρχουν ἀδιαμφισβήτητα στοιχεῖα.
Σέ πίνακα, πού ἔχει παραθέσει στήν ἐργασία τοῦ “Δοκίμιον Ἱστορικόν περί τῆς Φιλικῆς Ἐταιρείας”, ὁ Φιλήμων, σέ 514 μέλη της, τά ἐννιά (9) ἤσαν ἀρχιερεῖς, ἐνῶ σέ γράμμα τοῦ Ἡγουμένου Δαμιανοῦ, τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Ναυπακτίας, μέ ἡμερομηνία 5 Ἰουλίου 1821, πού μυήθηκε κατά τήν ἐπίσκεψή του στό Πατριαρχεῖο, καί τό ὁποῖο ὑπογράφει ὡς “ἀπόστολος τῆς ἐλευθερίας”, ἀναφέρονται οἱ μυημένοι ἀπό τόν ἴδιο Ναυπακτίτες. Ἐξ ἄλλου, στήν ἐναίσιμη ἐργασία τοῦ “οἱ Ἀρχιερεῖς εἰς τό Εἰκοσιένα” παραθέτει ὁ Πέτρος Γεωργαντζής τά ἀκόλουθα στοιχεῖα:
Κατά τήν κρίσιμη περίοδο τοῦ 1821, ὁ ἀριθμός τῶν μητροπολιτῶν, σέ ὅλην τή ἔκταση τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἀνερχόταν σέ 195-200, ἀπό τούς ὁποίους τουλάχιστον 81 ὑπῆρξαν μέλη τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, ἐνῶ 73 ἐπώνυμοι ἀρχιερεῖς ἔλαβαν ἐνεργό μέρος σέ διάφορες φάσεις τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα:
Ἀπό τήν περιοχή τῆς Πελοπονήσσου 20, τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδας 7, τῶν Νησιῶν τοῦ Αἰγαίου Πελάγους 9, τῆς Θεσσαλίας 5, τῆς Ἠπείρου 5, τῆς Μακεδονίας 3, τῆς Θράκης 4, Μ. Ἀσίας 6,
οἱ Πατριάρχες Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος, Μολδοβλαχίας Βενιαμίν, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός καί οἱ θυσιασθέντες στόν ἱερό ἀγώνα Μητροπολίτες, ἐν οἶς: Μεθώνης Γρηγόριος, Σαλώνων Ἠσαΐας, Ρωγῶν Ἰωσήφ, Ἱερισσοῦ καί Ἁγίου Ὅρους Ἰγνάτιος, Πλαταμῶνος Γεράσιμος, Μαρωνείας Κωνσταντῖνος, Σωζοπόλεως Παΐσιος, Ἀδριανουπόλεως Γεράσιμος, Βιζύης Ἰωάσαφ, Ἀγαθουπόλεως Ἰωσήφ, Βάρνας Θεόφιλος καί Εὐδοκιάδος Γρηγόριος, ἐνῶ οἱ δοκιμασθέντες, φυλακισθέντες, βασανισθέντες Ἀρχιερεῖς, ἀνῆλθαν σέ 42, μεταξύ των ὁποίων καί οἱ δύο Ἀρχιερεῖς Ναυπάκτου καί Ἄρτης, κατά τήν ἐπαναστατική περίοδο, Ἄνθιμος Ζ' καί Πορφύριος, γιά τούς ὁποίους ἔχει ἤδη γίνει λόγος, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ πρῶτος φέρεται ὡς συνυπογραφέας τῆς Πατριαρχικῆς Ἐγκυκλίου, πού ἀπεδοκίμαζε τήν Ἐπανάσταση, καί ἀκόμη οἱ Πατριάρχες Εὐγένιος, Ἄνθιμος, Χρύσανθος καί Ἀγαθάγγελος. Σημειώνεται ὅτι ὁ ἐνταφιασμένος στήν βορεινή πλευρά τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, στήν πόλη μας, Ἀρχιερέας Ἄνθιμος, ὁ λεγόμενος Ὀλύμπιος, Μητροπολίτης Ναυπακτίας καί Εὐρυτανίας δέν ταυτίζεται μέ τόν προαναφερόμενο.
Τό 1833, ἐπί Ὄθωνα, συστήθηκε Ἐκκλησιαστική Ἐπιτροπή, γιά νά ἀπογράψη τά τῆς Ἐκκλησίας κατά τόν ἐθνικοαπελευθερωτικό μας ἀγώνα, στήν ἔκθεση τῆς ὁποίας, μεταξύ των ἄλλων, περιλαμβάνεται “ἐν διαστήματι τῆς ἐπαναστάσεως, πολλαί τῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ἑλλάδος ἐστερήθησαν τούς Ἀρχιερεῖς τους, θυσιασθέντας τούς περισσοτέρους εἰς τούς ὑπέρ τῆς Πατρίδος ἀγώνας”, ὅπως γράφει ὁ Θεοκλητός Στράγκας.
Βιβλιογραφικά
- Γιάννη Κορδάτου, Ἱστορία τῆς Νεωτέρας Ἑλλάδος, 1957
- Δημήτρη Φωτιάδη, Καραϊσκάκης, Geneve 1969
- Γιάννη Σκαρίμπα, τό 21 καί ἡ ἀλήθεια, 1975
- Μάριου Πλωρίτη, τό 21, μύθοι καί ἀντιμύθοι, 1980
- Παναγ. Πιπινέλη, Πολιτική Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, 1927
- Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Ἡ Φιλική Ἑταιρεία, 1964
- Φωτάκου Ἀπομνημονεύματα, ἐπανέκδοση 1960
- Σπύρ. Τρικούπη, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως
- Ν. Μοσχοπουλου, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ὅπου τα περί Σανιζάντ
- Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγηση συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς
- Γ. Τσερτσέτη, Ἅπαντα
- Γιάννη Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα,
- Ἐπιστημονικό Συμπόσιο Μαρξιστικῶν Ἐρευνῶν, Σύγχρονη Ἐποχή, ὅπου οἱ εἰσηγήσεις τῶν Λ. Στρίγκου, Π. Ρούσου, Ε. Ἀντωνιάδου - Μπιμπίκου, Γκρικόρι Ἄρς
ΟΛΜΕ, Δελτίο, Μάρτιος 1983 - Γ. Καββαδία, Ἐπανάσταση καί κοινωνική δυναμική - 1821, 1996
- Π. Γεωργαντζή, Οἱ Ἀρχιερεῖς εἰς τό Εἰκοσιένα, 1985
- Θ. Στράγκα, Ἐκκλησίας Ἑλλάδος ἱστορία ἐκ πηγῶν ἀψευδῶν, 1817-1967, 1969
- Προβολές: 3033