Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου: Τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» στά κηρύγματα τῶν Κατανυκτικῶν Ἑσπερινῶν
Ὁλοκληρώθηκαν καί φέτος οἱ Κατανυκτικοί Ἑσπερινοί στήν Ναύπακτο, μέ ἐπίκεντρο τόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου. Ὅπως εἴθισται, ἡ ἀκολουθία τῶν Κατανυκτικῶν Ἑσπερινῶν συνοδεύεται πάντοτε καί ἀπό σχετικό κήρυγμα. Τά φετινά ἑσπερινά κηρύγματα στήν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου εἶχαν κεντρικό θέμα:«Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως», τήν ἀνάλυση, δηλαδή, τοῦ «Πιστεύω», μέ ἀφορμή τήν ἐπέτειο τῶν 1700 ἐτῶν ἀπό τήν σύγκληση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ὁμιλητές τῶν ἑσπερινῶν κηρυγμάτων ἦταν οἱ Ἱεροκήρυκες καί θεολόγοι Κληρικοί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
***
Τήν ἐναρκτήρια ὁμιλία, στόν «Ἑσπερινό τῆς Συγχωρήσεως» τήν Κυριακή τῆς Τυρινῆς, 2 Μαρτίου 2025, ἔκανε ὁ ποιμενάρχης μας, Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος, ὁ ὁποῖος ὁμίλησε «Γενικά γιά τό Σύμβολο τῆς Πίστεως». Ὁ Σεβασμιώτατος ὁμίλησε εἰσαγωγικά γιά τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως», τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε πρίν τό Βάπτισμα καί στήν θεία Λειτουργία πρίν τήν ἔναρξη τῆς εὐχῆς «τῆς ἀναφορᾶς», μετά τό «τάς θύρας, τάς θύρας ἐν σοφίᾳ πρόσχωμεν».
Εἶναι ἀπόφαση δύο Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Α ΄ καί τῆς Β΄. Στήν ἀρχή ἔδωσε τήν ἐτυμολογία τοῦ ρήματος «συμβάλλω» καί τῆς λέξεως «Σύμβολον» πού ἐκφράζουν πολλά, ἀλλά ἐν προκειμένῳ δηλώνει τήν ὁμολογία τῆς Πίστεως. Στήν συνέχεια ἀνέπτυξε τό πῶς ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν ἀρχή συνέθεσε διάφορα «Βαπτιστήρια Σύμβολα» γιά νά λειτουργοῦν ὡς ὁμολογία πίστεως τῶν Χριστιανῶν μέχρι πού καταρτίσθηκε τό συγκεκριμένο Σύμβολο, τό ὁποῖο ἀναιρεῖ τόν γνωστικισμό καί τήν αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί ἄλλες αἱρέσεις.
Τέλος, ἀνέφερε ποιές εἶναι οἱ ὑποχρεώσεις μας σέ σχέση μέ τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως». Προσδιόρισε ὅτι πρέπει νά τό μάθουμε καί νά τό ὁμολογοῦμε, νά προσαρμόζουμε τήν ζωή μας στό περιεχόμενό του, νά ἔχουμε πίστη στόν Τριαδικό Θεό, τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τήν Ἐκκλησία, ἀλλά συγχρόνως νά ἔχουμε μνήμη θανάτου καί αἴσθηση τῆς Δευτέρας Ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ γιά νά μᾶς κρίνη. Κατέληξε ὅτι σέ μιά ἐποχή στήν ὁποία ὁ καθένας μας δημιουργεῖ ἕνα «δικό του πιστεύω» πρέπει νά μετανοοῦμε, πού σημαίνει νά ἀποκτήσουμε τήν πίστη καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως διασώζεται στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως».
