Skip to main content

Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀρσενίου Κομπούγια: Ἀρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβᾶκος

(δημοσιεύθηκε στὸν "Ὀρθόδοξο Τύπο", 22-5-1980)

Ὁ π. Φιλόθεος Ζερβάκος ὑπῆρξεν ὁ πρύτανις τοῦ ὁσίου βίου, μέγας κῆρυξ καὶ πνευματικός, ἡγούμενος ὑπὲρ τὰ πεντήκοντα ἔτη τῆς μοναδικῆς διὰ τὴν πνευματικότητα καὶ ἁγιότητά των σὲ ὅλην την ἐκτὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους περιφέρειαν, Ἱερὰν Κοινοβιακὴν Μονὴν Ζωοδόχου Πηγῆς Λογγοβάρδας Πάρου. Εἶναι ὁ μεγαλύτερος, μὰ ἴσως καὶ ὁ τελευταῖος πνευματικὸς ἀστὴρ ὁ π. Φιλόθεος, ἐπειδὴ ὁ κόσμος ἀποσυντίθεται, ἐπειδὴ πλέον ὁ κόσμος περιῆλθεν εἰς χεῖρας τοῦ σατανᾶ καὶ θὰ εἶναι ἀνάξιος τοιούτων ἁγίων ἀνδρῶν καὶ ἐπειδὴ ἴσως εἶναι τὰ τελευταῖα του, ὅπως ὁ ἴδιος καὶ διετύπωσε καὶ ἔγραψε πολλάκις.

Ὁ π. Φιλόθεος ἦτο ὁ ἡγούμενος, ὁ ἀσκούμενος εἰς τὴν ἀσκητικὴν ζωὴν καὶ ὁ Ἱεροκήρυκας καὶ Πνευματικὸς ὅλης τῆς Ἑλλάδος. Ἡ Ἱερὰ αὐτὴ Μονὴ τῆς περιφήμου Λογγοβάρδας, ἡ μοναδικὴ ἀπὸ πολλὰ ἔτη εἰς τὴν πνευματικότητα, ἀριθμοῦσε μόλις πρὸ ὀλίγων ἐτῶν ὑπὲρ τοὺς τεσσαράκοντα μοναχούς, τοὺς ὁποίους ἐποίμανεν ὁ σοφὸς καὶ ἅγιος Γέροντας, πιὸ πολὺ μὲ τὸ φωτισμένον καὶ ἅγιον παράδειγμά του ὑπέρ τα πεντήκοντα ἔτη. Ὑπῆρξεν ὁ κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁ Ἐξομολόγος, ὄχι μόνον εἰς τὴν Μονὴν ποὺ ἐποίμανεν, ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλην τὴν νῆσον Πάρον, τὰς πέριξ νήσους, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς περισσοτέρας πόλεις τῆς Ἑλλάδος. Συνεδύασεν ὁ μακάριος τὴν μοναχικὴν ἄσκησιν καὶ τὴν κοινωνικὴν ἱεραποστολικὴν δρᾶσιν. Σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος εἶχεν πνευματικὰ τέκνα. Μεγάλος ἦτο ὁ σεβασμὸς ποὺ ἔτρεφον πρὸς τὸν Γέροντα ὄχι μόνον τὰ πνευματικά του τέκνα, ἀλλὰ καὶ κληρικοί, Ἀρχιεπίσκοποι, Ἀρχιερεῖς καὶ αὐτὴ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος. Εἶδον Ἀρχιερέα, ὅταν ὁ Γέροντας ἦτο ἀκόμη ἑξήκοντα πέντε ἐτῶν, νὰ σκύβη καὶ νὰ τοῦ ἀσπάζεται τὸ χέρι.

