Αντωνίου–Αιμιλίου Ταχιάου: Για τον Δαβίδ-Δημήτριο Μπάλφουρ (Επιστολή)
του Αντωνίου–Αιμιλίου Ταχιάου, Καθηγητού Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ
Ο Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, κ. Αντώνιος – Αιμίλιος Ταχιάος, μετά την ανάγνωση του άρθρου του Σεβασμιωτάτου “Διάλογος π. Σωφρονίου και Μπάλφουρ”, απέστειλε στον Σεβασμιώτατο την από 28-12-2004 ενδιαφέρουσα επιστολή του, τμήμα της οποίας δημοσιεύουμε κατωτέρω, στην οποία καταθέτει την μαρτυρία του για τον Δαβίδ-Δημήτριο Μπάλφουρ.
* * *
Σεβασμιώτατε,
Με μεγάλο, όπως πάντοτε, ενδιαφέρον διάβασα το τεύχος Νοεμβρίου της Παρεμβάσεως, την οποία θεωρώ ως ένα από τα πιο αξιόλογα και σεμνά εκκλησιαστικά περιοδικά…
…Τα δύο πρόσωπα που αναφέρετε, τον οσίου βίου π. Σωφρόνιο, και τον Δ. Μπάλφουρ τους γνώριζε και ο υπογράφων. Τον π. Σωφρόνιο ευτύχησα να γνωρίσω το 1954 σε προάστειο των Παρισίων, όπου ζούσε σε έναν παλαιό πύργο, και τον επισκεπτόμουν για να λαμβάνω πνευματική δύναμη και από τη “φιλόθεο αδολεσχία” μαζί του, που μου μένει πάντοτε αλησμόνητη. Για τον Μπάλφουρ, τον τόσο δυσφημισμένο από την ελληνική αριστερή (και όχι μόνο!), δημοσιογραφία είχα ακούσει πολλά το 1952 στη βελγική μονή των Βενεδικτίνων του Chevetogne, όπου αυτός είχε ζήσει κάποιο διάστημα. Συγκεκριμένως είχε ζήσει και αυτός ως μοναχός στη μονή εκείνη, όταν αυτή βρισκόταν ακόμη στο Amay sur Meuse του Βελγίου, δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας 1920. Ο Δαβίδ Μπάλφουρ είχε σπουδάσει στη Ρώμη και ήταν λαμπρός λειτουργιολόγος. Γνώριζε άριστα τα ρωσικά, στη δε Μονή του Chevetogne είχε έρθει επειδή εκεί γινόταν τότε μία μεγάλη προσπάθεια κατανόησης του λειτουργικού πλούτου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, χωρίς βεβαίως προσηλυτιστικούς σκοπούς.
Το αποτέλεσμα αυτής της εμβαθύνσεως στην ορθόδοξη λειτουργική ζωή ήταν ότι τρεις διαπρεπέστατοι ρωμαιοκαθολικοί μοναχοί ασπάσθηκαν την Ορθοδοξία, οι Lev Gilet, David Balfour και Alexis van der Mensbrughe, γεγονός που εξόργισε το Βατικανό, το οποίο ήλεγξε αυστηρώς αλλά και τιμώρησε τον ηγούμενο της μονής π. Lambert Beaudouin. Η συνέχεια για τον Μπάλφουρ είναι γνωστή: Ήρθε στον Άθω, όπου έζησε σαν ερημίτης ασκητής και στη συνέχεια πήγε στην Αθήνα. Δοθέντος ότι είχε μια βαθιά δυτική θεολογική παιδεία είναι κατανοητό ότι ο αγιορειτικός ασκητισμός, όσο και αν τον έθελγε, δεν ήταν ένας τρόπος ζωής που μπορούσε εύκολα να ζήση ένας μεταστραφείς στην Ορθοδοξία δυτικός κληρικός. Ίσως αν είχε κοινοβιάσει σε κάποιο μοναστήρι η συνέχεια της ζωής του να ήταν διαφορετική, αλλά και πάλι πρέπει να ληφθή υπόψη ποιο ήταν το μορφωτικό επίπεδο των αγιορειτών πατέρων την εποχή εκείνη. Με εξαίρεση τον π. Σωφρόνιο και τον π. Γεράσιμο Μενάγια, ο οποίος είχε ζήσει στην Ελβετία (ήταν χημικός), δύσκολα θα μπορούσε να βρη κάποιον συνομιλητή σε θεολογικά θέματα. Ο Μπάλφουρ όταν ήρθε στον Άθω ήταν ακόμη ανώριμος για να μονάση εκεί. Τον έφερε προφανώς ένας άκριτος ενθουσιασμός. Δεν μπόρεσε, βλέπετε, να ακολουθήση τη συμβουλή του π. Σιλουανού. Εξάλλου πρέπει να λάβουμε υπόψη και το πόσο μακριά βρισκόταν την εποχή εκείνη ο δυτικός κόσμος από την ελληνική Ορθοδοξία.