***
Τήν Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, 9 Μαρτίου, ὁμιλητής ἦταν ὁ Πρωτοπρεσβύτερος π. Θωμᾶς Βαμβίνης, Γενικός Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος, μέ θέμα : «Ὁ Θεός Πατήρ δημιουργός ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων». Ἀναλύοντας τό θέμα του ὁ ὁμιλητής ἀναφέρθηκε στό ὅτι στόν πρῶτο στίχο τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως» ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Θεός-Πατέρας εἶναι ποιητής τοῦ Οὐρανοῦ καί γῆς, τοῦ ὁρατοῦ καί τοῦ ἀοράτου κόσμου. Στήν ὁμιλία ἑρμηνεύτηκαν οἱ ὅροι Πατήρ, Παντοκράτωρ καί Ποιητής. Ὁ Θεός ὀνομάστηκε Πατέρας ἀπό τόν Χριστό. Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος μᾶς διδάσκει ὅτι τά ὀνόματα Πατήρ καί Υἱός ἀποκαλύφθηκαν σέ μᾶς γιά τά πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος μετά τήν σάρκωση τοῦ Λόγου.
Ὁ ἕνας Θεός, ἡ Ἁγία Τριάδα, δημιουργεῖ τόν κόσμο. Τονίζεται ἰδιαίτερα ὅτι ὁ Θεός Πατήρ εἶναι «Παντοκράτορας» καί «Ποιητής», διότι στούς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ ὑπῆρχαν τρία ρεύματα σκέψεων καί φιλοσοφιῶν μέ λανθασμένες διδασκαλίες γιά τόν Θεό καί τήν δημιουργία. Πρῶτον, ἦταν οἱ διδασκαλίες τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων, πού δέχονταν ἄλλοι ἰδεαλιστικές καί ἄλλοι ὑλιστικές ἀρχές ὡς ἀφετηρίες τοῦ κόσμου, δεύτερον, ἦταν οἱ θεωρίες τῶν Γνωστικῶν, πού πίστευαν σέ δύο θεούς, ἀνώτερο ὑπερβατικό καί κατώτερο δημιουργό θεό, ὑπεύθυνο γιά τό κακό πού ὑπάρχει στόν κόσμο, καί τρίτον, οἱ ἀπόψεις τοῦ Ὠριγένους, ὁ ὁποῖος θεωροῦσε τόν κόσμο συναΐδιο μέ τόν Θεό.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, διατρανώνοτας τήν πίστη ὅτι ὁ Πατήρ εἶναι Παντοκράτορας καί Ποιητής τῆς ὁρατῆς καί τῆς ἀόρατης κτίσεως, ἀπέρριπταν τίς ἰδεαλιστικές καί τίς ὑλιστικές θεωρίες τῶν φιλοσόφων, τήν πίστη τῶν Γνωστικῶν σέ ἀνώτερο καί κατώτερο δημιουργό Θεό, ἀλλά καί τήν λανθασμένη διδασκαλία τοῦ Ὠριγένους, ὅτι ὁ κόσμος εἶναι συναΐδιος μέ τόν Θεό. Ἡ διασάφηση τῶν ὅρων «Παντοκράτορας» καί «Ποιητής» ἔγινε μέ βάση τήν ἑρμηνεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στό «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεός» τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως. Ἡ κτίση ἔχει ἀρχή, δέν εἶναι συναΐδια μέ τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος δέν εἶναι μόνο «Παντοκράτορας», ἀλλά καί «Ποιητής», δημιουργός τῆς κτίσης. «Ὁ Πατήρ, δι' Υἱοῦ, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι», κατά τήν διατύπωση τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, δημιούργησε τήν κτίση καί τήν συντηρεῖ μέ τήν προνοητική ἐνέργειά Του.
