Skip to main content

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί οἱ Νεομάρτυρες

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Κήρυγμα κατά τό Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο στήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ἐνώπιον τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας. Θέρμο, 24 Αὐγούστου 2018.

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί οἱ Νεομάρτυρες

Ἐξοχώτατε Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας,

Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς, ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Τό ἱστορικό Θέρμο, καί γενικότερα ἡ Αἰτωλοακαρνανία, καυχᾶται γιά τό ὅτι εἶναι ὁ τόπος ὅπου γεννήθηκε, μεγάλωσε καί ἔδρασε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ἐδῶ εἶδε τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν του, εἶδε τήν δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἐγνώρισε τήν πατροπαράδοτη εὐσέβεια καί ἀπό τά μέρη αὐτά ἄρχισε τίς ἱερα-ποστολικές περιοδεῖες του. Ἀπό τότε τόν διεκδικοῦν πολλοί τόποι, καί καυχῶνται οἱ ἄνθρωποι ἀπό ὅπου πέρασε, ὅπου ὑπάρχουν ἀποδείξεις ἤ πλη-ροφορίες ὅτι ἐδίδαξε, ὅπου ἀνοικοδομήθηκαν Ναοί ἐπ’ ὀνόματί του, ὅπου μαρτύρησε.

Ἔτσι, σήμερα ἔγινε ἕνας οἰκουμενικός ἄνθρωπος, ἕνας Ἰσαπόστολος, πού ἔκανε μιά μεγάλη ἐπανάσταση στήν ἐποχή του, ἕνας ἄνθρωπος μέ ζῆλο Θεοῦ, σέ δύσκολες συνθῆκες. Διότι ἡ ἐπανάσταση δέν μπορεῖ νά ἑρμηνεύεται καί νά προσδιορίζεται μόνον μέ ὅπλα καί βόμβες, ἀλλά μέ ἰδέες, κυρίως, ὅμως, μέ τόν λόγο πού προέρχεται ἀπό μιά ἐσωτερική ἀναγέννηση καί πληρότητα τῶν ἀνθρώπων.

Κατά τόν γνωστό λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ «λόγῳ παλαίει πᾶς λόγος, βίῳ δέ τίς;». Κάθε λόγος, κάθε ἰδέα ἔχουν καί τόν ἀντίλογό τους, ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ νά παλαίση μέ ἕναν ἄνθρωπο πού ἔχει μιά πνευματική πίστη, κυρίως τήν «ἐνυπό¬στατον πίστιν» πού εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό τό γνωρίζουμε ἀπό τούς Ἀποστόλους καί τούς μάρτυρας πού μέ τήν ζωή τους καί τόν καθαρό καί εὐθύ λόγο, μετέτρεψαν τήν σιδηρόφρακτη ἐθνική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία σέ Χριστιανική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Αὐτό τό βλέπουμε καί στόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος ὑπονόμευσε θετικά καί ἀποτελεσματικά τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Ἰσαποστόλου καί τοῦ Νεομάρτυρος.

Αὐτό θά τό δοῦμε, ὅταν ἐξετάσουμε τήν μεγάλη προσφορά τῶν Νεο-μαρτύρων, στούς ὁποίους συγκαταλέγεται ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, γιά τήν διαφύλαξη τῆς Ἑλληνορθόδοξης παραδόσεως στό ὑπόδουλο Ἑλληνικό Ἔθνος, ἀλλά καί τήν προσφορά τους στήν ἀπελευθέρωσή του τό 1821.

1.Ἡ ἀξία τῶν Νεομαρτύρων

Πράγματι, ἡ διαφύλαξη τῆς Ἐθνικῆς συνείδησης στούς ὑπόδουλους Ρωμηούς καί ἡ ἄσβεστη φλόγα τῆς ἐλευθερίας ὀφειλόταν σέ πολλούς παράγοντες, ἤτοι στήν λειτουργία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μέ τήν θεία Λειτουργία, τά λειτουργικά κείμενα, τά μυστήρια, τίς ἀκολουθίες καί τήν ὅλη δομή της, κυρίως μέ τήν δράση τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Συνόδων τους. Ἔπειτα, ὀφείλεται στήν κατά τόπους προσφορά τῶν Δημογεροντιῶν, τήν λειτουργία τῶν Σχολείων καί τῶν Σχολῶν, ὅπου ἦταν δυνατόν νά λειτουργήσουν, ἤ νά παραλειτουργήσουν, μέ τήν παιδεία πού προσέφεραν. Ἀκόμη, προσφερόταν ἀπό τούς λόγιους Ρωμηούς πού μετανάστευαν ἐκτός τοῦ ὑπόδουλου χώρου, οἱ ὁποῖοι μαζί μέ τούς ἐμπόρους, πού εἶχαν πάντοτε στραμένη τήν προσοχή τους στό ὑπόδουλο Γένος, προσέφεραν μέ τόν τρόπο τους γιά τήν διατήρηση τῆς ἄσβεστης μνήμης τοῦ Γένους τῶν Ρωμαίων.

