Skip to main content

π. Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη: Ψυχολογία καί Πνευματική Ζωή

Στήν ταλανιζόμενη ἀπό ποικίλα φαινόμενα θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ ἐποχή μᾶς εἶναι φυσικό νά ἐκδηλώνεται αὐξημένη ἀνησυχία γύρω ἀπό τή σχέση τῆς πνευματικῆς ζωῆς μέ τήν Ψυχολογία καθώς ἡ τελευταία βρίσκεται στό προσκήνιο τοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου. Δυστυχῶς, ὅμως, τόν τελευταῖο καιρό παρατηρεῖται κάθε ἄλλο παρά νηφάλια καί “μετά λόγου γνώσεως” ἀντιμετώπιση τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ θέματος.

Ἡ ἀνησυχία ἀπό τήν πλευρά τῆς ποιμαίνουσας Ἐκκλησίας εἶναι εὔλογη καθώς ἡ πλειοψηφία τῶν παραθρησκευτικῶν ὀργανώσεων, πού συμπεριλαμβάνονται ὑπό τόν τίτλο “Νέα Ἐποχή” (“New age”), χρησιμοποιοῦν ψευδωνύμως, πρός ἄγραν θυμάτων, τούς ὅρους “ψυχολογία”, “αὐτογνωσία”, “ψυχοθεραπεία” κ.α. χωρίς καμία σχέση μέ τήν ἐπιστημονική πραγματικότητα ὅπου κανονικά ἐντάσσονται αὐτές οἱ ἔννοιες. Πέρα, ὅμως, ἀπό αὐτά τά -ἀπορριπτέα καί ἀπό τήν ἐπιστήμη φαινόμενα- εἶναι σημαντικότερο νά ἀποσαφηνιστοῦν μερικές λεπτές πτυχές τοῦ θέματος τῶν ὁποίων ἡ λανθασμένη κατανόηση μπορεῖ νά ὁδηγήση σέ ἐπικίνδυνες παρερμηνεῖες. Τέτοια σημεῖα εἶναι ἐπιγραμματικῶς τά ἑξῆς:

1. Ἡ χρησιμοποίηση τῆς ρίζας “ψύχ-” ἀπό τίς σύγχρονες ἐπιστῆμες τοῦ ἀνθρώπου (π.χ. “Ψυχο-λογία”, “Ψύχ-ἰατρική”, “Ψύχ-ἀναλυση”, “Ψυχο-θεραπεία”, κλπ.) εἶναι καταχρηστική καί δέν παραπέμπει στήν ἔννοια τῆς ψυχῆς, ὅπως τήν κατανοοῦμε στήν Ὀρθόδοξη Θεολογία. Οἱ ἐν λόγω ἐπιστῆμες δέν ἀσχολοῦνται μέ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου κατ’ οὐσίαν, δέν ἔχουν τίς προϋποθέσεις ἤ τά “ἐργαλεία” γιά κάτι τέτοιο, ἀλλά μέ τίς συμπεριφορικές ἐκδηλώσεις καί τίς διαταραχές στό ἐπίπεδό των διαπροσωπικῶν σχέσεων τῆς πεπτωκυίας ἀνθρωπίνης φύσεως. Σημειωτέον ὅτι ἡ σύγχρονη Ψυχιατρική ἐπιδιώκει τήν υἱοθέτηση νέας ὁρολογίας χωρίς τό συνθετικό “ψύχ-”, ἀλλά συναντᾶ μεγάλη δυσκολία στήν εὕρεση νέων ὅρων ἐπαρκῶς περιεκτικῶν καί κοινῆς ἀποδοχῆς.

