Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Ὀρθοδοξία καί Δημοκρατία

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Τό θέμα «Ὀρθοδοξία καί Δημοκρατία» εἶναι πολύπτυχο καί πολύπλευρο. Μερικά σημεῖα θά ὑπογραμμίσουμε στά ὅσα θά ἀκολουθήσουν.

Κατ’ ἀρχάς ἐκεῖνο τό ὁποῖο μποροῦμε νά ποῦμε εἶναι ὅτι φαινομενικά οἱ δύο αὐτοί ὄροι ἀναφέρονται σέ διαφορετικές καταστάσεις. Δηλαδή, ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει σχέση μέ τήν θρησκεία, καί ἰδιαίτερα μέ τήν Ἐκκλησία, καί ἡ Δημοκρατία δηλώνει τό πολίτευμα τό ὁποῖο χαρακτηρίζει μιά Χώρα. Ἑπομένως, θά δοῦμε ἀναλυτικά τίς δύο αὐτές ἔννοιες καί στήν συνέχεια θά προσδιορίσουμε τήν σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ των δύο. Αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο νά γίνη, διότι εἶναι γνωστό το χωρίο τοῦ Ἀντισθένους σύμφωνα μέ τό ὁποῖο «ἀρχή παιδεύσεως ὀνομάτων ἐπίσκεψις», δηλαδή ἀρχή παιδείας καί γνώσεως εἶναι ὁ καθορισμός τῆς σημειολογίας τῶν ὀνομάτων.

1. Ἡ λέξη Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖται ἀπό δύο ἐπιμέρους λέξεις, ἤτοι ὀρθή, δηλαδή ἀληθινή, καί δόξα, δηλαδή δοξασία-πίστη. Χρησιμοποιεῖται γιά νά δηλώση τήν ἀληθινή ἀποκαλυπτική ἀλήθεια, ὅπως τήν ἀπεκάλυψε ὁ Χριστός καί τήν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ ἅγιοι Πατέρες.

Ὑπάρχει, ὅμως, τό ἐνδεχόμενο ἡ λέξη Ὀρθοδοξία, ὅταν ἀπό ἐπίθετο γίνεται οὐσιαστικό, νά δηλώνη μιά ἰδιαίτερη ἰδεολογία, ἡ ὁποία ἀντιπαρατίθεται σέ ἄλλες ἐγκοσμιοκρατικές ἰδεολογίες. Ἀκριβῶς γι’ αὐτόν τόν λόγο θά πρέπη νά συνδέσουμε στενά τήν λέξη Ὀρθοδοξία μέ τήν λέξη Ἐκκλησία, ὁπότε ἀπό οὐσιαστικό γίνεται ἐπίθετο, τό ὁποῖο χαρακτηρίζει τήν συγκεκριμένη Ἐκκλησία. Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἱστορική Ἐκκλησία πού διαφυλάττει τήν ἀλήθεια, ὅπως τήν παρέδωσε ὁ Χριστός.

Μέ αὐτήν τήν ἔννοια Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι μιά συγκεκριμένη Κοινότητα, πού ἔχει τήν ὀρθή πίστη καί τήν ὀρθή Εὐχαριστία. Καί αὐτή ἡ Κοινότητα, πού εἶναι τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἑνιαία παρά τήν διαίρεση σέ ἐπί μέρους Τοπικές Ἐκκλησίες. Καί κάθε Τοπική Ἐκκλησία ἀποτελεῖται ἀπό μέλη τά ὁποῖα ἔχουν μιά εἰδική ἀποστολή, ἀνάλογα μέ τά χαρίσματα τά ὁποῖα ἔχουν λάβει ἀπό τόν Θεό.

2. Ἡ λέξη Δημοκρατία σημαίνει τήν ἐξουσία τοῦ Δήμου καί βέβαια ἀναφέρεται στά ἀνθρωποκεντρικά πολιτεύματα, τά ὁποῖα εἶναι ἀναγκαῖα γιά τήν συγκρότηση καί τήν ἑνότητα τῆς κοινωνίας.