Μεταξύ αὐτῶν σπουδαία προσφορά στήν παραμονή στήν ὀρθόδοξη πίστη, τήν ἀναζήτηση τῆς ἐλευθερίας καί τελικά τά ἐπαναστατικά κινήματα, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἐπανάσταση τοῦ 1821, προέρχεται ἀπό τούς Νεο¬μάρ¬τυρες, μεταξύ τῶν ὁποίων σημαίνουσα θέση κατέχει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Νεομάρτυρες λέγονται οἱ Χριστιανοί ἐκεῖνοι, ἤ ἀκόμη καί μερικοί ἐκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνοι, ὅπως ὁ Νεομάρτυς Ἀχμέτ, πού ὁμολογοῦσαν τόν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό καί γι’ αὐτό οἱ Ὀθωμανοί τούς καταδίκαζαν σέ θάνατο. Ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία μέ τούς Νεομάρτυρες, πού τούς ξεχωρίζει ἀπό τούς Ἐθνομάρτυρες, εἶναι ὅτι ἔδιναν τήν ὁμολογία ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀληθινός Θεός καί ὄχι ὁ Ἀλάχ τῶν Μουσουλμάνων, ἔκαναν, δηλαδή, τήν σαφῆ διάκριση μεταξύ τοῦ Θεοῦ πού διακηρύσσει ἡ Ἐκκλησία καί τοῦ θεοῦ τῶν Μουσουλμάνων. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν διακρίνονταν ἀπό ἕναν θρησκευτικό συγκρητισμό, τήν σχετικοκρατία ἤ τόν σχετικισμό, οὔτε διακρίνονταν ἀπό τήν ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς περιεκτικότητας, ἀλλά διακατέχονταν ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀποκλειστικότητας, ὅτι δηλαδή ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός Θεός.

Ἐπί πλέον, οἱ Νεομάρτυρες ὑπέμειναν μέ ἁγιοπνευματική ὑπομονή τό μαρτύριο, χωρίς νά ἀγανακτοῦν ἤ νά ὑβρίζουν, ἀλλά τό ἔκαναν μέ χαρά καί προσεύχονταν γιά τούς βασανιστές τους. Ἀκόμη δέ, ἀμέσως μετά τό μαρτύριο ἀκολουθοῦσαν θαυματουργικές ἐνέργειες, ἰάσεις ἀσθενειῶν, ἀπαλλαγή βασανιστικῶν προβλημάτων, καί πολλά ἄλλα, γι’ αὐτό καί ἀμέσως ἄρχισε ἡ τιμή τους μέ καθιέρωση ἑορτῶν, ἀνοικοδόμηση ἱερῶν Ναῶν ἤ παρεκκλησίων, τιμητική προσκύνηση τῶν ἱερῶν λειψάνων τους. Αὐτές εἶναι οἱ βασικές διαφορές μεταξύ τῶν Νεομαρτύρων καί τῶν Ἐθνομαρτύρων. Ἔτσι, ἡ τιμή τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ ἄρχισε ἀμέσως ἀπό τό μαρτύριό του, ὅπως φαίνεται στήν Πρωτεύουσα τῆς Ἠπείρου, τά Ἰωάννινα. Ἔτσι, τό μαρτύριο τῶν Νεομαρτύρων καί οἱ τιμητικές ἐκδηλώσεις ὑπῆρξαν ἑστίες τόσο ἐκκλησιαστικές, ὅσο καί ἐθνικές. Γύρω ἀπό τόν τάφο τῶν Νεομαρτύρων ἀναπτυσσόταν μιά ἐκκλησιαστική ζωή μέ ὅλα τά συνεπα-κόλουθα, ἤτοι διάκριση μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας καί θρησκευτικῆς ἰδεολογίας, καί διατήρηση τῆς φλόγας τῆς ἐλευθερίας, πνευματικῆς καί ἐθνικῆς.

