Skip to main content

Στὸν δρόμο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Δημοσιεύουμε στὴν συνέχεια τὴν εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου κατὰ τὴν παρουσίαση τοῦ βιβλίου τῆς κ. Μαρίας Μαμασούλα «Οἱ δρόμοι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὴν σκλαβωμένη Ρωμηοσύνη» στὸ Ἀγρίνιο (βλ. τεῦχος 133).

Συγχαίρω τὴν κ. Μαρία Μαμασούλα καὶ τὶς ἐκδόσεις Σταμούλη γιὰ τὸ ὡραῖο αὐτὸ λεύκωμα τὸ ὁποῖο μᾶς παρουσίασαν μὲ τίτλο «Οἱ δρόμοι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὴν σκλαβωμένη Ρωμηοσύνη».

Στον δρόμο του αγίου Κοσμά

Ἡ κ. Μαμασούλα ἐπισκέφθηκε 430 χωριά, περπάτησε στοὺς δρόμους τοῦ ἁγίου, τὸν αἰσθάνθηκε κοντά της, ἄκουσε τὶς μνῆμες τοῦ λαοῦ, ὀσφράνθηκε ὀσμὴ ζωῆς καὶ ἀθανασίας. Πρῶτα διάβασε τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ καὶ ἐκπόνησε τὴν διδακτορική της διατριβὴ καὶ ἔπειτα βάδισε στὰ ἴχνη τοῦ ἁγίου, ὅπου πέρασε καὶ δίδαξε.

Τὸ λεύκωμα αὐτὸ εἶναι σημαντικὸ γιατί ἔχει φωτογραφικὸ ὑλικὸ μὲ τὶς ἀπαραίτητες σημειώσεις καὶ τὰ ἱστορικὰ διαγράμματα.

Συνεισφέροντας στὴν ἀποψινὴ ἐκδήλωση θὰ ἤθελα νὰ κάνω τρεῖς παρατηρήσεις.

1. Στὸ δρόμο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ

Διαβάζοντας τὸ βιβλίο ποὺ παρουσιάζουμε καὶ μάλιστα στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ περιγράφεται ἡ πορεία τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὴν Ἤπειρο, στάθηκα στὴν φωτογραφία τῆς πινακίδας τῆς ὁδοῦ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὰ Γιάννενα, στὴν ὁδὸ ποὺ κατὰ τὴν παράδοση ἔμενε ὁ ἅγιος ὅταν ἐπισκεπτόταν τὴν πόλη αὐτή.

Συγκινήθηκα, γιατί σὲ αὐτὴν τὴν ὁδό, τὴν ὁδὸ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, γεννήθηκα καὶ ἔζησα τὰ πρῶτα παιδικά μου χρόνια, παίζοντας στὸν χῶρο ἐκεῖνο ποὺ φιλοξενοῦσε τὸν ἅγιο.

Ἀπὸ μικρὸς ἄκουσα πολλὲς ἱστορίες γιὰ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Ἕνας μακρινὸς παπποῦς μου καταγόταν ἀπὸ τὸ Γραμμένο, τὸ χωριὸ τῆς καταγωγῆς τῶν γονέων τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Οἱ γονεῖς μου χαρακτηρίζονταν ὡς «Ἁγιοκοσμίτες», διότι ἦταν μέλη τοῦ Θρησκευτικοῦ Συλλόγου «ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς», μὲ μεγάλη δράση κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Κατοχῆς. Καὶ στὸ πρῶτο τους παιδὶ ἔδωσαν τὸ ὄνομα Κοσμᾶς γιὰ νὰ βαδίση στὰ ἴχνη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Συμμετεῖχα σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις ποὺ γίνονταν στὰ Γιάννενα τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς του καὶ προσκυνοῦσα τὰ ἱερὰ λείψανά του ποὺ εἶναι ἀποθησαυρισμένα στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῶν Ἰωαννίνων.

Ἀργότερα συνδέθηκα μὲ τὸν Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας κυρὸ Καλλίνικο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὰ μέρη τῆς γενετείρας του, ἀγαποῦσε καὶ μιλοῦσε γιὰ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ καὶ ἦταν αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἔγραψε τὸ κείμενο ποὺ ἐστάλη στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο γιὰ τὴν ἁγιοκατάταξή του.

2. Ὁ δρόμος τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶχε τὰ γνωρίσματα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἦταν προφήτης, ἀπόστολος, ὅσιος καὶ μάρτυς.