2. Δέν πρέπει νά γίνεται σύγχυση ἤ ταυτοποίηση τῆς Ψυχιατρικῆς (κλάδος τῆς Ἰατρικῆς) μέ τίς διάφορες ψυχολογικές θεωρίες ἀλλά οὔτε καί τῶν διαφόρων ψυχολογικῶν καί θεραπευτικῶν σχολῶν καί μεθόδων μεταξύ τους. Ἄλλο ψυχίατρος, ἄλλο ψυχολόγος, ἄλλο ψυχοθεραπευτής, ἄλλο ψυχαναλυτής, ἄλλο θεραπευτῆς οἰκογένειας κόκ. Ἀκόμα καί ὅταν συνυπάρχουν περισσότερές της μιᾶς ἰδιότητες σέ ἕνα ἄτομο (π.χ. Ψυχολόγος-Ψυχαναλυτής) πρέπει νά εἶναι σαφῆ τα ὅρια μεταξύ των γνωστικῶν ἀντικειμένων, τά ὁποῖα ὁ ἐν λόγω εἰδικός ὑπηρετεῖ. Γιά παράδειγμα ἕνας κλινικός ψυχολόγος πού ἔχει καί ἐκπαίδευση συμπεριφορικού “ψυχο”-θεραπευτού ἄλλη ὑπηρεσία προσφέρει ὅταν ἐφαρμόζη ἕνα “τέστ” μέτρησης τῆς νοημοσύνης καί ἄλλη ὅταν κάνη “ψυχο”-θεραπεία συμπεριφορᾶς (πού δέν εἶναι ψυχανάλυση) σέ ἕνα ἄτομο πού πάσχει, γιά παράδειγμα μικροβιοφοβία ἤ ἀπό διαταραχή πανικοῦ.

3. Ὅπως ἔχω τονίσει καί στό παρελθόν (βλ. Π. Ἄδ. Αὐγουστίδη, Ποιμένας καί Θεραπευτῆς, ἔκδ. Ἀκρίτας) “οἱ ἐκπρόσωποι της” Ψυχολογίας συχνά ἀγνοοῦν ἤ ἔχουν παρεξηγήσει καίριας σημασίας ἀνθρωπολογικά στοιχεῖα πού χαρακτηρίζουν τόν πνευματικά ἀγωνιζόμενο ἄνθρωπο.... Ὁ ἐμπολουτισμός τῶν ἐπιστημῶν τοῦ ἀνθρώπου (Sciences Humaines) ἀπό τόν θησαυρό τῆς Ὀρθόδοξης Νηπτικῆς Παράδοσης θά εἶναι πρός τό συμφέρον τους, προϋποθέτει ὅμως τήν ἐκ μέρους τούς ὑπέρβαση τῶν καθηλώσεων στίς ὁποῖες ἔχουν δεσμευτεῖ κατά τήν πρόσδεσή τους στό ἅρμα τῆς δυτικοχριστιανικῆς πνευματικῆς καί πολιτισμικῆς παράδοσης, μέσα στήν ὁποία γεννήθηκαν καί ἀναπτύχθηκαν” (σέλ. 98-99). Εἶναι ἀνάγκη . ἑπομένως, ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία νά καταθέση τήν μαρτυρία της σέ αὐτό τό πεδίο.