Δέν ὑπάρχει πόλη στήν ὁποία δέν ἀναπτύσσονταν τέτοιες πνευματικές ἑστίες πού συνετέλεσαν τελικά στήν ἔκρηξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ὁ ἅγιος Γεώργιος στά Ἰωάννινα, ὁ ἅγιος Θεόδωρος στήν Μυτιλήνη, ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος στήν Ρόδο, οἱ ἅγιοι Δημήτριος καί Παῦλος στήν Τρίπολη καί πολλοί ἄλλοι, καί τελικά ὁ ἅγιος Κοσμᾶς σέ ὅλο τό ὑπόδουλο γένος ἦταν ἐκεῖνοι πού διαμόρφωσαν τό κλῖμα τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ρωμηῶν. Δέν πρέπει κανείς νά ὑποτιμᾶ αὐτήν τήν πνευματική ὑποδομή τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα.

2. Τό «Νέο μαρτυρολόγιο»

Σέ ἐπίρρωση τῶν ἀνωτέρω θέλω νά ἀναφερθῶ στό ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού ἔζησε κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, μεταξύ τῶν ἄλλων βιβλίων, συνέγραψε καί τό βιβλίο μέ τίτλο: «Νέον Μαρτυρολόγιον», στό ὁποῖο συγκέντρωσε τόν βίο, καί κυρίως τό μαρτύριο τῶν Νεομαρτύρων, πού μαρτύρησαν μέχρι τήν ἐποχή του. Τό σπουδαιότατο αὐτό βιβλίο τελικά ἀποδείχθηκε ἕνα ἐπαναστατικό βιβλίο κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας. Συνήθως, δίνεται σημασία ἀπό πολλούς στόν «Θούριο τοῦ Ρήγα» ἤ στήν «Ἑλληνική Νομαρχία» καί ἀγνοεῖται ἡ μεγάλη προσφορά τοῦ ἀντιστασιακοῦ αὐτοῦ βιβλίου τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τό ὁποῖο μάλιστα προῆλθε μέσα ἀπό τά σπλάγχνα τῆς Ρωμηοσύνης καί ὄχι ἔξω ἀπό αὐτήν.

Τό βιβλίο αὐτό εἶναι ἕνα σάλπισμα πνευματικῆς ἐλευθερίας, καί αὐτό γιατί καταγράφοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τό μαρτύριο τῶν Νεομαρτύρων βρίσκει τήν εὐκαιρία, χωρίς νά φοβᾶται τούς κατακτητές, νά προτρέψη τούς Ρωμηούς νά ὑπομένουν τούς πειρασμούς, νά παραμένουν σταθεροί στήν Χριστιανική Ἐκκλησία, νά μετανοήσουν ὅσοι εἶχαν ἀρνηθῆ τόν Χριστό καί ἀλλαξοπίστησαν, καί τούς προτρέπει ἀκόμη νά μαρτυρήσουν γιά τόν Χριστό. Μεταξύ τῶν ἄλλων τούς ἀπευθύνει τίς ἑξῆς προτροπές, πού τίς θέτει στό στόμα τῶν Νεομαρτύρων:

«Λάβετε παράδειγμα ὑπομονῆς τῶν θλίψεων ὅπου δοκιμάζετε καί ἀπό ἡμᾶς τούς συναδελφούς σας... Καί ἐσεῖς ἄν ὑπομένετε μετά εὐχαριστίας, διά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τούς δαρμούς, τάς φυλακάς, τάς ἁλύσεις, τάς ἀγγαρείας, τάς ζημίας, τά ἀνυπόφορα δοσίματα, καί ἄλλα βάσανα ὁπού σᾶς κάνουν οἱ κρατοῦντες, βέβαια ὡς Μάρτυρες τῇ προαιρέσει λογίζεσθε κοντά εἰς τόν Θεόν».