Ἦταν προφήτης καὶ ἔτσι τὸν ἀποδεχόταν ὁ λαός, γι' αὐτὸ καὶ τὸν ὑποδέχονταν ψάλλοντας τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Προφήτου Ἠλία. Εἶχε συνείδηση ἀποστολικὴ καὶ αὐτὸ φαίνεται στὴν ἔναρξη τῶν ὁμιλιῶν του, ποὺ ἀναφερόταν στὸ ἔργο τῶν Ἀποστόλων. Ὑπῆρξε ὅσιος, ἀσκητής, μὲ ὁσιακὴ βιοτὴ καὶ εὐαγγελικὴ ζωή. Τέλος δὲ ἀξιώθηκε καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου καὶ τελείωσε καὶ τελειώθηκε ὡς μάρτυς Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Σὲ ὅλη τὴν ζωή του ἔδωσε τὴν μαρτυρία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὑπέστη τὸ μαρτύριο γιὰ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.

3. Παράδρομοι γιὰ τὸν Ἅγιο

Κάθε δρόμος ἔχει καὶ τοὺς παράδρομούς του. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Ὁ ἴδιος βάδισε τὸν προφητικό, ἀποστολικό, ὁσιακὸ καὶ μαρτυρικὸ δρόμο, ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι τὸν βλέπουν μέσα ἀπὸ ἄλλους μικροὺς δρόμους, τοὺς παράδρομους. Ἕνας τέτοιος παράδρομος ποὺ εἶναι μιὰ παρερμηνεία τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι ὁ παράδρομος τοῦ διαφωτισμοῦ. Μερικοὶ ἑρμηνεύοντας τὸ ἔργο του τὸν θεωροῦν ὡς ἕνα διαφωτιστή. Ὅπως εἶναι γνωστὸν ὁ διαφωτισμὸς εἶναι ἕνα κίνημα τοῦ 18ου αἰῶνος, ποὺ ἐκφράσθηκε μὲ πολλὲς μορφές, ὅπως τὸν ἀγγλικὸ ἐμπειρισμό, τὸν γαλλικὸ ἐγκυκλοπαιδισμό, τὸν γερμανικὸ ἰδεαλισμό, τὸν ἰταλικὸ ἀντικληρικαλισμό. Οἱ διαφωτιστὲς ἦταν κυρίως δεϊστὲς ἡ ἀγνωστικιστές.

Μελετῶντας τὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν ἐντάξουμε σὲ μιὰ τέτοια κατηγορία. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς δὲν ἦταν διαφωτιστής, ἀλλὰ κυρίως καὶ κατ' ἐξοχὴν ἁγιορείτης. Ἂν διαβάση κανεὶς προσεκτικά τα κείμενά του, τὶς λέξεις ποὺ χρησιμοποιεῖ, τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐκφράζεται καὶ τὶς πράξεις ποὺ ἔκανε, θὰ δὴ ὅτι ἐκινεῖτο ὡς ἕνας Μοναχὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ σκιαγραφήσω τὴν μορφή του, θὰ ἔλεγα ὅτι ἦταν κάτι μεταξύ του π. Παΐσίού καὶ τοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτη, εἶχε γνωρίσματα καὶ ἀπὸ τοὺς δύο.

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν ἐκφραστὴς τοῦ ὀρθοδόξου φωτισμοῦ, βίωνε καὶ δίδασκε στὸν λαὸ γιὰ τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση. Ἕνας ἄλλος παράδρομος μέσα στὸν ὁποῖο μερικοὶ ἐντάσσουν τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι ὁ παράδρομος τοῦ ἰδεολόγου καὶ ἠθικιστοῦ ἱεραποστόλου. Βεβαίως, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν ἱεραπόστολος, ἐκινεῖτο μέσα στὴν προοπτικὴ τῶν Ἀποστόλων, ἀλλὰ δὲν ἦταν ἱεραπόστολος μὲ τὴν ἔννοια ποὺ μερικοὶ θέλουν νὰ τὸν χαρακτηρίσουν.

Ἐκτὸς ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα μέχρι τώρα ἔχουμε ἀναφέρει, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔχει ὅλα τὰ στοιχεῖα ἑνὸς γνησίου ἱεραποστόλου. Ξεκίνησε τὴν ἱεραποστολή του μέσα ἀπὸ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔλαβε τὴν διαβεβαίωση ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, κατ' ἀρχὰς τὸν Σεραφεὶμ Β καὶ ἔπειτα τὸν Σωφρόνιο. Πέρα ἀπὸ αὐτό, ὡς ἱεραπόστολος διέθετε μερικὰ ἄλλα σημαντικὰ στοιχεῖα. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ἕνας μεγάλος θεολόγος τοῦ 20ου αἰῶνος, σὲ ἕνα κείμενό του γιὰ τὴν ἱεραποστολὴ σημειώνει τρία ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα τοῦ γνησίου ἱεραποστόλου.