***
Τήν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἑορτή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, 16 Μαρτίου, ὁμιλητής ἦταν ὁ Ἀρχιμ. π. Εἰρηναῖος Κουτσογιάννης, Ἱεροκήρυξ, μέ θέμα: «Ἡ Χριστολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως». Ὁ ὁμιλητής ξεκίνησε τήν ἀνάλυση τοῦ θέματος λέγοντας ὅτι σέ ἕξι ἄρθρα τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεω» (ἀπό τό δεύτερο μέχρι καί τό ἕβδομο) παρατίθεται ἡ Πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας στό Πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι «Κύριος». Ὁ ἕνας Κύριος καί Θεός, ὅπως καί ὁ Πατήρ. Τό ὄνομα «Ἰησοῦς» σημαίνει Σωτήρ, Λυτρωτής. Εἶναι αὐτός πού θά σώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν φθορά καί τήν ἁμαρτία. Εἶναι ὁ κεχρισμένος, ὁ «Χριστός» τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι «ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὁ Μονογενής», ὁ ὁποῖος «γεννήθηκε ἐκ τοῦ Πατρός πρό πάντων τῶν αἰώνων».
Ὁ αἱρετικός Ἄρειος ἔλεγε γιά τόν Χριστό ὅτι ὑπῆρχε κάποια χρονική περίοδος ὅπου δέν ὑπῆρχε («ἦν καιρός ὅτε οὐκ ἦν»). Οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅμως ὁμολογοῦν τό ὀρθόν ὅτι: «Οὐκ ἦν καιρός ὅτε οὐκ ἦν». Ἡ θεϊκή οὐσία τοῦ Πατρός εἶναι ἴδια καί ἀπαράλλακτη μέ τήν θεϊκή οὐσία τοῦ Υἱοῦ καί τό ἀντίθετο. Ἄρα, δέν μπορεῖ ὁ Υἱός νά εἶναι κτίσμα καί δημιούργημα τοῦ Πατρός, ὅπως ὑποστήριζε ὁ Ἄρειος, ἀλλά εἶναι τέλειος Θεός. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό στήν γῆ καί ἔλαβε τήν ἀνθρώπινη σάρκα «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου». Ἀκόμη, ὁ Χριστός σταυρώθηκε ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ Ποντίου Πιλάτου, ἀφοῦ ἔπαθε καί ἐτάφη. Τήν τρίτη ἡμέρα ὅμως Ἀνεστήθη καί πιστοποίησε τήν Θεότητά Του καί τήν Παντοδυναμία Του. Στήν συνέχεια «Ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς» καί ἀναμένεται νά ἔρθη καί πάλι στή γῆ «μετά δόξης» γιά νά κρίνη «ζῶντας καί νεκρούς».
***
Τήν Γ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τῆς «Σταυροπροσκυνήσεως, 23 Μαρτίου, ὁμιλητής ἦταν ὁ Ἀρχιμ. π. Πολύκαρπος Θεοφάνης, Ἱεροκήρυξ, μέ θέμα: «Ἡ Πνευματολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως». Στήν ἀνάλυση τοῦ θέματος εἶπε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ὀνομάζεται Ἅγιον, Κύριον καί Ζωοποιόν, γιά νά δηλωθῆ ὅτι καί Αὐτό εἶναι ὁμοούσιο καί ἴσο μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό. Τό ὑποστατικό Του ἰδίωμα εἶναι ὅτι ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός «ἀϊδίως», δηλαδή ἔξω ἀπό κάθε ἔννοια τοῦ χρόνου, ἀλλά ὑπῆρχε ταυτόχρονα μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό. Ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί πέμπεται διά τοῦ Υἱοῦ. Ἡ ἐκπόρευση ἀναφέρεται στόν τρόπο ὑπάρξεώς Του καί τό πέμπεται στόν τρόπο, στό μέσον, μέ τό ὁποῖο ἔρχεται στόν κόσμο.