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης δέν ἠρκεῖτο νά τονίζη τήν ὑπομονή, ἀλλά τούς προτρέπει νά μή ἀλλαξοπιστίσουν, καίτοι εὑρίσκονται ἐν μέσῳ λύκων. Λέγει: «Φυλαχθῆτε... νά μή σᾶς κλέψουν τόν θησαυρόν τῆς Ἁγίας σας πίστεως... Ἐνθυμηθῆτε πῶς ὁ δεσπότης μας Χριστός ὁπού σᾶς ἔβαλεν ὡσάν τά πρόβατα ἀνάμεσα εἰς τά ἀνήμερα θηρία, σᾶς ἔδωκε τοιαύτην παραγγελίαν, νά εἶσθε φρόνιμοι ὡς τό φίδι». Τούς προέτρεπε νά μή προτιμήσουν «τό σκότος ἀπό τό φῶς˙ τό ψεῦδος ἀπό τήν ἀλήθειαν˙ τό χαλκοῦν καί κάλπικον νόμισμα ἀπό τό καθαρόν καί δοκιμασμένον μάλαγμα». Καί φθάνει νά πῆ τόν φοβερό λόγο: «Μή σᾶς φοβίζουν, ἀδελφοί, τά ἄγρια πρόσωπα τῶν τυράννων, οὔτε τό πλῆθος αὐτῶν, οὔτε ἡ φωναῖς τους, οὔτε ἡ φοβέραις τους. Μή σᾶς φοβίσουν ἡ πληγαῖς, ἡ σπάθαις, ἡ ἀλυσίδαις, ἡ φυλακαῖς. Μή σᾶς φοβίσουν ἡ φούρκαις, τά τζεγγέλια, ἡ πυρκαϊαῖς». Εἶναι ὄντως φοβερές αὐτές οἱ ἀντιστασιακές προτροπές στόν ρωμαίϊκο λαό ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, μέ ἀφορμή τήν διήγηση τοῦ μαρτυρίου τῶν Νεομαρτύρων.

Ὁ τύπος τοῦ ἐπαναστατημένου Ἕλληνα, ἦταν ὁ τύπος τῶν ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, ὅπως διαμορφώθηκαν ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς θυσίας τῶν Νεομαρτύρων. Γι’ αὐτό ἡ ἐπικεφαλίδα πού ἔβαλαν οἱ ἐπαναστατημένοι Ἕλληνες στό πρῶτο ἀπελευθερωτικό Σύνταγμα τῆς Ἐπιδαύρου τοῦ 1822 καί διακήρυξη τῆς Ἀνεξαρτησίας ἦταν: «Ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος». Καί ἀμέσως μετά ὑπάρχει ἡ ἐξήγηση: «Τό ἑλληνικόν ἔθνος, τό ὑπό τήν φρικώδη Ὀθωμανικήν δυναστείαν, μή δυνάμενον νά φέρῃ τόν βαρύτατον καί ἀπαραδειγμάτιστον ζυγόν τῆς τυραννίας, καί ἀποσεῖσαν αὐτόν μεγάλαις θυσίαις, κηρύσσει σήμερον διά τῶν νομίμων Παραστατῶν του, εἰς Ἐθνικήν Συνέλευσιν, ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, τήν πολιτικήν αὐτοῦ ὕπαρξιν καί ἀνεξαρτησίαν». Ἄς προσέξουμε ὅτι ἡ δήλωση αὐτή ἔγινε «ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων», δηλαδή τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, πού ἐπικαλοῦντο στήν ἀρχή, καί τούς ἀνθρώπους πού πιστεύουν σέ Αὐτόν.

Ὁπότε φαίνεται σαφῶς ὅτι τό προοίμιο τοῦ Συντάγματος στόν Τριαδικό Θεό, ὅπως ἔχει εὐφυῶς τονισθῆ, δέν παράγει «ἔννομες συνέπειες θρησκευτικοῦ χαρακτήρα», οὔτε ἔχει ἁπλῶς μιά «ἱστορική ἀξία», ἀλλά «ἀπόρρητα διακηρύσσει ὅτι τό ἑλληνικό κράτος δέν εἶναι ἕνα ἔξωθεν ὁρμώμενο, συμβατικό ὑβρίδιο τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, προϊόν τοῦ ἀπό 3.2.1830 Πρωτοκόλλου τοῦ Λονδίνου, ἀλλά εἶναι ἀπότοκο μιᾶς ριζοσπαστικῆς διαδικασίας μέ ἐπαναστατική βάση καί λαϊκή ἀφετηρία» (Θεόδωρος Παπαγεωργίου). Ἐνδεχομένως, ἀπάλειψη αὐτοῦ τοῦ προοιμίου τοῦ Συντάγματος θά φανερώση ἐν τοῖς πράγμασι ἀπάρνηση τῶν οὐσιαστικῶν προϋποθέσεων τῆς ἐλευθερίας τῆς πατρίδος μας. Ἔτσι, αὐτή ἡ συνείδηση τῶν Ρωμηῶν διαμορφώθηκε ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὁ ὁποῖος ἄρχιζε τίς ὁμιλίες του ἀπό τό τί εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα, καί πῶς αὐτή ἡ διδασκαλία ἐπηρεάζει ὅλη τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐξοχώτατε Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας,

Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς,

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Ἡ πίστη στόν Τριαδικό Θεό πού εἶχαν οἱ Νεομάρτυρες καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἦταν ἐκείνη πού κράτησε καί τόν ἑλληνισμό. Ἀντίθετα, στήν Μεγάλη Ἑλλάδα, τήν Κάτω Ἰταλία, τήν Σικελία, ὅπου ἀνθοῦσε ὁ ἑλληνισμός, χάθηκε τελείως καί ἡ ἑλληνική παράδοση, ἄν καί διδάχθηκε ἡ ἑλληνική φιλοσοφία τῶν Προσωκρατικῶν φιλοσόφων καί τοῦ Πλάτωνος, καί κυριαρχοῦσε ἡ ἑλληνική γλώσσα, ὅταν χάθηκε ἡ ὀρθόδοξη πίστη.

Στόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, Ἰσαπόστολο καί Ἱερομάρτυρα, ὅπως καί στούς ἄλλους Νεομάρτυρες ὀφείλουμε πολλά, κυρίως τήν διατήρηση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας, τήν ἀγωνιστικότητα, καί τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδας μας. Ἄς ζητήσουμε τίς προσευχές τους γιά ὅλους μας, πού ζοῦμε σέ μιά χώρα στήν ὁποία δεχόμαστε πολλές θρησκευτικές καί ἀλλότριες πολιτιστικές ἐπιδράσεις, μέ τόν λεγόμενο μοντερνισμό, τόν μεταμοντερνισμό, τόν μεταχριστιανισμό, τήν μεταορθοδοξία, τόν σχετικισμό. Οἱ ἅγιοι νά πρεσβεύουν γιά νά ἀντισταθοῦμε σέ κάθε τί πού ἀλλοιώνει αὐτόν τόν ἀτίμητο θησαυρό τῆς ἑλληνορθοδόξου παραδόσεώς μας, δηλαδή καταστρέφει τό «μεδοῦλι» τοῦ Γένους μας.

 

Στὸν δρόμο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Δημοσιεύουμε στὴν συνέχεια τὴν εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου κατὰ τὴν παρουσίαση τοῦ βιβλίου τῆς κ. Μαρίας Μαμασούλα «Οἱ δρόμοι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὴν σκλαβωμένη Ρωμηοσύνη» στὸ Ἀγρίνιο (βλ. τεῦχος 133).

Συγχαίρω τὴν κ. Μαρία Μαμασούλα καὶ τὶς ἐκδόσεις Σταμούλη γιὰ τὸ ὡραῖο αὐτὸ λεύκωμα τὸ ὁποῖο μᾶς παρουσίασαν μὲ τίτλο «Οἱ δρόμοι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὴν σκλαβωμένη Ρωμηοσύνη».

Στον δρόμο του αγίου Κοσμά

Ἡ κ. Μαμασούλα ἐπισκέφθηκε 430 χωριά, περπάτησε στοὺς δρόμους τοῦ ἁγίου, τὸν αἰσθάνθηκε κοντά της, ἄκουσε τὶς μνῆμες τοῦ λαοῦ, ὀσφράνθηκε ὀσμὴ ζωῆς καὶ ἀθανασίας. Πρῶτα διάβασε τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ καὶ ἐκπόνησε τὴν διδακτορική της διατριβὴ καὶ ἔπειτα βάδισε στὰ ἴχνη τοῦ ἁγίου, ὅπου πέρασε καὶ δίδαξε.