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ὑπάρξεως κοινωνικῶν συστημάτων συνδέεται μέ τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ καί ἑπομένως εἶναι ἕνα μεταπτωτικό φαινόμενο. Δηλαδή, μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ, ὁ ἄνθρωπος φόρεσε τούς δερμάτινους χιτώνας τῆς φθορᾶς καί θνητότητος καί κυριαρχεῖται ἀπό τήν πραγματικότητα τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος δημιουργεῖ τεράστια ὑπαρξιακά καί κοινωνικά προβλήματα. Ἀκριβῶς γιά τόν λόγον αὐτόν ὑπῆρξε ἀνάγκη νά ἐφευρεθοῦν διάφορα συστήματα, ὥστε νά ἐπικρατῆ μιά ἰσορροπία καί εἰρήνη μέσα στήν κοινωνία.

Ἡ Δημοκρατία ὡς πολίτευμα εἶναι ἀντίθετη μέ τήν Θεοκρατία καί τήν ἀριστοκρατία, ὀλιγαρχία, τυραννία κλπ. Θεοκρατία εἶναι ἡ ταύτιση πολιτικῆς καί θρησκευτικῆς ἐξουσίας σέ ἕνα πρόσωπο, ἀριστοκρατία, ὅταν ἡ ἐξουσία μεταβιβάζεται κληρονομικῶς, ὀλιγαρχία, ὅταν ἡ ἐξουσία παραμένη σέ χέρια ὀλίγων πλουσίων καί καταντᾶ σέ τυραννία. Ἐπίσης ἡ Ὀχλοκρατία εἶναι ἡ κατάλυση κάθε ἐξουσίας καί ἡ κυριαρχία τοῦ λαοῦ, χωρίς ὅμως προϋποθέσεις καί περιορισμούς. Βασιλεία εἶναι κυρίως καί προπαντός ἡ ρατσιστική νοοτροπία, γιατί στηρίζεται πάνω σε μιά ρατσιστική κληρονομικότητα. Καί τό Φεουδαλιστικό σύστημα κυριαρχεῖται ἀπό ἕναν φυλετικό ρατσισμό καί συνδέεται μέ τήν κυριαρχία μιᾶς ἰδιαίτερης κάστας ἀνθρώπων, πού ἐπιβάλλεται πάνω σε ἄλλους ἀνθρώπους. Αὐτό σημαίνει ὅτι χωρίζει τούς ἀνθρώπους σέ ἐκ γενετῆς δούλους καί ἐκ γενετῆς ἐλευθέρους. Ὁπότε τό πολίτευμα τῆς Δημοκρατίας, ὅταν ἐκφράζεται ἀπό ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν δημοκρατικές ἀρχές, εἶναι τό καλύτερο πολίτευμα.

3. Ὕστερα ἀπό αὐτές τίς διευκρινίσεις, θά πρέπη νά δοῦμε τήν σχέση μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Δημοκρατίας. Καί θά τό δοῦμε ἀπό δύο πλευρές. Πρώτον τήν ἐσωτερική πλευρά, πού ἀφορᾶ τήν διοργάνωση τῆς ἴδιας της Ἐκκλησίας καί δεύτερον τήν ἐξωτερική πλευρά, πού ἀφορᾶ τήν σχέση τῆς Ἐκκλησίας πρός τήν Πολιτεία, πού διακρίνεται γιά τό δημοκρατικό της πολίτευμα.

Ὡς πρός τήν πρώτη πλευρά, τό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν εἶναι δημοκρατικό μέ τήν συνηθισμένη ἔννοια τοῦ ὄρου, ὅτι δηλαδή καθένας ἔχει τίς ἴδιες ὑποχρεώσεις καί τήν ἴδια ἀποστολή, ἀλλά εἶναι συνοδικό καί ἱεραρχικό. Αὐτή ἡ συνοδικότητα καί ἱεραρχικότητα φαίνεται στό βιβλίο τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίου «περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας».

Ἀναλύοντας τό θέμα αὐτό, μποροῦμε νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού διακρίνεται γιά τήν ἱεραρχικότητα, διαρθρώνεται διοικητικά σέ Πατριαρχεῖα, μέ πρῶτο το Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, σέ Αὐτοκέφαλες, Αὐτόνομες καί Ἡμιαυτόνομες Τοπικές Ἐκκλησίες. Γενικά ἐπικρατοῦν δύο ἐκκλησιαστικά συστήματα διοικήσεως, ἤτοι τό Μητροπολιτικό σύστημα καί τό Πατριαρχικό σύστημα. Ἀλλά καί κάθε Τοπική Ἐκκλησία δέν εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπό τίς ἄλλες Ἐκκλησίες, ἰδιαιτέρως ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἀλλά ἔχει μιά ποικίλη ἀλληλεξάρτηση ἀπό αὐτό.