Ἡ αἵρεση τῶν Λατίνων ὅτι ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ (filioque), εἰσάγει δυαρχία στή θεότητα, καταλήγει στήν πολυθεΐα, καί Τό ὑποβιβάζει ἔναντι τῶν ἄλλων Προσώπων. «Tό σύν Πατρί καί Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καί συνδοξαζόμενον», στήν Ἁγία Τριάδα δέν ὑφίσταται ἀνωτερότητα κάποιου Προσώπου ἤ ὅτι κάποιο ἄλλο εἶναι κατώτερο. «Τό λαλῆσαν διά τῶν Προφητῶν». Πρίν ἀπ' ὅλα ἐνεργοῦσε στίς Ἀγγελικές δυνάμεις, ἔπειτα στούς Προφῆτες. Στήν συνέχεια ἐνεργοῦσε στούς Μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Πρό τῆς Σταυρώσεως ἀμυδρά, ἀπό τήν Ἀνάσταση ἕως καί τήν Ἀνάληψη πιό φανερά καί τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἐνήργησε «τελειότερα». Τήν περίοδο τῆς Ἐκκλησίας λαλεῖ μέσα ἀπό τούς θεοφόρους, θεοπνεύστους καί θεουμένους ἁγίους Πατέρες.
Ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη, τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τήν ταπείνωση, τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη, τήν προσευχή, τήν Ἐκκλησιαστική, Μυστηριακή ζωή. Ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κινεῖται ἀντίστροφα ἀπό τήν κίνηση τῆς θείας ἐνεργείας, δηλαδή καταλήγει καί στόν Υἱό καί στόν Πατέρα, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποτελῆ βλασφημία ἐναντίον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τό βλασφημοῦν ὅσοι ἀρνοῦνται τίς ἐνέργειές Του καί τίς ἀποδίδουν σέ ἄλλες δυνάμεις καί ὅσοι καταφρονοῦν τήν Ἐκκλησία, ἐπειδή Αὐτό «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας».
***
Τήν Δ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἑορτή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, 30 Μαρτίου, ὁμιλητής ἦταν ὁ Πρωτοπ. π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας, ἐφημέριος Ἱ.Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Ναυπάκτου, μέ θέμα: «Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως». Εἶπε ὅτι ἡ Ἐκκλησιολογία εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν Χριστολογία, ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶναι ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό εὐλογημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» ἀποτελεῖ μιά σύντομη, ἀλλά ὁλοκληρωμένη ὁμολογία τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεώς μας. Περιέχει 12 ἄρθρα. Τά πρῶτα 7 ἄρθρα συντάχθηκαν ἀπό τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί τά τελευταῖα 5 ἄρθρα συντάχθηκαν ἀπό τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο.
Τό 10ο ἄρθρο ἀποτελεῖ ὁμολογία πίστεως, καί αὐτή ἡ ὁμολογία –«Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν»– «προϋπῆρχε στά παλαιοχριστιανικά βαπτιστήρια σύμβολα» καί ἐπικυρώθηκε δογματικῶς ἀπό τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. «Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία» εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία διαφυλάσσει τήν ἀποκαλυφθεῖσα καί «ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν» καθαρή, ἀνόθευτη, ἀμόλυντη. Διάλογος μέ τούς ἑτεροδόξους Χριστιανούς μπορεῖ καί πρέπει νά γίνεται μέ ἀγάπη καί εἰλικρινές ἐνδιαφέρον, ἀλλά οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει νά παραμένουμε σταθεροί καί ἀταλάντευτοι στήν δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτή διατυπώθηκε στίς Οἰκουμενικές Συνόδους ἀπό τούς ἁγίους καί θεοφόρους Πατέρας.
Ὑπακοή στόν Θεό σημαίνει ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, ἤτοι στό «συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας», καί στά θεσμικά καί διοικητικά Ὄργανά της. Ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά μάθουμε τό «πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστίν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος, στύλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας».