Τὸ λεύκωμα αὐτὸ εἶναι σημαντικὸ γιατί ἔχει φωτογραφικὸ ὑλικὸ μὲ τὶς ἀπαραίτητες σημειώσεις καὶ τὰ ἱστορικὰ διαγράμματα.

Συνεισφέροντας στὴν ἀποψινὴ ἐκδήλωση θὰ ἤθελα νὰ κάνω τρεῖς παρατηρήσεις.

1. Στὸ δρόμο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ

Διαβάζοντας τὸ βιβλίο ποὺ παρουσιάζουμε καὶ μάλιστα στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ περιγράφεται ἡ πορεία τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὴν Ἤπειρο, στάθηκα στὴν φωτογραφία τῆς πινακίδας τῆς ὁδοῦ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ στὰ Γιάννενα, στὴν ὁδὸ ποὺ κατὰ τὴν παράδοση ἔμενε ὁ ἅγιος ὅταν ἐπισκεπτόταν τὴν πόλη αὐτή.

Συγκινήθηκα, γιατί σὲ αὐτὴν τὴν ὁδό, τὴν ὁδὸ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, γεννήθηκα καὶ ἔζησα τὰ πρῶτα παιδικά μου χρόνια, παίζοντας στὸν χῶρο ἐκεῖνο ποὺ φιλοξενοῦσε τὸν ἅγιο.

Ἀπὸ μικρὸς ἄκουσα πολλὲς ἱστορίες γιὰ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Ἕνας μακρινὸς παπποῦς μου καταγόταν ἀπὸ τὸ Γραμμένο, τὸ χωριὸ τῆς καταγωγῆς τῶν γονέων τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Οἱ γονεῖς μου χαρακτηρίζονταν ὡς «Ἁγιοκοσμίτες», διότι ἦταν μέλη τοῦ Θρησκευτικοῦ Συλλόγου «ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς», μὲ μεγάλη δράση κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Κατοχῆς. Καὶ στὸ πρῶτο τους παιδὶ ἔδωσαν τὸ ὄνομα Κοσμᾶς γιὰ νὰ βαδίση στὰ ἴχνη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Συμμετεῖχα σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις ποὺ γίνονταν στὰ Γιάννενα τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς του καὶ προσκυνοῦσα τὰ ἱερὰ λείψανά του ποὺ εἶναι ἀποθησαυρισμένα στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῶν Ἰωαννίνων.

Ἀργότερα συνδέθηκα μὲ τὸν Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας κυρὸ Καλλίνικο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὰ μέρη τῆς γενετείρας του, ἀγαποῦσε καὶ μιλοῦσε γιὰ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ καὶ ἦταν αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἔγραψε τὸ κείμενο ποὺ ἐστάλη στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο γιὰ τὴν ἁγιοκατάταξή του.

2. Ὁ δρόμος τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶχε τὰ γνωρίσματα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἦταν προφήτης, ἀπόστολος, ὅσιος καὶ μάρτυς.

Ἦταν προφήτης καὶ ἔτσι τὸν ἀποδεχόταν ὁ λαός, γι' αὐτὸ καὶ τὸν ὑποδέχονταν ψάλλοντας τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Προφήτου Ἠλία. Εἶχε συνείδηση ἀποστολικὴ καὶ αὐτὸ φαίνεται στὴν ἔναρξη τῶν ὁμιλιῶν του, ποὺ ἀναφερόταν στὸ ἔργο τῶν Ἀποστόλων. Ὑπῆρξε ὅσιος, ἀσκητής, μὲ ὁσιακὴ βιοτὴ καὶ εὐαγγελικὴ ζωή. Τέλος δὲ ἀξιώθηκε καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου καὶ τελείωσε καὶ τελειώθηκε ὡς μάρτυς Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Σὲ ὅλη τὴν ζωή του ἔδωσε τὴν μαρτυρία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὑπέστη τὸ μαρτύριο γιὰ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.

