Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, 1 Ἰανουαρίου

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι τόσο γνωστὸς ὅσο λίγοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ τόσο παρεξηγημένος ὅσο ἐλάχιστοι. Ἐνῷ ἦταν ἕνας ἀσκητὴς Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία μόλις σαρανταεννέα ἐτῶν, τὸν παρουσιάζουν σὰν ἀσπρομάλλη γέροντα, καλοζωϊσμένο, ντυμένο μὲ τὰ χρώματα τῆς "Κόκα-Κόλα".

Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, 1 Ιανουαρίου

Ὁ ἅγιος Βασίλειος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἀστέρες τοῦ νοητοῦ στερεώματος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔλαμψε τὸν 4ο αἰῶνα μ. Χ. καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ λάμπη, νὰ φωτίζη καὶ νὰ μιλᾶ στὶς καρδιὲς ὅλων ἐκείνων ποὺ ζητοῦν τὶς πρεσβεῖες του καὶ μελετοῦν τὰ συγγράμματά του. Γόνος τῆς ἁγιοτόκου Καππαδοκίας σπούδασε, κατ' ἀρχὰς στὴν πατρίδα του καὶ μετὰ στὴν Ἀθήνα, ὅλες τὶς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του. Ὅταν τελείωσε τὶς σπουδές του ἀποσύρθηκε στὸ πατρικό του κτῆμα στὸν Πόντο γιὰ νὰ βιώση τὴν ἡσυχία, ἡ ὁποία, κατὰ τὸν ἴδιο, εἶναι "ἀρχὴ καθάρσεως τῆς ψυχῆς" ἀπὸ τὰ ψυχοφθόρα πάθη. Ἐκεῖ ἔζησε μὲ ἄσκηση, ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ μὲ τὴν μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, μέχρι ποὺ κλήθηκε νὰ διακονήση τὴν Ἐκκλησία ὡς Πρεσβύτερος καὶ κατόπιν ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας. Μὲ τὸ κῦρος ποὺ τὸν διέκρινε ἀγωνίσθηκε μὲ σθένος ἐναντίον τῶν αἱρέσεων καὶ συνέβαλε τὰ μέγιστα στὸ νὰ διαφυλαχθῇ ἀνόθευτη ἡ πίστη καὶ ἀναλλοίωτη ἡ μέθοδος θεραπείας καὶ ὁ τρόπος σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι γνωστὸς στοὺς πολλοὺς κυρίως γιὰ τὴν κοινωνική του δράση, ἡ ὁποία ὅμως ἀποτελεῖ καρπὸ τῆς νηπτικῆς τοῦ ζωῆς. Ἡ "Βασιλειάδα", ποὺ ἀποτελεῖ, διὰ μέσου τῶν αἰώνων, πρότυπο ἔργο ἀνθρωπιᾶς καὶ κοινωνικῆς προσφορᾶς, εἶναι δημιούργημα τῆς γλυκύτατης καρδιᾶς του, τῆς πεπληρωμένης ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καρπὸς τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη, ποὺ τὸν "ἐξανάγκαζε" νὰ φθάνη μέχρι τὸ σημεῖο νὰ περιθάλπη καὶ τοὺς λεπρούς, μάλιστα δὲ νὰ τοὺς περιποιεῖται ὁ ἴδιος προσωπικὰ καὶ τὸ πιὸ παράδοξο, νὰ ἀσπάζεται καὶ τὶς πληγές τους μὲ τὴν ἴδια εὐλάβεια ποὺ ἀσπαζόταν τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων. Γιὰ νὰ κατανοηθῆ τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης καὶ τῆς θυσίας του πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ἡ λέπρα τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν ἀνίατη καὶ μεταδοτικὴ ἀσθένεια καὶ ὅτι οἱ λεπροὶ ζοῦσαν μακριὰ ἀπὸ τὶς πόλεις, διωγμένοι καὶ ἀπομονωμένοι χωρὶς τὴν φροντίδα κανενός.

Στὴν συνέχεια, θὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ σκιαγραφήσουμε, μὲ συντομία, τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπως περιγράφεται, μὲ θαυμάσιο τρόπο, στὰ ὑμνολογικὰ κείμενα τῆς Ἐκκλησίας μας. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ τροπάριο τῶν "Ἀποστίχων" τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς του: "Πάντων τῶν ἁγίων ἀνεμάξω τὰς ἀρετάς, πατὴρ ἡμῶν Βασίλειε. Μωϋσέως τὸ πρᾶον΄ Ἠλιοῦ τὸν ζῆλον΄ Πέτρου τὴν ὁμολογίαν, Ἰωάννου τὴν θεολογίαν. Ὡς Παῦλος ἐκβοὼν οὐκ ἐπαύσω΄ τὶς ἀσθενεῖ καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τὶς σκανδαλίζεται καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; Ὅθεν σὺν αὐτοῖς αὐλιζόμενος, ἱκέτευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν".

Ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ἀπευθύνεται στὸν ἅγιο Βασίλειο καὶ τοῦ λέγει: "ἔχεις συγκεντρώσει στὸ πρόσωπό σου τὶς ἀρετὲς ὅλων τῶν Ἁγίων. Καὶ πρῶτα ἀπ' ὅλα τὴν πραότητα τοῦ θεόπτη Μωϋσή". Ἐδῶ θὰ πρέπη νὰ τονισθῇ ὅτι πραότητα δὲν σημαίνει το νὰ μὴ ὀργίζεται κανεὶς ποτὲ στὴν ζωή του, ἀλλά, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τον Σιναΐτη τον συγγραφέα τῆς "Κλίμακος", ἡ πραότητα "εἶναι μία ἀμετακίνητη κατάσταση τοῦ νοῦ, ποὺ παραμένει ἡ ἴδια καὶ στὶς τιμὲς καὶ στὶς περιφρονήσεις". Ἀκόμη, "πραότητα σημαίνει το νὰ προσεύχεσαι εἰλικρινῶς γιὰ τὸν πλησίον σου, χωρὶς νὰ ἐνοχλῆσαι καθόλου ἀπὸ τὶς ταραχὲς ποὺ σοῦ προξενεῖ. Ἡ πραότητα εἶναι βράχος ἐπάνω στὴν ἀφρισμένη θάλασσα, ποὺ ἐντελῶς ἀκλόνητος διαλύει ὅλα τὰ κύματα, τὰ ὁποῖα τὸν κτυποῦν".

Ἦταν, ἐπίσης, ζηλωτὴς καὶ πυρίπνους, ὅπως ὁ προφήτης Ἠλίας. Ὁ ζῆλος τους ὅμως δὲν ἦταν ἄκριτος, ἀλλὰ ἦταν "κατ' ἐπίγνωσιν ζῆλος". Ἦταν φλογερὴ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ δὲν ξεπερνοῦσε τὸ μέτρο καὶ δὲν ἔφθασε ποτὲ στὰ ὅρια τῆς ὑπερβολῆς καὶ τοῦ φανατισμοῦ.

Ἦταν θαρραλέος καὶ ὁμολογητής, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, καὶ ἀκραιφνὴς θεολόγος, ὅπως ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ὅλη του ἡ ζωὴ ἦταν μιὰ φλόγα, μιὰ Ὀρθόδοξη ὁμολογία. Ἡ θεολογία του δὲν ἦταν ἐγκεφαλικὴ καὶ στοχαστική, ἀλλὰ ἐμπειρικὴ θεολογία. Ἔπαθε καὶ ἔμαθε τὰ θεῖα, ἀπέκτησε προσωπικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ γι' αὐτὸ μποροῦσε νὰ διακρίνη τὸ κτιστὸ ἀπὸ τὸ ἄκτιστο, τὸ θεϊκὸ ἀπὸ τὸ δαιμονικὸ καὶ νὰ καθοδηγῇ ἀπλανῶς τὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ.

Ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἔτσι καὶ αὐτὸς χαιρόταν μὲ τὴν χαρὰ τῶν ἄλλων καὶ τοὺς συμπονοῦσε στὴν θλίψη τους. Ἦταν ἀληθινὸς ἄρχοντας. Δηλαδή, χαιρόταν νὰ προσφέρη παρὰ νὰ λαμβάνη. Ἄλλωστε ἀληθινὸς ἄρχοντας εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει πάντοτε ἀνοικτὴ τὴν καρδιά του καὶ εὐχαριστεῖται νὰ διακονῇ, νὰ προσφέρη καὶ νὰ προσφέρεται, ἁπαλύνοντας τὸν ἀνθρώπινο πόνο. Ὅποιος ἔχει κλειστὴ τὴν καρδιά του καὶ τὴν τσέπη του καὶ μαζεύει συνεχῶς χωρὶς νὰ προσφέρη, εἶναι φτωχὸς ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ πόσα ὑλικὰ ἀγαθὰ ἔχει καὶ γι' αὐτὸ ἀξιοθρήνητος.

Τελειώνοντας ἤθελα νὰ προσθέσω, μὲ τὴν εὐκαιρία ποὺ βρισκόμαστε στὸν πρῶτο μῆνα τοῦ νέου ἔτους, ὅτι ὁ χρόνος εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο δὲν πρέπει νὰ σπαταλοῦμε ἄσκοπα. Ὁ μέγας Βασίλειος τονίζει πῶς ἂν χάσουμε χρήματα μποροῦμε νὰ ἀποκτήσουμε ἄλλα. Χρόνο ὅμως "ἐὰν ἀπολέσωμεν ἄλλον εὑρεῖν οὐ δυνάμεθα". Ὁ χρόνος ἀξιοποιεῖται μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, ποὺ δημιουργοῦν ἔμπνευση καὶ ὁδηγοῦν στὴν μετάνοια, διὰ τῆς ὁποίας ἐπιτυγχάνεται ἡ σωτηρία, δηλαδὴ ἡ πραγμάτωση τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς μας.

Τὸ καλύτερο καὶ ἀκριβότερο δῶρο ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν ἅγιο Βασίλειο εἶναι οἱ θεοπειθεὶς πρεσβεῖες του, διὰ τῶν ὁποίων εἴθε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ γίνουμε μιμητὲς τῆς ὁσίας βιοτῆς του.–

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3052