4. Η Ψυχολογία χρησιμοποιήθηκε ἀπό τήν Ποιμαντική ἀρχικά στόν χῶρο τοῦ Προτεσταντισμοῦ ὄχι μόνο γιατί ἐκεῖ ὁδήγησαν οἱ κοινωνικό-ἱστορικές συνιστῶσες τοῦ δυτικοῦ κόσμου ἀλλά, κυρίως, ἐπειδή ἀπουσίαζαν ἀφ’ ἑνός ἡ ἁγιοπατερική ἀνθρωπολογική παράδοση καί ἀφ’ ἑτέρου τό μυστήριο τῆς μετανοίας (Ἱερά Ἐξομολόγησις). Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, πάντοτε προσληπτική καί μεταμορφωτική ἀλλά ποτέ ἀλλοτριουμένη ἤ μειοδοτική, καλεῖται σήμερα νά ἀντιμετωπίση τή σύγχρονη πολιτισμική πραγματικότητα, ἡ ὁποία μιλᾶ καί σκέπτεται ἐπηρεασμένη ἔντονα ἀπό τίς ψυχολογικές θεωρίες. Σέ αὐτόν τόν διάλογο δέν πρέπει νά διαφεύγη τῆς προσοχῆς μας ὅτι ἡ Ψυχολογία ἀγνοεῖ τί σημαίνει προπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Θεωρεῖ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὑπάρχει ὁ πεπτωκῶς ἄνθρωπος ὡς τό μοναδικό ἀνθρωπολογικό δεδομένο καί οἱ ἀνθρωπλογικές συνέπειες τῆς ἐνσάρκωσης τοῦ Θεοῦ-Λόγου βρίσκονται ἐκτός του πεδίου τῶν ἐνδιαφερόντων της. Ἀντιθέτως, ἡ Ὀρθόδοξη Ποιμαντική Θεολογία τοποθετεῖ τήν ἀφετηρία τῆς ἀνθρωπολογίας της στίς προπτωτικές προδιαγραφές τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος καί ἐνδιαφέρεται πρωτίστως γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί στή συνέχεια γιά τήν ἀνακούφιση τῶν ὀδυνῶν τοῦ παρόντος βίου. Ἡ ἀνθρωπολογία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης δέν μπορεῖ νά νοηθῆ ἐρήμην της Χριστολογίας. Κατά προέκταση τή διαφοροποίηση μεταξύ Ψυχολογίας καί Ὀρθόδοξης Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας τήν καθορίζει τό ἀντικείμενο τῆς σπουδῆς τους, ἀνάλογα μέ τό ἄν αὐτό εἶναι μόνο ὁ “πεπτωκώς” ἤ καί ὁ “ἀνιστάμενος”, δηλαδή ὁ φωτιζόμενος καί θεούμενος ἄνθρωπος. Ὅσοι ἔχουν ἔστω καί ἐλάχιστη γεύση ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας εὔκολα κατανοοῦν ὅτι: α) ἡ ἀνθρωπολογία τῆς ὀρθόδοξης Θεολογίας διαφέρει ἀπό αὐτή τῶν σύγχρονων ἐπιστημῶν τοῦ ἀνθρώπου. Χρειάζεται ἑπομένως προσοχή κατά τόν διάλογο μέ αὐτές τίς ἐπιστῆμες, ὥστε νά μήν υἱοθετοῦνται ἀνθρωπολογικές ἀντιλήψεις ἀσύμβατες μέ τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. β) Δίχως τήν νηπτική ἐμπειρία τῶν κατά Χάριν Χριστῶν, δηλαδή τῶν Ἁγίων της Ἐκκλησίας εἶναι ἀδύνατον νά διατυπωθῆ οὐσιαστικός λόγος γιά τό τί εἶναι πραγματικά ὁ ἄνθρωπος.

5. Γιά τόν ὀρθόδοξο ποιμένα ἤ ποιμαινόμενο πρέπει νά εἶναι σαφές ὅτι τό μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως εἶναι θεμελιῶδες καί “ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ” γιά τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Τό θεοσδοτο αὐτό μυστήριο τῆς μετανοίας:

  • Δέν πρέπει νά συγχέεται σέ καμία ἀπό τίς διάφορες “ψυχο”-λογικές μεθόδους καί “ψυχο”-θεραπευτικές τεχνικές.
  • Δέν ἀποσκοπεῖ στήν “ψυχο”-λογική ἀνακούφιση ἀλλά στήν κάθαρση ἀπό τά πάθη, στόν ἁγιασμό καί στή θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
  • Δέν στηρίζεται σέ ὀρθολογικές τεχνικές ἀλλά στόν φωτισμό ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐξομολογοῦντος καί ἐξομολογουμένου. Κατά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου ὁ μέν ἐξομολογούμενος καλεῖται σέ γνήσια μετάνοια (καί ὄχι σέ ψυχολογικῆς τάξεως συναισθηματικές ἐκφορτίσεις) ἐνῶ ὁ ἱερέας καλεῖται νά γίνη ἀγωγός της Θείας Χάριτος καί νά καθοδηγήση τόν πιστό ὄχι σύμφωνα μέ τό “ἴδιον θέλημα”, ἀλλά μεταφέροντας σέ αὐτόν τό μυστικῶς καί μέ ἀνεξιχνίαστο τρόπο ἀποκαλυπτόμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ.
  • Ἡ θεραπευτική δύναμη τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας δέν εἶναι “ἐκ τοῦ κόσμου τούτου”. Δέν στηρίζεται σέ κτιστές μεθόδους ἀλλά στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τῆς Ἁγίας Τριάδος.