Πρῶτον, ὁ θεολόγος ἱεραπόστολος σέβεται τὴν ἱστορία. Δὲν ὠθεῖται στὸ παρελθόν, γι' αὐτὸ ἀποφεύγει τον φονταμενταλισμὸ καὶ οὔτε ὁδηγεῖται ἁπλῶς πρὸς τὸ μέλλον μὲ μία ἐσχατοτολογικὴ οὐτοπία. Ὁ Χριστὸς ἐνηνθρώπησε καὶ εἰσῆλθε στὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα γιὰ νὰ τὴν μεταμορφώση. Ὅπως γράφει: «Ἡ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καὶ διακηρύσσει τὴν δογματικὴ ἀλήθεια ὡς γεγονότα τῆς ἱστορίας». Ὁ Χριστὸς ἔπαθε, σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε σὲ ὁρισμένο χῶρο καὶ χρόνο. Σημειώνει ὁ π. Γεώργιος: «ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὴν ἱστορία ὁδηγεῖ πάντα σὲ μιὰ αἱρετικὴ ξηρότητα σὲ μία δογματιστικὴ διάθεση». Ἐπίσης, «ὁποιοσδήποτε εἶναι ἀναίσθητος πρὸς τὴν ἱστορία, δύσκολα εἶναι καλὸς Χριστιανός». Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ἔβλεπε αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, τὸν στενοχωροῦσε ἡ κατάσταση τῶν Ρωμηὼν καὶ ἀγωνίστηκε γιὰ νὰ τὴν μεταμορφώση.

Δεύτερον, κατὰ τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ ὁ ἱεραπόστολος πρέπει νὰ ἔχη τὴν ἔμπνευση νὰ εἰσδύη μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ καὶ νὰ τὴν κατανοῇ. Οἱ ἱεραπόστολοι, πρέπει «νὰ γνωρίζουν τὴν γλῶσσα τοῦ λαοῦ, τὴν ἱστορία τους καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τους, γιατί ὅλα αὐτὰ ὁδηγοῦν σὲ μιὰ κατανόηση τῆς ψυχῆς». Αὐτὸ ἔκανε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Γνώριζε πολὺ καλὰ τὸν λαὸ καὶ τὴν γλῶσσα του, συμμετεῖχε στὸν τρόπο ζωῆς του, συνέπασχε μαζί του, κατενόησε τὴν ψυχή του καὶ μὲ τὸ προφητικὸ χάρισμα ποὺ εἶχε μιλοῦσε μέσα σὲ αὐτήν, βαθειὰ στὴν ὕπαρξή τους. Γι' αὐτὸ μέχρι σήμερα ὁ λόγος του, ἡ κάθε κίνησή του βρίσκεται μέσα στὴν βαθειὰ μνήμη της Ρωμηοσύνης.

Τρίτον, ὁ ἱεραπόστολος, κατὰ τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, ἀναπόφευκτα ἔρχεται «πρόσωπο μὲ πρόσωπο» μὲ τὴν πολιτεία-ἐξουσία καὶ ἔχει τὸ δίλημμα «νὰ συνεργασθῇ μαζί της ἡ τοὐλάχιστον νὰ ἐργασθῇ παράλληλα μὲ τοὺς ἐξαναγκαστικοὺς καὶ ὀργανωτικοὺς θεσμοὺς τῆς πολιτείας». Καὶ παρατηρεῖ: «Εἶναι δύσκολο νὰ πῇς ποιό εἶναι τὸ δυσκολώτερο, νὰ συνεργασθῇ ἡ νὰ παλαίψη μαζί της». Ἀσφαλῶς χρειάζεται διάκριση. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἀντιμετώπισε τὸ ἴδιο πρόβλημα, ἀλλὰ τὸ ὑπερέβη, οὔτε συνεργάσθηκε, οὔτε συγκρούστηκε μαζί της. Ὅμως τὴν ἀποδέχθηκε, τὴν ὑπερέβη, χωρὶς νὰ ταυτισθῇ μαζί της καὶ δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις γιὰ νὰ τὴν ἀποτινάξη. Μὲ τὸν λόγο του, τὴν δράση του, τὰ θαύματά του, τὶς προφητεῖες του, τὸ μαρτύριό του προκάλεσε τὴν προσωπικὴ ἐλευθερία καὶ δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις καὶ τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας.

Τελειώνοντας θὰ ἤθελα νὰ παρατηρήσω ὅτι ἡ κ. Μαρία Μαμασούλα βάδισε τοὺς δρόμους τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, στὰ κείμενά του καὶ στοὺς τόπους τῆς γενέτειρας τῆς διδασκαλίας καὶ τοῦ μαρτυρίου του καὶ κατέγραψε τὰ πατήματά του. Ἐμεῖς ἂς γίνουμε ἰχνηλάτες τοῦ ἁγίου ἔργου του. Νὰ βαδίσουμε στὸν δρόμο του καὶ ὄχι ἄλλους παράδρομους καὶ διαδρόμους ποὺ ὁδηγοῦν σὲ ἄλλη προοπτικὴ καὶ χώρα.–