Ἔγραψε πολλὰ πνευματικὰ ὡραῖα βιβλία, ἄρθρα, ἐπιστολὰς (ἐκτὸς τῶν χιλιάδων προσωπικῶν ἐπιστολῶν στὰ πνευματικά του τέκνα). Ἐξομολογοῦντο σ' αὐτόν, ἐκτὸς ἑκατοντάδων κληρικῶν, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ Ἀρχιερεῖς. Αἱ λειτουργίαι του ἦσαν πάντα μὲ δάκρυα, αἱ κρυφαὶ προσευχαὶ καὶ ἀγρυπνίαι πολλάκις ὁλονύκτιαι γενόμεναι μετὰ κλαυθμῶν ἀκατάπαυσται, ἡ πραότης τοῦ ἀμίμητος. Εἶχε τὴν εὐτυχίαν ὁ γράφων τὰς γραμμὰς ταύτας, νὰ ἀνήκη εἷς τὴν Ἱερὰν αὐτὴν Μονὴν καὶ νὰ γαλουχηθῇ ἐπὶ πολλὰ ἔτη πλησίον του καὶ νὰ καρῇ ὑπ' αὐτοῦ Μοναχός, νὰ τὸν προωθήση εἰς τὴν Ἱερωσύνην καὶ μὲ τὴν ἐντολήν του καὶ ἄδειάν του νὰ προχειρισθῇ Πρεσβύτερος ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Ναυπακτίας, μακαριστοῦ Χριστοφόρου, ποὺ ἀπεσπάσθη τὴ ἀδεία του γιὰ δύο τρία ἔτη, διὰ νὰ βοηθήση τοῦτον.

Εἶχεν ὁ μακαριστὸς Γέροντας πάντα στὸ ὄνειρόν του, ὅπως χαρακτηριστικά μου ἔγραφεν εἰς ἐπιστολήν του, νὰ πλαισιώση τὴν μονὴν μὲ μορφωμένους κατὰ κόσμον μοναχούς, καίτοι κατὰ καιροὺς ἐγκαταβίωσαν ἀρκετοὶ πτυχιοῦχοι, ἀλλὰ δι' ἀγνώστους λόγους δὲν παρέμεινον εἰς τὴν Μονήν, διὰ νὰ φέρωμεν ὅλοι ἀνάλογον εὐθύνην διὰ τὴν σημερινὴν ἀπογοητευτικὴν ἀριθμητικὴν σμίκρυνσιν τῆς σημερινῆς Μονῆς.

Ἀκόμη εἶχον τὴν ἐξαιρετικὴν τιμήν, ὀλίγας ἡμέρας πρὸ τῆς εἰρηνικωτάτης ἐκδημίας του, νὰ εὑρεθῶ πλησίον του καὶ νὰ τοῦ προσφέρω τὰς ταπεινάς μου ὑπηρεσίας, ὡς καὶ τὴν προτελευταίαν μετάδοσιν τῆς θείας Κοινωνίας. Ὄντως ὑπέφερεν ἀπὸ τὴν οὐρίαν, ποὺ τοῦ δημιουργοῦσε διαρκῆ τάσιν πρὸς ἔμετον καὶ δὲν ἠδύνατο, ξεσπῶντας σὲ δυνατὸν βῆχα. Τοῦ ἔλεγον: "Γέροντα, ὁ Κύριος μὲ τὴν δοκιμασίαν αὐτὴν θέλει νὰ κατοχυρώση ὀγδοήκοντα ἐτῶν κόπους καὶ μόχθους διὰ τὸ Ἅγιον Ὄνομὰ Τοῦ, διὰ νὰ μὴν τὰ λιχνίση ὁ σατανᾶς τὴν τελευταίαν ὥραν μὲ τὸ τελευταῖον ὅπλον, τὴν ἐπάρατον ὑπερηφάνειαν". Καὶ μοῦ ἀπαντοῦσεν: "Δόξα σοι ὁ Θεός, ὅ,τι θέλει ὁ Κύριος". Ἐπίσης τοῦ ἔλεγον: "Γέροντα, φεύγεις καὶ ἀφήνεις τὸν ἐν ἀποστασίᾳ κόσμον καὶ τὰ πνευματικά σου παιδιὰ εἰς χεῖρας τοῦ ἐρχομένου ἀντιχρίστου". Καὶ αὐτὸς ἀπαντοῦσε: "Πράγματι, ἡ ἀποστασία εἶναι μεγάλη καὶ ἡ καταστροφὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ Κόσμου πολὺ κοντά". Ἀκόμη τοῦ εἶπον: "Γέροντα, νὰ προσεύχεσθε εἰς τὸν Κύριον, ὅταν θὰ πᾶτε ἐκεῖ, διὰ τὴν ἐλεεινότητά μου, διότι εἶμαι ἐλεεινὸς καὶ ἀδιόρθωτος, ὡς καὶ διὰ τὰς δύο Μονάς σου, τὰς ὁποίας ὁ σατανᾶς θὰ θελήση μετὰ τὴν κοίμησίν σου νὰ σινιάση σὰν τὸ σιτάρι". Καὶ μοῦ ἀπαντοῦσε: "Ἐὰν εὕρω παρρησίαν εἰς τὸν Χριστόν μας, θὰ προσεύχωμαι δι' ὅλους".