6. Οἱ διάφορες ἀνθρώπινες θεραπευτικές μέθοδοι, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν ψυχιατρικῶν καί ψυχολογικῶν, δέν προσφέρουν τήν σωτηρία στόν ἄνθρωπο. Προσφέρουν ἀνακούφιση ἤ ἴαση κάποιων ἀπό τίς νοσηρές ἐκδηλώσεις τῆς πεπτωκυίας φύσεως, ἀλλά δέν παρέχουν τήν δυνατότητα ὑπερβάσεως τοῦ θανάτου. Δέν πρέπει, ἑπομένως, νά γίνεται σύγχυση μεταξύ των κτιστῶν ἀνθρωπίνων ἰαματικῶν μέσων καί τῆς θεραπευτικῆς κοινωνίας τοῦ κτιστοῦ ἀνθρώπου μέ τίς ζωοποιές ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ διά τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Καμία ἀνθρώπινη “ψυχο”-θεραπευτική μέθοδος δέν μπορεῖ νά θεωρηθῆ ὑποκατάστατο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως οὔτε ἡ Ἱερά Ἐξομολόγησις ἐπιτρέπεται νά θεωρεῖται -εὐτελιζόμενη- ὡς θρησκευτικοῦ τύπου “ψυχο”-λογική θεραπεία. Ἀκόμα καί ὅταν κάποιος χρειάζεται καί τά δύο, δέν πρέπει νά γίνεται σύγχυση μεταξύ τους. Ἄλλωστε, καμία ἀνθρώπινη μέθοδος δέν μπορεῖ νά θεραπεύση τήν αἰτία τοῦ κακοῦ, τή ρίζα τῆς ἀνθρώπινης νοσηρότητας, δηλαδή τήν ἁμαρτία, ἀφοῦ δέν ἔχει τήν ἐξουσία, τό δικαίωμα ἤ τή δυνατότητα τοῦ “δεσμεῖν καί λύειν”, τοῦ “ἀφιέναι ἁμαρτίας”.

7. Ὁ Πνευματικός πρέπει νά ἐξομολογῆ ἐλεύθερος ἀπό προσχηματισμένες ἀντιλήψεις καί ψυχολογικά ἑρμηνευτικά μοντέλα, ἀλλά προσευχόμενος καί παρακαλώντας τόν Θεό νά τόν φωτίση καί νά τοῦ ἀποκαλύψη τή σωστή στάση καί λύση στό πρόβλημα πού καλεῖται νά ἀντιμετωπίση. Εἰδικά, ὅταν ὁ Ἱερέας βρίσκεται μπροστά σε ψυχιατρικά προβλήματα, τότε δέν ἀποπέμπει τόν ἐξομολογούμενο, ἀλλά τόν παραπέμπει στόν κατάλληλο εἰδικό γιά τό πρόβλημα ὑγείας του, ὁ ἴδιος ὅμως συνεχίζει νά ἀσκῆ τό διακόνημα τῆς πνευματικῆς πατρότητος, ἀφοῦ καί ὁ πλέον διαταραγμένος “ψυχ”-ἰατρικός ἀσθενής χρήζει πνευματικῆς καθοδηγήσεως καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἔχει ἀνάγκη τῶν ἰαματικῶν μέσων της Ἐκκλησίας.

8. Τά σημεῖα τῶν καιρῶν ὑποδεικνύουν τήν ἀνάγκη αὐξημένης ἐγρήγορσης, ὥστε ἡ Ἐκκλησία μας νά μήν ἀποκλίνη ἀπό τήν φιλοκαλική τῆς παράδοση καί τήν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία της, μεγέθη τά ὁποῖα καθορίζουν καί τίς ἀντιλήψεις τῆς περί ὑγείας, ἀσθένειας καί θεραπείας τοῦ πάσχοντος ἀνθρώπου. Δέν πρέπει, ἐπίσης, νά παρασυρθῆ ἀπό τόν πειρασμό ἑνός δυτικότροπου ἀκτιβισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐμμέσως ἤ ἀμεσότερα παραθεωρεῖ τόν βασικό ποιμαντικό στόχο, πού εἶναι τό “θεοποιεῖσθαι τέ καί θεοποιείν” (Ἄγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Ρά 91,604D). Δέν πρέπει, ὅμως, νά ὁδηγηθοῦμε καί σέ “ἱεροεξεταστικού” χαρακτήρα ἀντιπαλότητες μέ τήν ἐπιστήμη, ἀπάδουσες πρός τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση.