***
Τέλος, τήν Ε΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἑορτή τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, 6 Ἀπριλίου, ὁμιλητής ἦταν ὁ Ἀρχιμ. π. Πολύκαρπος Παστρωμᾶς, Ἡγούμενος τῆς Ἱ.Μ. Ἀμπελακιωτίσσης, μέ θέμα: «Ἡ Ἐσχατολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως». Ὁ ὁμιλητής ξεκίνησε λέγοντας ὅτι ἡ Χριστιανική θεολογία τονίζει ὅτι ἡ σωτηρία εἶναι μιά δυναμική διαδικασία πού ξεκινᾶ μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί συνεχίζεται μέ τήν προσδοκία τῆς Δευτέρας Παρουσίας καί τῆς αἰώνιας ζωῆς. Οἱ πιστοί ζοῦν τήν πνευματική ἀναγέννηση, βιώνοντας τήν χαρά καί τό φῶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ὡς πρόγευση τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν. Ἡ ζωή τους εἶναι μιά πορεία πού δέν καταλήγει σέ στατική κατάσταση, ἀλλά συνεχῶς ἐξελίσσεται μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τούς πιστούς νά ζοῦν τήν προσδοκία τῶν "ἐσχάτων" ὡς μιά διαρκῆ παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν καθημερινότητά τους, ἀποφεύγοντας τήν καταστροφολογία καί τίς παρανοήσεις γιά τά ἔσχατα. Ἡ "ἡμέρα Κυρίου" δέν εἶναι μιά ἀπομακρυσμένη κρίση, ἀλλά ἕνα φῶς πού καθοδηγεῖ τούς πιστούς στήν ἐλπίδα καί τήν χαρά τῆς σωτηρίας, μέ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ νά διαμορφώνη τήν ζωή τους καί τήν πορεία τους πρός τήν αἰώνια ὁλοκλήρωση..
***
Στό τέλος τοῦ Ε΄ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος εὐχαρίστησε τούς ὁμιλητές γιά τόν κόπο πού κατέβαλαν γιά τήν ἀνάλυση τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως» καί γιά τήν θεολογική ἑρμηνεία τήν ὁποίαν ἔκαναν. Ἐπίσης, εὐχαρίστησε καί τούς Χριστιανούς πού παρακολούθησαν αὐτές τίς σύντομες ὁμιλίες γιά τήν βάση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, πού εἶναι τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως». Στήν συνέχεια ἐπεσήμανε ὅτι οἱ Πατέρες τῶν δύο Οἰκουμενικῶν Συνόδων (Α΄ καί Β΄) γιά νά συντάξουν τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» τοῦ ὁποίου τά βασικά σημεῖα εἶναι τί εἶναι ὁ Θεός, πῶς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος καί πῶς σώζεται ὁ ἄνθρωπος, στηρίχθηκαν στούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι δέχθηκαν τήν Ἀποκάλυψη τοῦ «Κυρίου τῆς Δόξης» ἀσάρκως καί στούς Ἀποστόλους τῆς Καινῆς Διαθήκης πού δέχθηκαν τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Σεσαρκωμένου Λόγου καί τήν κατέγραψαν στά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἔτσι, ἡ διδασκαλία αὐτή εἶναι ἐμπειρία.
Ἡ μόνη λέξη στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» πού προέρχεται ἀπό τήν ἑλληνική φιλοσοφία εἶναι ἡ λέξη «ὁμοούσιος», γι' αὐτό προκάλεσε μεγάλη συζήτηση. Ἀλλά κατά τούς ἁγίους Πατέρες τό «ὁμοούσιον» εἶναι τό «ἄκτιστον», καί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγνωστη, ἀκατάληπτη καί ἀμέθεκτη γιά τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μετέχει τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας Του. Ἐπειδή ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγνωστη καί ἀμέθεκτη, γι' αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες ὁμιλοῦσαν γιά «ὑπερούσια θεότητα» καί «ὑπερούσια κρυφιότητα» καί ὁμιλοῦσαν γιά τήν μέθεξη τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας – δόξης τοῦ Θεοῦ, διά τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία, μετέχοντας τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ μέ τά Μυστήρια καί τήν κατά Χάριν ἄσκηση, γιά νά μετάσχουμε τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Φωτογραφίες
- Προβολές: 574