Τον Δαβίδ Μπάλφουρ τον γνώρισα δύο χρόνια προ της εκδημίας του, εδώ στη Θεσσαλονίκη. Λόγω των επαφών του με τον αείμνηστο διαπρεπή πατρολόγο καθηγητή Παναγιώτη Χρήστου και τη συνεργασία του με το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών είχε έρθει επανειλημμένως στην πόλη μας. Γευματίσαμε επανειλημμένως μαζί, και καθώς γνώριζα πρόσωπα και γεγονότα της περασμένης του ζωής, ανοιχθήκαμε σε πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Ίσως σ' αυτό συνετέλεσε και το γεγονός ότι προκάτοχός του στη θέση του προξένου στη Σμύρνη υπήρξε ο παλαιός διπλωμάτης Charles Greig, σύζυγος εξαδέλφης μου. Από τις εκτενείς συζητήσεις μας διεπίστωσα ότι ο Μπάλφουρ ήταν πραγματικός θεολόγος, είχε καθαρά θεολογική σκέψη και βαθιά πνευματικά κριτήρια για τη ζωή. Ήταν πιστό τέκνο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τέτοιο που δεν μπορεί να είναι ένας υποκριτής ή κάποιος που απλώς, ψυχρά και μελετημένα εκτελεί μια αποστολή κατασκόπου, όπως τον ερμήνευσαν άνθρωποι που έστω και στοιχειωδώς δεν μπορούν να κατανοήσουν τις παλινδρομήσεις μιας ανήσυχης και ταραγμένης ψυχής, ούτε τί είναι αμαρτία και μετάνοια.
Ένας στρατολογημένος κατάσκοπος δεν χρειαζόταν, για να εκτελέση την αποστολή του στην Αθήνα, να σπουδάση χρόνια θεολογία στη Ρώμη να γίνη ρωμαιοκαθολικός μοναχός, στη συνέχεια να γίνη ορθόδοξος μοναχός και ιερέας και να ζήση στα απόκρημνα βράχια του Αγίου Όρους, τη στιγμή που στα σαλόνια του Κολωνακίου και στις δεξιώσεις των διπλωματών στην Αθήνα οι πληροφορίες που ενδιέφεραν την αρμόδια βρετανική υπηρεσία κυκλοφορούσαν σε αφθονία. Η περίοδος 1941-1945 ήταν για τον Μπάλφουρ μία περίοδος άκρως ταραχώδης. Απέβαλε το σχήμα και εντάχθηκε στον βρετανικό στρατό. Η μετάταξή του όμως στη συνέχεια στο διπλωματικό σώμα της Μεγάλης Βρετανίας του άνοιξε τον δρόμο για μία νέα απομόνωση και περισυλλογή. Η θητεία του ως γενικού προξένου στη Σμύρνη ήταν περίοδος βαθιάς περισυλλογής και επιστροφής όχι μόνο στα θεολογικά γράμματα αλλά και στην με συνέπεια τήρηση των αρχών της ορθόδοξης πνευματικής ζωής. Έχοντας αποκτήσει το θάρρος να προχωρήσω σε πιο ιδιωτικές πτυχές της ζωής του τόλμησα να υπαινιχθώ αυτά για τα οποία η ελληνική δημοσιογραφία τον κατηγορούσε. Μου απάντησε ευθαρσώς: Γιατί θα έπρεπε εγώ να κατασκοπεύω και να καθοδηγώ τον βασιλέα Γεώργιο Β', τη στιγμή που αυτός συζούσε με Αγγλίδα ερωμένη;
Τελειώνοντας θέλω να παρατηρήσω ότι με όσα έγραψα δεν επιθυμώ να δικαιώσω όσα έπραξε ο Μπάλφουρ, αλλά απλώς να πω ότι, όπως θα μπορούσε να αμαρτήση ή και αμαρτάνει οποιοσδήποτε από εμάς τους άλλους, έτσι και αυτός, σαν αδύναμος άνθρωπος κάποτε αμάρτησε, αλλά μετάνιωσε ειλικρινώς και ομολόγησε την αμαρτία του, και αυτή η μετάνοια είναι που έχει μεγάλη σημασία και παραμένει ένα δίδαγμα και για άλλους. Οι άνθρωποι δεν δικαιούμεθα να γίνουμε αυστηρότεροι του δεχθέντος αυτόν Κυρίου.–
- Προβολές: 2897