Ἅς μήν λησμονοῦμε ὅτι οἱ -καθόλου σπάνιες- ψυχιατρικές παθήσεις συνεπάγονται πολύ πόνο γιά τούς νοσοῦντες καί γιά τίς οἰκογένειές τους. Ἀκριβῶς αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού τά στελέχη τῆς Ἐκκλησίας μᾶς χρειάζεται νά ἔχουν ἔγκυρη καί ἔγκριτη ἐνημέρωση καί καταρτισμό σχετικά μέ αὐτά τά προβλήματα.
Ἐπιμένουμε στούς ὅρους “καταρτισμός” καί “ἐνημέρωση” τῶν στελεχῶν τῆς ποιμαντικῆς διακονίας, διότι συχνά δημιουργεῖται ἡ παρεξήγηση, ὅτι ἡ εὐαισθητοποίηση κάποιων κληρικῶν ἤ λαϊκῶν σέ αὐτά τά θέματα ἀποσκοπεῖ στή μετατροπή τῶν ποιμένων σέ ψυχολόγους ἤ σέ ψυχοθεραπευτές καί στήν ἀπεμπόληση τῆς ποιμαντικῆς τους ταυτότητας καί αὐτοσυνειδησίας. Τοῦτο θά ἦταν ἀνεδαφικό καί βλάσφημο. Ὅμως, ὅπως τονίζει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως, στήν “Ποιμαντική” του, “ὁ ποιμένας, πέρα ἀπό τήν θεολογική του παιδεία καί τήν ἐκκλησιαστική του μόρφωση, πρέπει νά κατέχη καί ἐγκυκλοπαιδική μόρφωση”. (Ποιμαντική, σέλ. 123-125). Ἀσφαλῶς, παραμένει πάντοτε ὅρος ἀπαράβατος, ὁ Ἱερέας νά εἶναι πρωτίστως ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας καί γνήσιος φορέας καί διάκονος τῆς σωστικῆς Ἀληθείας, ἑδραιωμένος στήν πίστη καί στή διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων.

Συμπερασματικά, θά θέλαμε νά τονίσουμε ὅτι τό κατ’ ἐξοχήν ἔργο καί σκοπός τῆς Ἐκκλησίας, ἑπομένως καί κάθε μορφῆς ποιμαντικῆς διακονίας, εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, νοουμένη ὡς ἡ ἀπαλλαγή του ἀπό τά πάθη τῆς πεπτωκυίας τοῦ φύσεως, ὁ φωτισμός του, ὁ ἁγιασμός του καί ἡ θέωσή του (Πρβλ. Ἱεροθέου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου, Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία, σέλ. 232-233). Τοῦτο δέν σημαίνει, ὅμως, ὅτι ἡ Ἐκκλησία παραβλέπει τίς ὀδύνες τοῦ ἀνθρωπίνου βίου. Ὅπως καί στό παρελθόν, καλούμαστε νά ἀναζητήσουμε τρόπους φιλόστοργης παρουσίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας στόν εὐαίσθητο χῶρο συνάντησης τῆς σύγχρονης ποιμαντικῆς πράξης μέ τό μεῖζον πρόβλημα τῶν ψυχιατρικῶν διαταραχῶν καί τῶν ἐπιπτώσεών τους στή ζωή τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἀναγκαῖο ὅμως νά εἶναι σαφῆ καί διακριτά τα ὅρια μεταξύ της μυστηριακῆς προσφορᾶς τῶν σωστικῶν δωρεῶν τῆς Θείας Χάριτος καί τῶν ἀνθρωπίνων μέσων ἀνακούφισης τοῦ ἀνθρωπίνου πόνου.

  • Προβολές: 2815