Ἔφυγα ἀπὸ τὴν Μονὴν μὲ τὴν πεποίθησιν ὅτι δὲν τὸν ξαναβλέπω πλέον ζωντανόν, ὅπως καὶ ἔγινεν. Μετὰ τὴν ἀναχώρησίν μου ἐκοιμήθη. Ἐκοιμήθη τὴν ἡμέραν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καὶ τοῦ μεγάλου Ἀρσενίου. Τὸν ἐπῆρε ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης, ὁ Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ ὁ ἅγιος Ἀρσένιος, διότι σὰν αὐτοὺς ἠγάπησε τὸν Χριστὸν σὰν καὶ αὐτοὺς ἐργάσθηκε ἀσκούμενος στὴν μοναχικὴ ἄσκηση καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔφυγε ἐκ τῶν ματαίων, μόλις ἔκαμε ἐπὶ τοῦ κρεββάτου τὴν ἀπόλυσιν τοῦ Ὄρθρου τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καὶ τοῦ ὁσίου Ἀρσενίου, μὲ τὰς τελευταίας λέξεις: "Τώρα πλέον φεύγω, θὰ κοιμηθῶ". Καὶ ἔκλεισε ἀμέσως γιὰ πάντα τοὺς ὁσίους ὀφθαλμούς του.

Ἡ κηδεία του ἦτο κάτι τὸ ἀσυνήθιστον καὶ συγκινητικόν, μὲ κλαυθμοὺς καὶ δάκρυα, μὲ πλῆθος κόσμου, ἐντοπίου καὶ ξένου, μὲ πλῆθος κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ ἀρκετοὺς Ἀρχιερεῖς. Ἔγινε κηδεία τὴν ὁποίαν θὰ ἐπεθύμουν ὅλοι οἱ μεγιστᾶνες καὶ ὅλοι οἱ Πατριάρχαι καὶ Ἀρχιεπίσκοποι καὶ Μητροπολῖται, τῶν ὁποίων ἡ δόξα τοῦ ἀξιώματος στερεῖ τούτους τῆς δόξης, ποὺ ἀπὸ ἐδῶ ἀντιδοξάζει ὁ Κύριος τοὺς ταπεινοὺς τῆς γῆς.

Ἀξιοσημείωτον ἦτο ὅτι ἐνῷ εἶχον περάσει 36 ὧρες μὲ ἀρκετὴ ζέστη, τὸ ὅσιον σῶμα τοῦ Γέροντος δὲν εἶχεν κἂν σημεῖα ἀποσυνθέσεως, ἀλλ' οὔτε ἄφηνε τὴν συνήθη σὲ ὅλους τοὺς νεκρούς, νεκρικὴν ἀτμόσφαιραν καὶ ὀσμήν, ἀλλὰ διετηρεῖτο σὰν νὰ ἦτο ὁλοζώντανον.

Αἰωνία ἡ ὁσία μνήμη σου, Γέροντα σεβαστέ, π. Φιλόθεε, καὶ εὔχου αὐτοῦ ποὺ εἶσαι νὰ λυπηθῇ τὸν Κόσμον ὁ Κύριός μας καὶ νὰ ἀναδείξη καὶ ἄλλους σὰν καὶ σένα στοὺς σκοτεινούς μας τούτους καιροὺς τοῦ ἀντιχρίστου, πρὸς στηριγμὸν τῶν εὐσεβῶν, ποὺ ἀγαποῦν τὸν Κύριον ἐν ἀληθείᾳ, διότι πολὺ φοβοῦμαι μήπως εἰς τὸ ἀνάστημα σοῦ θὰ εἶσαι ὁ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ!

  • Προβολές: 2604