3. Παράδρομοι γιὰ τὸν Ἅγιο

Κάθε δρόμος ἔχει καὶ τοὺς παράδρομούς του. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Ὁ ἴδιος βάδισε τὸν προφητικό, ἀποστολικό, ὁσιακὸ καὶ μαρτυρικὸ δρόμο, ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι τὸν βλέπουν μέσα ἀπὸ ἄλλους μικροὺς δρόμους, τοὺς παράδρομους. Ἕνας τέτοιος παράδρομος ποὺ εἶναι μιὰ παρερμηνεία τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι ὁ παράδρομος τοῦ διαφωτισμοῦ. Μερικοὶ ἑρμηνεύοντας τὸ ἔργο του τὸν θεωροῦν ὡς ἕνα διαφωτιστή. Ὅπως εἶναι γνωστὸν ὁ διαφωτισμὸς εἶναι ἕνα κίνημα τοῦ 18ου αἰῶνος, ποὺ ἐκφράσθηκε μὲ πολλὲς μορφές, ὅπως τὸν ἀγγλικὸ ἐμπειρισμό, τὸν γαλλικὸ ἐγκυκλοπαιδισμό, τὸν γερμανικὸ ἰδεαλισμό, τὸν ἰταλικὸ ἀντικληρικαλισμό. Οἱ διαφωτιστὲς ἦταν κυρίως δεϊστὲς ἡ ἀγνωστικιστές.

Μελετῶντας τὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν ἐντάξουμε σὲ μιὰ τέτοια κατηγορία. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς δὲν ἦταν διαφωτιστής, ἀλλὰ κυρίως καὶ κατ' ἐξοχὴν ἁγιορείτης. Ἂν διαβάση κανεὶς προσεκτικά τα κείμενά του, τὶς λέξεις ποὺ χρησιμοποιεῖ, τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐκφράζεται καὶ τὶς πράξεις ποὺ ἔκανε, θὰ δὴ ὅτι ἐκινεῖτο ὡς ἕνας Μοναχὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ σκιαγραφήσω τὴν μορφή του, θὰ ἔλεγα ὅτι ἦταν κάτι μεταξύ του π. Παΐσίού καὶ τοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτη, εἶχε γνωρίσματα καὶ ἀπὸ τοὺς δύο.

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν ἐκφραστὴς τοῦ ὀρθοδόξου φωτισμοῦ, βίωνε καὶ δίδασκε στὸν λαὸ γιὰ τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση. Ἕνας ἄλλος παράδρομος μέσα στὸν ὁποῖο μερικοὶ ἐντάσσουν τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι ὁ παράδρομος τοῦ ἰδεολόγου καὶ ἠθικιστοῦ ἱεραποστόλου. Βεβαίως, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν ἱεραπόστολος, ἐκινεῖτο μέσα στὴν προοπτικὴ τῶν Ἀποστόλων, ἀλλὰ δὲν ἦταν ἱεραπόστολος μὲ τὴν ἔννοια ποὺ μερικοὶ θέλουν νὰ τὸν χαρακτηρίσουν.

Ἐκτὸς ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα μέχρι τώρα ἔχουμε ἀναφέρει, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔχει ὅλα τὰ στοιχεῖα ἑνὸς γνησίου ἱεραποστόλου. Ξεκίνησε τὴν ἱεραποστολή του μέσα ἀπὸ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔλαβε τὴν διαβεβαίωση ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, κατ' ἀρχὰς τὸν Σεραφεὶμ Β καὶ ἔπειτα τὸν Σωφρόνιο. Πέρα ἀπὸ αὐτό, ὡς ἱεραπόστολος διέθετε μερικὰ ἄλλα σημαντικὰ στοιχεῖα. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ἕνας μεγάλος θεολόγος τοῦ 20ου αἰῶνος, σὲ ἕνα κείμενό του γιὰ τὴν ἱεραποστολὴ σημειώνει τρία ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα τοῦ γνησίου ἱεραποστόλου.

Πρῶτον, ὁ θεολόγος ἱεραπόστολος σέβεται τὴν ἱστορία. Δὲν ὠθεῖται στὸ παρελθόν, γι' αὐτὸ ἀποφεύγει τον φονταμενταλισμὸ καὶ οὔτε ὁδηγεῖται ἁπλῶς πρὸς τὸ μέλλον μὲ μία ἐσχατοτολογικὴ οὐτοπία. Ὁ Χριστὸς ἐνηνθρώπησε καὶ εἰσῆλθε στὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα γιὰ νὰ τὴν μεταμορφώση. Ὅπως γράφει: «Ἡ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καὶ διακηρύσσει τὴν δογματικὴ ἀλήθεια ὡς γεγονότα τῆς ἱστορίας». Ὁ Χριστὸς ἔπαθε, σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε σὲ ὁρισμένο χῶρο καὶ χρόνο. Σημειώνει ὁ π. Γεώργιος: «ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὴν ἱστορία ὁδηγεῖ πάντα σὲ μιὰ αἱρετικὴ ξηρότητα σὲ μία δογματιστικὴ διάθεση». Ἐπίσης, «ὁποιοσδήποτε εἶναι ἀναίσθητος πρὸς τὴν ἱστορία, δύσκολα εἶναι καλὸς Χριστιανός». Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ἔβλεπε αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, τὸν στενοχωροῦσε ἡ κατάσταση τῶν Ρωμηὼν καὶ ἀγωνίστηκε γιὰ νὰ τὴν μεταμορφώση.