Ἔπειτα, κάθε Τοπική Ἐκκλησία διαρθρώνεται ἱεραρχικά, ἀφοῦ κάθε μέλος τῆς ἔχει λάβει εἰδικό χάρισμα ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἕνας ἔχει τό χάρισμα τοῦ ποιμαίνειν κατά τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, καί ὁ ἄλλος ἔχει τό χάρισμα τοῦ ποιμαίνεσθαι. Ὁ ἕνας ἔχει τό χάρισμα τοῦ κηρύττειν τόν λόγο τῆς Ἀληθείας, ὁ ἄλλος τοῦ ἀκροάσθαι. Γιά παράδειγμα, ὅταν τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία, γίνεται μιά συνύπαρξη καί ἀνταλλαγή δώρων καί χαρισμάτων. Ὁ Ἱερεύς προσφέρει τήν ἀναίμακτη μυσταγωγία, ὁ Ἱεροψάλτης ἀπαντᾶ στίς δεήσεις του. Ὁ λαός συμμετέχει ἐνεργῶς στά τελούμενα. Ὁ νεωκόρος βοηθᾶ στήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας. Τά παιδιά στό ἱερό Βῆμα βοηθοῦν τόν λειτουργό γιά τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου. Οἱ Ἐπίτροποι ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς συντηρήσεως καί τοῦ εὐτρεπισμοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, ὅπου τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία, καί οἱ γυναῖκες ἑτοιμάζουν τό πρόσφορο καί τά ὑλικά, τά ὁποῖα χρειάζονται γιά τήν θεία Λειτουργία, καθώς ἐπίσης ἀσχολοῦνται καί μέ τό φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τούς Κληρικούς, οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ Πρεσβύτεροι καί οἱ Διάκονοι ἔχουν εἰδική ἀποστολή μέσα στήν Ἐκκλησία. Γενικά, κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας γίνεται ἕνα συλλείτουργο, μιά ἀνταλλαγή χαρισμάτων.

Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως λέγει ὁ Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης, καί νῦν Πρόεδρος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, ἀρχή τοῦ πολιτεύματος δέν εἶναι ὁ λαός, ἀλλά ὁ Θεός καί ἡ πραγμάτωση τοῦ πολιτεύματος δέν εἶναι ἡ μένουσα, ἀλλά ἡ μέλλουσα πόλη, τῆς ὁποίας τεχνίτης καί δημιουργός εἶναι ὁ Θεός. Τά χαρίσματα τά χορηγεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα γιά τήν συγκρότηση τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ Πατρός.

Ἐπίσης, στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἰσχυριζόμαστε ὅτι τό ἐκκλησιαστικό πολίτευμα λειτουργεῖ στήν σχέση μεταξύ ἀγάπης καί ἐλευθερίας. Ἡ ἀγάπη δέν καταργεῖ τήν ἐλευθερία, γιατί τότε θά εἴχαμε δικτατορία, καί ἡ ἐλευθερία δέν καταργεῖ τήν ἀγάπη, γιατί τότε θά εἴχαμε ἀναρχία.

Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον εἶναι διοργανωμένη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι πάρα πολύ σημαντικός καί κάθε Πολιτεία πρέπει νά μελετήση αὐτόν τόν τρόπο διοργανώσεως τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί νά τόν ἀντιγράψη γιά τήν καλύτερη διοργάνωση τῆς κοινωνίας. Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία ἁπλώνεται σέ ὅλον τόν κόσμο, τά μέλη Τῆς προέρχονται ἀπό ὅλα τα ἔθνη καί τίς φυλές καί ἑπομένως ἀποστρέφεται τελείως τόν ρατσισμό. Ἔπειτα, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐπικοινωνοῦν οἱ Ἐκκλησίες μεταξύ τους καί ἡ σύγκληση τῶν Τοπικῶν καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων δείχνουν τήν ἱεράρχηση πού ἐπικρατεῖ καί, βεβαίως, βρίσκονται στό ἐντελῶς ἀντίθετο ἄκρο ἀπό τόν Φεουδαλισμό. Τό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα λειτουργεῖ καί στόν τρόπο λειτουργίας τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, ἀλλά καί στό ἐπίπεδό των Ἐνοριῶν καί τῶν Μοναστηριῶν.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅμως ζῆ καί πολιτεύεται σέ ἕνα συγκεκριμένο Κράτος καί, βεβαίως, συνεργάζεται μέ τήν κάθε Πολιτεία, χωρίς νά τήν ὑποκαθιστᾶ καί ἀντικαθιστᾶ. Οἱ σχέσεις μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας καθορίζονται μέ τό σύστημα τῆς συναλληλίας. Δηλαδή, ἄλλο εἶναι τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο κινεῖται ἡ Ἐκκλησία καί ἄλλο τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο κινεῖται ἡ Πολιτεία. Συναντῶνται μόνον σέ ἕνα σημεῖο καί αὐτό εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἡ Ἐκκλησία φροντίζει γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ Πολιτεία γιά τήν λύση τῶν διαφόρων κοινωνικῶν, ὑλικῶν καί λοιπῶν προβλημάτων.

Ἡ Ἐκκλησία, ἄν καί μπορεῖ νά ζήση σέ ὅλες τίς μορφές πολιτευμάτων, ἐν τούτοις χαίρεται, ὅταν λειτουργοῦν σωστά οἱ δημοκρατικοί θεσμοί καί συμβάλλει πρός τόν σκοπό αὐτό ἀκριβῶς γιατί διασώζεται ἡ ἐλευθερία, πού εἶναι γνώρισμα τοῦ προσώπου. Ὅμως, οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας δέν πρέπει νά ἀναμειγνύονται στίς κομματικές διενέξεις, ἀφοῦ εἶναι Ποιμένες ὅλων των μελῶν τῆς Ἐκκλησίας σέ ὁποιαδήποτε παράταξη καί ἄν ἀνήκουν. Ἐκκλησία καί Πολιτεία συνεργάζονται σέ κοινοῦ ἐνδιαφέροντος θέματα, ἀλλά ὅμως πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι πάντοτε διαφέρει ὁ θεολογικός λόγος τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν πολιτικό λόγο τῆς κάθε Πολιτείας. Ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζει ὅλα τα ζητήματα μέσα ἀπό τήν θεολογία της, γιατί διαφορετικά ἡ ταύτιση ἐκκλησιολογίας καί κοινωνιολογίας, ἤ ἡ σύγχυση θεολογικοῦ καί κομματικοῦ λόγου συνιστᾶ τό φαινόμενο τῆς ἐκκοσμίκευσης.

Γενικά, τό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι συνοδικό καί ἱεραρχικό, μέσα στό ὁποῖο ὑπάρχει ἱεράρχηση χαρισμάτων καί διακονιῶν καί, βεβαίως, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία συνεργάζεται μέ τήν Πολιτεία σέ θέματα πού ἐνδιαφέρουν τά μέλη της.

Σήμερα δέ πού γίνεται μεγάλος λόγος στήν Εὐρώπη γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά γίνη ἡ ἐνοποίησή της, ἤτοι ἐάν ἐφαρμοσθῆ τό Ὁμοσπονδιακό Κράτος ἤ ἡ Διακυβερνητική Συνεργασία μεταξύ των Κρατῶν, θά πρέπη νά μελετηθῆ τό Συνοδικό καί Ἱεραχικό Πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας καί νά τεθῆ ὡς πρότυπο ἀναπτύξεως καί συγκροτήσεως τῆς ἑνότητος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης.

Ἑπομένως, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, κατά τόν τρόπο διοικήσεώς της, ἐκφράζει τό ἀρχαῖο ἑλληνικό σύστημα διοικήσεως καί ὄχι τό φεουδαλιστικό-δεσποτικό σύστημα. Καί αὐτό τό σύστημα πρέπει νά γίνη ἀντικείμενο ἐρεύνης ἀπό ὅλους ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα τῆς Δημοκρατίας.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 3744