Γραπτό κήρυγμα: Κυριακή, 25 Ἰουλίου Οἱ Εὐαγγελιστές
Κυριακή, 25 Ἰουλίου
Μαζὶ μὲ τοὺς δώδεκα Μαθητάς, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁμιλήσαμε τὴν προηγούμενη Κυριακὴ καὶ οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦσαν τὸν στενὸ ὅμιλο τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, συγχρόνως ὑπῆρχαν καὶ οἱ ἑβδομήκοντα Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Μερικοὶ ἀπὸ αὐτούς, καὶ τοὺς δώδεκα καὶ τοὺς ἑβδομήκοντα, λέγονται Εὐαγγελιστές, γιατί συνέγραψαν τὰ τέσσερα Εὐαγγέλια. Πρόκειται γιὰ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο, τὸν Εὐαγγελιστὴ Μάρκο, τὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ καὶ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη.
Ἡ λέξη Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο λέξεις τὸ "εὔ" καὶ τὴν "ἀγγελία" καὶ δηλώνει τὴν καλὴ ἀγγελία, τὴν καλὴ πληροφορία. Οἱ Εὐαγγελιστές, λοιπόν, μετέδωσαν γραπτῶς τὴν εἴδηση ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνηνθρώπησε, ἐδίδαξε, ἀπέθανε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀνελήφθηκε καὶ πρόκειται νὰ ἔλθη ἐκ νέου γιὰ νὰ κρίνη τοὺς ἀνθρώπους.
Τὸ κεντρικὸ σημεῖο τῶν Εὐαγγελίων εἶναι τὸ τί εἶπε ὁ Χριστός, τὸ τί ἔκανε ὁ Χριστὸς καὶ τὸ τί ἔπαθε ὁ Χριστός. Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ συνδέεται στενὰ μὲ τὰ θαύματά Τοῦ, τὰ Πάθη Τοῦ καὶ τὴν Ἀνάστασή Τοῦ. Τὰ Εὐαγγέλια δὲν εἶναι μιὰ πλήρης βιογραφία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶναι ἡ μετάδοση τῆς πληροφορίας ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι καὶ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ αὐτὸς μόνον μπορεῖ νὰ κάνη τὸν ἄνθρωπο κατὰ Χάριν υἱὸ τοῦ Θεοῦ.
Τὰ τρία πρῶτα Εὐαγγέλια (τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου καὶ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ) λέγονται "συνοπτικὰ Εὐαγγέλια" καὶ ἐπικεντρώνουν τὴν προσοχὴ τῶν ἀναγνωστῶν σὲ μερικὰ ἱστορικὰ σημεῖα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Τὰ τρία αὐτὰ Εὐαγγέλια θεωροῦνται ἀπὸ μερικοὺς ὡς κατηχητικὰ βοηθήματα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας ποὺ προορίζονταν γιὰ ἐκείνους κυρίως ποὺ ἐπρόκειτο νὰ βαπτισθοῦν, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὶς σατανικὲς ἐνέργειες, ἀλλὰ συγχρόνως ἀπέβλεπαν καὶ στοὺς Χριστιανοὺς ποὺ εἶχαν ἤδη βαπτισθῇ γιὰ νὰ ἔχουν μπροστά τους ἕνα συνοπτικὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ τέταρτο Εὐαγγέλιο, δηλαδὴ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία χαρακτηριζόταν "πνευματικὸ" Εὐαγγέλιο, γιατί προοριζόταν κυρίως γι΄ αὐτοὺς ποὺ εἶχαν βαπτισθῇ καὶ φωτισθῇ καὶ ἔπρεπε νὰ μάθουν τὴν ὑψηλότερη διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία καθόρισε νὰ διαβάζεται στὴν θεία Λειτουργία τὸ Εὐαγγέλιο αὐτὸ ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα καὶ καθ΄ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ Πεντηκοσταρίου, ἀφοῦ τὸ Μ. Σάββατο γίνονταν οἱ ὁμαδικὲς βαπτίσεις τῶν Χριστιανῶν.
Ἡ ἐποχὴ στὴν ὁποία ζοῦμε εἶναι ἐποχὴ ἐνημερώσεως, ἐποχὴ διαδόσεως πολλῶν βιβλίων. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ πρέπει κυρίως νὰ μελετοῦμε τὴν ζωὴ καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως περιγράφονται μέσα στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια. Κάθε ἀνάγνωση τῶν Εὐαγγελίων καὶ γενικότερα τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀνοίγει τὸν νοῦ μας γιὰ νὰ μάθουμε τὴν ἀποστολή μας, τὸ ἔργο μας καὶ τὸν προορισμό μας, νὰ μάθουμε γιατί ζοῦμε, γιατί ὑπάρχουμε καὶ ποιός εἶναι ὁ σκοπός μας στὴν γῆ, ἀλλὰ καὶ τί πρέπει νὰ κάνουμε γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ νὰ ἔχουμε κοινωνία μὲ τὸν Χριστό.
Μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν Εὐαγγελίων, ὅπως ἑρμηνεύονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας διὰ τῶν ἁγίων Πατέρων, θὰ μπορέσουμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν γλυκύτητα τῆς καλῆς ἀγγελίας, δηλαδὴ τὴν γλυκύτητα τῆς σωτηρίας μας.
Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
- Προβολές: 2866