Δεύτερον, κατὰ τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ ὁ ἱεραπόστολος πρέπει νὰ ἔχη τὴν ἔμπνευση νὰ εἰσδύη μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ καὶ νὰ τὴν κατανοῇ. Οἱ ἱεραπόστολοι, πρέπει «νὰ γνωρίζουν τὴν γλῶσσα τοῦ λαοῦ, τὴν ἱστορία τους καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τους, γιατί ὅλα αὐτὰ ὁδηγοῦν σὲ μιὰ κατανόηση τῆς ψυχῆς». Αὐτὸ ἔκανε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Γνώριζε πολὺ καλὰ τὸν λαὸ καὶ τὴν γλῶσσα του, συμμετεῖχε στὸν τρόπο ζωῆς του, συνέπασχε μαζί του, κατενόησε τὴν ψυχή του καὶ μὲ τὸ προφητικὸ χάρισμα ποὺ εἶχε μιλοῦσε μέσα σὲ αὐτήν, βαθειὰ στὴν ὕπαρξή τους. Γι' αὐτὸ μέχρι σήμερα ὁ λόγος του, ἡ κάθε κίνησή του βρίσκεται μέσα στὴν βαθειὰ μνήμη της Ρωμηοσύνης.

Τρίτον, ὁ ἱεραπόστολος, κατὰ τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, ἀναπόφευκτα ἔρχεται «πρόσωπο μὲ πρόσωπο» μὲ τὴν πολιτεία-ἐξουσία καὶ ἔχει τὸ δίλημμα «νὰ συνεργασθῇ μαζί της ἡ τοὐλάχιστον νὰ ἐργασθῇ παράλληλα μὲ τοὺς ἐξαναγκαστικοὺς καὶ ὀργανωτικοὺς θεσμοὺς τῆς πολιτείας». Καὶ παρατηρεῖ: «Εἶναι δύσκολο νὰ πῇς ποιό εἶναι τὸ δυσκολώτερο, νὰ συνεργασθῇ ἡ νὰ παλαίψη μαζί της». Ἀσφαλῶς χρειάζεται διάκριση. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἀντιμετώπισε τὸ ἴδιο πρόβλημα, ἀλλὰ τὸ ὑπερέβη, οὔτε συνεργάσθηκε, οὔτε συγκρούστηκε μαζί της. Ὅμως τὴν ἀποδέχθηκε, τὴν ὑπερέβη, χωρὶς νὰ ταυτισθῇ μαζί της καὶ δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις γιὰ νὰ τὴν ἀποτινάξη. Μὲ τὸν λόγο του, τὴν δράση του, τὰ θαύματά του, τὶς προφητεῖες του, τὸ μαρτύριό του προκάλεσε τὴν προσωπικὴ ἐλευθερία καὶ δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις καὶ τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας.

Τελειώνοντας θὰ ἤθελα νὰ παρατηρήσω ὅτι ἡ κ. Μαρία Μαμασούλα βάδισε τοὺς δρόμους τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, στὰ κείμενά του καὶ στοὺς τόπους τῆς γενέτειρας τῆς διδασκαλίας καὶ τοῦ μαρτυρίου του καὶ κατέγραψε τὰ πατήματά του. Ἐμεῖς ἂς γίνουμε ἰχνηλάτες τοῦ ἁγίου ἔργου του. Νὰ βαδίσουμε στὸν δρόμο του καὶ ὄχι ἄλλους παράδρομους καὶ διαδρόμους ποὺ ὁδηγοῦν σὲ ἄλλη προοπτικὴ καὶ χώρα.–